Η γιορτή της γυναίκας

Τώρα που μαράθηκαν τα λουλούδια και ξεθώριασαν οι αγάπες, τι άλλο απόμεινε από τη γιορτή της γυναίκας, εκτός από τη φενάκη; Η γιορτή της γυναίκας είναι μία ημέρα το χρόνο και τις υπόλοιπες 359 είναι η γιορτή του άντρα. Αν και βάσιμα θεωρώ πως και η γιορτή της γυναίκας είναι στην ουσία της και πάλι γιορτή του άντρα, γιατί του δίνεται η ευκαιρία να δείξει πόσο μεγαλόκαρδος και ανεξίκακος είναι. «Κι αν είναι όλες καθώς λεν χωρίς καρδιά, εμείς που έχουμε καρδιά τις αγαπάμε».
Η γυναίκα δημιουργήθηκε από το πλευρό του Αδάμ, σύμφωνα με τη θρησκευτική μυθολογία. Ο Αδάμ, ο άντρας, είναι το όλον και η γυναίκα το μέρος. Ο άντρας γνωρίζει τον εαυτό του, ως σύνολο, και άρα γνωρίζει και περιγράφει τη γυναίκα, αφού είναι κομμάτι του. Η γυναίκα πάλι δεν ξέρει τον εαυτό της, αφού δεν έχει εαυτό, ένα κομμάτι είναι, ούτε ξέρει τον άντρα, γιατί δεν μπορεί το κομμάτι να ξέρει το όλον. Βέβαια οι μύθοι πλάθονται έκ των υστέρων, για να προσδώσουν θεία επίνευση στην κοινωνική κατάσταση, ώστε να μη μπορεί καμιά/κανείς να αντισταθεί στη θεία βούληση. Ακολούθως ο Παύλος έθεσε τα χριστιανικά επιστεγάσματα: «Ἡ δέ γυνή ἵνα φοβῆται τόν ἄνδρα» και «γυναικὶ δὲ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ’ εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ».
Δεν μπορώ να παρακάμψω το ότι η γιορτή της γυναίκας είναι τον Μάρτιο, την περίοδο της σαρακοστής και των χαιρετισμών, που εξυμνούν την «ωραιότητα της παρθενίας». Η παρθένος δεν είναι ακόμη γυναίκα, αν κρίνουμε από συνήθεις εκφράσεις όπως: «στην αγκαλιά του ένιωσε για πρώτη φορά γυναίκα» ή «αυτός την πήρε από την αγκαλιά της μάνας της και την έκανε γυναίκα». Η παρθένος είναι άμωμος και αμόλυντη, ενώ προφανώς η γυναίκα είναι βεβηλωμένη. Το βιολογικό θήλυ αποκτά το κοινωνικό γένος (gender) μέσω του άντρα. Ο άντρας είναι ο δημιουργός της γυναίκας. Και αν ακόμη παρακάμψουμε τη σεξουαλική πράξη και πάλι ο άντρας ευθύνεται για την κατασκευή του στερεοτύπου «γυναίκα», ενώ το στερεότυπο «άντρας» δεν είναι γυναικεία κατασκευή, αλλά και πάλι αντρική. Ο άντρας δίνει το λόγο της αντρικής του τιμής και τιμά τα παντελόνια που φορεί, ενώ η γυναικεία τιμή περιορίζεται στη διαφύλαξη της παρθενίας και στο σεξ εντός του γάμου.
Για τους άντρες το γυναικείο πρότυπο είναι μόνο αυτό της παρθένου. Με τα χαρακτηριστικά της παρθένου περιγράφουν τη μάνα τους και μερικές φορές την κόρη τους ή την αδελφή τους. Οι υπόλοιπες γυναίκες περιγράφονται ως «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή». Κι αν κανείς αντιτάξει το επιχείρημα ότι με γυναικείες μορφές παρουσιάζονται υψηλές έννοιες, όπως η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η δόξα, οι μορφές αυτές είναι τελείως εξαγνισμένες και ασεξουαλικές, έτσι ώστε να κάνουν τις πραγματικές γυναίκες να φαίνονται πολύ κατώτερες.
Αλλά περνάει η ώρα και πριν σχολάσει και πάλι το Αρσάκειο και αρχίσει η λατέρνα να παίζει ξανά το «αχ βρε παλιομισοφόρια, τι τραβάν για σας τα αγόρια» να προλάβω να αναρτήσω ένα ποίημα της Ζωής Καρέλλη:

Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος,
ζητούσα το πρόσωπό Σου πάντοτε,
ήταν ως τώρα του ανδρός
και δεν μπορώ αλλιώς να το γνωρίσω.Ποιος είναι και πώς
πιο πολύ μονάχος,
παράφορα, απελπισμένα μονάχος,
τώρα εγώ ή εκείνος;

Πίστεψα πως υπάρχω, θα υπάρχω,
όμως πότε υπήρχα δίχως του
και τώρα,
πώς στέκομαι, σε ποιο φως,
ποιος είναι ο δικός μου ακόμα καϋμός;

Ω, πόσο διπλά υποφέρω,
χάνομαι διαρκώς,
όταν Εσύ οδηγός μου δεν είσαι.

Πώς θα δω το πρόσωπό μου,
την ψυχή μου πώς θα παραδεχτώ,
όταν τόσο παλεύω
και δεν μπορώ ν’ αρμοστώ.

«Ότι διά σου αρμόζεται
γυνή τω ανδρί.»
Δεν φαίνεται ακόμα το τραγικό
του απρόσωπου, ούτε κι εγώ
δεν μπορώ να το φανταστώ ακόμα, ακόμα.

Τι θα γίνει που τόσο καλά,
όσα πολλά ξέρω και γνωρίζω καλλίτερα,
πως απ’ το πλευρό του δεν μ’ έβγαλες.

Και λέω πως είμαι ακέραιος άνθρωπος
και μόνος. Δίχως του δεν εγινόμουν
και τώρα είμαι και μπορώ
κι είμαστε ζεύγος χωρισμένο, εκείνος
κι εγώ έχω το δικό μου φως,
εγώ ποτέ, σελήνη,
είπα πως δεν θα βαστώ απ’ τον ήλιο
κι έχω τόσην υπερηφάνεια
που πάω τη δική του να φτάσω
και να ξεπεραστώ, εγώ,
που τώρα μαθαίνομαι και πλήρως
μαθαίνω πως θέλω σ’ εκείνον ν’ αντισταθώ
και δεν θέλω από κείνον τίποτα
να δεχτώ και δε θέλω να περιμένω.

Δεν κλαίω, ούτε τραγούδι ψάλλω.
Μα γίνεται πιο οδυνηρό το δικό μου
ξέσκισμα που τοιμάζω,
για να γνωρίσω τον κόσμο δ’ εμού,
για να πω το λόγο δικό μου,
εγώ που ως τώρα υπήρξα
για να θαυμάζω, να σέβομαι και ν’ αγαπώ,
εγώ πια δεν του ανήκω
και πρέπει μονάχη να είμαι,
εγώ, η άνθρωπος.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s