Με δύο ξόρκια αντιμετωπίζει το μπούλινγκ η Σχολή Μωραΐτη

Όταν πριν από περίπου τρεις μήνες έγινε το μπούλινγκ στη Σχολή Μωραΐτη, που μας συγκλόνισε, η Σχολή προέβη σε ανακοίνωση λέγοντας ότι κάνει τα πάντα για την αντιμετώπιση της βίας και επικαλέστηκε τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις του Σχολείου. Σε προηγούμενο κείμενό μου είχα πει πως θα δημοσίευα άλλο κείμενο στο οποίο θα σχολίαζα αυτόν τον κανονισμό και τις Θέσεις.

Αφορμή και ευκαιρία μού έδωσε η επικοινωνία που είχα με τους γονείς του δράστη εκείνου του επεισοδίου, με δική τους πρωτοβουλία. Εγώ άλλωστε δεν ήξερα ούτε ποιοι ήταν. Πρέπει να πω ότι μου έκαναν άριστη εντύπωση, τελείως αντίθετη από αυτήν που παρουσιάστηκε από τα ΜΜΕ. Και έχω πειστεί ότι όχι μόνο ενδιαφέρονται για το παιδί τους με σωστό τρόπο, αλλά προβαίνουν και σε πράξεις που τους τιμούν.

Θεωρώντας ότι όσα μου διηγήθηκαν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα θα αναφερθώ σε μερικά σημεία.

Α. Το παιδί τους δεχόταν μπούλινγκ και απειλές συστηματικά.

Β. Το παιδί τους τούς είπε εκ των υστέρων ότι αυτά τα θέματα πρέπει να τα αντιμετωπίζει και να τα λύνει κανείς μόνος του. Και

Γ. Πίστευε ότι με την πράξη του αυτή θα γινόταν ο ήρωας του Σχολείου.

Δ. Όταν οι γονείς επισκέφτηκαν τη γενική διευθύντρια της Σχολής Μωραΐτη μετά τα γεγονότα και παραπονέθηκαν ότι το Σχολείο δεν κάνει τίποτε για το μπούλινγκ, εκείνη είπε πως κάνει, γιατί καθημερινά δίνουν αποβολές για μπούλινγκ.

Και τα τέσσερα σημεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πράγματι πολιτική για το μπούλινγκ και δεν αντιμετωπίζεται. Και επιβεβαιώνεται με τη διατύπωση: «κάθε μέρα δίνονται αποβολές για το μπούλινγκ». Αντιμετώπιση του μπούλινγκ σημαίνει ότι λαμβάνονται μέτρα για την πρόληψη του. Οι εκ των υστέρων αποβολές σημαίνουν είτε ότι δεν υπάρχουν μέτρα για την πρόληψη, είτε ότι αυτά απέτυχαν.

Και ας φέρω κάποια παραδείγματα. Κάποιο παιδί της β’ γυμνασίου κάνει πάρτι και καλεί όλα τα παιδιά της τάξης εκτός από ένα. Ο αποκλεισμός είναι μορφή μπούλινγκ, αλλά δεν είναι πράξη αξιόποινη και δεν τιμωρείται.

Οι μαθητές του λυκείου κάνουν πολυήμερη εκδρομή, κοιμούνται σε δίκλινα ή τρίκλινα δωμάτια, αλλά κανείς δεν θέλει να μοιραστεί το δωμάτιό του με κάποιο παιδί και στη συνέχεια αυτό το παιδί ακυρώνει τη συμμετοχή του. Το σχολείο είναι ευχαριστημένο, γιατί όλα λειτούργησαν άψογα στην εκδρομή και το θέμα περνάει σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Αλλά ας αναφερθώ στα θέματα του μπούλινγκ με ιστορική σειρά, αρχίζοντας από τον περίφημο «κανονισμό του 1994».

Εγώ ανέλαβα τη διεύθυνση του γυμνασίου τη σχολική χρονιά 1992-93. Ως τότε το μπούλινγκ αντιμετωπιζόταν ως εξής: Καλούσε ο υποδιευθυντής τα δύο αγόρια στο γραφείο του και έλεγε «δεν είναι σωστό να λες τον συμμαθητή σου αδελφή. Να δώσετε τα χέρια και να είστε φίλοι από εδώ κι εμπρός». Έβγαιναν από το γραφείο και η «αδελφή» έτρωγε ξύλο, επειδή διαμαρτυρήθηκε.

Την πρώτη εκείνη χρονιά έπρεπε να αντιμετωπίσω ένα χάος σε όλους τους τομείς, από τα επίσημα σφραγισμένα απουσιολόγια που ως τότε γράφονταν και υπογράφονταν από τους εκπαιδευτικούς στο τέλος της χρονιάς, κατανέμοντας τις απουσίες κατά το δοκούν, ενώ πετάγονταν τα ανεπίσημα που κρατούσαν οι απουσιολόγοι, έως το να εφοδιαστούν με σαπούνι και χαρτί οι μαθητικές τουαλέτες και να τοποθετηθούν σύρτες στις πόρτες τους.

Το Φθινόπωρο του 1993 κατέφυγα στην αγγλική βιβλιογραφία για το μπούλινγκ, γιατί στην Ελλάδα ήταν τότε άγνωστη έννοια. Αποτέλεσμα της έρευνάς μου ήταν να εντοπίσω το πρόγραμμα που είχε οργανώσει ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Σέφιλντ Πίτερ Σμιθ και τον κάλεσα να έρθει στη Σχολή Μωραΐτη, για ένα τριήμερο ως αφετηρία συνεργασίας και για να κάνει σεμινάρια ενημέρωσης προς τις διευθύνσεις του Σχολείου, τις ψυχολόγους και τους εκπαιδευτικούς.

Η ομιλία του καθηγητή Σμιθ ορίστηκε για το απόγευμα της Παρασκευής, 25 Φεβρουαρίου του 1994. Ενώ η ημερομηνία είχε ανακοινωθεί πολύ καιρό πριν για εκείνο το βράδυ, οι καθηγητές του Λυκείου οργάνωσαν για τους εκπαιδευτικούς ένα γλέντι σε κάποια ταβέρνα. Άρα έπρεπε κανείς να διαλέξει: Ή ομιλία για το μπούλινγκ ή γλέντι. Οι εκπαιδευτικοί του Λυκείου και του ΙΒ επέλεξαν γλέντι, χωρίς καμιά εξαίρεση. Κάποιο διευθυντικό στέλεχος μάλιστα είπε «όταν ήταν μικρός ο Θαλάσσης του έκαναν μπούλινγκ και τώρα θέλει να βάλει εμάς σε αυτό το λούκι». Όριζε με αυτόν τον τρόπο ότι το να δεχτείς μπούλιγκ αποτελεί κοινωνικό στίγμα.

Εντυπωσιακή ήταν η επισήμανση που έκανε η υπεύθυνη των πειθαρχικών του Δημοτικού, η οποία μετά το τέλος της ομιλίας του Πίτερ Σμιθ δήλωσε: Δεν μας είπε τίποτε καινούργιο. Όλα αυτά εμείς τα κάνουμε εδώ και χρόνια. Ενώ η τότε υποδιευθύντρια του Λυκείου και κατόπιν διευθύντρια με έμφαση είπε «μπούλινγκ γίνεται σε μικρότερα παιδιά και όχι σε παιδιά του Λυκείου».

Μετά το τέλος της ομιλίας θεώρησα υποχρέωσή μου να προσφέρω γεύμα σε εστιατόριο της Κηφισιάς στον Πίτερ Σμιθ, ο οποίος την επομένη θα αποχωρούσε για την Μ. Βρετανία, καθώς και σε μία ψυχολόγο του Σχολείου με τον σύζυγό της. Την Δευτέρα το πρωί με κάλεσε η διευθύντρια του σχολείου στο γραφείο της, για να μου πει ότι ήταν απαράδεκτο εκ μέρους μου να μην πάω στο γλέντι και ότι οι καθηγητές του λυκείου είχαν θυμώσει. Η ίδια βέβαια ποτέ δεν είχε τιμήσει με την παρουσία της τέτοιες εκδηλώσεις. Της απάντησα ότι το βράδυ της Παρασκευής έκανα αυτό που θα έπρεπε να κάνει εκείνη. Δηλαδή, προσέφερα γεύμα στον Πίτερ Σμιθ με δικά μου χρήματα.

Από την επομένη άρχισε η δουλειά. Εγώ είχα την επιμέλεια του προγράμματος, αλλά η μετάφραση των κειμένων και των ερωτηματολογίων που ανώνυμα συμπλήρωναν τα παιδιά σε συχνά διαστήματα έγιναν από την ψυχολόγο του δημοτικού και την ψυχολόγο του γυμνασίου. Το πρόγραμμα εμπλουτίστηκε με κείμενα, λογοτεχνικά βιβλία και ταινίες ειδικά μεταγλωττισμένες.

Παράλληλα η ψυχολόγος του γυμνασίου έμπαινε στις τάξεις και συζητούσε με τα παιδιά, τους έδινε τα ερωτηματολόγια να τα συμπληρώσουν σε τακτά διαστήματα, ώστε να ελέγχεται η πρόοδος του προγράμματος και ενθάρρυνε τα παιδιά να την επισκέπτονται στο γραφείο της και να της μιλούν με απόλυτη εχεμύθεια. Επίσης η ίδια συμμετείχε στις εβδομαδιαίες συνεδριάσεις των εκπαιδευτικών για κάθε τμήμα και των τριών τάξεων του γυμνασίου και από τα λεγόμενα έκρινε ποια παιδιά θα καλούσε με δική της πρωτοβουλία για συζήτηση. Στους γονείς είχαν δοθεί οδηγίες, ώστε από ψυχοσωματικά συμπτώματα των παιδιών να υποψιάζονται αν ασκείται μπούλινγκ στο παιδί τους.

Μέσα σε τρία χρόνια σκληρής και επιμελημένης δουλειάς όλων μας τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά.

Οι εκπαιδευτικοί έμαθαν ότι μπούλινγκ μπορεί να ασκηθεί σε όλα τα παιδιά, τα οποία ποτέ δεν χαρακτηρίζουμε ως προβληματικά.

Το μπούλινγκ δεν είναι μια διαδικασία ενηλικίωσης από την οποία περνούν όλα τα παιδιά.

Το μπούλινγκ δεν γίνεται αποδεκτό ως κάτι φυσικό.

Τα παιδιά δεν λύνουν τα προβλήματά τους μόνα τους, δεν ανταποδίδουν τις προσβολές και τις επιθέσεις, αλλά είναι υποχρέωση του Σχολείου να βρει τις σωστές λύσεις.

Μπούλινγκ δεν ασκείται επειδή το θύμα προκαλεί. Αν το θύμα γελάει, αυτό δεν σημαίνει ότι του αρέσει, αλλά ότι έχει βρει αυτή τη μορφή άμυνας, για να μην εμφανίζεται ως θύμα.

Τα παιδιά επίσης έμαθαν ότι αν ένα παιδί καταγγέλλει μπούλινγκ προς τον εαυτό του ή προς άλλο παιδί δεν είναι καταδότης.

Τα παιδιά οφείλουν να είναι αλληλέγγυα προς το θύμα και όχι προς τον δράστη. Τα παιδιά που με γέλια, με επιδοκιμασίες ή με τη σιωπή τους ενθαρρύνουν τον δράστη είναι συνένοχα.

Παράλληλα έγινε πολύ μεγάλη προσπάθεια με πολλούς τρόπους, ώστε να εμπεδωθεί στη μαθητική κοινότητα κλίμα ισότητας, ανεκτικότητας, συμπερίληψης, αμοιβαιότητας, αποδοχής και αλληλεγγύης. Ο σεξισμός, η ομοφοβία και οι στερεοτυπικοί χαρακτηρισμοί έπρεπε να εκριζωθούν από κάθε μάθημα, από κάθε κείμενο, από κάθε εκδήλωση και κάθε έκφραση.

Ποτέ τα πράγματα δεν είναι τέλεια. Τέλεια είναι μόνο όταν κλείνουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας και επαναπαυόμαστε. Όταν επαγρυπνούμε πάντα υπάρχουν ανοικτά θέματα και πάντα υπήρχαν, αλλά πλέον ήταν εντυπωσιακά λιγότερα και ηπιότερα. Είχε όμως διαφανεί ότι η κατάσταση αυτή δεν θα συνεχιζόταν για πολύ.

Μετά το 2010 η γενική διευθύντρια έκρινε πως η ψυχολόγος του γυμνασίου δεν εργαζόταν επαρκώς (την ίδια εντύπωση είχε για όλους μας) και της ανέθεσε εκτός από το γυμνάσιο και το νηπιαγωγείου. Οι γονείς του νηπιαγωγείου είναι πάντα ανήσυχοι και ήθελαν συνεχώς συναντήσεις με την ψυχολόγο, τα μικρά παιδιά δίνουν πολλές αφορμές σε μια ψυχολόγο για παρατήρηση και διερεύνηση από τις εκδηλώσεις τους στην τάξη, στο παιχνίδι και στο φαγητό. Η ψυχολόγος του γυμνασίου αφιέρωνε πολύ χρόνο στο νηπιαγωγείο, τα ραντεβού με τους γονείς διαρκούσαν πολλή ώρα και ερχόταν καθυστερημένα στις συνεδριάσεις των τμημάτων. Δεν είχε πλέον χρόνο, για να μπαίνει στις τάξεις του γυμνασίου, όπως παλιά, εγώ έφυγα από το Σχολείο και το πρόγραμμα του μπούλινγκ μπήκε στον αυτόματο.

Από εκεί κι έπειτα η εξέλιξη είναι γνωστή και τη μάθαμε όλοι.

