Το κατοχικό καθεστώς της ντροπής και της κατάντιας

Σε αυτό το κατοχικό καθεστώς της ντροπής και της κατάντιας που ζούμε τα 3 ρόδια είναι πολύ πιο επικίνδυνα από 3 βόμβες μολότοφ.
Έως τη γωνία Ιπποκράτους και Αραχώβης με το αυτοκίνητο κι από κει με τα πόδια. Παντού αστυνομικές δυνάμεις. Ώρα 08:30, πρωί, για να μην υπάρχει καμιά δικαιολογία, για να μην υπάρχει καμιά συνάθροιση. Ψυχή δεν κυκλοφορεί εκτός από την αστυνομία. Στη γωνία Τζαβέλλα και Ζωοδόχου Πηγής ομάδα αστυνομικών μας σταματάει. Μαζί τους και ανώτερος αστυνομικός με δαφνοσκεπές καπέλο. Αναμενόμενος διάλογος. Απαγορεύεται. Απαγορεύονται οι συναθροίσεις του λέω. Εμείς είμαστε μόνο δύο, η σύζυγός μου κι εγώ. Δεν υπάρχει καμιά συνάθροιση. Όχι, μου λέει. Η εντολή είναι να μην πλησιάσει κανείς στο μνημείο. Αν κάνετε ακόμη ένα βήμα θα σας προσαγάγω. Συνεχίζω «Αυτοί που σας έδωσαν την εντολή δεν ντρέπονται. Εσείς που την εκτελείτε ντρέπεστε ή την εκτελείτε με ευχαρίστηση;» «Αυτή είναι προσωπική ερώτηση και δεν είμαι υποχρεωμένος να απαντήσω».
Ε, λοιπόν, εγώ σας λέω ότι ντρέπεται, γιαυτό δεν μπορεί να απαντήσει. Αλλιώς τίποτε δεν θα τον εμπόδιζε να πει «Όχι, δεν ντρέπομαι».
Εκεί κατάντησαν. Μόνο η κυβέρνηση δεν ντρέπεται. Μόνο ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του δεν ντρέπονται. Γιατί αυτό που υπερτερεί σε αυτούς είναι ο φόβος. Φοβούνται ό,τι σημαίνει η δολοφονία του Αλέξανδρου. Φοβούνται τα λουλούδια στο μνημείο. Φοβούνται το κλαδί με τα 3 ρόδια που έκοψα το πρωί από τον κήπο, για να τα αφήσω στο μνημείο. Γιατί τα ρόδια είναι το σύμβολο της ζωής και του θανάτου. Δεν τα άφησα στο μνημείο, αλλά στη γωνία Τζαβέλλα και Ζωοδόχου Πηγής, εκεί από όπου έφυγε η σφαίρα του Κορκονέα, η σφαίρα που χτύπησε τον Αλέξανδρο κατάστηθα, η σφαίρα που σκότωσε τη δημοκρατία.
Αλλά η δημοκρατία θα αναστηθεί κάποια στιγμή. Θα την αναστήσουμε εμείς. Ο Αλέξανδρος όμως δεν θα αναστηθεί. Γιατί ο Αλέξανδρος ζει. Ο Αλέξανδρος δεν θα πεθάνει ποτέ. Γιαυτό φοβούνται.

Προς τον κ. Χρυσοχοΐδη

Κύριε Χρυσοχοΐδη,

Οργανώσατε σχέδιο αποκλεισμού των δρόμων γύρω από το μνημείο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Και όλα αυτά τα κάνετε, για να μας προστατέψετε, για να προστατέψετε εμένα, που ανήκω σε ευπαθή ομάδα.

Πράγματα ανήκω σε ευπαθή, σε πολύ ευπαθή ομάδα, με τη σημασία που δίνετε εσείς. Αλλά ανήκω και σε μια άλλη πολύ ευπαθή ομάδα με τη σημασία του ευ πάσχω, αλλά και του ευ πράττω, σημασίες που εσείς αγνοείτε. Ευ πάσχω και ευ πράττω, κύριε Χρυσοχοΐδη, γιατί νοιάζομαι όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τους συνανθρώπους μου και όλη την κοινωνία, για τους νεκρούς κάθε μέρα, για τους άρρωστους, για το νοσηλευτικό προσωπικό, για τα παιδιά που είναι κλεισμένα στο σπίτι, για τους άνεργους και τους σκληρά εργαζόμενους, για όλους εκείνους για τους οποίους δεν προβλέπεται κρεβάτι στον 9ο όροφο του Ευαγγελισμού, ούτε C 130.

Εγώ ανήκω σε ευπαθή ομάδα, δεν φωτογραφίζομαι ημίγυμνος, για να επιδεικνύω τα κάλλη μου, ούτε είμαι κομψός, ούτε ντύνομαι κομψά. Ένας γέρος είμαι, που νοιάζεται για τους γύρω του. Βλέπετε, εγώ δεν φορώ άμφια, δεν είμαι ο πρωθυπουργός, για να βγάζω ομαδικές φωτογραφίες χωρίς μάσκα, δεν είμαι κανένας περιφερειάρχης, για να συγχρωτίζομαι με άλλους ανθρώπους και να τους αγγίζω, ενώ είμαι θετικός στον ιό. Τίποτε από όλα αυτά. Ένας γέρος δάσκαλος είμαι που πενθεί για τη δολοφονία του μαθητή του, του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ένας γέρος δάσκαλος είμαι που δεν βγαίνει από το σπίτι του, παρά μόνο για να πάει με μάσκα στο γειτονικό φαρμακείο και την Κυριακή θα πάει στο μνημείο του Αλέξανδρου.

