Τα 80 χρόνια της Σχολής Μωραΐτη

 

Μια άλλη προσέγγιση

Δεν έχω δει τη διαφημιστική ταινία της Σχολής Μωραΐτη, για να γιορτάσει τα 80 χρόνια της. Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι του Βασίλη Ραΐση, τον οποίο εκτιμώ πολύ ως άνθρωπο, ως καθηγητή και ως δημιουργό. Οι διαφημιστικές ταινίες όμως και οι χοροί μπορεί να αρμόζουν  στον εορτασμό των 80 χρόνων, αλλά περιορίζονται στις δημόσιες σχέσεις της επιχείρησης. Ένας εκπαιδευτικός οργανισμός πρέπει πρωτίστως να μεριμνά για το παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό του έργο και τότε δεν θα έχει ανάγκη τις δημόσιες σχέσεις.

Μερικοί νομίζουν ότι το παιδαγωγικό έργο βελτιώνεται αν εκσυγχρονισθούν οι τρόποι και τα μέσα διδασκαλίας. Ισχύει αυτό. Αλλά η παιδαγωγική δεν έχει σχέση μόνο με το πώς διδάσκουμε, αλλά και με το τι διδάσκουμε. Για αυτό το «τι διδάσκουμε» χρειάζεται να αλλάξει ο ιδεολογικός προσανατολισμός της Σχολής Μωραΐτη.

Ο ιδρυτής του Σχολείου,  ο Αντώνης Μωραΐτης, ήταν άνθρωπος της γενιάς του 30. Εκείνη την εποχή διαδόθηκαν και αγαπήθηκαν πολύ στην Ελλάδα οι θεωρίες του Νίτσε και κυρίως το έργο του «η γέννηση της τραγωδίας» από τη σύγκρουση του απολλώνιου στοιχείου με το διονυσιακό.

Ο Απόλλων ήταν θεός του φωτός, του πνεύματος, της ομορφιάς, της αγνότητας, της διαύγειας, της γαλήνης και της αρμονίας, ενώ στον Διόνυσο αποδιδόταν ο ασυγκράτητος συναισθηματισμός και το πάθος. Πολλοί θεώρησαν τη διάκριση ανάμεσα στο απολλώνιο και το διονυσιακό ως τη διάκριση ανάμεσα στον δυτικό κόσμο και στον κόσμο της Ανατολής και ως διάκριση ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα. Παρόλο όμως που ο Νίτσε  έβλεπε το απολλώνιο στοιχείο σε συγκερασμό με το διονυσιακό, ο Αντώνης Μωραΐτης επέλεξε να απομονώσει το απολλώνιο και όρισε ως έμβλημα του Σχολείου την κεφαλή του Απόλλωνα. Παρά τους ξεπερασμένους και προβληματικούς συμβολισμούς η κεφαλή του Απόλλωνα παραμένει ως έμβλημα του Σχολείου. Θα μου πείτε βέβαια ότι πολύ συχνά διατηρούνται τα παλαιά εμβλήματα, και συχνά απογυμνώνονται από το συμβολικό περιεχόμενο. Το δέχομαι. Όμως εδώ δεν ισχύει. Ενώ παλιότερα το έμβλημα περιείχε τη ρεαλιστική απεικόνιση της κεφαλής του αγάλματος, τα τελευταία χρόνια άλλαξε. Αν το θέμα ήταν η συνέχεια θα έπρεπε να διατηρηθεί το έμβλημα ως είχε. Αναφέρθηκα όμως πριν στη διάκριση ανάμεσα στο πώς διδάσκουμε και το τι διδάσκουμε. Παρέμεινε η κεφαλή του Απόλλωνα, διατηρήθηκε το «τι» και άλλαξε μόνο το «πώς». Παρέμεινε το ιδεολογικό περιεχόμενο, αλλά η κεφαλή του αγάλματος ξανασχεδιάστηκε και σχεδόν δεν είναι αναγνωρίσιμη, λόγω των έντονων και αντιθετικών σκιάσεων που προσδίδουν μιλιταριστικό ύφος. Περιορίζομαι σε αυτό το σχόλιο και θα αποφύγω τις άλλες ερμηνείες που αποδόθηκαν στον Νίτσε.