Ας πω δυο λόγια και για τις περίφημες «Θέσεις» του Σχολείου, οι οποίες απαίτησαν δικές μου προσπάθειες δύο δεκαετιών, για να συναινέσει το Σχολείο στη διατύπωσή τους. Το Σχολείο είχε προηγουμένως τον «Δεκάλογο του Μαθητή», ο οποίος αποτελείτο από δέκα απολιθώματα άλλων παρωχημένων εποχών. Είχα επιμείνει πως πρέπει να αντικατασταθεί με θέσεις που θα αντικατοπτρίζουν σύγχρονες αξίες, όπως η ισότητα, η ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, η συμπερίληψη, η αλληλεγγύη, η συνεργατικότητα και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Να μη δεσμεύουν μόνο τα παιδιά, αλλά όλη τη σχολική κοινότητα, και τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και το υπόλοιπο προσωπικό του σχολείου. Και να μην αποτελούνται από δέκα άρθρα σαν να είναι από Θεού, όπως οι δέκα εντολές, αλλά να μη μας περιορίζει ο αριθμός τους. Να φαίνεται ότι είναι μια ανθρώπινη κατασκευή, που στο μέλλον μπορεί να αναθεωρηθεί και να απαιτεί ειδική αναφορά σε τρανς ή non-binary άτομα.

Μετά από δύο δεκαετίες εισακούστηκα. Έκανα τον πρώτο σκελετό και επέμεινα να δοθεί σε όλους τους εκπαιδευτικούς, για να διατυπώσουν τις δικές τους προτάσεις, ώστε να είναι ένα συλλογικό έργο. Μετά την επεξεργασία των δικών τους προτάσεων οι Θέσεις επαναδιατυπώθηκαν, συζητήθηκαν σε μια μεγάλης διάρκειας γενική συνέλευση και συμφωνήθηκε ότι μας εκφράζουν και μας δεσμεύουν όλους μας.

Σε επόμενη συνεδρίαση διευθύνσεως συμφωνήθηκε ότι οι Θέσεις θα διδάσκονται κάθε χρόνο στα παιδιά, ότι τα παιδιά των μεγάλων τάξεων θα υπογράφουν ότι γνωρίζουν και δεσμεύονται από αυτές τις Θέσεις και το ίδιο να ισχύει και για τους γονείς των νέων παιδιών και τους εκπαιδευτικούς που θα προσλαμβάνονται στο μέλλον.

Από αυτά τα τελευταία δεν έγινε τίποτε. Και μετά από πολύ λίγα χρόνια οι Θέσεις διακόσμησαν τον ιστότοπο του Σχολείου, αλλά πλέον δεν έχουν δεκατέσσερα άρθρα όπως είχαν αρχικά αλλά 10 (δέκα!!!). Για να μη μείνει σε κανένα μας αμφιβολία ότι προέρχονται από θεού, ή μάλλον από θεάς, της γενικής διευθύντριας. Στον παλιό «δεκάλογο του μαθητή» ένα άρθρο έλεγε: «Αγαπάμε το ωραίο». Το τι είναι ωραίο το καθορίζει η γενική διευθύντρια. Και το δέκα είναι πιο ωραίο από το δεκατέσσερα. Είναι μέρος της παράδοσης, της συνέχειας και της ακριβοπληρωμένης εκπαίδευσης. Δέκα με τόνο.

Η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη. Η Σχολή Μωραΐτη έχει αυτά τα δύο ξόρκια, τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις. Τα ξόρκια λειτουργούν από μόνα τους, αρκεί μόνο να τα επικαλείσαι και δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτε.

Οι πολύ μεγάλες ευθύνες της Σχολής Μωραΐτη για τη βίαιη συμπεριφορά.

Πολλά ακούστηκαν αυτές τις μέρες για όσα υπέστη ο δεκατριάχρονος μαθητής από συμμαθητή του στη Σχολή Μωραΐτη. Είπαν ότι φταίνε οι γονείς, φταίει η κοινωνία, φταίει το χρήμα. Μπορεί να φταίνε και αυτοί οι παράγοντες, αλλά πρωτίστως η μεγάλη ευθύνη είναι της Σχολής Μωραΐτη, η οποία παίρνει τα παιδιά από την ηλικία του παιδικού σταθμού και τα παραδίδει υπεύθυνους πολίτες στην κοινωνία.
Στην επιστολή της προς τους εκπαιδευτικούς του Σχολείου η Σχολή Μωραΐτη αναφέρεται πρώτιστα στο κυπαρίσσι που έριξε ο αέρας, κατόπιν στο επεισόδιο μπούλινγκ και τέλος στη μετάδοση των ιώσεων. Τρία δεινά της φύσης, ο καταστροφικός αέρας, το μπούλινγκ και οι επικίνδυνοι ιοί. Χειρότερο από όλα ο αέρας. Και πώς να τα βγάλει κανείς πέρα; Για τους ιούς έχουμε μάσκες και αντισηπτικά, για το μπούλινγκ έχουμε δύο ξόρκια κλειδωμένα στο ντουλάπι, τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις του Σχολείου. Αλλά για τον αέρα που είναι το χειρότερο, ευτυχώς έχουμε την αυτοθυσία του προσωπικού που μάζεψε τα σκουπίδια.
Ντροπή! Με την επιστολή αυτή το Σχολείο αποδεικνύει πόσο μικρή σημασία δίνει στο μπούλινγκ. «Είχαμε και ένα επεισόδιο π στις διακοπές». Και το λέει έξι ημέρες μετά, αφού βούιξε ο κόσμος, ενώ υπολόγιζαν στην επιρροή που έχουν οι ιδιοκτήτες του Σχολείου στον συστημικό δημοσιογραφικό κόσμο με συγγενείς από τον πρώτο ως τον τρίτο βαθμό συγγένειας.
Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους ευθύνεται η Σχολή Μωραΐτη είναι τέσσερις.

Α. Στον αποκαλούμενο κανονισμό του 1994 και στις Θέσεις του Σχολείου θα αναφερθώ αναλυτικά σε άλλη δημοσίευση. Όμως τώρα πρέπει να διευκρινίσω ότι αυτό που αποκαλείται «κανονισμός» είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσεων για την αντιμετώπιση του μπούλινγκ, ως επί το πλείστον μεταφρασμένο από τα Αγγλικά, από κείμενα του καθηγητή του πανεπιστημίου του Σέφιλντ Peter Smith, ο οποίος έχει εκδώσει 29 βιβλία για το μπούλινγκ και τον οποίο είχα καλέσει το 1994 για να διδάξει τη διεύθυνση, τις ψυχολόγους και τους εκπαιδευτικούς της Σχολής Μωραΐτη, πώς να προλαμβάνουμε τις εκδηλώσεις βίας μεταξύ των παιδιών. Αυτό το ολοκληρωμένο πρόγραμμα από δραστηριότητες, παρεμβάσεις των ψυχολόγων και των εκπαιδευτικών μέσα στην τάξη, ανώνυμα ερωτηματολόγια που συμπληρώνουν τα παιδιά σε τακτά χρονικά διαστήματα, αναγνώσματα και οπτικοακουστικό υλικό απέδωσε πολύ για πολλά χρόνια. Αλλά αυτό το πρόγραμμα σταματάει να αποδίδει, όταν δεν είναι σε λειτουργία και παραμένει καταχωνιασμένο σε συρτάρια, μετονομασμένο σε «κανονισμό» και πλέον χρησιμεύει μόνο ως ξόρκι, για να το επικαλούνται σε ώρα ανάγκης. Για αυτό άλλωστε δεν αναφέρεται τίποτε σχετικό στον ιστότοπο του Σχολείου.

Β. Τα παιδιά δεν κάνουν μπούλινγκ ξαφνικά στη β´ γυμνασίου. Έχουν δώσει δείγματα βίαιης και περιφρονητικής συμπεριφοράς προς άλλα παιδιά ή και ενήλικες πολύ παλιότερα. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτά τα δείγματα παραμελήθηκαν και δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά με παιδαγωγικό τρόπο, ώστε να προληφθούν τα χειρότερα. Και να επισημάνω πως ένα σχολείο δεν έχει ευθύνη μόνο απέναντι στα θύματα, αλλά και προς τους δράστες, οι οποίοι συχνά είναι θύματα άλλης κακοποίησης ή είναι εκτεθειμένοι σε δυσάρεστες καταστάσεις και επιλέγουν τη βία ως διέξοδο από αυτές.

Γ. Και το σημαντικότερο από όλα, για το οποίο επέμενα από παλιά με όλες μου τις δυνάμεις. Τη στιγμή που το Σχολείο έχει τα παιδιά από νηπιακή ηλικία έχει μεγάλη ευθύνη για τη δημιουργία κουλτούρας ισότητας, ανεκτικότητας, προσφοράς, αλληλεγγύης, χωρίς διακρίσεις και παραγκωνισμούς. Τα παιδιά περνάνε στο σχολείο το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής τους, μεγαλύτερο από αυτό που περνούν με τους γονείς τους. Μετά τη δική μου απόλυση έχει κάνει η Σχολή Μωραΐτη κάποια προσπάθεια με συγκεκριμένα και μελετημένα προγράμματα για τη δημιουργία τέτοιας κουλτούρας;
Τα παιδιά που κάνουν μπούλινγκ, που πειράζουν, που κοροϊδεύουν, που δέρνουν αποβλέπουν στον θαυμασμό της ομάδας. Η ομάδα που θαυμάζει, που γελάει με τα καμώματα των νταήδων είναι η ηθική αυτουργός για το μπούλινγκ. Η δουλειά πρέπει να γίνεται αδιάλειπτα με την μεγάλη ομάδα. Η ομάδα πρέπει να αναπτύξει τέτοια κουλτούρα, ώστε να μην ανέχεται καμιά εκδήλωση μπούλινγκ, να μην ανέχεται κάποιο μέλος της να γίνεται θύμα κάποιου άλλου παιδιού. Η ομάδα πρέπει να μάθει να μη θαυμάζει τους νταήδες. Μόνο τότε, όταν δεν εισπράττουν θαυμασμό, αλλά αποδοκιμασία, τα παιδιά δεν καταφεύγουν στο νταηλίκι και στο θα σου δείξω ποιος είμαι εγώ.
Αντί για όλα αυτά οι άνθρωποι της Σχολής Μωραΐτη τώρα πια κοιτάνε από το παράθυρο μήπως φυσήξει αέρας και ρίξει κανένα δέντρο. Και οι διευθυντές μιλάνε στα παιδιά για αθώα, ουδέτερα πράγματα, για τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Και η διοίκηση ασχολείται με θέματα βιτρίνας και εντυπωσιασμού όπως το ironman και το moraitis run.

Δ. Ένα μεγάλο και περιζήτητο σχολείο, όπως το συγκεκριμένο, επιλέγει τους μαθητές και τους γονείς τους. Με πολλών ειδών εξετάσεις, όχι μόνο γνωστικές, και συνεντεύξεις. Όμως πότε σε συνέντευξη γονέων για την εγγραφή νέων μαθητών έγιναν ερωτήσεις για να ανιχνευτεί η ιδεολογία τους σε θέματα ρατσισμού, σεξισμού, ομοφοβίας, εθνικισμού; Ποτέ. Μόνο εγώ έκανα τέτοιες συνεντεύξεις στον περιορισμένο ηλικιακά χώρο του γυμνασίου. Δεν μπορεί όμως το Σχολείο ή κάποιος τρίτος να ισχυρίζεται ότι φταίνε οι γονείς, αφού αυτούς τους γονείς επέλεξε το Σχολείο, για να συνεργαστεί μαζί τους επί δεκαπέντε χρόνια κρίνοντας μόνο από το οικονομικό και κοινωνικό τους στάτους.

Η Σχολή Μωραΐτη και οι διευθυντές της κόπτονται για την αξιολόγηση, ελπίζοντας ότι μέσω αυτής θα χειραγωγούν τους εκπαιδευτικούς.
Με τα πρόσφατα γεγονότα η Σχολή αξιολογήθηκε και βαθμολογήθηκε με μηδέν.
Όσο για τους εκπαιδευτικούς, με την επιστολή που τους έστειλε το Σχολείο, αποδείχθηκε ότι τους θεωρεί ανόητους και οποιαδήποτε αξιολόγηση δεν οδηγεί στο ήδη υιοθετημένο συμπέρασμα η διοίκηση του Σχολείου θα την θεωρεί αναξιόπιστη.

Πατριωτική Αριστερά: Αντιφατικές έννοιες

(Contradictio in terminis)

Ο Κασσελάκης στην τηλεοπτική του συνέντευξη αναφέρθηκε στην πατρίδα και χρησιμοποίησε παράγωγα αυτής της λέξης. Και επέμεινε πολύ στην πατριωτική αριστερά την οποία εκπροσωπεί και είναι πρόεδρος ενός πατριωτικού αριστερού κόμματος. Επικοινωνιακή τοποθέτηση που απευθύνεται συγκινησιακά σε κεντρώους και αριστερούς. Οι κεντρώοι θα θυμηθούν το πατριωτικό Πασόκ, που οργάνωνε τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία και οι αριστεροί θα ακούσουν για αριστερά και θα νομίσουν ότι βρίσκονται σε καλό δρόμο. Και μπορεί να θολώσει το μυαλό και μερικών δεξιών που μόλις ακούσουν κάτι πατριωτικό ξελιγώνονται και ακολουθούν.