Είπε ο κυβερνητικός σας εκπρόσωπος (και ο άλλος…) ότι μπορούμε να πάμε για περίπατο στην Πάρνηθα, γιατί είναι στην Αττική. Στην Αράχωβα δεν μπορούμε να πάμε, γιατί είναι εκτός Αττικής, αλλά μπορούμε να πάμε στην οδό Αραχώβης και να κατηφορίσουμε. Στο Μεσολόγγι δεν μπορούμε να πάμε, αλλά μπορούμε να περπατήσουμε στην οδό Μεσολογγίου.

Αλλά εσείς δεν είστε διατεθειμένος να μας το επιτρέψετε. Όχι για να μας προστατέψετε, αλλά γιατί φοβάστε. Φοβάστε την 6η Δεκεμβρίου και θέλετε να την εξαφανίσετε από το ημερολόγιο. Φοβάστε γιατί δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη, φοβάστε γιατί η αστυνομική αυθαιρεσία μεγαλώνει συνεχώς. Φοβάστε γιατί ήδη έχουν υπογράψει 2000 άνθρωποι και υπογράφουν συνεχώς. Φοβάστε, γιατί ούτε ευ πάσχετε, ούτε ευ πράττετε.

Γιώργος Θαλάσσης

Είμαστε όλοι Καμένα Βούρλα

Διαβάσαμε, είδαμε, ακούσαμε για τη συμπεριφορά απέναντι στα προσφυγόπουλα και θυμώσαμε με τα Καμένα Βούρλα. Βρίσαμε τους κατοίκους και τους είπαμε φασίστες και είχαμε δίκιο. Αλλά…

Στις περσινές μετακινήσεις μου στη Λαμία για τη δίκη των δολοφόνων του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου έβλεπα με βαριά καρδιά τα κλειστά μαγαζιά και βενζινάδικα στον παλιό παράλληλο δρόμο. Και μια φορά που παρέκαμψα και μπήκα στα Καμένα Βούρλα, είδα την πολυσύχναστη άλλοτε λουτρόπολη σε μεγάλο μαρασμό. Πολύ θλιβερή εικόνα, όχι μόνο τα εστιατόρια και τα καφενεία ήταν κλειστά, αλλά και όλα εκείνα τα μαγαζιά που πουλούσαν χαλβά και ζυμαρικά. Ερήμωση μόνο που σου σφίγγει την καρδιά.

Πρόπερσι, επιστρέφοντας από Σπάρτη, αναζητούσα ματαίως πινακίδες στην πόλη που να κατευθύνουν προς Κόρινθο μέσω του αυτοκινητόδρομου. Τελικώς σταμάτησα σε ένα βενζινάδικο για ανεφοδιασμό κι εκεί ρώτησα. Αντί να μου απαντήσουν, προσπάθησαν με πολλά επιχειρήματα να με πείσουν να πάω από τον παλιό δρόμο. Ήταν φανερό πως οι νέοι δρόμοι δεν συνέφεραν όλη την περιφέρεια και τις τοπικές κοινωνίες.

Πήγα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά αρνήθηκα να κάνω στάση σε ΣΕΑ και σε προνομιούχες επιχειρήσεις που καταδυναστεύουν τους εργαζόμενους, αλλά πληρώνοντας διπλά διόδια επισκέφτηκα τα Αμπελάκια. Παλιά δεν έβρισκες τραπέζι, αλλά αυτή τη φορά φάγαμε μόνοι μας στην πολύ ωραία πλατεία με το πολύ ωραίο και πολύ φτηνό φαγητό. Στην επιστροφή σταματήσαμε, και πάλι με διπλά διόδια στον Παλαιό Παντελεήμονα.

Πέρσι πήγαμε στα Ιωάννινα. Πληρώσαμε πάλι τα υπέρογκα διόδια, αλλά δεν σταματήσαμε για φαγητό. Είχαμε πάρει κάτι πρόχειρο μαζί μας. Στην επιστροφή όμως μπήκαμε στο Μεσολόγγι και φάγαμε στην Τουρλίδα, πολύ ωραία και πολύ φτηνά, αλλά το ένα εστιατόριο ήταν κλειστό και το άλλο είχε λίγους πελάτες.