Το ιδεολογικό φορτίο του απολλώνιου στοιχείου ήταν εμφανές στον «δωδεκάλογο του μαθητή» που ίσχυε έως το 2013, οπότε μετά από προσωπικό αγώνα 20 ετών κατάφερα να αντικατασταθεί από τις «θέσεις και αξίες» που υποτίθεται ότι θα δέσμευαν όλους τους/τις ανθρώπους του σχολείου και όχι μόνο τον «μαθητή», αλλά τελικά δεν δεσμεύουν κανένα. Και ο λόγος είναι απλός. Δεν εφαρμόζονται, γιατί βασίζονται στις αρχές της ισότητας, της ανεκτικότητας και της αποδοχής της διαφορετικότητας. Σε αντίθεση ο  αυταρχικός «δωδεκάλογος του μαθητή» περιείχε απολλώνεια άρθρα όπως το  «αγαπάμε το ωραίο», λες και υπάρχουν άνθρωποι που αγαπούν το άσχημο. αλλά βέβαια εδώ αντικειμενικοποιείται το ωραίο και είναι αποκλειστικά αυτό που αρέσει στην ιδιοκτησία του Σχολείου.

Ας δούμε όμως και τον ύμνο του Σχολείου σε στίχους του Κώστα Γεωργουσόπουλου. Οι δύο πρώτοι στίχοι «Ο κόσμος είναι πέλαγο και το σχολειό καράβι» ορίζουν το ιδεολογικό πλαίσιο. Το σχολείο προφυλάσσει από τον κόσμο. Όποιος πέσει από το καράβι είναι ναυαγός μέσα στον κόσμο. Ή είσαι μέσα στο σχολείο_καράβι ή θα πνιγείς μέσα στον κόσμο. Το σχολείο δεν εκπαιδεύει τα παιδιά  ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας, αλλά για να τα προφυλάξει και με ελιτίστικο τρόπο να τα αποκλείσει από αυτήν. Όμως το καράβι περιλαμβάνει μόνο τα παιδιά; Οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς των παιδιών και οι φίλοι και συγγενείς τους είναι μέσα στο καράβι ή είναι ναυαγοί μέσα στον κόσμο; Ο γιος της ιδιοκτήτριας συχνά αναφέρεται στην οικογένεια του Σχολείου και την αναλύει πάντα με αυτή τη σειρά: «μαθητές, γονείς, απόφοιτοι και καθηγητές». Οι εκπαιδευτικοί είναι πάντα μετά τους γονείς και τους απόφοιτους. Οι δάσκαλοι/ες του δημοτικού και οι νηπιαγωγοί είναι εξαφανισμένοι. Ποιοι από αυτούς είναι μέσα στο καράβι; Μάλλον δεν περισσεύει χώρος για τους εκπαιδευτικούς. Πρώτα έρχονται αυτοί που φέρνουν, έφερναν και θα φέρνουν με τα παιδιά τους λεφτά στο μαγαζί. Ενώ οι εκπαιδευτικοί είναι τα παράσιτα που παίρνουν λεφτά από το μαγαζί.

Ο ύμνος πιο κάτω φθάνει σε σεξιστικό μεγαλείο: «κορίτσια στα πανιά κι αγόρια στο τιμόνι». Τα κορίτσια στη βοηθητική εργασία εκτελούν παραγγέλματα. Οι γυναίκες πάντοτε στα πανιά. Στα πανιά της γέννας και της λοχείας, τα πανιά του πλυσίματος, του σφουγγαρίσματος και του ξεσκονίσματος. Άλλωστε και ο Φρόυντ θεωρούσε πως οι γυναίκες συνέβαλαν στον πολιτισμό μόνο με την υφαντική τέχνη. Οι γυναίκες πάντα ως καρτερικές και πιστές Πηνελόπες. Και στον ύμνο φροντίζουν τα πανιά πάνω σε ένα φαλλικό σύμβολο, το κατάρτι.

Ας δούμε όμως πώς όλα αυτά τα ιδεολογήματα επιβιώνουν και αναπαράγονται δραστικά στην τελετή αποφοίτησης του Σχολείου.

Τα παιδιά που αποφοιτούν δεν μπορούν αυτή τη σημαντική ημέρα της ζωής τους να ντυθούν όπως θέλουν. Τους επιβάλλεται να ντύνονται ομοιόμορφα. Η έννοια του uniform, της ενιαίας μορφής δεν εξυπηρετεί μόνο αισθητικά κριτήρια, αλλά και ιδεολογικά. Η κοινή μορφή παραπέμπει και σε κοινή σκέψη και ιδεολογία. Το ίδιο σημαίνον παραπέμπει στο ίδιο σημαινόμενο και σε αυτό εξυπηρετεί η στολή στα σώματα ασφαλείας. Οδηγεί στο στραγγαλισμό της προσωπικότητας και της ιδιαιτερότητας.