Ας δούμε όμως τι σημαίνει πατρίδα. «Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι; Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά;»

Πατρίδα είναι η γη των Πατέρων μας, έννοια συνυφασμένη με την πατριαρχία και τον εθνικισμό. Πατρίδα είναι η γη του έθνους μας και όλων των μεταφυσικών εννοιών που περιλαμβάνει η λέξη έθνος. Δεν είναι τυχαίο που οι μεγάλοι δρόμοι αποκαλούνται εθνικές αρτηρίες. Η γη και το έθνος ενώνονται και σωματοποιούνται, η πατρίδα γίνεται ένας ζωντανός οργανισμός κι εμείς είμαστε τα αιμοσφαίρια που κυκλοφορούν στις αρτηρίες της. Εμείς, το γνήσιο αίμα του έθνους. Οι ξένοι, οι μετανάστες είναι τα μικρόβια που μολύνουν τον οργανισμό και τον οδηγούν σε μαρασμό.

Η πατρίδα, fatherland για τους Άγγλους εθνικιστές και vaterland για τους ναζιστές της Γερμανίας, περιλαμβάνει μόνο τους γνήσιους Έλληνες. Αντίθετα όταν λέω «η χώρα μου», «my country» περιλαμβάνονται όλοι όσοι ζουν σε αυτήν και οι ξένοι σύζυγοι και τα παιδιά Ελληνίδας μητέρας, που έχει παντρευτεί ξένο, και οι ξένοι, μόνιμοι κάτοικοι ή επισκέπτες, και ο Τάιλερ και οι πρόσφυγες και οι Ρομά και οι μειονότητες, εθνικές και θρησκευτικές, που δεν εντάσσονται στο Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών.

Όλοι αυτοί δεν περιλαμβάνονται στην έννοια πατρίδα. Η πατρίδα υψώνει φράχτες για να υπερασπιστεί τα ιερά και τα όσια από τους εισβολείς. Και να ρωτήσω: οι κουμμουνιστές θεωρούνται πλέον πατριώτες ή είναι προδότες; Και οι ομοφυλόφιλοι είναι γνήσιοι Έλληνες ή μήπως είναι εκφυλισμένοι και δεν έχουν το DNA της ράτσας;

Δεν θα αναλύσω βέβαια τώρα την έννοια της αριστεράς. Αλλά η αριστερά οφείλει να προστατεύει και τους Ρομά, που πλημμύρισαν τα σπίτια τους και ζουν περιθωριοποιημένοι, και τους πρόσφυγες να μη φυλακίζει σε δομές και τον φράχτη να γκρεμίσει στον Έβρο και να προσφέρει ασφαλή περάσματα και να μην οργανώνει συλλαλητήρια για το Μακεδονικό. Και να μη συμμαχεί με χώρες και καθεστώτα που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και δολοφονούν αθώους στο όνομα της πατρίδας. . Αλλιώς δεν είναι αριστερά.

Η πατριωτική αριστερά δεν υπάρχει. Είναι δύο έννοιες αντιφατικές. Αλλά δεν είναι δύσκολο να ενοικήσουν στον εγκέφαλο κάποιου που καταφεύγει σε επικοινωνιακά κόλπα.

Και επειδή πλησιάζει η 28η Οκτωβρίου ας μάθει ολόκληρο το ποίημα «Τι ειν’ η πατρίδα μας», για να το απαγγείλει.

Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα,

και κάτι που ‘χουμε μες την καρδιά

και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα

και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!

(Ο ναύαρχος να δώσει το σύνθημα για το χειροκρότημα)

Κυρία Κεραμέως,

Νομοθετήσατε μέτρα, για να αντιμετωπίσετε τη σχολική βία με επιτροπές και γραφειοκρατία, που όμως δεν μπορούν να χειριστούν το νέο σεξουαλικό μπούλινγκ στη Ρόδο και η υπόθεση κατέληξε στην αστυνομία και τον εισαγγελέα. Όταν όμως έφηβοι μαθητές και μαθήτριες καταλήγουν αναπόφευκτα στα χέρια της αστυνομίας, σημαίνει ότι το εκπαιδευτικό σύστημα πάσχει. Βεβαίως η αντιμετώπιση της σχολικής βίας πρέπει να είναι άμεση και αυτονόητη, χωρίς επιπλέον νομοθετήματα, για να φανεί στους αδαείς ότι επιτελείται έργο, αλλά η αντιμετώπιση της σχολικής βίας έρχεται εκ των υστέρων, όταν δηλαδή υπάρχουν θύματα, άρα πολύ αργά. Για αυτό η σχολική βία πρέπει πρωτίστως να προλαμβάνεται. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όμως όχι μόνο δεν την προλαβαίνει, αλλά την αναπαράγει, εφόσον παραμένει πατριαρχικό, σεξιστικό, εθνικιστικό και θρησκόληπτο. Οι παρελάσεις, τις οποίες η τηλεόραση αναμεταδίδει με αναφορές στο μεγαλείο της ελληνικής φυλής, οι κατά βαρβάρων δωρούμενοι αγιασμοί και η έμφαση στην στερεοτυπική οικογένεια καλλιεργούν και αναπαράγουν φαλλοκρατικό εθνικισμό, του οποίου η κάθε μορφής βία αποτελεί βασικό συστατικό.

Θα μου πείτε, ενδεχομένως, ότι στα σχολικά βιβλία υπάρχουν κεφάλαια που αντιμετωπίζουν με χριστιανική φιλευσπλαχνία τους μετανάστες, τα ανάπηρα παιδιά, τα ορφανά και τα παιδιά δυσλειτουργικών οικογενειών, στις οποίες οι γονείς καυγαδίζουν. Το θέμα όμως δεν είναι να ορίσουμε και να περιγράψουμε με χριστιανικό ήθος την ετερότητα του διπλανού θρανίου, αλλά να ανασκευάσουμε την ταυτότητά μας. Όσο το κορίτσι, το προσφυγόπουλο, το σωματικά ανάπηρο και το αυτιστικό παιδί, το παιδί άλλου έθνους και άλλης θρησκείας, το παιδί μονογονεϊκής οικογένειας που δεν είναι ορφανό, το παιδί με γονείς του ίδιου φύλου, το παχύσαρκο και κοντό παιδί παραμένει ο Άλλος, η σχολική βία θα αναπαράγεται συνεχώς. Όσο οι γονείς επιλέγουν να μην αποκαλυφθεί στο σχολείο ότι το παιδί έχει δυσλεξία, αυτισμό, συμπτώματα επιληψίας, πρόβλημα ακοής, αλβανική καταγωγή ή δύο μαμάδες, γιατί η αποκάλυψη αυτή θα αποβεί εις βάρος του παιδιού, το εκπαιδευτικό σύστημα θα πάσχει και πολύ μεγάλο ποσοστό παιδιών θα υποφέρει.

Και θα σας πω και κάτι ακόμη. Γίνεται πάρτι γενεθλίων, αλλά ένα παιδί δεν προσκαλείται. Γίνεται σχολική εκδρομή, αλλά όταν τα παιδιά κάθονται στο εστιατόριο να φάνε, ένα παιδί δεν χωράει σε κανένα τραπέζι. Δεν υπάρχει σε αυτά κανένα παράπτωμα που θα απασχολήσει τις επιτροπές που νομοθετήσατε. Όμως σχολική βία υπάρχει σε πολύ μεγάλο βαθμό, η οποία αργότερα θα πάρει επικίνδυνες διαστάσεις. Γιατί το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο να προσδιορίσουμε την ετερότητα, τον Άλλο, αλλά να διευρύνουμε το Εμείς. Και αυτό πρέπει να γίνεται από το νηπιαγωγείο και το βασικό μάθημα του σχολείου πρέπει να είναι η ισότητα. Και για αυτό είναι απαραίτητο από το νηπιαγωγείο το μάθημα σεξουαλικής αγωγής, ως κατεξοχήν μάθημα ισότητας.

Όσο τα λογοτεχνικά ανθολόγια έχουν ενότητες κειμένων από τη θρησκευτική ζωή, την εθνική ζωή και τα κοινωνικά προβλήματα περιορίζονται στο τσιμέντο και τις πολυκατοικίες μαθαίνετε στα παιδιά ότι η ζωή είναι ένα μουσείο και στα μουσεία δεν μιλάμε και δεν διαμαρτυρόμαστε. Αλλά όπου δεν μιλάμε και αποσιωπούμε εκεί υπάρχουν οι βιασμοί και οι κακοποιήσεις.

Άλλωστε ο σκοπός σας, για να νομοθετήσετε για τη σχολική βία ήταν για να εντάξετε σε αυτήν τις καταλήψεις των σχολείων. Η καταστολή πάντα είναι στο μυαλό σας. Δεν νομοθετήσατε, για να πείτε στους διευθυντές των σχολείων πώς να αντιμετωπίσουν ένα αγόρι που πάει με φούστα στο σχολείο η μια Μαρία, που θέλει να την φωνάζουν Μάριο. Αυτά για σας δεν υπάρχουν.

Ο Πανωλεθρίαμβος της Αξιολόγησης των Εκπαιδευτικών

Η κατάντια της εκπαίδευσης και η αξιολόγηση παίζουν κρυφτό.

—Να τα βγάλω; Ρώτησε η κατάντια.

-Όχι, είπε η αξιολόγηση. Κρύψου κι εγώ θα τα φυλάω.

Το Highgate είναι ένα πολύ ακριβό ιδιωτικό σχολείο του Λονδίνου, που ιδρύθηκε πριν από πέντε αιώνες. Το 2020 το Highgate αξιολογήθηκε ως το καλύτερο σχολείο της Αγγλίας. Την επόμενη χρονιά, το 2021, έγιναν για το ίδιο σχολείο 257 καταγγελίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις από τα αγόρια του σχολείου με θύματα τις συμμαθήτριές τους.
Τα πολύ τελευταία χρόνια έγιναν καταγγελίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις σε δύο ιδιωτικά σχολεία, στα οποία φοιτούν και αριστεύουν τα παιδιά των αρίστων της ελληνικής κοινωνίας και στα οποία η επιλογή των εκπαιδευτικών περνάει από λεπτό κόσκινο. Στο πιο διάσημο από αυτά τα σχολεία οι εκπαιδευτικοί επιλέγονται κατόπιν δοκιμαστικής διδασκαλίας ενώπιον επιτροπής. Εκπαιδευτικός που ως τότε εκτιμούσα πολύ και είχε κυρίαρχο ρόλο σε επιτροπή προσλήψεων μού διηγήθηκε πως απορρίφθηκε υποψήφια καθηγήτρια, γιατί πήρε την κιμωλία και έγραφε στον πίνακα. Γιατί, σύμφωνα με αυτόν, «δεν ήξερε η ανόητη πως έπρεπε να σηκώσει ένα μαθητή να γράψει, γιατί όσο έγραφε εκείνη γυρισμένη στον πίνακα, τα αγόρια θα σχολίαζαν τα οπίσθιά της». Σε αυτήν την πρώτη αξιολόγηση της καθηγήτριας πρυτάνευσε η σεξιστική προκατάληψη της επιτροπής και η καθηγήτρια ατύχησε. Άραγε θα είχε ατυχήσει το ίδιο αν είχε σηκώσει μια μαθήτρια να γράψει στον πίνακα αντί για ένα μαθητή; Αλλά αν το σχολείο δεν έχει κανένα παιδαγωγικό μέσο, για να μαθαίνει στα αγόρια να μην σχολιάζουν τα οπίσθια των γυναικών είναι επόμενο στο ίδιο σχολείο να γίνονται καταγγελίες για βιασμούς, οι οποίοι τελικά αποσιωπώνται και παρακάμπτονται.
Τελευταία ακούμε καθημερινά για ρατσιστικές ενέργειες και αξιόποινες πράξεις εφήβων, για σωματικές και σεξουαλικές κακοποιήσεις από συνομήλικους έφηβους ακόμη και αυτοκτονίες ως αποτέλεσμα μπούλινγκ. Όλα αυτά τα συμπτώματα αξιολογούν προσωπικά την κυρία Κεραμέως και ολόκληρο το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και αναδεικνύουν την αποτυχία τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων. Αυτός όμως είναι ο σκοπός μιας κατεξοχήν ρομαντικής παιδείας που ακόμη δεν έχει γνωρίσει διαφωτισμό. Στην εποχή μας όμως η εθνική και η θρησκευτική συνείδηση πρέπει να αποτελούν ελεύθερες επιλογές του ατόμου εκτός σχολείου και εκπαιδευτικού προγράμματος. Οι εκάστοτε αγωνιστές της εθνικής ανεξαρτησίας μπορεί να μην είχαν πάει σχολείο, να μη γνώριζαν γραφή και ανάγνωση είχαν όμως πολύ αναπτυγμένη εθνική και θρησκευτική συνείδηση. Και πάντως αν ίσχυε ο ρομαντικός στόχος με τον οποίο επιφορτίζει το Σύνταγμα την παιδεία θα έπρεπε οι απόφοιτοι του λυκείου να έχουν πιο ισχυρή εθνική και θρησκευτική συνείδηση από τους αποφοίτους του γυμνασίου και αυτοί με τη σειρά τους να είναι πιο Έλληνες και πιο χριστιανοί από αυτούς που έχουν βγάλει μόνο δημοτικό. Όσο για τους πτυχιούχους πανεπιστημιακών σχολών θα πρέπει όλοι τους ανεξαιρέτως να φτιάχνουν πίτες του Αγίου Φανουρίου.
Τα περί εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης έχουν εισχωρήσει στο ελληνικό Σύνταγμα με ένα και μοναδικό σκοπό: Να διαμορφώσουν ένα εθνικιστικό και θρησκόληπτο εκπαιδευτικό σύστημα που εμφορείται από μισαλλοδοξία, ρατσισμό, σεξισμό και στρατιωτικές αξίες, πλαισιωμένο από αγιασμούς, εκκλησιασμούς, εικονίσματα, παρελάσεις, σημαιοφορίες και εθνικιστικά παραληρήματα, από ένα στραμπουληγμένο μάθημα Ιστορίας και αμετροεπή αποφθέγματα περί ελληνικής γλώσσας, σαν αυτά που ξεστόμισε πρόσφατα ο Προκόπης Παυλόπουλος.
Το Σύνταγμα οφείλει να ορίζει πως σκοπός της παιδείας είναι να διδάσκει πρωτίστως δημοκρατικές αξίες, την ισότητα, την ανεκτικότητα και την ισότιμη αποδοχή του άλλου φύλου, της άλλης εθνικότητας, της άλλης θρησκείας, της άλλης κουλτούρας, του άλλου σεξουαλικού προσανατολισμού, της σωματικής και πνευματικής απόκλισης.
Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όμως δεν έχει ενταχθεί τίποτε από αυτά κι επειδή κάποιες τέτοιες προσεγγίσεις μπορεί να γίνονταν, αλλά πολύ αργά, από το μάθημα της κοινωνιολογίας, εξοβελίστηκε και αυτό.
Αν ποτέ συζητήσετε με παλαιότερους εκπαιδευτικούς που είχαν υποστεί τα δεινά της προ του 1982 αξιολόγησης, κυρίως δασκάλους και φιλολόγους, θα σας πουν πως οι παρατηρήσεις που δέχονταν από τους τότε επιθεωρητές αφορούσαν την εθνικοφροσύνη τους και τα ελληνοχριστιανικά πλαίσια του μαθήματός τους. Προσωπικά δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι και η τωρινή αξιολόγηση, αν της ανοίξουμε την πόρτα, θα γίνεται με στόχο την ελληνοορθόδοξη ευθυγράμμιση.
Ποιος φιλόλογος θα τολμούσε να πει ότι τα δύο έπη αποτελούν καταγραφή μιας προφορικής παράδοσης, που αποδόθηκε σε κάποιον ανύπαρκτο Όμηρο;
Ποιος θα τολμούσε να διδάξει τα αρχαία Ελληνικά με τη μέθοδο του Κέμπριτζ, χωρίς συντακτικές αναλύσεις και γραμματικές αποστηθίσεις, ξέροντας ότι έτσι θα αποτύχει στην αξιολόγηση;
Ποιος θα τολμήσει να πει ότι τα δημοτικά τραγούδια είναι του 19ου αιώνα και ότι είναι ιδεολογικά φορτισμένη η τοποθέτησή τους στο πρώτο κεφάλαιο των ανθολογίων, για να ορίσουν τις απαρχές της λογοτεχνίας; Το «σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις» δεν είναι του 1453, αλλά του 19ου αιώνα, όπως άλλωστε φαίνεται από τους γλωσσικούς τύπους.
Ποιος θα διδάξει λογοτεχνικό κείμενο, παρακάμπτοντας τις παρωχημένες στρουκτουραλιστικές οδηγίες του 1960, χωρίς να οδηγηθεί πάραυτα σε αποτυχία;
Ποιος θα επισημάνει τον σκοταδιστικό ρόλο της Εκκλησίας στην παιδεία κατά την οθωμανική περίοδο και αργότερα, χωρίς να λογοδοτήσει;
Ποιος θα τολμήσει να πει ότι οι γλώσσες διδάσκονται συγχρονικά και όχι διαχρονικά; Ποιος θα πει ότι η γνώση της αρχαίας γλώσσας δεν μας βοηθάει στη γνώση των νέων Ελληνικών;
Και βέβαια κανείς θεολόγος δεν θα μπορέσει ποτέ να πει ότι η φιλολογική επιστήμη έχει αποδείξει ότι τα ευαγγέλια είναι χρονικά μεταγενέστερα των ευαγγελιστών και ότι το κατά Ιωάννην και η Αποκάλυψη έχουν γραφεί από διαφορετικά πρόσωπα σε διαφορετικές εποχές.