Βεβαίως οι Γιαννιώτες ήταν ενθουσιασμένοι με τον δρόμο και την αύξηση του τουρισμού τους. Το ίδιο και οι Καλαματιανοί. Εκτός όμως από τις ελάχιστες πόλεις προορισμού τι γίνεται με τις ενδιάμεσες περιοχές που απέκλεισαν οι νέοι αυτοκινητόδρομοι; Τι να απέγινε το καταπληκτικό εστιατόριο στον παλιό δρόμο προς Καλαμάτα μετά την Τρίπολη, όπου τρώγαμε κόκορα με χυλοπίτες; Και τι απέγινε το διπλανό κατάστημα με τα τυροκομικά τοπικά προϊόντα; Τι απέγιναν τα στενά της Κλεισούρας και τι απέγιναν τα Τέμπη;

Από το 2008 που άρχισε η οικονομική κρίση είδαμε πολλές κοινωνικές ομάδες να στρέφονται προς τα δεξιά, οι δεξιοί έγιναν δεξιότεροι και οι αριστεροί άρχισαν να παραπαίουν και να γλυκοκοιτάζουν τις δεξιές ψήφους. Συνέβαλε και η προσφυγική κρίση που ενίσχυσε τη ρητορική πως για όλα φταίνε οι ξένοι που παίρνουν τις δουλειές μας. Τώρα πια διαμαρτύρονται και οι Αλβανοί, γιατί οι Πακιστανοί έριξαν ακόμη περισσότερο τα μεροκάματα και διεκδίκησαν μεγάλο κομμάτι της χειρωνακτικής εργασίας.

Μέσα σε αυτή την οικονομική και κοινωνική κρίση διέπρεψε η ακροδεξιά ρητορική. Γιατί η ακροδεξιά ρητορική είναι λιγόλογη, κατανοητή, απλή και μοιάζει αποτελεσματική. Είμαστε οι καλύτεροι και οι ξένοι θέλουν το κακό μας. Μας κλέβουν, μας σκοτώνουν, βιάζουν τις κόρες μας, μας παίρνουν τις δουλειές μας, μας γεμίζουν αρρώστιες. Εξαφανίστε τους για να σωθούμε. Να σωθούν η Θρησκεία μας, η Ιστορία μας και ο Πολιτισμός μας.

Η αριστερά δεν μπόρεσε ούτε πειστική ρητορική να αναπτύξει, ούτε να προτείνει λύσεις που θα ανακούφιζαν τις δοκιμαζόμενες κοινωνίες από την οικονομική και κοινωνική κρίση.

Οι νέοι αυτοκινητόδρομοι έγιναν. Και έχουν προσφέρει εξυπηρέτηση σε πολλούς και μεγάλα κέρδη στους αδηφάγους που τους εκμεταλλεύονται. Έχουν όμως οδηγήσει σε εξαθλίωση πολύ κόσμο και πολλές περιοχές.

Υπάρχουν όμως τρόποι που μπορούν να περιορίσουν το κακό.

Πρέπει να μπορούν οι ταξιδιώτες να επισκέπτονται τις περιοχές που είναι κοντά στον οδικό άξονα, χωρίς να πληρώνουν διόδια για μια δίωρη στάση. Να πάνε για φαγητό στα Αμπελάκια, χωρίς να πληρώσουν διόδια βγαίνοντας και ξαναμπαίνοντας στον αυτοκινητόδρομο.

Και θα ήταν όχι μόνο προσοδοφόρο για τις τοπικές κοινωνίες αν στα διάσπαρτα πάρκιν επιτρεπόταν στους παραγωγούς να πωλούν τα αγροτικά τους προϊόντα, αλλά θα ήταν και πολύ ευχάριστο για τους ταξιδιώτες.

Το επόμενο θα ήταν να καταργηθούν τα μονοπώλια των ΣΕΑ και να δημιουργηθούν και άλλες τέτοιες περιοχές με βενζινάδικα και πολλά καταστήματα τα οποία να παραχωρηθούν για εκμετάλλευση στους καταστηματάρχες που οδηγήθηκαν σε οικονομική καταστροφή από τους νέους δρόμους. Και άλλα να διατεθούν στους δήμους των παρακείμενων περιοχών, για να πωλούνται τοπικά προϊόντα. Και βέβαια όλα αυτά να γίνουν με δαπάνες αυτών που εκμεταλλεύονται τους αυτοκινητόδρομους.

Ξέρω ότι όλα αυτά προϋποθέτουν σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα. Αλλά καμιά κοινωνική αδικία δεν αποκαθίσταται χωρίς σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα.

Αντί όμως να υπάρχει μια τέτοιου τύπου φροντίδα για τα Καμένα Βούρλα, τώρα βρίζουμε και λοιδορούμε. Για αυτούς τους κατοίκους όμως η εγκατάσταση των προσφύγων σηματοδοτεί τον οριστικό μαρασμό της πόλης τους. Γιατί σηματοδοτεί την οριστική υποβάθμιση των ξενοδοχείων τους. Γιατί προσφυγόπουλα δεν τοποθετούνται στη Μονεμβασιά, στον Παλαιό Παντελεήμονα και άλλα μέρη που σφύζουν από τουρισμό. Η εγκατάσταση των προσφύγων γίνεται μόνο όπου επισφραγίζεται ο μαρασμός ή σε απόμερα ξενοδοχεία χωρίς πελατεία.

Ας δούμε όμως και το θεάρεστο έργο της μετεγκατάστασης. Όταν λέμε προσφυγόπουλα μήπως εννοούμε μια ομοιογενή ομάδα παιδιών με κοινή εθνότητα, γλώσσα, κουλτούρα και θρησκεία; Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Πέρσι επισκέφθηκα το Πεντάλοφο Κοζάνης. Και από εκεί παλιά περνούσε ο δρόμος κι εκεί ανάλογα προβλήματα. Το δημοτικό συμβούλιο ζήτησε να φιλοξενήσει προσφυγοπούλες στην εγκαταλελειμμένη μαθητική εστία του ιδρύματος «Ο Βασιλεύς Παύλος». Η γυναίκα που μας σέρβιρε είπε: είναι κορίτσια και δεν πειράζουν. Όμως τα κορίτσια ξεκομμένα από δικούς τους ανθρώπους, με διαφορετικές γλώσσες, χωρίς μεταφραστές, χωρίς συνεννόηση και επικοινωνία μεταξύ τους, σηκώθηκαν κι έφυγαν κρυφά με τα πόδια, για να πάνε στη Θεσσαλονίκη και να βρούν δικούς τους ανθρώπους. Περπάτησαν πολλά χιλιόμετρα μέχρι να τα ανακαλύψει η αστυνομία και να τα γυρίσει πίσω.

