Οι σχέσεις των ανθρώπων με τη θρησκεία θεωρητικά είναι πνευματικές. «Πνεύμα καθαρόν, καρδίαν καθαράν» εξαγγέλει η θρησκεία, ο ιερέας αποκαλείται και πνευματικός και οι εξομολογήσεις αφορούν την ψυχή.
Όμως οι σχέσεις της θρησκείας πάνω στους ανθρώπους είναι σχέσεις εξουσίας. Όσο περισσότερη εξουσία ασκούν η θρησκεία και η Εκκλησία, τόσο μεγαλύτερη είναι η δύναμή τους. Και κάθε εξουσία ισχυροποιείται, όταν ασκείται πάνω στο σώμα και για αυτό η θρησκεία εδράζει την εξουσία της πάνω στην πείνα του σώματος. Την πείνα για τροφή και την πείνα για σεξ.
Μπορεί άλλες θρησκείες να είναι πιο δραστικές και να επιβάλουν ακρωτηριασμούς των γεννητικών οργάνων ανδρών και γυναικών και αυστηρούς περιορισμούς σε τρόφιμα χαλάλ και κοσέρ, όμως και η ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία απαιτεί αυστηρή υποταγή σε θέματα τροφής και σεξ τις περισσότερες ημέρες του έτους. Η νηστεία του Πάσχα είναι σχεδόν 50 ημέρες, των Χριστουγέννων 40, του Αυγούστου 15 και πρέπει να προστεθούν σε αυτές και οι Τετάρτες και Παρασκευές όλου του έτους καθώς και μερικές άλλες ημέρες όπως η επέτειος αποκεφαλισμού του Ιωάννη του Πρόδρομου στις 30 Αυγούστου. Με το σεξ τα πράγματα είναι πιο αυστηρά. Εκτός από όλες τις ημέρες νηστείας απαγορεύεται τα Σαββατόβραδα και τις Κυριακές, καθώς και όλες τις μεγάλες γιορτές και τις παραμονές τους, αλλά και όλες τις γιορτές και τις παραμονές σημαντικών αγίων. Είναι χαρακτηριστική στην εικονογράφηση της κόλασης η εικόνα του αντρόγυνου που «κοιμάται» την Κυριακή. Και συνήθως αυτές οι εικονογραφήσεις βρίσκονται συχνά στον γυναικωνίτη, για να απειλούν τις γυναίκες, ως πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας, μαζί με την «πόρνησα» και την αποκαλόγρια.
Η θρησκεία επιτυγχάνει τον απόλυτο έλεγχο των ανθρώπων με αυτές τις απαγορεύσεις που έχουν ως αποτέλεσμα τον απόλυτο συσχετισμό της τροφής και του σεξ με την αμαρτία και τη θρησκεία. Επιπλέον καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά το σώμα στην τροφή και το σεξ, αφού η λαιμαργία και η λαγνεία θεωρούνται θανάσιμα αμαρτήματα και δεν είναι δύσκολο κάθε διάθεση για φαγητό και σεξ να λάβει διαστάσεις θανάσιμου αμαρτήματος.
Η θρησκεία, παρόλο που αναφέρεται στην ψυχή, γνωρίζει πως για να αποκτήσει δύναμη πρέπει να υποτάξει και να εξουσιάσει απολυταρχικά το σώμα. Και με την εξουσία του σώματος επιτυγχάνει άλλον ένα στόχο, τη διατήρηση της κοινωνικής ανισότητας. Ο φτωχός δεν χρειάζεται να διεκδικήσει τίποτε από τον πλούσιο, αφού φτωχοί και πλούσιοι τρώνε φασόλια χωρίς λάδι και συναθροίζονται στις εκκλησίες ως ίσοι ενώπιον του θεού. Όλοι απειλούνται από τα θανάσιμα αμαρτήματα το ίδιο ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν οι μη έχοντες.