Τα κορίτσια στην τελετή αποφοίτησης είναι ντυμένα στα λευκά, στο χρώμα της απολλώνιας αγνότητας. Έτοιμες νύφες. Άλλωστε αυτός δεν είναι ο προορισμός της γυναίκας στη συντηρητική και αναχρονιστική κοινωνία; Να βρει σύζυγο μόλις τελειώσει το σχολείο. Κρατούν όμως και ένα κόκκινο τριαντάφυλλο, σύμβολο του διονυσιακού πόθου, και στο συγκερασμό του απολλώνιου με το διονυσιακό παράγεται η τραγωδία του Σχολείου. Η σεξιστική αντίληψη έχει και ως αποτέλεσμα τα κορίτσια να επιλέγουν πιο πολύ «κοριτσίστικες» σπουδές.

Τα αγόρια από την άλλη είναι ντυμένα γαλανόλευκα, όπως πάνε και στην παρέλαση, σε επίρρωση του μιλιταριστικού ανδρικού στερεότυπου. Το λευκό πουκάμισο δηλώνει απολλώνια αγνότητα μόνο στην καρδιά και στη σκέψη. Το βάθρο της απονομής των απολυτηρίων βρίσκεται ψηλά, ώστε να αποκλείονται παιδιά με κινητικά προβλήματα. Και στο τραπέζι του βάθρου διακρίνονται πιο ψηλά από όλους τρία πρόσωπα. Ένας Μωραΐτης από τη μια, ένας Καρτάλης από την άλλη και στη μέση μία Μωραΐτη Καρτάλη, ως επικύρωση της απολλώνιας αρμονίας.

Οι εκπαιδευτικοί της Σχολής Μωραΐτη αγωνίζονται, για να προσφέρουν εκπαίδευση χωρίς αναχρονιστικές αντιλήψεις και παρωχημένα ιδεολογήματα και προσπαθούν να δίνουν ερεθίσματα για τη σκέψη των παιδιών, για τα οποία εγκαλούνται από την ιδιοκτησία και τα φερέφωνά της. Οι προσπάθειες των εκπαιδευτικών συχνά ακυρώνονται από την κεντρική διοίκηση που καθηλώνει το Σχολείο σε μια συντηρητική αντίληψη, που το καθιστά ουραγό και συνοδοιπόρο άλλων, μεγάλων ιδιωτικών σχολείων με πολύ καλύτερες εγκαταστάσεις.

Οι εκσυγχρονιστικές προσπάθειες του σχολείου περιορίζονται στο μάρκετιν και τον εντυπωσιασμό με μηχανιστικά μέσα διδασκαλίας, που καταπονούν και εξουθενώνουν τις/τους εκπαιδευτικούς, περιορίζουν την πρωτοβουλία τους και την προσωπική τους συμβολή στη διδασκαλία, ενώ συγχρόνως αυξάνονται τα ωράριά τους και οι έκτακτες εργασίες, με απλήρωτες οφειλές και συνεχώς μειούμενες αποδοχές.

Το σχολείο αυτό μόνιμα και συνειδητά ξεχνάει πως ότι καλό έχει το οφείλει στους/στις εκπαιδευτικούς του. Όχι μόνο συλλήβδην και αόριστα, αλλά και ατομικά στον καθένα και στην καθεμιά, από το νηπιαγωγείο ως την τελευταία τάξη.

Ο Αμίρ και η σημαία από άλλη οπτική

Διάβασα με ειλικρινή συγκίνηση όσα έχουν γραφεί για συμπαράσταση προς τον Αμίρ και σε σχέση με τη σημαία που δεν κράτησε και σε σχέση με την επίθεση που έγινε στο σπίτι του. Δεν θέλω να ασχοληθώ με την επίθεση ούτε με την καπηλεία του θέματος από την κυβέρνηση και προσωπικά από τον πρωθυπουργό, γιατί δεν έχω κάτι σημαντικό να προσθέσω. Θέλω όμως να προσπαθήσουμε να δούμε το θέμα της σημαίας από άλλη οπτική γωνία.

Έχω επανειλημμένα αντιταχθεί στις μαθητικές παρελάσεις (και τις παρελάσεις γενικότερα) και στις σημαιοφορίες. Η σημαία, ως σύμβολο του κράτους, πρέπει γενικότερα να χρησιμοποιείται όπου απαιτείται η εκπροσώπηση του κράτους και όχι για εθνικιστικές εξάρσεις. Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά τώρα θα επιμείνω μόνο σε ένα.