Ο άλλος στόχος της αξιολόγησης είναι η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών και ιδιαίτερα των νεοδιόριστων, που είναι οι πλέον αδύναμοι και οι πλέον ευάλωτοι. Αυτοί πρέπει να μάθουν τη δύναμη της εξουσίας και της ιεραρχίας, να μάθουν να υπακούουν, να μην αντιδρούν και κυρίως να μην απεργούν, να μη συνδικαλίζονται και να μην παίρνουν μέρος σε διαδηλώσεις. Και κάθε πρωί να περνούν από το γραφείο και να λένε «καλημέρα σας, κύριε διευθυντά».
Η ελληνική κυβέρνηση έχει εμπιστοσύνη στο εκπαιδευτικό σύστημα, στα αναλυτικά προγράμματα, στα σχολικά βιβλία, στις εισαγωγικές εξετάσεις, στους απόφοιτους των πανεπιστημιακών σχολών, των στρατιωτικών σχολών, των σχολών της αστυνομίας, των ολιγόμηνων εκπαιδεύσεων των ειδικών φρουρών, αλλά δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στους πτυχιούχους των πανεπιστημιακών σχολών, αν πρόκειται αυτοί να διδάξουν σε σχολεία. Ίσως να τους υποβιβάζει και αυτούς σε αποφοίτους λυκείου, όπως τους καλλιτέχνες. Και μαζί τους πλέον συμπαρασύρουν και εκείνους τους γονείς που βλέπουν ναρκισσιστικά τα παιδιά τους ως συνέχεια των εαυτών τους. Η κοινωνία δεν εμπιστεύεται τους εκπαιδευτικούς που είναι νέοι, γιατί είναι άπειροι, αλλά δεν εμπιστεύεται ούτε τους μεγαλύτερους, γιατί δεν έχουν κατανόηση για τα παιδιά. Και επιπλέον όλοι οι Έλληνες ξέρουν την αληθινή ιστορία, όχι αυτήν που λένε οι ιστορικοί, οι στρατιωτικοί ξέρουν καλύτερα τη γραμματική από τους δασκάλους και τους φιλόλογους, οι πολιτικοί μηχανικοί που έχουν βγάλει Πολυτεχνείο ξέρουν καλύτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία από τους εκπαιδευτικούς που έχουν βγάλει ένα απλό πανεπιστήμιο. Οι δικηγόροι, οι γιατροί και οι καπετάνιοι ξέρουν καλύτερα παιδαγωγικά. Και το πανεπιστήμιο της ζωής είναι αυτό που δίνει τα καλύτερα διπλώματα σε όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών.
Ως γυμνασιάρχης σε ιδιωτικό σχολείο επί 23 χρόνια είχα προσλάβει πολλούς εκπαιδευτικούς. Η διοίκηση του σχολείου με πίεζε να προτιμώ άνδρες με διδακτική εμπειρία. Δεν εκδήλωνα προτίμηση ως προς το φύλο, αλλά πάντα προσλάμβανα άπειρους εκπαιδευτικούς που δεν είχαν μπει ποτέ σε τάξη. Και θα σας πω γιατί. Ένας νέος ή μια νέα που αποφασίζει να γίνει εκπαιδευτικός, με όλες τις αντιξοότητες του επαγγέλματος και τις πολύ χαμηλές απολαβές, και τελειώνει το πανεπιστήμιο και συχνά και μεταπτυχιακά και παρακολουθεί σεμινάρια και ενημερώνεται και μελετά πολύ, το κάνει από μεράκι. Αυτό το μεράκι προσλάμβανα με σκοπό να κάνω τα πάντα, για να διατηρηθεί και να μη μαραζώσει. Γιατί κι εγώ έκανα καθημερινά μια απλή αξιολόγηση. Αν ο καθηγητής έμπαινε στην τάξη χαμογελαστός κι έβγαινε χαμογελαστός, ήξερα ότι είχε γίνει καλό μάθημα. Κι αν δεν ήταν χαμογελαστός έριχνα την ευθύνη σε εμένα. Εγώ έφταιγα για εκείνο το χαμόγελο που έλειπε και προσπαθούσα να επανορθώσω.
Θα κάνω τώρα μια παρένθεση. Στο γυμνάσιο ένας φυσιογνώστης μπορεί να του ζητηθεί να διδάξει Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Βιολογία, Γεωγραφία και Γεωλογία. Για ποιο μάθημα θα αξιολογηθεί; Όλα αυτά τα μαθήματα μπορεί να διδαχθούν από όλες τις αντίστοιχες ειδικότητες και στα μικρά σχολεία αυτά συμβαίνουν, γιατί εκτός από τα Μαθηματικά, τα υπόλοιπα μαθήματα είναι μονόωρα και μόνο με τις διπλές και τριπλές αναθέσεις συμπληρώνονται τα ωράρια και αντιμετωπίζονται οι ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς. Κι αν διαπιστωθεί ότι ο φυσιογνώστης δεν διδάσκει καλά τα Μαθηματικά και ο φυσικός δεν διδάσκει καλά τη βιολογία και η καθηγήτρια των Γαλλικών και ο θεολόγος δεν διδάσκουν καλά την Ιστορία τίνος θα είναι η ευθύνη;
Είχα δεχθεί πολλές πιέσεις από τη διοίκηση του σχολείου, για να μπαίνω στην τάξη και να παρακολουθώ το μάθημα, κυρίως των νέων εκπαιδευτικών. Αρνήθηκα κατηγορηματικά και δεν το έκανα ποτέ. Και εξηγώ το γιατί:
Ένας καινούργιος εκπαιδευτικός στο σχολείο έχει μειωμένο κύρος και συχνά αυτό το εκμεταλλεύονται τα παιδιά και δυστυχώς και μερικοί παλαιοί συνάδελφοι. Το να μπει μέσα στην τάξη, για να παρακολουθήσει το μάθημα ο διευθυντής ή ο σχολικός σύμβουλος έχει ως συνέπεια να κλονίσει στα μάτια των παιδιών και των γονέων τους ακόμη και αυτό το λίγο κύρος και να το εξαφανίσει. Τα παιδιά ξέρουν πως εκείνη την ώρα εξετάζεται αν ξέρει το μάθημα ο δάσκαλός τους και αναρωτιούνται τι βαθμό θα πάρει.
Το να εισβάλει μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας ο διευθυντής ή ο σύμβουλος έχει μοναδικό σκοπό να δείξει στον εκπαιδευτικό και στα παιδιά ποιος πραγματικά έχει την εξουσία. Την επόμενη φορά που κάποιος γονιός θα έχει ένα παράπονο ή κάποια αμφιβολία δεν θα απευθυνθεί στον εκπαιδευτικό, αλλά θα πάει κατευθείαν στον διευθυντή.
Όλα για αυτό το παιχνίδι εξουσίας γίνονται και μόνο για αυτό. Κατά τα άλλα, ο σύμβουλος και ο διευθυντής όταν μπουν στην τάξη θα δουν μόνο πώς αντιδρά ο εκπαιδευτικός όταν έχει το μαχαίρι στο λαιμό και σε καμιά περίπτωση δεν θα ξέρουν τι μάθημα κάνει, όταν είναι μόνος του με τα παιδιά.
Στους καινούργιους εκπαιδευτικούς πάντα έλεγα ότι τα δύο πρώτα χρόνια θα κάνουν πολλά λάθη, γιατί αυτό είναι αναπόφευκτο. Αλλά δεν πρόκειται να κριθούν από τα λάθη που κάνουν τα δύο πρώτα χρόνια, αλλά μόνο από τα σωστά. Και για τα λάθη τους να ξέρουν πως πάντα θα είμαι πρόθυμος να βοηθήσω και να τα διορθώσουμε μαζί.
Και στη διοίκηση του σχολείου έλεγα πως οι άνθρωποι δεν αποδίδουν σε ένα κλίμα ελέγχου, αστυνόμευσης, αμφισβήτησης και ανασφάλειας. Κάθε εργαζόμενος αποδίδει καλύτερα όταν στο εργασιακό περιβάλλον επικρατεί κλίμα εμπιστοσύνης, ασφάλειας, αναγνώρισης, συναίνεσης και γενικότερα ευημερίας.
Και τώρα θα κληθώ να απαντήσω στο μεγάλο ερώτημα. Είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί καλοί; Δεν υπάρχουν εκπαιδευτικοί παραιτημένοι και αδιάφοροι; Και τι κάνουμε με αυτούς; Θα τους υποστούν τα παιδιά μας;
Όπως είπα και πριν εκπαιδευτικοί γίνονται όσοι έχουν αυτό το μεράκι της πολύ δύσκολης και γεμάτης άγχος δουλειάς. Δεν γίνονται όσοι θέλουν να βγάλουν λεφτά, ούτε όσοι είναι τεμπέληδες, όπως λένε κάποιοι καλοθελητές. Ξεκινούν όλοι με αυτό το μεράκι και κάποιοι στη διαδρομή το χάνουν. Γιατί το χάνουν;
Στο γυμνάσιο η Φυσική, η Χημεία, η Βιολογία, η Γεωγραφία διδάσκονται μία ώρα την εβδομάδα, ενώ τα Θρησκευτικά δύο. Από τη μία εβδομάδα ως την άλλη δεν θυμάται το παιδί το μάθημα της Φυσικής που παραδόθηκε πριν από μέρες και δεν καταλαβαίνει τι διαβάζει στο βιβλίο την προηγουμένη του μαθήματος και δεν είναι σε θέση να λύσει τις ασκήσεις. Κι αν χαθεί το μάθημα μιας βδομάδας λόγω αργίας ή άλλου λόγου τα πράγματα χειροτερεύουν. Το παιδί δεν καταλαβαίνει και φταίει ο εκπαιδευτικός που δεν τα εξηγεί καλά και το παιδί χρειάζεται φροντιστήριο. Από την άλλη ο εκπαιδευτικός που διδάσκει το μονόωρο μάθημα σε πόσες τάξεις πρέπει να μπει, για να συμπληρώσει το ωράριο, πόσους μαθητές θα έχει; Πότε θα τους μάθει; Αν βάλει μια εργασία ή ένα τεστ πότε θα διαβάσει αυτές τις εργασίες, πότε θα βαθμολογήσει τα τεστ; Ο εκπαιδευτικός σιγά σιγά μαθαίνει να έχει λιγότερες απαιτήσεις από τον εαυτό του και από τα παιδιά. Μονόωρα μαθήματα δεν πρέπει να υπάρχουν. Πρέπει να διδάσκονται περισσότερες ώρες και σε διαφορετικούς κύκλους ανά έτος.
Αλλά και για τα φιλολογικά μαθήματα που είναι δίωρα ισχύουν τα ίδια. Ο φιλόλογος στο ίδιο τμήμα διδάσκει 6 διαφορετικά αντικείμενα. Αν πάρει τα τετράδια μία φορά την εβδομάδα για κάθε αντικείμενο σε τάξη 20 παιδιών θα παίρνει 120 τετράδια την εβδομάδα μόνο από ένα τμήμα. Αν κάνει μάθημα σε δύο τμήματα αυτό σημαίνει 240 τετράδια την εβδομάδα, χώρια τα τεστ και οι εκθέσεις. Άρα χρειάζεται και ο φιλόλογος να κάνει εκπτώσεις στη δουλειά του.
Πέρα από αυτά τα εγγενή προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος και του σχολικού προγράμματος που πρέπει να αντιμετωπιστούν, υπάρχουν και άλλα πολλά που μπορούν να γίνουν. Το συνεχές παράπονο των εκπαιδευτικών είναι ότι δεν αναγνωρίζεται το έργο τους, ότι είναι μόνοι τους, κανείς δεν ζητάει τη γνώμη τους και κανείς δεν την ακούει και ό,τι κάνουν πάει χαμένο. Όλα αυτά μαζί με τη στασιμότητα και την οικονομική εξαθλίωση οδηγούν σε μαρασμό.
Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να έχουν φωνή μέσα στο σχολείο και η φωνή τους να ακούγεται. Και θα ακούγεται αν όλα αποφασίζονται σε ολιγομελείς εβδομαδιαίες συνεδριάσεις εντός του σχολικού προγράμματος. Οι συνεδριάσεις πρέπει να γίνονται σε ευχάριστη ατμόσφαιρα, σε κλίμα εμπιστοσύνης που θα ενθαρρύνει ατομικές πρωτοβουλίες και έτσι κανείς δεν θα αποσύρεται και κανείς δεν θα αισθάνεται στάσιμος και περιθωριοποιημένος.
Πρέπει να γίνεται συνεδρίαση των εκπαιδευτικών του τμήματος, π.χ. όταν τα παιδιά κάνουν γυμναστική, και να συζητιέται η πορεία κάθε παιδιού και να αναζητούνται λύσεις για τα προβλήματά τους. Να διοριστούν συντονιστές για κάθε μάθημα και κάθε ειδικότητα, που θα έχουν μειωμένο ωράριο και οικονομικό επίδομα. Με ειδική χορηγία από το υπουργείο να αγοράζονται επιστημονικά εγχειρίδια από τη διεθνή βιβλιογραφία και συνδρομές σε επιστημονικά περιοδικά. Οι εκπαιδευτικοί της ειδικότητας να συνεδριάζουν κάθε βδομάδα και με την καθοδήγηση του συντονιστή να ενημερώνονται διαρκώς για την επιστήμη τους και να αναζητούν τρόπους για να γίνεται καλύτερο το μάθημά τους και να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε συνέδρια με εισηγήσεις τους ή ως ακροατές. Επίσης κάθε βδομάδα να συνεδριάζει ο διευθυντής με τους υπεύθυνους καθηγητές τάξης και να συζητούν και να συναποφασίζουν όλοι μαζί για την πορεία του σχολείου, για παιδαγωγικά και πειθαρχικά θέματα, για τις σχέσεις με τους γονείς και τις κρατικές υπηρεσίες. Και να οργανώνουν μαζί προγράμματα, δράσεις και εκδηλώσεις, ώστε να διαμορφωθεί κοινή κουλτούρα μεταξύ εκπαιδευτικών και παιδιών, όχι για να αντιμετωπίζει, αλλά για να προλαβαίνει εκδηλώσεις σεξισμού, ρατσισμού και βίας. Και η κουλτούρα ισότητας από όλους προς όλους να τονίζεται σε καθημερινή βάση και σε όλα τα μαθήματα. Και ας καταλάβουν όλοι πως το μάθημα σεξουαλικής αγωγής δεν είναι τεχνικό μάθημα. Είναι κυρίως μάθημα ανθρωπίνων σχέσεων. Και γιαυτό πρέπει να αρχίζει από το νηπιαγωγείο. Και ως μάθημα δεν έχει σκοπό να τραυματίσει αθώες ψυχές, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, αλλά να προστατεύσει τις αθώες ψυχές να μην τραυματιστούν.
Η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν θέλει να κάνει τίποτε από αυτά. Ξέρει μόνο να αντιμετωπίζει τα πάντα με αστυνομία. Και θέλει να μετατρέψει τους σχολικούς συμβούλους και τους διευθυντές των σχολείων σε αστυνομικούς. Αυτοί όμως θα δεχθούν αυτόν τον ρόλο;