Παντού υπάρχει δραματική κατάσταση και απελπισία.

Και η κοινωνία μας γίνεται συνεχώς δεξιότερη και επιλέγει απάνθρωπες μεθόδους και τακτικές. Η κυβέρνηση μπορεί να είναι δεξιά, αλλά οι επιλογές της είναι ακροδεξιές. Τα ακροδεξιά στελέχη της γίνονται συνεχώς πιο δημοφιλή και κατακλύζουν την καθημερινότητά μας με ακροδεξιές δηλώσεις. Και η παιδεία μας με τις παρελάσεις της, με την εθνικιστική της ρητορική, με τα μισαλλόδοξα θρησκευτικά της, με τους αγιασμούς και τις σημαιοφορίες ανακάλυψε δια της υπουργού ότι το μάθημα της Ιστορίας δεν είναι αρκούντως εθνικιστικό.

Και η αριστερά (ποια αριστερά;) έχει καταπιεί τη γλώσσα της και περιμένει να γίνουμε όλοι Καμένα Βούρλα.

Η υποβάθμιση και όχι η αναβάθμιση της παιδείας

Η νέα υποβάθμιση της παιδείας δεν συντελέσθηκε αργά αργά και σταδιακά. Αυτή τη φορά το μεγάλο βήμα έγινε μια και έξω, με ένα νόμο. Με ένα νόμο που κατάργησε μαθήματα και άφησε εκπαιδευτικούς χωρίς αντικείμενο εργασίας, οδηγώντας τους στην απόλυση στον ιδιωτικό τομέα και στη διαθεσιμότητα στο δημόσιο. Άλλά ένας νόμος που μειώνει τα μαθήματα και τους εκπαιδευτικούς μόνο κατ’ ευφημισμό μπορεί να επικαλείται την αναβάθμιση της παιδείας σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Σε μη δημοκρατικό πολίτευμα και λαϊκιστικό περιβάλλον μπορεί βεβαίως να επικαλείται οτιδήποτε. Άλλωστε τα προπαγανδιστικά κανάλια της τηλεόρασης θα αναλάβουν να παρουσιάσουν την υποβάθμιση ως αναβάθμιση.

Όταν πριν από χρόνια εισήχθησαν τα μαθήματα επιλογής στο λύκειο είχα χαρακτηρίσει το μέτρο πολύ άτολμο, γιατί τα μαθήματα που προσφέρονταν ήταν πολύ λίγα και οι διδακτικές ώρες ελάχιστες. Άτολμο και μικρόψυχο ήταν το μέτρο. Τα μαθήματα επιλογής πρέπει να αρχίζουν από τα πρώτα εφηβικά χρόνια και συνεχώς να αυξάνουν. Στις τελευταίες τάξεις πρέπει να υπάρχουν μόνο, και το επαναλαμβάνω, μόνο μαθήματα επιλογής.

Η ελληνική εκπαίδευση έχει υποστεί δύο μεγάλες στρεβλώσεις. Και οι δύο έγιναν από τη δικτατορία του Μεταξά. Ο Μεταξάς κατάργησε τα πολλά και διαφορετικά σχολικά εγχειρίδια και επέβαλε το ένα και μοναδικό, ώστε να μπορεί να ελέγχει απόλυτα το περιεχόμενό του. Το άλλο μέτρο του Μεταξά ήταν η επιβολή των μιλιταριστικών μαθητικών παρελάσεων. Η δικτατορία παρήλθε, αλλά αυτά τα δύο δικτατορικά μέτρα έμειναν και μάλιστα θεωρείται ότι υπηρετούν τη δημοκρατία. Οι εθνικιστικές και μιλιταριστικές παρελάσεις θεωρήθηκαν ότι αποτελούν δημοκρατική απάντηση απέναντι σε φασιστικές κατακτητικές προθέσεις και το ελεγχόμενο σχολικό εγχειρίδιο θεωρείται ότι περιορίζει τις αντιδημοκρατικές ανισότητες. Και έτσι απαγορεύεται, για παράδειγμα οι εκπαιδευτικοί να εισαγάγουν στο μάθημα της Ιστορίας ένα βοήθημα ή μια πηγή που δεν έχει την έγκριση του υπουργείου παιδείας ή να δείξουν ένα πίνακα με συγκριτικά στοιχεία, που έχει εκδώσει το ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ. Κάτι τέτοιο για ένα ιδιωτικό σχολείο μπορεί να αποτελεί και λόγο απόλυσης και στο δημόσιο να επιφέρει διοικητικές κυρώσεις εις βάρος των εκπαιδευτικών. Οι μόνες αποκλίσεις που επιτρέπονται είναι πάντα οι εθνικιστικές. Αυτές μπορεί να είναι και καλοδεχούμενες. Συμβάλλουν δήθεν στην πολυφωνία.