Είμαστε πλέον μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπως οφείλει κάθε σύγχρονη κοινωνία να είναι. Τα σχολεία μας είναι ευτυχώς και αυτά πολυπολιτισμικά, όσον αφορά τις μαθήτριες και τους μαθητές. Δυστυχώς όμως η παιδεία μας είναι άκρως εθνικιστική. Άλλωστε, όταν στις μέρες μας με δήθεν προοδευτική διάθεση θεωρούμε ότι είναι Έλληνες «οι της ημετέρας παιδείας μετέχοντες» αυτό κυρίως εννοούμε. Όσοι ενστερνίζονται τα διδάγματα και τα παραγγέλματα της εθνικιστικής παιδείας είναι Έλληνες, στα πλαίσια ενός πολιτισμικού ιμπεριαλισμού.

Όταν όμως καλούμε τον Αμίρ να φέρει την ελληνική σημαία και να παρελάσει με αυτήν παρουσιάζοντας το εγχείρημα ως μεγάλο του προνόμιο, στην ουσία προβαίνουμε σε ένα εθνοτικό προσηλυτισμό, πιο απαράδεκτο ή έστω εξίσου απαράδεκτο με τον θρησκευτικό προσηλυτισμό. Κανένα παιδί άλλης εθνότητας και μάλιστα προσφυγόπουλο δεν μπορεί να αντισταθεί σε αυτή την τόσο καλά οργανωμένη διαδικασία αλλοτρίωσης. Οι πρόσφυγες και γενικότερα οι μειονότητες πρέπει να μπορούν, χωρίς περιορισμούς και πιέσεις, να διατηρούν τα εθνοτικά τους στοιχεία. Δεν περιμένω από τον Αμίρ να αρνηθεί να κρατήσει τη ελληνική σημαία και να μη συμμετάσχει στην παρέλαση. Περιμένω ματαιοπονώντας από την πολιτεία να προχωρήσει σε μια ανεξίθρησκη και μη εθνικιστική εκπαίδευση και να καταργήσει τις παρελάσεις και τις σημαιοφορίες.

Ο πρωθυπουργός χάρισε στον Αμίρ την ελληνική σημαία (να την κάνει τι;) και παράλληλα είναι σε αγαστή συνεννόηση με τη γερμανική κυβέρνηση για τη μη συνένωση των οικογενειών των προσφύγων. Ο πατέρας του Αμίρ βρίσκεται στη Γερμανία και δεν του επιτρέπεται να συναντήσει την οικογένειά του. Μήπως κι εκείνος θέλει να κρατήσει τη γερμανική σημαία; Μήπως η κ. Μέρκελ του χαρίσει μια σημαία, για να τον παρηγορήσει που δεν μπορεί να δει την οικογένειά του; Ο Αμίρ δεν έχει ανάγκη από πατέρα. Τώρα έχει την ελληνική σημαία.  Να σε κάψω Γιάννη, να σ´ αλείψω μέλι, όπως θα ´λεγε και ο πρωθυπουργός, που του αρέσουν οι παροιμίες.

Άκουγα χθες τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να αγορεύει για τη μειονότητα της Θράκης και να καταγγέλλει για παραβίαση του διεθνούς δικαίου όποιον την θεωρεί κάτι άλλο εκτός από μουσουλμανική. Στην Ελλάδα μόνιμα και ηθελημένα συγχέουμε τις έννοιες υπηκοότητα και εθνότητα, ακριβώς για να μην αποκτήσει εθνότητα η μειονότητα. Αφού είναι Έλληνες υπήκοοι, άρα είναι Έλληνες. Το να αρνείσαι όμως σε μια μειονότητα τον εθνοτικό της αυτοπροσδιορισμό συνιστά κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και όταν παραβιάζεις ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορείς να επικαλείσαι ούτε νόμους, ούτε διεθνείς συνθήκες που υπεγράφησαν πριν εκατό χρόνια.

Θα μου πείτε, βέβαια, ας είχε και ο Αμίρ, και όλοι οι Αμίρ, την ελληνική υπηκοότητα και θα βλέπαμε για τα υπόλοιπα.

Η ασεβής ιεραρχία

 

 

Η εναντίωση της ιεραρχίας στο νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου ισχυροποιεί την εξουσία της εκκλησίας πάνω στο σώμα. Σε προηγούμενο κείμενο είχα διατυπώσει την άποψη πως παρόλο που οι σχέσεις θρησκείας και ανθρώπων είναι πνευματικές, η εκκλησία προσπαθεί να εξουσιάζει το σώμα, επιβάλλοντας αυστηρούς κανόνες, που ελέγχουν την τροφή και το σεξ. Η νηστεία επιβάλλεται τις περισσότερες ημέρες του έτους, καθώς και η αποχή από το σεξ, που έτσι κι αλλιώς περιορίζεται μόνο μεταξύ συζύγων, μέσα σε αυστηρά καθορισμένα πλαίσια.