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΙ. ΠΑΙΔΟΝΟΜΟΙ ΕΙΝΑΙ.

Ποτέ δεν επιδοκίμασα τις εγκωμιαστικές δημοσιεύσεις για τον παπά της Κιβωτού και αντιπαρέρχομαι τα περί εντιμότητας και ηθικής ακεραιότητας, που άλλωστε επί τόσα χρόνια δεν είχαν ποτέ αμφισβητηθεί. Πάντοτε όμως θεωρούσα πως ένας παπάς (ή μια φιλάνθρωπος κυρία) είναι πρόσωπο ακατάλληλο, για να του εμπιστευθεί κανείς τις ζωές παιδιών. Μπορεί ένας φιλόστοργος παπάς να αναλάβει την κηδεμονία τεσσάρων ή πέντε παιδιών και με την αγάπη του να αναπληρώνει τους περιορισμένους ορίζοντες της παιδαγωγικής του, αλλά ως εκεί.

Με απόλυτη επίγνωση των λόγων μου καταγγέλλω ότι είναι αδύνατον να υπάρξει χώρος με πολλά παιδιά, είτε λέγεται ορφανοτροφείο, ή ίδρυμα, ή δομή, χωρίς κακοποίηση των παιδιών. Και, για να το πάω παραπέρα, δεν μπορεί να υπάρξει σχολείο χωρίς σεξουαλική, σωματική, ή ψυχολογική κακοποίηση παιδιών από συνομήλικα, μεγαλύτερα, ή πολύ μεγαλύτερα άτομα. Και όποιος διευθυντής ισχυρίζεται ότι στο σχολείο του δεν υπάρχει κακοποίηση στην πραγματικότητα λέει «δεν θέλω να βλέπω, να ακούω, να ξέρω, θέλω την ησυχία μου». Παρόλο που σε ένα σχολείο μπορεί να υπάρχουν προγράμματα κατά του μπούλιγκ, του ρατσισμού, της ομοφοβίας, της σεξουαλικής και γενικότερα της σωματικής επιθετικότητας, πάντα υπάρχει χώρος για παραβατικότητα που απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση των εκπαιδευτικών. Και δεν ισχυρίζομαι ότι στα σχολεία δεν κακοποιούνται τα παιδιά από τους εκπαιδευτικούς, γιατί και ένα παιδικό κείμενο που επιστρέφει στο παιδί γεμάτο κοκκινίλες από το δάσκαλο είναι μια μορφή ψυχολογικής κακοποίησης που κλονίζει την αυτοπεποίθηση του παιδιού. Όμως σταδιακά η εκπαιδευτική κοινότητα αποδέχεται πως η επιδοκιμασία των θετικών στοιχείων σε ένα κείμενο, σε μια άσκηση, σε μια συμπεριφορά έχει καλύτερα αποτελέσματα από την τιμωρία και την αποδοκιμασία. Στις δομές και στα ιδρύματα όμως, όπου δεν υπάρχουν παιδαγωγικά πρόγραμματα και κανένα είδος πρόληψης της παραβατικότητας δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι δεν θα γίνονται κακοποιήσεις.

Συνεχώς διαβάζω αυτές τις ημέρες για τις κακοποιήσεις των παιδιών της Κιβωτού από τους «παιδαγωγούς» της δομής. Δεν ξέρω ποιος τους βάφτισε παιδαγωγούς, αλλά δεν είναι παιδαγωγοί, παιδονόμοι είναι, που θέτουν σε εφαρμογή τις ιδεοληψίες τους.

Θα φέρω ένα παράδειγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί τελείως ασήμαντο. Κάποτε στο σχολείο είχαμε ένα κορίτσι με μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα που το παρακολουθούσε παιδοψυχίατρος. Πολύ ντροπαλό, θλιμμένο κι αμίλητο κορίτσι, που κάποια στιγμή άρχισε να ντύνεται πιο «κοριτσίστικα» ή έξαλλα κατά την γνώμη κάποιων πολύ συντηρητικών. Χαρήκαμε τότε, γιατί θεωρήσαμε πως το παιδί είναι σε καλό δρόμο και ότι με το ντύσιμό του μας μιλάει. Κάποια στιγμή έρχεται στο γραφείο μου κάποια από τη γραμματεία και μου λέει για τη συγκεκριμένη κοπέλα πως την έδιωξε από το γραφείο και της είπε να μην ξαναπατήσει στα γραφεία έτσι ντυμένη και ότι αυτό το ντύσιμο δεν επιτρέπεται στο σχολείο. Της είπα ότι μίλησε έτσι στο παιδί, επειδή δεν είναι εκπαιδευτικός και ποτέ εκπαιδευτικός δεν θα μιλούσε έτσι σε ένα παιδί. Ψιλά γράμματα θα μου πείτε και πως οι δικαστικές αρχές δεν ερευνούν τις ψυχολογικές κακοποιήσεις και ούτε ξέρουν τι είναι. Σωστά, αλλά το συγκεκριμένο κορίτσι δεν θα ξεχάσει αυτήν την προσβολή ποτέ στη ζωή του κι αν ξέρατε σε ποιο κορίτσι αναφέρομαι θα ανατριχιάζατε. Αλλά αυτό δεν θα το μάθετε.

Για όλους αυτούς τους λόγους επιμένω πως σε όλα τα ιδρύματα και τις δομές παιδιών πρέπει να μπει λουκέτο. Τα παιδιά πρέπει να ανατίθενται σε ανάδοχες οικογένειες, υπό τη συνεχή επίβλεψη κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων. Κι εκεί θα υπάρχουν κακοποιήσεις, αλλά σε περιορισμένη έκταση, γιατί οι ανάδοχες οικογένειες μπορούν να ελέγχονται πιο εύκολα χωρίς τη βιτρίνα ενός παπά, ενός μητροπολίτη ή μιας φιλανθρώπου πλούσιας κυρίας.

Παιδαγωγικές επιλογές της Σχολής Μωραΐτη

Πώς θα σας φαινόταν αν ο όρος ironman έμπαινε στα ιδεώδη που υπηρετεί το σχολείο του παιδιού σας; Και πώς θα σας φαινόταν αν το παιδί σας προσέφερε εθελοντική εργασία σε ένα ironman event στη Vouliagmeni (ελληνική Ριβιέρα) και στις εγκαταστάσεις του Costa Navarino; Ντροπής πράγματα, που ευτυχώς συμβαίνουν μόνο στη Σχολή Μωραΐτη. Αν το παιδί σας φοιτά σε άλλο σχολείο δεν κινδυνεύει από τέτοια παιδαγωγική, αλλά χάνει από upper class δημόσιες σχέσεις. Κι επειδή ελπίζω να αγνοείτε τον όρο Ironman Triathlon σας ενημερώνω ότι είναι μια διακρατική αθλητική συνάντηση που διαχειρίζεται η Ironman Group, ιδιοκτησίας της Advance Publications, μιας από τις μεγαλύτερες αμερικανικές επιχειρήσεις με έδρα το Μανχάτταν. Πολλοί ήταν οι χορηγοί της οργάνωσης στην Ελλάδα που αγκαλιάστηκε από την κυβέρνηση και προσωπικά από την υφυπουργό Σοφία Ζαχαράκη, η οποία εξήρε τη συνεργασία της πολιτείας και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όλοι οι παράγοντες της οργάνωσης ήταν βαθιά συγκινημένοι και όπως λέει ο Αλέξανδρος Χριστοδούλου: «Είμαι πολύ περήφανος που έγινε στην Ελλάδα αλλά και που ως Οικογένεια Χριστοδούλου στηρίξαμε αυτήν την πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα διοργάνωση…Ένιωσα μεγάλη συγκίνηση που ακούσαμε τον Εθνικό Ύμνο πριν πέσουμε στη θάλασσα ενώ εξαιρετική ήταν και η επιλογή να χορέψουμε τον χορό των κυμάτων υπό τους ήχους του Ζορμπά».
Δεν νομίζω ότι η διεύθυνση της Σχολής Μωραΐτη αγνοεί ότι ο σεξιστικός, μιλιταριστικός και ρατσιστικός όρος Ironman δεν έχει θέση σε ένα σχολείο. Δεν το αγνοεί, αλλά υπερτερεί ο ασίγαστος πόθος για δημόσιες σχέσεις υψηλού επιπέδου. Πάνω από όλα δεν ενδιαφέρεται για την παιδεία που προσφέρει αλλά να γίνει, όπως και το Κολλέγιο Αθηνών, σχολείο που εξασφαλίζει γνωριμίες και διασυνδέσεις.
Ο ίδιος στόχος οδήγησε το Σχολείο αυτό στη συνεργασία από την περασμένη άνοιξη με τη ΜΚΟ Home Project, διοικητικό στέλεχος της οποίας είναι η πρώτη εξαδέλφη του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Αντιγόνη Λυμπεράκη. Και μια μεγάλη ευκαιρία να εξάρει τις πολιτικές επιλογές του πρωθυπουργού ήταν να δεχθεί ως μαθητές του Σχολείου δύο προσφυγόπουλα από την Ουκρανία. Επί τόσα χρόνια η Σχολή Μωραΐτη αγνοούσε ότι υπήρχαν ασυνόδευτα προσφυγόπουλα στην Ελλάδα, αλλά συγκινήθηκε μόλις κατέφθασαν τα πρώτα ξανθά και γαλανομάτικα της νατοϊκής πολιτικής. Και αγνοεί ότι υπάρχουν και άλλες οργανώσεις που αναλαμβάνουν ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, αλλά αδιαφορεί για αυτές, εφόσον δεν έχουν σχέση με την Αντιγόνη Λυμπεράκη.
Δέχεται όμως και άλλα προσφυγόπουλα από την Home Project να παίζουν κάθε Σάββατο στις εγκαταστάσεις του Σχολείου. Για να υλοποιηθεί όμως αυτό το πρόγραμμα η Σχολή ζητάει πιεστικά από τους εκπαιδευτικούς της να προσφέρουν «εθελοντική» εργασία. Οι εκπαιδευτικοί να εργάζονται δωρεάν, για να προσφέρει φιλανθρωπικό έργο η Σχολή Μωραΐτη. Φιλανθρωπία by proxy. Πριν προσφέρουν την δωρεάν εργασία τους, θα ήθελα να υπενθυμίσω στους εκπαιδευτικούς της Σχολής Μωραΐτη τα λόγια της Αντιγόνης Λυμπεράκη: «Οι φτωχοί κάνουν λάθος επιλογές».