Η αυταρχικότητα και εδώ ονομάζεται δημοκρατικότητα. Όλα τα παιδιά πρέπει να κάνουν ακριβώς τα ίδια. Εάν ένας εκπαιδευτικός παραπέμψει σε κείμενο εκτός του σχολικού εγχειριδίου, τότε δεν διδάσκονται όλα τα παιδιά ακριβώς τα ίδια, οπότε κινδυνεύει η ισοπεδωτική δημοκρατία.

Για αυτό δεν επιτρέπονται και τα μαθήματα επιλογής. Και τα ελάχιστα που προσφέρονταν καταργούνται τώρα με τον νόμο Κεραμέως. Στην αυταρχική, ισοπεδωτική δημοκρατία το καλούπι της εκπαιδευτικής παραγωγής πρέπει να είναι ένα. Δεν επιτρέπονται οι αποκλίσεις, δεν επιτρέπονται οι ιδιαίτερες κλίσεις, δεν επιτρέπονται οι ελευθερίες. Και κυρίως δεν επιτρέπεται η ωριμότητα. Γιατί όταν ένα παιδί μαθαίνει από τα πρώτα εφηβικά του χρόνια να επιλέγει, αρχίζει να αποκτά και ευθύνη για τις επιλογές του, για τις ιδιαίτερες κλίσεις και αποκλίσεις του. Και η ανάληψη ευθύνης οδηγεί σταδιακά και σε ωριμότητα. Αλλά η ωριμότητα δεν είναι επιθυμητή στην ιδιόμορφη ελληνική δημοκρατία. Τα παιδιά της τελευταίας τάξης του λυκείου, μπορούν να ψηφίζουν, αλλά δεν μπορούν να επιλέγουν τα μαθήματα που διδάσκονται. Και θα τους επιβάλλουμε και ένα «κόντρα» μάθημα. Κόντρα στη θέλησή τους, κόντρα στις ανάγκες τους, κόντρα στις κλίσεις τους, κόντρα στην ωριμότητά τους. Τους αφήνουμε να επιλέγουν θετική ή θεωρητική κατεύθυνση, να μην τα θέλουν όλα δικά τους. Και τους κόβουμε και την κοινωνιολογία, για να μην ωριμάσουν πριν από την ώρα τους. Ναι θέλουμε την «κριτική σκέψη», την πιπιλάμε συνεχώς αυτήν την καραμέλα, αλλά θα κατευθύνουμε την κριτική σκέψη προς τα εκεί που πρέπει. Θα ρωτήσουμε τα παιδιά για παράδειγμα: «πώς νομίζετε ότι θα είχε εξελιχθεί ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, αν στους περσικούς πολέμους είχαν νικήσει οι Πέρσες;» Αυτή είναι μια ερώτηση που καλλιεργεί την κριτική σκέψη εντός του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Αντίθετα η κοινωνιολογία συσκοτίζει την ελληνική διαύγεια και την ελληνική γελοιότητα ακολούθως.

Δεν είμαι εναντίον των Λατινικών. Δεν είμαι εναντίον κανενός μαθήματος εφόσον δεν είναι υποχρεωτικό και προσφέρεται ως μάθημα επιλογής. Όσο περισσότερα μαθήματα επιλογής προσφέρονται τόσο το καλύτερο.

Συχνά οι γλωσσαμύντορες στην Ελλάδα επικαλούνται το επιχείρημα ότι τα αρχαία Ελληνικά διδάσκονται σε πάρα πολλές χώρες. Παραλείπουν όμως συστηματικά να πουν ότι προσφέρονται ως μάθημα επιλογής μαζί με τα Λατινικά, τα Κινέζικα και τα Ρώσικα.

Η κατάργηση όμως των επιλογών παράλληλα με το έλλειμμα δημοκρατικότητας εξασφαλίζει και περίσσευμα χρημάτων. Στο μυαλό της κυβέρνησης δεν κυριαρχεί η άποψη ότι όσο μικρότερες είναι οι δαπάνες για την παιδεία, τόσο μεγαλύτερη η αναβάθμιση. Ελπίζει όμως ότι τα τηλεοπτικά κανάλια και τα δημοσιογραφικά έντυπα που την υπηρετούν με το αζημίωτο θα πείσουν την «πλέμπα» για το αντίθετο. Για την παιδεία και για την υγεία της «πλέμπας» η κυβέρνηση δεν δίνει δεκάρα τσακιστή. Οι δικοί της άνθρωποι, οι προνομιούχες τάξεις έχουν και ιδιωτική ασφάλιση υγείας και τα ιδιωτικά σχολεία θα συνεχίσουν να προσφέρουν ευκαιρίες που δεν προσφέρουν τα δημόσια. Τα καλλιτεχνικά μαθήματα δεν είναι για την «πλέμπα». Την αισθητική αγωγή της πλέμπας έχει αναλάβει αποκλειστικά η τηλεόραση.

Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις της παιδείας

Δεν είναι δυνατόν να μιλήσει κανείς για την εκπαίδευση στην Ελλάδα και να αποφύγει την επισήμανση ότι η Ελλάδα δεν γνώρισε διαφωτισμό, γιατί ο διαφωτισμός εμποδίστηκε και εξοβελίστηκε από την εκκλησία, με αποτέλεσμα η παιδεία στη χώρα μας να διακατέχεται ως σήμερα από ρομαντικά ιδεολογήματα, τα οποία δεν θίγουν οι κατά καιρούς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις.
Η τελευταία κάπως ρηξικέλευθη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ήταν αυτή του 1976 από τον υπουργό παιδείας της ΝΔ Γεώργιο Ράλλη. Παρόλο που ο Ράλλης ήταν υπουργός δεξιάς κυβέρνησης αναγνώρισε πως η κοινωνία της εποχής επιθυμούσε κάθαρση από το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» της δικτατορίας και αποκήρυξη της καραβανάδικης γλώσσας των συνταγματαρχών και όλων εκείνων που ήσαν πρόθυμοι να «συμμεθέξουν» και να «παρέξουν» στέγη στα ιδεολογήματά της, όπως οι ιεράρχες της εκκλησίας. Ο Γεώργιος Ράλλης επέβαλε εννέα χρόνια υποχρεωτικής παιδείας, αναγνώρισε τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα και διέκοψε τη διδασκαλία της καθαρεύουσας, ενώ συγχρόνως περιόρισε τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στο λύκειο. Εισήγαγε όμως τη διδασκαλία μεταφρασμένων αρχαίων κειμένων στο γυμνάσιο, υπερτονίζοντας την αξία της αρχαίας γραμματείας.
Έξι χρόνια αργότερα, η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επέβαλε το μονοτονικό σύστημα με τροπολογία σε νόμο, ως αναγκαία επέκταση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της ΝΔ, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να αρχίσει μεγάλη ιδεολογική αντίδραση που εγκαινίασε μια επιχειρηματολογία περί κινδύνων και καταστροφών. Είχε προηγηθεί η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το 1981, η οποία, παρά τους πανηγυρισμούς, προκάλεσε και ένα κλίμα πολιτισμικής ανασφάλειας και ανησυχίας μήπως κινδυνεύσει η «ελληνικότητά» και γενικά η ταυτότητά μας.
Το μονοτονικό ήταν πλέον η αφορμή που πυροδότησε έναν ιδεολογικό πόλεμο. Όλοι οι νέοι της Ελλάδας ανακηρύχθηκαν αγγράμματοι, γιατί δεν ήξεραν αρχαία Ελληνικά και επομένως προέκυπτε το συμπέρασμα ότι δεν ήξεραν ούτε τη σύγχρονη γλώσσα. Οι νέοι δεν μπορούσαν σύμφωνα με αυτούς να κατανοήσουν τη γλώσσα της εκκλησίας ούτε να καταλάβουν τον άγιο της λογοτεχνίας Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Από τον Μπαμπινιώτη ως την Αρβελέρ και τον Ελύτη και από τον Γιανναρά και τον Ράμφο έως τον Σαββόπουλο και τον Ζουράρη το αίτημα για επιστροφή των αρχαίων Ελληνικών στο γυμνάσιο και τη διαχρονική διδασκαλία της γλώσσας ήταν επιτακτικό παράλληλα με την ανάγκη να «βιώνουμε» την ορθοδοξία. Και επιπλέον διατυπώνεται το επιχείρημα ότι μόνο «βιώνοντας» την ορθοδοξία μπορούμε να κατανοήσουμε τον Αριστοτέλη και τους τραγικούς, πράγμα που εμποδίζει τους ξένους μελετητές να αντιληφθούν τα αληθινά νοήματα της τραγωδίας. Όλα αυτά επέφεραν σταδιακά μία μεταστροφή στην κοινωνία.
Τον Δεκαπενταύγουστο του 1982 ο Ανδρέας Παπανδρέου, που είχε προηγουμένως ταχθεί υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους πηγαίνει για προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά.
Το 1983 εκδίδεται το έργο του Μακρυγιάννη «Οράματα και Θάματα» που κατατάσσει και τον Μακρυγιάννη στους αγίους της λογοτεχνίας και το 1985 εκδίδεται η Αποκάλυψη του Ιωάννη σε μετάφραση Ελύτη, ενώ είχε ήδη μεταφραστεί και από τον Σεφέρη. Το 1985 η ΝΔ προσέρχεται στις εκλογές με το σύνθημα «για τη γλώσσα, για τη θρησκεία, ψηφίστε Νέα Δημοκρατία», αλλά το «Τσοβόλα δώστα όλα» αποδείχτηκε πιο ισχυρό και χάρισε την εκλογική νίκη και πάλι στο ΠΑΣΟΚ. Ο υπουργός παιδείας Τρίτσης τάσσεται από το 1986 υπέρ της διδασκαλίας των αρχαίων στο γυμνάσιο. Την ίδια χρονιά το περιοδικό «Χάρτης» εκδίδει ένα τόμο αφιερωμένο στον Ελύτη, στον οποίο περιλαμβάνεται και μεταφρασμένο από τον Χειμωνά το «Ποίημα Κασσιανής Μοναχής», ο οποίος το αφιερώνει στον Ελύτη ως αναγνώριση της υποχρέωσης που αισθάνεται προς αυτόν για τη μετάφραση της Αποκάλυψης. Ο Χειμωνάς αφιερώνει τη μετάφραση του ποιήματος της Κασσιανής ως ένα «ασημένιο τάμα» σε μια προσπάθεια αγιοποίησης και του Ελύτη.