Η μεγαλύτερη εξουσία που μπορεί να επιβληθεί στους ανθρώπους βασίζεται στις δύο μεγάλες σωματικές ανάγκες, την τροφή και το σεξ, αλλά αυτή η εξουσία της εκκλησίας περιορίζεται μόνο στους πιστούς χριστιανούς. Η παρέμβαση όμως της εκκλησίας στο νομοθετικό έργο, ισχυροποιεί την εξουσία της και την επεκτείνει, όχι μόνο στα σώματα των πιστών της, αλλά και στα σώματα των αλλοθρήσκων και των αθέων.

Η εκκλησία θα έπρεπε, όχι μόνο να μην αναμειγνύεται στο νομοθετικό έργο, αλλά ούτε καν να έχει πρόσβαση στον χώρο του κοινοβουλίου, όπου συνεχώς εισχωρεί για ορκωμοσίες και αγιασμούς. Και βέβαια αναμειγνύεται στο νομοθετικό έργο όταν θίγονται τα συμφέροντά της ή της δίνεται η ευκαιρία να ισχυροποιήσει την εξουσία της.

Και για την ανάμειξή της τώρα, για άλλη μια φορά επικαλείται την προστασία του έθνους. Όμως η εκκλησία ποτέ δεν προστάτευσε το έθνος, τουλάχιστον ο ανώτερος κλήρος, ο οποίος πάνω από όλα  παρεμπόδισε τον διαφωτισμό στην Ελλάδα. Κάθε φορά αποδίδουμε στους Οθωμανούς ευθύνες για την «αγραμματοσύνη» του έθνους, ενώ μοναδικός υπεύθυνος ήταν η εκκλησία, που επέβαλλε ως μοναδικό διδακτικό εγχειρίδιο το ψαλτήρι και απαγόρευε τη διδασκαλία των μαθηματικών και των φυσικών επιστημών και κάθε κειμένου που μιλούσε για ελευθερία και κοινοβουλευτισμό. Και παρόλο που την οθωμανική περίοδο τα σχολεία ήταν ελεύθερα, κατασκεύασε τον μύθο του κρυφού σχολειού, όπως, για να καλύψει την εναντίωση των ιεραρχών για εθνική ανεξαρτησία, κατασκεύασε τον μύθο ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της επανάστασης. Η εκκλησία δεν προστατεύει το «έθνος». Μόνο το χειραγωγεί και το ιδιοποιείται, για να ισχυροποιεί τις θέσεις της.

Η ιεραρχία της Ελλάδας τελικά, παρά τους ισχυρισμούς της για το αντίθετο, είναι ασεβής.

Γιατί δεν σέβεται τους αγώνες του ελληνικού λαού, αλλά τους παραχαράσσει, ώστε να προάγονται τα συμφέροντά της.

Γιατί δεν σέβεται τις δημοκρατικές αξίες.

Γιατί δεν σέβεται το δικαίωμα της αυτοδιαχείρισης του σώματος.

Γιατί δεν σέβεται τις ατομικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα.

Γιατί δεν σέβεται το δικαίωμα των ανθρώπων στη χαρά και την ευτυχία.

νῆσός τις ἔστι

Τη Σαλαμίνα δεν την ήξερα. Μου ήταν άγνωστο αυτό το όνομα. Ήξερα όμως την Κούλουρη, αλλά δεν είχα πάει, ή μάλλον νόμιζα πως δεν είχα πάει. Είχα πάει εκδρομή και στα Παλούκια και στα Σελήνια και στην Κατσηβίγκλα, αλλά δεν ήξερα ότι όλα αυτά τα μέρη ήταν στην Κούλουρη. Κι έπρεπε να φτάσω στη Δευτέρα Δημοτικού, για να μάθω τη Σαλαμίνα στο Σχολείο. Αλλά για να μάθω ότι η Κούλουρη ήταν η Σαλαμίνα πέρασαν ακόμη δυο τρία χρόνια.