Η κηδεία της Φρειδερίκης

Όταν ήρθαμε στη Βαρυμπόμπη το 1978, παλιοί κάτοικοι μάς είπαν ότι είμαστε πολύ τυχεροί που είχε φύγει η βασιλική οικογένεια, γιατί οδηγούσαν πολύ γρήγορα κι επικίνδυνα μες στη μέση του δρόμου. Εγώ είχα αντίθετη άποψη. Ήθελα μια καλή γειτόνισσα, όπως η Φρειδερίκη, γιατί άνθρωποι είμαστε, σου λείπει ένα λεμόνι, ένα φλιτζάνι ζάχαρη, έχεις μια πόρτα να χτυπήσεις σε ώρα ανάγκης. Όταν μετά από τρία χρόνια έμαθα ότι πέθανε, ράγισε η καρδιά μου, έχανα δικό μου άνθρωπο.

Η κυβέρνηση Ράλλη έδωσε άδεια να γίνει η ταφή στο Τατόι και να προσγειωθούν τα αεροπλάνα των βασιλιάδων στο αεροδρόμιο Τατοΐου και να φύγουν το βράδυ. Αυτό σήμαινε πως η πομπή θα περνούσε μπροστά από την πόρτα μας και θα κάναμε χάζι.

Η μικρή μου κόρη δεν είχε εξοικειωθεί με την έννοια του θανάτου. Κυρίως την προβλημάτιζαν τα κοτόπουλα που αγοράζαμε από το σουπερμάρκετ. Τα έβλεπε κι αναφωνούσε «δεν έχει καφάλι». «Όχι δεν έχει κε-φά-λι» επαναλάμβανα εγώ τονίζοντας μία μία τις συλλαβές. Ο θάνατος της Φρειδερίκης ήταν τώρα μια ευκαιρία να εξοικειωθεί με τον ανθρώπινο θάνατο, αλλά από απόσταση. Της εξήγησα ότι θα την φέρουν μέσα σε ένα κουτί και μετά θα την βάλουν στο χώμα. Και ότι πέθανε, γιατί ήταν πολύ γριά και άρρωστη.

Η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει από δυο μέρες νωρίτερα τη διέλευση αυτοκινήτων, ώστε να μην πλακώσουν στην κηδεία όλοι οι βασιλόφρονες και δημιουργηθούν επεισόδια. Τους πιο φανατικούς όμως δεν τους συγκρατούσε τίποτε. Περάσανε τις ραχούλες με τα πόδια και τους έβλεπες ξαφνικά μπροστά στην κουζίνα. Αγριεμένες μούρες, που σε έκαναν να νομίζεις ότι ο εμφύλιος δεν τέλειωσε ακόμη. Με το στέμμα στο πέτο ή στο καπέλο έρχονταν να προσκυνήσουν τη βασίλισσά τους, όπως έλεγαν. Πού θα έτρωγαν και πού θα κοιμόντουσαν Φλεβάρη μήνα όλοι αυτοί οι άνθρωποι καθόλου δεν τους ένοιαζε. Ξημέρωσε η μέρα της κηδείας και ο δρόμος γέμισε από πεζούς που είχαν παραταχθεί και περίμεναν την πομπή. Και προς το μεσημέρι άρχισαν να φθάνουν τα πρώτα αυτοκίνητα, που γίνονταν συνεχώς περισσότερα και κινούνταν με πολύ αργό ρυθμό. Τόσο που άναψε το αυτοκίνητο του Ιπποκράτη Σαββούρα και το έβγαλε παράμερα, για να ρίξει νερό στο ψυγείο. Και το μικρό κορίτσι που ήθελε να δει πραγματική βασίλισσα απογοητεύτηκε, όταν της έδειξα τη μαυροφορεμένη Σοφία, γιατί περίμενε να δει κάποια σαν την μητριά της Χιονάτης. Κι από πίσω ακολουθούσε το αυτοκίνητο με το φέρετρο. Και της είπα «να εκεί μέσα είναι η πεθαμένη βασίλισσα» κι εκείνη με ρώτησε «έχει καφάλι;»

Μνημείο Θυμάτων Αστυνομικής Βίας

Άρθρο μου στην Αυγή, την Κυριακή, 12 Ιουνίου 2022

Τον Μάρτιο του 2013 η καθηγήτρια Εγκληματολογίας Αναστασία Τσουκαλά έδωσε μια διάλεξη στους τριτοετείς της Σχολής Αξιωματικών της ΕΛΑΣ με θέμα «Ρατσισμός και Ξενοφοβία». Όπως διηγήθηκε η ίδια στην εκπομπή των Κ. Ακριβοπούλου και Ν. Μπογιόπουλου στο Real Fm, στο τέλος της δίωρης διάλεξης ένας δόκιμος αξιωματικός την προκάλεσε λέγοντας πως η ουσία της διάλεξής της ήταν αδιανόητη, γιατί εξομοίωνε Έλληνες και αλλοδαπούς. Η καθηγήτρια απάντησε με τη σειρά της πως της ήταν αδιανόητος ο διαχωρισμός σε ανθρώπους και υπανθρώπους και πως τέτοιους διαχωρισμούς κάνει ο φασισμός. Τότε ο δόκιμος απάντησε: «Μα είμαστε φασίστες και είμαστε περήφανοι που είμαστε φασίστες. Υπάρχει κανένα πρόβλημα;». Ακολούθησε το θυελλώδες χειροκρότημα των υπόλοιπων δοκίμων, ενώ οι εκπαιδευτές που ήταν παρόντες δεν αντέδρασαν.
Η καθηγήτρια απάντησε πως πρέπει οι αστυνομικοί να παρακάμπτουν τις πολιτικές τους πεποιθήσειςπως καιπως το μόνο που ενδιαφέρει είναι να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο δρόμο με τρόπο απρόσωπο και ουδέτερο, σύμφωνα με τις αρχές της ισονομίας. Τότε άλλος δόκιμος πήρε το λόγο και της είπε πως θα πρέπει να ντρέπεται ως καθηγήτρια εγκληματολογίας, γιατί θα έπρεπε να γνωρίζει πως ο νόμος είναι κοινωνική κατασκευή και πως είναι απλώς μια αντανάκλαση των εκάστοτε κοινωνικών, πολιτικών και άλλων συγκυριών και άρα κατ’ επέκταση είναι αδιανόητο το ότι απαιτούσε από τους αστυνομικούς να εκτελούν έναν νόμο με τον οποίο δεν συμφωνούν. Και αυτό το σχόλιο έτυχε πολλών χειροκροτημάτων και πάλι οι εκπαιδευτές δεν αντέδρασαν.
Έξι μήνες αργότερα, στις 18 Σεπτεμβρίου του 2013 δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας, υπό την πλήρη ανοχή της αστυνομίας.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 17 Νοεμβρίου του 2017 η Αναστασία Τσουκαλά τραυματίστηκε σοβαρά από φωτοβολίδα της αστυνομίας. Κινδύνεψε η ζωή της, αλλά της έμεινε μόνιμη αναπηρία. Η αστυνομία παραποίησε τα στοιχεία και αποφάνθηκε ότι τη φωτοβολίδα έριξαν αντιεξουσιαστές.
Τον επόμενο Σεπτέμβρη του 2018 ο δικηγόρος στη δίκη της Χρυσής Αυγής Κώστας Παπαδάκης δήλωσε πως πρέπει να παραπεμφθούν στο εδώλιο μαζί με τους κατηγορούμενους και οκτώ αστυνομικοί ως μέλη της ΧΑ γιατί όχι μόνο δεν απέτρεψαν το έγκλημα, αλλά με την παρουσία τους συνήργησαν στη δράση των χρυσαυγιτών που κυνήγησαν τον Παύλο Φύσσα.
Βεβαίως αυτό δεν συνέβη, γιατί οι αστυνομικοί ποτέ δεν τιμωρούνται κι ας έχουν δολοφονήσει τόσους ανθρώπους, ακόμη και παιδιά. Οι αστυνομικοί παρακάμπτουν τους νόμους και εφαρμόζουν τους αυτοσχέδιους δικούς τους φασιστικούς νόμους υπό την πλήρη ανοχή των δικαστηρίων. Οι Κορκονέας και Σαραλιώτης τιμωρήθηκαν με ισόβια ο πρώτος και με δεκαετή φυλάκιση ο δεύτερος, γιατί η δικαιοσύνη του δρόμου μπήκε μέσα στα δικαστήρια και επεβλήθη. Όμως ο Σαραλιώτης μετά από λίγους μήνες σε δικάσιμο που δεν ανακοινώθηκε και οι δρόμοι ήταν άδειοι αποφυλακίστηκε, γιατί ήταν άρρωστος ο πατέρας του. Στο εφετείο της Λαμίας και η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν άδεια, όπως άδειοι ήταν και οι δρόμοι και ο Σαραλιώτης αθωώθηκε πλήρως κι ο Κορκονέας αποφυλακίστηκε με ταχυδακτυλουργικές διαδικασίες.
Μετά το 1974 οι δολοφόνοι αστυνομικοί είτε δεν παραπέμφθηκαν, είτε αθωώθηκαν, είτε τους επιβλήθηκε πρωτόδικα μια μικρή ποινή με αναστολή και στη συνέχεια αθωώθηκαν στο εφετείο. Πρόσφατο παράδειγμα η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου.
Για τους δολοφόνους αστυνομικούς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Για τα θύματά τους όμως πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε: Για τον Τάσο Μαγλαρίδη, τη Σταματίνα Κανελλοπούλου, τον Ιάκωβο Κουμή, τον Μιχάλη Καλτεζά, την Μανώλη Κανδαλέοντα, τον Άγγελο Μαυροειδή, τον Δημήτρη Κίκερη, τον Περικλή Ρεπάκη, τον Μανόλη Κοντόπουλο, τον Ιωάννη Νεμετζίδη, τον Σουλεϊμάν Ακιάρ, τον Θοδωρή Γιάκα, τον Άλμπερτ Κούκα, τον Τάσο Μουράτη, τον Άγγελο Τζελάλ, τον Μάρκο Μπουλάτοβιτς, τον Νικόλαο Λεωνίδη, τον Μαρίνο Χριστόπουλο, τον Σεντγκάκ Σελνίκου, τον Ίλμι Λατές, τον Μοχάμετ Χαμούτ, τον Λούτφη Οσμάντζε, τον Βασίλιε Ιόν, τον Νίκο Σακκελίωνα, τον Ζακ Κωστόπουλο και αναρίθμητους άλλους.
Για να μην ξεχαστούν είναι απαραίτητο εμείς οι πολίτες να κατασκευάσουμε μνημείο θυμάτων της αστυνομικής βίας με τα ονόματα όλων των θυμάτων. Η μακέτα υπάρχει, κρατικά χρήματα δεν περιμένουμε. Θέλουμε μόνο να μας δοθεί ο χώρος. Δεν είμαστε αφελείς να περιμένουμε να μας παραχωρήσει χώρο ο δήμαρχος της Αθήνας, ο πρόεδρος της Βουλής, ο αρχιεπίσκοπος ή οι πρόεδροι των ανωτάτων δικαστηρίων. Μήπως κάποιος δήμαρχος γειτονικών δήμων, κάποιο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου;
Και στο μνημείο να αναγραφεί και το όνομα του Παύλου, αν συμφωνεί και η Μάγδα Φύσσα.

Μνημείο Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου

Η ομιλία μου στην παρουσίαση του ανακαινισμένου μνημείου το Σάββατο 11 Ιουνίου 2022

Στις 9 Φεβρουαρίου 1986 ο 17χρονος Μανώλης Κανδανολέων επέβαινε σε κλεμμένο αυτοκίνητο, Τρεις αστυνομικοί τον πυροβόλησαν στο κεφάλι. Τα ονόματα των δραστών δεν έγιναν ποτέ γνωστά και δεν επακολούθησε δίκη. Υπουργός αστυνομικής βίας τότε ο Μένιος Κουτσόγιωργας.