Αποκορύφωμα όλων αυτών είναι ότι το 1988 αρχίζει η μεταφορά του αγίου φωτός με αεροπλάνο με δαπάνες του δημοσίου και η υποδοχή του με τιμές αρχηγού κράτους. Με τιμές αρχηγού κράτους γίνεται και η υποδοχή λειψάνων αγίων.
Στις επόμενες εκλογές και τα δύο μεγάλα κόμματα υπόσχονται στις προεκλογικές τους δηλώσεις πως αν σχηματίσουν κυβέρνηση θα επαναφέρουν τη διδασκαλία των αρχαίων Ελληνικών στο γυμνάσιο. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κερδίζει τις εκλογές του 1990 και ο Σουφλιάς ως υπουργός παιδείας πραγματοποιεί την προεκλογική δέσμευση, όπως είχε διαποτιστεί από τις θέσεις του Μπαμπινιώτη. Σε όλο τον κόσμο η επιστήμη της γλωσσολογίας πρεσβεύει ότι οι γλώσσες πρέπει να διδάσκονται συγχρονικά, αλλά ο Μπαμπινιώτης επιδόθηκε στο εθνικιστικό παραλήρημα ότι η ελληνική γλώσσα πρέπει να διδάσκεται διαχρονικά σε όλα της τα στάδια. Καθώς η άποψη περί καθαρότητας και συνέχειας της φυλής δεν μπορεί να σταθεί στην εποχή μας, έχει αντικατασταθεί με την ίδια εθνικιστική επιμονή από τη συνέχεια του ελληνισμού και της γλώσσας. Και μια και η συνέχεια του αίματος στα γενεαλογικά δέντρα εξυπακούεται από τη συνέχεια του ονόματος, ο εθνικισμός από το 1992 και εντεύθεν συμπυκνώθηκε γύρω από το όνομα Μακεδονία. Δεν μιλάμε για το αίμα, για να μην κατηγορηθούμε ως φυλετιστές, αλλά μιλάμε για το όνομα. Μιλάμε για τον ελληνισμό, για την ελληνικότητα, για τη γλώσσα και την ορθοδοξία, γιατί ποτέ δεν απομακρυνθήκαμε ουσιαστικά από το Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών. Εντωμεταξύ η ασθένεια των τρελών αγελάδων απειλεί με απαγόρευση την κατανάλωση εντοσθίων και υπάρχει κίνδυνος για το ελληνικό κοκορέτσι, το ελληνικό Πάσχα και την ελληνική κουλτούρα. Έξαλλοι Έλληνες δημιουργούν τον ιστότοπο kokoretsi.com, όπου διοχετεύουν το περίσσευμα του ανδρισμού τους και της ελληνικής τους περηφάνειας. Το μακεδονικό, τα συλλαλητήρια, η μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, οι ολυμπιακοί αγώνες, ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, το βιβλίο της Ρεπούση, η βαθειά οικονομική κρίση, η Χρυσή Αυγή, τα μνημόνια, το προσφυγικό, τα θρησκευτικά του Φίλη έγιναν αιτίες και αφορμές, για να φουντώνει η εθνικιστική ελληνοχριστιανική υστερία μετακινώντας την κοινωνία και το κοινοβούλιο σε πιο δεξιές επιλογές. Ακόμη και οι «μένουμε Ευρώπη» διεκδικούν μόνο τον δυτικό τρόπο ζωής και τον καταναλωτισμό, χωρίς να υποχωρούν στο ρομαντικό ιδεολόγημα της ελληνικότητας.
Μέσα σε όλο αυτό το κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο η παιδεία είναι καταδικασμένη και εγκλωβισμένη σε αναχρονιστικά ιδεολογήματα. Βασικό ιδεολόγημα ότι η σωστή χρήση της δημοτικής προϋποθέτει την καλή γνώση της αρχαίας. Και γνώση της αρχαίας σημαίνει άριστη γνώση της γραμματικής και του συντακτικού, ερήμην των κειμένων. Έχω γνωρίσει καθηγητές της Οξφόρδης που μιλούν και γράφουν αρχαία Ελληνικά, αλλά αγνοούν τους όρους ειδικό και τελικό απαρέμφατο, κατηγορηματική μετοχή και δοτική προσωπική. Δεν τα ξέρουν επειδή τους είναι άχρηστα. Έχω γνωρίσει και καθηγητές της νέας Ελληνικής, που μιλούν και γράφουν άριστα Ελληνικά, που όμως δεν ξέρουν καθόλου αρχαία, γιατί δεν τους χρειάζονταν, για τη γνώση της σύγχρονης γλώσσας. Ξέρω και κληρικούς που δεν ξέρουν Λατινικά και χρησιμοποιούν το αντιμήνσιο, για να κάνουν λειτουργία σε εξωτερικό χώρο, χωρίς να ξέρουν ότι το αντιμήνσιο παράγεται από το αντί και τη λατινική λέξη mensa, που σημαίνει τράπεζα.