Στο σπίτι πάντα άκουγα η για την Κούλουρη. Για όλα τα πράγματα ο πατέρας μου έλεγε ότι ήταν κουλουριώτικο μάλαμα και κάθε που τρόμαζε η μάνα μου, η ψυχή της πήγαινε στην Κούλουρη. Και κάθε τόσο σήκωνε τα μάτια της στον ουρανό κι έλεγε “βλέπω την Κούλουρη φορτωμένη σύννεφα. Θα φέρει βροχή”. Αυτό ήταν και το πρώτο μου μάθημα γεωγραφίας. Όπου έβλεπα σύννεφα στον ουρανό ήξερα ότι εκεί ήταν η Κούλουρη.

Ο θείος της μάνας μου, ο μπαρμπα-Σταύρος, έμενε στην Κατσηβίγκλα. Ο μπαρμπα-Σταύρος έπλεκε νταμιτζάνες και μπουκάλια με χρωματιστά σχοινιά. Κάθε που ερχόταν σπίτι μάς έφερνε κι ένα μπουκάλι. Η μάνα μου δεν τα ήθελε αυτά τα μπουκάλια, γιατί δεν μπορούσε να τα πλύνει απέξω ούτε να δει μέσα αν ήταν καθαρά. Το πετρέλαιο για την γκαζιέρα το είχε πάντα σε μπουκάλι που μπορούσε να πλένεται και να μην λερώνονται τα χέρια της, όταν το έπιανε για να γεμίσει τη γκαζιέρα. Είχαμε όμως πλεγμένα ένα μισοκαδιάρικο του ούζου κι ένα της οκάς για το κρασί. Ο μπαρμπα-Σταύρος έπλεκε κι ένα καπελάκι σφιχτό για το φελλό του μπουκαλιού κι ένωνε φελλό και μπουκάλι με ένα κορδόνι. Με το βάλε βγάλε έσπασε κάποια στιγμή ο μισός φελλός και η μάνα μου έβαλε άλλο φελλό στο μπουκάλι. Ο παλιός έγερνε πάντα στο πλάι και μού φερνε μια θλίψη, αλλά δεν μπορούσε η μάνα μου να τον κόψει, γιατί θα ξηλωνόταν όλο το μπουκάλι. Κάποια στιγμή που ο μπαρμπα-Σταύρος γέρασε πολύ και σταμάτησε τις επισκέψεις η μάνα μου πέταξε όλα τα μπουκάλια του κι εγώ νόμιζα ότι θα λυπόμουν, αλλά τελικά δεν λυπήθηκα.

Στο σπίτι του μπαρμπα-Σταύρου στην Κατσηβίγκλα δεν πήγαμε ποτέ. Όταν όμως η ξαδέλφη της μάνας μου η Φωφώ έχτισε τις δυο κάμαρες πήγαμε να δούμε το σπίτι και το μεσημέρι κοιμηθήκαμε στην αυλή. Κι όταν μπήκαμε στο καραβάκι, ήξερα πια να διαβάζω, είδα ότι στην ταμπέλα του δεν έγραφε Κατσηβίγκλα αλλά Κακή Βίγλα. Αποφάσισα όμως να μη μιλήσω, γιατί ο πατέρας μου με είχε ήδη πει “στρίγκλικο”. Εκεί στην Κατσηβίγκλα ήταν που η θεία Φωφώ έκανε στη μάνα μου τη μεγάλη εξομολόγηση: “Η μάνα μου, Σοφία μου, μού έλεγε να πλένω το ρύζι εφτά χέρια, Γιώργο πήγαινε έξω να παίξεις, αλλά εγώ, από το τρίτο χέρι, όταν βλέπω το νερό να βγαίνει καθαρό, το φουντέρνω”.

Όταν έγινα δέκα ετών είδα στο χάρτη και την Κακή Βίγλα, και τα Σελήνια και τα Παλούκια κι ανακάλυψα ότι είχα πάει στην Κούλουρη, που στο σχολείο τη λέγαν πια Σαλαμίνα. Είδα και ότι όλες οι παραλίες που κάναμε μπάνιο, από τον Άη Γιώργη και το Ικόνιο ως το Πέραμα ήταν ακριβώς απέναντι από τη Σαλαμίνα. Πολύ ωραία περνούσαμε σε αυτές τις παραλίες. Μετά το μπάνιο βγάζαμε από τα πόδια μας τις πίσσες με πανί βουτηγμένο στο πετρέλαιο που πάντα παίρναμε μαζί μας. Στο γυρισμό το βαγόνι μύριζε πετρέλαιο. Τότε όμως νόμιζα πως όλες οι θάλασσες είχαν πίσσες, γιατί δεν ήξερα ακόμη ότι οι πίσσες πήγαιναν μαζί με την εγκατάλειψη και την ύβρη των συμφερόντων.