Στις 22 Οκτωβρίου του 2021 ο Νίκος Σαμπάνης, επιβάτης σε κλεμμένο αυτοκίνητο δολοφονείται από τα πυρά 7 αστυνομικών. Επτά αστυνομικοί έριξαν 36 σφαίρες, κατασκεύασαν ψευδή σενάρια και αλλοίωσαν επιβαρυντικά στοιχεία. Η ΕΛΑΣ έσπευσε αμέσως να διαλύσει το μοναδικό πειστήριο, το αυτοκίνητο, και να το μετατρέψει σε παλιοσίδερα. Ο κυβερνητικός κολαούζος Άδωνις Γεωργιάδης έσπευσε να συγχαρεί τους αστυνομικούς και ο υπουργός αστυνομικής βίας Τάκης Θεοδωρικάκος επισκέφτηκε τους δολοφόνους στη ΓΑΔΑ και πανηγύρισε όταν με δικαστική απόφαση οι δολοφόνοι αφέθηκαν ελεύθεροι.

Στις 10 Ιανουαρίου 1991, μία ημέρα μετά τη δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα, στη διάρκεια των διαδηλώσεων έπεσαν 4.000 δακρυγόνα.Ένα από αυτά προκάλεσε πυρκαγιά στο βιβλιοχαρτοπωλείο Λίβα και στο κτίριο «Κ. Μαρούση». Νεκροί από ασφυξία ανασύρθηκαν ο Περικλής Ρεπάκης, ο Μανόλης Κοντόπουλος, ο Ιωάννης Νεμετζίδης κι ένα -αγνώστων στοιχείων- νεαρό άτομο. Παρά την ύπαρξη πλήθους μαρτύρων για τα αίτια της πυρκαγιάς, η αστυνομία έκλεισε την υπόθεση κάνοντας λόγο για «εμπρησμό του κτιρίου από αναρχικούς». Υπουργός αστυνομικής βίας τότε ο Ιωάννης Βασιλειάδης.

Στις 10 Μαΐου του 2010, στη διάρκεια διαδηλώσεων για την οικονομική σύμβαση που υπογράφηκε, φλέγεται από βόμβα μολότοφ η τράπεζα Marfin. Από τις αναθυμιάσεις ανασύρονται νεκρά 3 άτομα: η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, έγκυος 4 μηνών, ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης και η Παρασκευή Ζούλια. Η αστυνομία αποφάνθηκε ότι τη βόμβα έριξαν αντιεξουσιαστές. Η ιστορία όμως καταδεικνύει ότι η αστυνομία αμέσως ανακαλύπτει τους αντιεξουσιαστές δράστες. Δεν ανακαλύπτει τους δράστες μόνον όταν αυτοί είναι αστυνομικοί ή παρακρατικοί συνεργάτες της αστυνομίας. Υπουργός αστυνομικής βίας τότε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.

Στις 17 Νοεμβρίου 1985 ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς λίγες ώρες μετά την πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου δολοφονείται στη Στουρνάρη από σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού του από τον αστυνομικό Αθανάσιο Μελίστα. Ο Μελίστας καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 2 χρόνια φυλάκιση με αναστολή και σε δεύτερο βαθμό αθωώθηκε από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο. Συνήγορος υπεράσπισης του Μελίστα ήταν ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος. Μετά τη δολοφονία του Καλτεζά, ο υπουργός αστυνομικής βίας Μένιος Κουτσόγιωργας υπέβαλε την παραίτησή του, αλλά δεν έγινε δεκτή από τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Στις 6 Δεκεμβρίου του 2008 δολοφονείται από τον Επαμεινώνδα Κορκονέα και τον συνεργό του Βασίλη Σαραλιώτη ο δικός μας Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, 15 ετών, με σφαίρα στην καρδιά, σε ευθεία βολή, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και με άμεσο δόλο. Οι συνένοχοι κατασκευάζουν την άμυνά τους, κινδύνευε η ζωή τους είπαν από τον Αλέξανδρο, και ολόκληρο το αστυνομικό τμήμα Εξαρχείων επιδόθηκε στην αλλοίωση των ενοχοποιητικών στοιχείων, στην κατασκευή ψευδομάρτυρα, στη μετατόπιση του σημείου βολής. Το σενάριο έτοιμο. Ο Κορκονέας, από φόβο για τη ζωή του πυροβόλησε στον αέρα για εκφοβισμό, η σφαίρα εποστρακίστηκε και στη διαδρομή της αναζήτησε την καρδιά του Αλέξανδρου. Ατύχημα ήταν. Κι ο Κορκονέας τηλεφώνησε στη γυναίκα του και της είπε: Μαρία, θα αργήσω, γιατί κάτι έτυχε στη δουλειά». Χρειαζόταν μόνο ένας δικαστικός λειτουργός, να δεχθεί κι αυτός ότι ήταν ατύχημα, να θέσει την υπόθεση στο αρχείο και Κορκονέας και Σαραλιώτης να γυρίσουν στα σπίτια τους. Όμως δεν έγινε έτσι. Και δεν έγινε, γιατί αυτό το κατασκευασμένο σενάριο το ανέτρεψε η δικαιοσύνη του δρόμου. Η τρανταχτή δικαιοσύνη του δρόμου που κατέκλυσε το κέντρο της Αθήνας, με τρόπο μοναδικό. Αυτή η δικαιοσύνη του δρόμου τρύπωσε μέσα στα υπουργεία, στα ανακριτικά γραφεία, στις αίθουσες των δικαστηρίων και επέβαλε τη θέλησή της. Και επέβαλε την δική της οπτική. Ας φωνασκούσε ο Κούγιας «αυτά τα παιδιά δεν είναι σαν τα δικά σας και σαν τα δικά μας». Οι περισσότεροι άνθρωποι έβλεπαν τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους ως άλλους Αλέξανδρους δολοφονημένους από εκπρόσωπο του κράτους, που δήθεν εγγυάται για την ασφάλειά τους. Όμως αν ψάξει κανείς τους εκατοντάδες δολοφονημένους και βαριά τραυματισμένους με μόνιμες βλάβες, όχι μόνο διαδηλωτές, αλλά και πρόσφυγες, κρατούμενους, άτομα με αναπηρία που βρέθηκαν στο δρόμο τους, θα δει πόσο επικίνδυνο είναι να βρίσκεσαι κοντά σε αστυνομικό. Οι αστυνομικοί έχουν πρόβλημα ισορροπίας και κατά κανόνα παραπατούν και πέφτουν. Και καθώς πέφτουν εκπυρσοκροτεί το όπλο τους και η σφαίρα βρίσκει αυτόν που είναι κοντά τους στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Αυτό είναι το μέρος του σώματος που κατεξοχήν προτιμούν οι σφαίρες των όπλων που εκπυρσοκροτούν. Μπορεί να υπάρχουν μάρτυρες που καταθέτουν ότι ο αστυνομικός άνοιξε τα πόδια του, έπιασε το όπλο με τα δυο του χέρια και σημάδεψε, αλλά αυτές οι μαρτυρίες, χωρίς τη δικαιοσύνη του δρόμου, δεν είναι σε θέση να κάμψουν το δικαστικό δόγμα ότι δολοφονία από αστυνομικό σε ώρα υπηρεσίας ποτέ δεν τιμωρείται, δεν διώκεται ο δολοφόνος, και η υπόθεση μπαίνει στο αρχείο. Και τους δολοφόνους αστυνομικούς τους προστατεύει, τους επιδοκιμάζει και τους ενθαρρύνει το δικαστικό κατεστημένο μαζί με τους κυβερνητικούς κολαούζους. Η πρόεδρος της δημοκρατίας, ως πρώην δικαστικός, και αυτό το χούι δεν κόβεται, επιλέγει κάθε χρόνο να εκφωνεί λόγο και να καταθέτει στεφάνι στο μνημείο των αδικοχαμένων θυμάτων της Marfin, αλλά δεν διανοήθηκε ποτέ να εκφωνήσει λόγο για τον Αλέξανδρο η να καταθέσει στεφάνι στο μνημείο του. Γιατί τα θύματα της Marfin τα φόρτωσαν σε αναρχικούς, τους οποίους απεχθάνονται οι δικαστές, ενώ τον Αλέξανδρο τον δολοφόνησε αστυνομικός και οι δικαστές προστατεύουν με κάθε μέσο τους ομοϊδεάτες τους αστυνομικούς και πασχίζουν με κάθε μέσο να μας κάνουν να ξεχάσουμε.

Ας επιστρέψουμε όμως στις 6 Δεκεμβρίου του 2008. Με θαυμαστή ταχύτητα αντέδρασε ο κόσμος, παρά τα παραπλανητικά μηνύματα των καναλιών, και αμέσως άρχισε να λειτουργεί η δικαιοσύνη του δρόμου. Ο Κορκονέας κι ο Σαραλιώτης προφυλακίστηκαν και τους απαγγέλθηκαν βαρύτατες κατηγορίες. Όταν ξεκίνησε το δικαστήριο στην Άμφισσα μεγάλες δυνάμεις της αστυνομίας παρατάχθηκαν στην είσοδο της πόλης και εμπόδιζαν τους νέους με τα πανό να μπουν μέσα στην πόλη. Αλλά η δικαιοσύνη του δρόμου λειτουργούσε και μέσα στην Άμφισσα. Όταν κατέθετα στο δικαστήριο ως μάρτυρας, στο διάλειμμα της δίκης πέρασα στο απέναντι πεζοδρόμιο, όπου ήταν ένα καφενείο και παράγγειλα καφέ και τυρόπιτα. Μέχρι να πιω τον καφέ και να φάω την τυρόπιτα ο καφετζής είχε πληροφορηθεί ποιος ήμουν και αρνήθηκε να πάρει χρήματα: «Ήρθες να καταθέσεις μάρτυρας για αυτό το παιδί, είπε, κι εγώ θα πάρω λεφτά για έναν καφέ και μια τυρόπιτα; Αλλά και η γραμματέας του δικαστηρίου, κάτοικος της περιοχής, έγινε κατόπιν πολύ καλή φίλη μου».

Η δικαιοσύνη του δρόμου ανάγκασε το δικαστήριο να αναγνωρίσει την ενοχή του Κορκονέα για ανθρωποκτονία με άμεσο δόλο σε ευθεία βολή και ήρεμη ψυχική κατάσταση, χωρίς ελαφρυντικό και να του επιβάλει ισόβια κάθειρξη, ενώ στον συνεργό του Βασίλη Σαραλιώτη επέβαλε ποινή κάθειρξης 10 ετών.

Μετά από αυτή την απόφαση εκτονώθηκε η οργή του κόσμου. Τα πράγματα ησύχασαν και οι δρόμοι ερήμωσαν. Οπότε λίγους μήνες αργότερα ο Σαραλιώτης υποβάλλει αίτημα αποφυλάκισης στο πενταμελές Εφετείο Λαμίας. Χωρίς να το πληροφορηθεί κανείς, χωρίς να κληθεί η οικογένεια του Αλέξανδρου και η πολιτική αγωγή, το Εφετείο τον αποφυλακίζει με το σκεπτικό ότι αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και είναι άρρωστος ο μπαμπάς του. Και ερωτώ: Ο Γιάννης Μιχαηλίδης, απεργός πείνας, που έχει εκτίσει την αυστηρότατη και γεμάτη προκατάληψη ποινή του και παρανόμως δεν αποφυλακίζεται, μπορεί να πει ότι έχει οικονομικές δυσκολίες και είναι άρρωστος ο μπαμπάς του και να τον βγάλουν από τη φυλακή αμέσως; Κατά τα άλλα πολλές άρρωστες συνειδήσεις επικαλούνται την ισονομία και απορούν γιατί εμείς δεν πιστεύουμε σε αυτήν.

Και φτάνουμε κάποτε στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, στο επονείδιστο Εφετείο Λαμίας, που έστω και μία συνεδρίασή του να παρακολουθούσε κανείς καταλάβαινε από την πρώτη στιγμή πως το δικαστήριο αυτό είχε μοναδικό σκοπό, να αποφυλακίσει τον Κορκονέα και να αθωώσει τον Σαραλιώτη. Γιατί η δικαιοσύνη του δρόμου δεν λειτουργεί πλέον. Οι δρόμοι είναι άδειοι, η αίθουσα του δικαστηρίου είναι άδεια. Η λάσπη ορισμένων δημοσιογράφων έχει κάνει δουλειά. Είναι χαρακτηριστικό ότι μια φορά που καθυστερούσε να αρχίσει το δικαστήριο κάποια μαυροφορεμένη γυναίκα περαστική με ρωτάει τι γίνεται εδώ. Της εξηγώ και μου απαντάει: «Α, για αυτό το βρομόπαιδο;» Προσπαθώ να διατηρήσω την ψυχραιμία μου. Μου λέει ότι φοράει μαύρα γιατί σκοτώθηκε ο γιος της 18 ετών. Της λέω πως και μια άλλη μάνα φοράει μαύρα, γιατί τον γιο της δολοφόνησε αυτός εκεί μέσα. Απομακρύνθηκε δακρυσμένη. Σε όσες συνεντεύξεις έδωσα εκείνη την εποχή τόνιζα ότι θα έχουμε επανάληψη της δίκης Μελίστα. Και πράγματι. Την υπεράσπιση του Σαραλιώτη ανέλαβε ο Θύμιος Καραΐσκος, αντιπεριφερειάρχης Φθιώτιδας υπό τον Κώστα Μπακογιάννη και μέχρι να τελειώσει η δίκη είχε εκλεγεί δήμαρχος της Λαμίας υποστηριζόμενος από τη Νέα Δημοκρατία. Η Νέα Δημοκρατία δεν δρούσε παρασκηνιακά πλέον, αλλά βρισκόταν στο προσκήνιο. Το δικαστήριο αθώωσε τον Σαραλιώτη και του εξασφάλισε το δικαίωμα να επιστρέψει στην ενεργό υπηρεσία, να πάρει όλους τους μισθούς από το 2008 και τις προαγωγές που του αναλογούσαν.