Τα παιδιά του ελληνικού σχολείου όμως σπαταλούν πολλές ώρες σε χρονικές και εγκλιτικές αντικαταστάσεις, λες και πρόκειται να γράψουν ή να μιλήσουν αρχαία Ελληνικά, υπό το πρόσχημα ότι έτσι μαθαίνουν καλά τη δημοτική γλώσσα. Τη γλώσσα όμως την μαθαίνει κανείς μιλώντας και γράφοντας. Αντίθετα τα παιδιά στο ελληνικό σχολείο μιλούν πολύ λίγο και γράφουν ελάχιστα. Η γλώσσα δεν μαθαίνεται με οχτώ εκθέσεις το χρόνο, ούτε στο μάθημα των νέων Ελληνικών. Τα παιδιά πρέπει να γράφουν πολύ τακτικά εκτενείς εργασίες, από τις οποίες θα προκύπτει η βαθμολογία τους, σε όλα τα μαθήματα. Εργασίες στην Ιστορία, στη Φυσική, στη Χημεία, στη Βιολογία, στη Γεωγραφία, στη μελέτη περιβάλλοντος, στη Μουσική, στα Καλλιτεχνικά και όλα τα άλλα. Αλλά για να γίνουν όλα αυτά πρέπει τα μονόωρα και τα δίωρα μαθήματα να γίνουν τουλάχιστον τετράωρα και ας διδάσκονται λιγότερα χρόνια. Ένας/μία εκπαιδευτικός που διδάσκει μονόωρο μάθημα πρέπει να μπει σε 20 τουλάχιστον τμήματα, για να συμπληρώσει το ωράριο. Αν δίδασκε τέσσερις ώρες θα χρειαζόταν να μπει σε πέντε τμήματα και θα ήταν εφικτό να διαβάσει και να βαθμολογήσει τις εργασίες πέντε ολιγομελών τμημάτων και να επισημάνει και τα γλωσσικά προβλήματα σε αυτές. Είναι όμως αδύνατον να το κάνει σε είκοσι τμήματα.
Μιλάμε δηλαδή για ένα άλλο σχολείο, για ένα άλλο εκπαιδευτικό σύστημα, που πρέπει να σχεδιαστεί εξαρχής. Με μάθημα κοινωνιολογίας και με μάθημα σεξουαλικής αγωγής. Κι όταν μιλάω για μάθημα σεξουαλικής αγωγής δεν αναφέρομαι κυρίως στην τεχνική του σεξ, αλλά για κάτι απείρως σημαντικότερο. Αναφέρομαι κυρίως σε θέματα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων του ίδιου ή διαφορετικού φύλου. Πρέπει τα παιδιά μέσα στο σχολείο να διδάσκονται, να μιλούν πολύ και να γράφουν πολύ για ισότητα, για ρατσισμό, για σεξισμό, για ομοφυλοφιλία, για ομοφοβία, για αντισύλληψη, για συμβίωση, για συζυγικές σχέσεις, για εξωσυζυγικές σχέσεις, για διαζύγια, για γηρατειά.
Και το μάθημα της ελληνικής λογοτεχνίας με τις στερεοτυπικές αναπαραστάσεις της ελληνικής κοινωνίας και την έμφαση στη μορφολογία και τις αφηγηματολογικές τεχνικές να αντικατασταθεί από μάθημα, το οποίο εκτός από κείμενα της διεθνούς λογοτεχνίας να εξετάζει και άλλα κείμενα που προκαλούν γενικότερο προβληματισμό, με έμφαση στην ανάδειξη της ιδεολογίας του κειμένου. Πρέπει τα παιδιά, τελειώνοντας το σχολείο, να έχουν μάθει να ερμηνεύουν, να αναδεικνύουν τα ιδεολογικά συμφραζόμενα και να κινδυνεύουν όσο το δυνατόν λιγότερο να μεταβληθούν σε οπαδούς. Σε ένα σύγχρονο και ευυπόληπτο εκπαιδευτικό σύστημα θα έπρεπε να διδάσκονται το σεξιστικό βίντεο της πολιτικής προστασίας και τα κείμενα που γράφτηκαν για αυτό (και αυτά που το υποστηρίζουν) καθώς επίσης να δίνονται για σημειολογικές αναλύσεις οι τηλεοπτικές εμφανίσεις των Τσιόδρα και Χαρβαλιά.
Σήμερα ψηφίζεται στη Βουλή ένας νέος νόμος για την «αναβάθμιση» του σχολείου. Ενός εθνικιστικού, αρχαιόπληκτου και θρησκόληπτου σχολείου, με αγιασμούς, εκκλησιασμούς, σημαιοφορίες και παρελάσεις, στο οποίο η κυρία Κεραμέως παρέλειψε να προσκαλέσει και τον διαφωτισμό «να συμμεθέξει».
Αυτό μας αξίζει. Γιατί έχουμε μείνει στο 1980, τότε που ο αξιωματικός στο στρατό μού έδωσε μια ανακοίνωση μειοδοτικού διαγωνισμού να ελέγξω αν είναι σωστά γραμμένη. Στεκόταν από πάνω μου και μούγκριζε δυσανασχετώντας με τις διορθώσεις και όταν διόρθωσα το ανύπαρκτο και καταγέλαστο «να συμμεθέξουν» σε «να συμμετάσχουν» μού πήρε το χαρτί λέγοντας: «Δεν τα ξέρεις καλά τα Ελληνικά, δάσκαλε». Και δεν θα τα μάθουμε.