Το Πέραμα ήταν στο τέλος της διαδρομής που έκανε το τραμ κι εκεί νόμιζα ότι ήταν η άκρη του κόσμου.  Στα προσχολικά μου χρόνια πηγαίναμε στο Πέραμα σε μια ταβέρνα που λεγόταν “η πέρδικα”. Είχανε κι ένα κλουβί κάτω από την κληματαριά με μια καρδερίνα που νόμιζα ότι ήταν πέρδικα. Το βράδυ άναβαν μια λάμπα ασετυλίνης και τηγάνιζαν μαριδάκι, αλλά εγώ νύσταζα και ήθελα να φύγουμε κι ο πατέρας μου θύμωνε, αλλά με έπαιρνε αγκαλιά και κοιμόμουν.

Στην ηλικία των δέκα η μάνα μου μού είπε για το ναυάγιο.

Αρχές Μαΐου του 44 έφυγε ο πατέρας πολύ πρωί για δουλειά στη Σαλαμίνα. Έξω από την Ψυτάλλεια το καράβι έπεσε σε νάρκη και βυθίστηκε. Ο πατέρας μου πέταξε όλα του τα ρούχα και με τα σώβρακα μόνο κολύμπησε ώρες και βγήκε απέναντι στη στεριά. Κι από κει, ξεπαγιασμένος περπάτησε ως το σπίτι, στην οδό Βιτωλίων.

Η μάνα μου άκουσε τα χτυπήματα στην πόρτα, άνοιξε και τον είδε μπροστά της με τα σώβρακα, να τρέμει από το κρύο.

“Η ψυχή μου πήγε στην Κούλουρη. Τι έπαθες, τον ρωτάω, αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει. Σήκωσε τα μωρά από το κρεβάτι τους, ο Τάσος μου ήταν τότε είκοσι μηνών και η Ελένη μου μωρό ασαράντητο, τα κράταγε στην αγκαλιά του κι έκλαιγε. Εσείς παιδιά μου με σώσατε, έλεγε.”

Στη μάνα μου δεν πήγε κανένας αγγελιαφόρος, όπως πήγε στην Άτοσσα, να της πει “νῆσός τις …” Ούτε χρειάστηκε να της πει ο πατέρας μου: “νῆσός τις ἔστι πρόσθε Σαλαµῖνος τόπων”, γιατί η μάνα μου ήξερε πολύ καλά πως το νησί μπροστά από την Κούλουρη είναι η Ψυτάλλεια.

Περί αριστείας

Μαθητής του δημοτικού ήμουν και ο θείος μου μού υποσχέθηκε πως αν έπαιρνα άριστα και στο καινούργιο πολύ δύσκολο σχολείο, θα μου έκανε δώρο ένα ρολόι. Από τη χαρά μου κρατούσα τον έλεγχο με το άριστα στο χέρι, δεν τον έβαλα στην τσάντα, και πρώτα πήγα στον θείο μου να τον δείξω και μετά στο σπίτι μας. Νόμιζα πως την άλλη μέρα θα πήγαινα σχολείο με το ρολόι, αλλά οι μέρες περνούσαν και το ρολόι δεν ερχόταν. Μετά από μερικές βδομάδες ρώτησα πολύ δειλά τον θείο μου αν θα μου αγόραζε το ρολόι. Μου είπε ότι το είχε παραγγείλει σε ένα φίλο του ναυτικό και αυτός θα το έφερνε. Μετά από οχτώ μήνες ήρθε το ρολόι, μάρκας continental, όπως το ζαχαροπλαστείο στον Πειραιά. Πάστες και ρολόι ίδια μάρκα. Μαζί του ήρθαν και πολλοί κανόνες. Να μην το κουρδίζω τέρμα. Καλύτερα να το κουρδίζω το μισό κάθε βράδυ που έπρεπε να το βγάζω και το άλλο μισό το πρωί πριν το ξαναφορέσω. Και να το βγάζω κάθε φορά πριν πλύνω τα χέρια μου, για να μην πάει νερό. Το ρολόι περνούσε τον περισσότερο στον ρολογά και τον λιγότερο στο χέρι μου.

Δεν θέλω να αναφερθώ άλλο στα δικά μου, αλλά στα πολλά άριστα των παιδιών στο σχολείο, στην εκπαιδευτική μου πορεία. Υπήρχαν αρκετά παιδιά που έπαιρναν άριστα με ευκολία και άλλα που οι γονείς τους τα κούρδιζαν μισό το βράδυ πριν κοιμηθούν και μισό το πρωί αφού ξυπνήσουν. Παιδιά που αγωνιούσαν μην μπει κι άλλο τεστ και διακινδυνεύσει η βαθμολογία τους. Παιδιά που ρωτούσαν με πολύ άγχος στο διάλειμμα τι βαθμό πήραν. Παιδιά που θεωρούσαν το 17 σε ένα τεστ μεγάλη αποτυχία. Παράλληλα υπήρχε η αγωνία για το πόσο ψηλό είναι το άριστά τους. Είναι το ψηλότερο στο τμήμα, είναι το ψηλότερο στην τάξη; Κι αν το ψηλότερο στην τάξη το έχει παιδί άλλου τμήματος, το έχει επειδή ο μαθηματικός του άλλου τμήματος βάζει ψηλότερους βαθμούς κι αυτό είναι αδικία.

Και από την άλλη έρχεται η αγωνία των γονέων. Που εκείνοι έπαιρναν άριστα στο σχολείο και πρέπει να πάρει κι ο γιος τους ή η κόρη τους. Που το άλλο τους παιδί παίρνει άριστα και πρέπει να πάρει και το μικρότερο. Που από τότε που γεννήθηκε αποφάσισαν πως το παιδί τους θα γίνει νευροχειρούργος και για αυτό πρέπει να παίρνει πάνω από δεκαεννέα. “Που εγώ άφησα τη δουλειά μου και αφοσιώθηκα στα παιδιά μου και έχω την απαίτηση να μου φέρνουν ψηλούς βαθμούς”. “Δεν μπορεί στα Γαλλικά να του βάζουν 18, τη στιγμή που στα Αγγλικά παίρνει 19”.

-Τι θα κάνουμε, για να πάρει καλούς βαθμούς;

-Μα παίρνει καλούς βαθμούς.

-Εσείς θεωρείτε το 16 καλό βαθμό;

-Για την ακρίβεια τον θεωρώ πολύ καλό βαθμό.

-Και τι να του πω το βράδυ στο σπίτι;

-Να του πείτε μπράβο.

-Αυτό δεν μπορώ να το κάνω.

 

Ωστόσο τα παιδιά δεν πάνε στο σχολείο μόνο για τα μαθήματα και για τους βαθμούς των μαθημάτων.  Το σχολείο οφείλει να τους μάθει δεξιότητες, να ανακαλύψει τις κλίσεις τους και να τις καλλιεργήσει, να τα βοηθήσει να αναπτύξουν την προσωπικότητας τους. Να τους μάθει να ζουν σε μια κοινωνία με ευθύνη, με αναγνώριση των υποχρεώσεων τους και με διάθεση προσφοράς. Το σχολείο δεν πρέπει να κλονίζει την αυτοπεποίθηση των παιδιών, αλλά να την ενισχύει. Όλα αυτά μπορεί να αποδειχθούν πολύ πιο χρήσιμα στη ζωή των παιδιών και στις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους τους από ένα άριστα στη βαθμολογία, που μπορεί να είναι και καρπός μεγάλης θλίψης.

Αν αναγνωρίσουμε την αξία όλων αυτών και δεν επιμείνουμε μόνο στη βαθμολογία, τότε θα ανακαλύψουμε και άλλα πολλά άριστα που δεν έχουν σχέση με τα μαθήματα. Και δεν αναφέρομαι μόνο στο παιδί που τραγουδάει, που παίζει κιθάρα, που ζωγραφίζει, που χορεύει, που παίρνει αθλητικά έπαθλα. Αναφέρομαι κυρίως στο παιδί που χαμογελάει, που είναι φιλικό προς τους άλλους. Αναφέρομαι στο παιδί που είναι θλιμμένο, αλλά τιμά την εμπιστοσύνη που του δείχνεις. Αναφέρομαι στο παιδί που το κορόιδεψαν, αλλά δεν κρατάει κακία. Αναφέρομαι στο παιδί το θυμωμένο που θα αξιοποιήσει την ανεκτικότητά μας.

 

Τελικά, όλα τα παιδιά είναι άριστα σε κάτι. Κι αν κάποιο δεν είναι, δεν είναι επειδή δεν είχαμε την υπομονή και την ευαισθησία, για να ανακαλύψουμε την αριστεία του.

 

 

Υ.Γ. Θεωρώ ότι η κλήρωση είναι ένα δημοκρατικό μέσο, όταν γίνεται έντιμα. Αλλά θεωρώ πως τα παιδιά των σχολείων δεν πρέπει να παίρνουν μέρος σε τελετές και εκδηλώσεις μιλιταριστικού χαρακτήρα, όπως οι παρελάσεις.