Ως προς τον Κορκονέα, του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου και τον αποφυλάκισε την επόμενη ημέρα. Ο εισαγγελέας στην αγόρευσή του υπέρ του ελαφρυντικού είπε ότι ο χαρακτηρισμός Ράμπο που του είχαν αποδώσει οι συνάδελφοί του για τη στάση του απέναντι στους πολίτες έπρεπε να λειτουργήσει υπέρ του, γιατί ο χαρακτηρισμός Ράμπο σημαίνει ότι έκανε τα καθήκοντά του σωστά και με ζήλο.

Αυτές τις μέρες και πάλι τα πράγματα πάνε προς το καλύτερο. Μετά την αναίρεση του ελαφρυντικού του Κορκονέα από τον Άρειο Πάγο συνεδρίασε και πάλι το μεικτό ορκωτό Εφετείο Λαμίας με άλλη σύνθεση. Αλλά η εικόνα μέσα κι έξω από το δικαστήριο είναι διαφορετική. Άρχισε και πάλι να λειτουργεί η δικαιοσύνη του δρόμου. Η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν γεμάτη από φίλους που κινητοποιήθηκαν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ταξίδεψαν μάλιστα από μακριά. Μεταξύ αυτών και ο Γιάννης Μάγγος. Έξω από την αίθουσα υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που δεν χωρούσαν μέσα και μαζί τους τα παλικάρια από το αυτοδιαχειριζόμενο στέκι Λαμίας με πανό και τρικάκια. Και συγχρόνως οι δικές μας εκδηλώσεις εδώ έστειλαν πολύ ηχηρό μήνυμα. Τόσο ηχηρό που ο εισαγγελέας απέρριψε την πρόταση της υπεράσπισης λέγοντας πως δεν αξίζει στον Κορκονέα το ελαφρυντικό, τονίζοντας μεταξύ άλλων πως το δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη του το κοινό περί δικαίου αίσθημα.

Αλλά ποιος εκφράζει το κοινό περί δικαίου αίσθημα; Ο Άδωνις Γεωργιάδης που έχει μιλήσει υπέρ του Κορκονέα και εναντίον του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου; Ο Τάκης Θεοδωρικάκος που πανηγύριζε όταν αθωώθηκαν οι δολοφόνοι του Ζακ ή μήπως η τηλεόραση του σκάι και των υπολοίπων;

Το κοινό περί δικαίου αίσθημα εκφράζετε εσείς. Γιατί μόνο εσείς διατηρείτε ζωντανή τη μνήμη του Αλέξανδρου και των υπολοίπων δολοφονημένων και βασανισμένων. Αλλά το κοινό περί δικαίου αίσθημα δεν γίνεται γνωστό όταν είναι κουκουλωμένο με παπλώματα. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα γίνεται γνωστό όταν δημοσιοποιείται έξω στο δρόμο. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα με άλλα λόγια είναι η δικαιοσύνη του δρόμου. Στη δικαιοσύνη του δρόμου εσείς είστε οι δικαστές. Εσείς είστε το ανώτατο δικαστήριο της χώρας και στις δικές σας ετυμηγορίες έχω εμπιστοσύνη.

Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, παρών

Νίκος Σαμπάνης, παρών

Βασίλειος Μάγγος, παρών

Ζακ Κωστόπουλος, παρών

Νίκος Σακελλίων, παρών

Αναστασία Τσιβίκα, παρούσα

Τάσος Μαγλαρίδης, παρών

Σταματίνα Κανελλοπούλου, παρούσα

Ιάκωβος Κουμής, παρών

Κάθριν Τζον Μπούλ, παρούσα

Μανώλης Κανδανολέων, παρών

Άγγελος Μαυροειδής, παρών

Λουκάς Γράψας, παρών

Μιχάλης Πρέκας, παρών

Δημήτρης Κίκερης, παρών

Περικλής Ρεπάκης, παρών

Μανώλης Κοντόπουλος, παρών

Ιωάννης Νεμετζίδης, παρών

Σουλεϊμάν Ανκιάρ, παρών

Γιάννης Τζίτζης, παρών

Αναστάσιος Κωσταράκης, παρών

Θοδωρής Γιάκας, παρών

Άλμπερτ Κούκας, παρών

Λούτφη Οσμαντζέ, παρών

Αποστόλης Κεραμιδάς, παρών

Φαντίλ Ναμπούζι, παρών

Χριστόφορος Μαρίνος, παρών

Παύλος Κερεμίδης, παρών

Στέφανος Σαπουνάς, παρών

Γιάννης Νόκα, παρών

Τάσος Μουράτης, παρών

Φίλιππος Παπαδόπουλος, παρών

Ηλίας Μέξης, παρών

Κώστας Βλαστός, παρών

Ιωάννης Κεχαΐτης, παρών

Άγγελος Τζελάλ, παρών

Καλιόπη Κόκκου, παρούσα

Ευστράτιος Κυρέλης, παρών

Μπόκαρι Μπάχο, παρών

Αμαλία Γκινάκη, παρούσα

Σμπόμπεκ Μιέσιτς, παρών

Μάρκος Μπουλάτοβιτς, παρών

Χάρης Τεμπερεκίδης, παρών

Αντώνης Φρατζής, παρών

Αρμπέν Βεζί, παρών

Λάντι Πέπα, παρών

Αγγελική Ρουσόγλου, παρούσα

Αρμπέν Σούφα, παρών

Αναστασία Ζουμπουρλή, παρούσα

Θ. Βασιλόπουλος, παρών

Βασίλιε Ιόν, παρών

Σωτήρης Καρτσιώτης, παρών

Νικολάι Γκορέα, παρών

Νικόλαος Λεωνίδης, παρών

Κονσταντίν Κατούρ, παρών

Μαρίνος Χριστόπουλος, παρών

Σεντγκάκ Σελνίκου, παρών

Αριστείδης Νεοφώτιστος, παρών

Βούλνετ Μπίτιτσι, παρών

Ηρακλής Μαραγκάκης, παρών

Μοχάμετ Χαμούτ, παρών

Γιαντέους Κότσεβα, παρών

Αναστάσιος Τσεχελίδης, παρών

Ζωή Ντόντου, παρούσα

Βασίλης Καραλευθέρης, παρών

Τόνυ Ονούοχα, παρών,

Μονταζέρ Μοχάμετ Ασράφ, παρών

Χουσεΐν Ζαχιντούλ, παρών

Αγγελική Παπαθανασοπούλου, παρούσα

Επαμεινώνδας Τσάκαλης, παρών

Παρασκευή Ζούλια, παρούσα

Μιχάλης Καλτεζάς, παρών

Ποιος είναι αφελής στη Σχολή Μωραΐτη;

Οι πλέον αδικημένοι εκπαιδευτικοί στη Σχολή Μωραΐτη είναι όσοι διδάσκουν ξένες γλώσσες και ιδιαίτερα όσοι διδάσκουν τη δεύτερη ξένη γλώσσα: Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά. Κάποιοι εκπαιδευτικοί δεν έχουν διοριστήριο και εμφανίζονται σαν να διδάσκουν σε ένα ανύπαρκτο στην πράξη φροντιστήριο, ενώ σχεδόν όλοι έχουν μικρότερο διοριστήριο από τις ώρες που πραγματικά διδάσκουν. Και όταν κάποια από τις παλιές καθηγήτριες πάρει σύνταξη γίνεται σκοτωμός για το μοίρασμα του διοριστηρίου μεταξύ αυτών που θεωρούν ότι έχουν σειρά. Για τους νεότερους δεν περισσεύει τίποτε. Ποτέ οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών δεν πληρώθηκαν υπερωρίες, όταν δίδασκαν μετά τις 13:30 και έχουν το πιο ακατάστατο πρόγραμμα. Τα διοριστήριά τους δεν συμπίπτουν με τις τάξεις που διδάσκουν. Μπορεί να έχουν διοριστήριο στο δημοτικό, αλλά να διδάσκουν στο γυμνάσιο, μπορεί να εμφανίζονται ότι διδάσκουν στην α’ γυμνασίου, αλλά να διδάσκουν στην τρίτη, οπότε δημιουργείται ένας πανικός για το ποιοι θα υπογράψουν τα πρακτικά, τα θέματα των εξετάσεων, τα βιβλία της ύλης, τα απουσιολόγια, τα απολυτήρια. Και όλα αυτά παρουσιάζονται ως εξυπηρετήσεις του Σχολείου προς τους εκπαιδευτικούς και όχι ως εξυπηρετήσεις των εκπαιδευτικών προς το Σχολείο. Πάντα οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών τελούν σε ένα καθεστώς εκβιασμού, ότι θα απολυθούν, ότι θα μειωθούν οι ώρες διδασκαλίας τους, ώστε να περιοριστούν στις ώρες του διοριστηρίου τους, ότι δεν θα αυξηθούν ποτέ το διοριστήριό τους, το διδακτικό τους πρόγραμμα και ο μισθός τους, ο οποίος εξαρτάται από τα μισθολογικά τους κλιμάκια, τα οποία καθηλώνονται λόγω των ολιγόωρων διοριστηρίων. Οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών προσλαμβάνονται και απολύονται νύχτα, από την πίσω πόρτα (βλ. περίπτωση Σταυρούλας).

Λόγω αυτού του μόνιμου εκβιαστικού καθεστώτος οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών δεν απεργούν ποτέ. Το ίδιο και οι γυμναστές, για τους οποίους ισχύουν τα ίδια. Όταν γίνεται απεργία και απεργούν οι εκπαιδευτικοί των άλλων μαθημάτων, οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών και της φυσικής αγωγής αναλαμβάνουν να καλύψουν τα κενά και να επιτρέψουν στο Σχολείο να λειτουργήσει.

Σε όλα αυτά μεγάλη ευθύνη έχουν, με δύο μόνο εξαιρέσεις, οι επικεφαλής των τμημάτων των ξένων γλωσσών, που διοικούν τα τμήματα τους με την ιδεολογική διαστρέβλωση: να βοηθήσουμε το Σχολείο, που κάνει τόσα πολλά για μας. Και συγχρόνως φροντίζουν να είναι με κάθε τρόπο ικανοποιημένοι οι γονείς, όχι μόνο βαθμολογικά, αλλά και στα αντιπαιδαγωγικά τους αιτήματα, ώστε να μην υπάρχουν διαρροές μαθητών από τη μία ξένη γλώσσα προς την άλλη και, αντίθετα, προσπαθούν πάντα να αυξηθεί ο αριθμός των τμημάτων τους, για να έχουν περισσότερες διδακτικές ώρες. Το Σχολείο, μέσα στα προσόντα των επικεφαλής, προσμετρά τη γλυκύτητα με την οποία ενδίδουν στις πιέσεις των γονέων ως προς τη βαθμολογία, τη μετακίνηση των παιδιών στα τμήματα που επιθυμούν και την προώθησή τους πρόωρα στις εξετάσεις για τα διπλώματα με αμφίβολη επιτυχία. Το Σχολείο αναγνωρίζει τις υπηρεσίες αυτές και ανταμείβει, γιατί θέλει ολόκληρο το Σχολείο να διοικείται με αυτόν τον τρόπο: χωρίς συνδικαλισμό, χωρίς απεργίες, με σκυφτό κεφάλι, χωρίς αντιρρήσεις και με ικανοποίηση όλων των αιτημάτων των γονέων. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου πέρσι έγινε διευθύντρια του I.B. η πρώην επικεφαλής του τμήματος Γαλλικών και τώρα ανακοινώθηκε ότι διευθύντρια του Γυμνασίου θα γίνει η επικεφαλής του τμήματος Γερμανικών, η οποία έχει επιδείξει μεγάλη προθυμία στην εκτέλεση χαμαλοδουλειάς (ταξιθέτρια στις πρόβες της χορωδίας, μαθήματα Γερμανικών στη μαμά, στρούντελ κλπ.). Όταν ανακοινώθηκε η προαγωγή της, η μέλλουσα διευθύντρια του γυμνασίου απευθύνθηκε στους εκπαιδευτικούς του γυμνασίου και μου έπλεξε το εγκώμιο, θεωρώντας ότι με αυτό το κόλπο θα τους πάρει με το μέρος της, πράγμα που δείχνει ποια γνώμη έχει για την ευφυία τους.

Ωστόσο η απόφαση να γίνει διευθύντρια η συγκεκριμένη δεν ελήφθη τώρα, αλλά τουλάχιστον από το 2014. Όταν η διοίκηση του Σχολείου προσπάθησε τα Χριστούγεννα του 2014 να εμφανίσει τη δική μου απόλυση ως παραίτηση, το έκανε επειδή είχε έτοιμη τη διαδοχή με την υπεύθυνη του τμήματος Γερμανικών. Το Σχολείο έχει μακρά παράδοση να εμφανίζει απολύσεις και καθαιρέσεις ως παραιτήσεις και θεώρησε πως κι εγώ θα ενταχθώ σε αυτήν την παράδοση και θα πω ότι παραιτήθηκα, για να μην «ταπεινωθώ». Όταν όμως αρνήθηκα να υπογράψω την παραίτηση και αναγκάσθηκαν να με απολύσουν θυροκολλώντας την απόλυση, ακολούθησε η πολύμηνη επανάσταση εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων. Επωφελούμενη από το κλίμα η υποδιευθύντρια του γυμνασίου (συνεπικουρούμενη από τις θεραπαινίδες της) έσπευσε να προσφέρει στο Σχολείο γην και ύδωρ, για να γίνει η ίδια διευθύντρια. Το κατάφερε, ξέροντας πως σε άλλη περίπτωση δεν είχε καμιά πιθανότητα, γιατί η διοίκηση του Σχολείου δεν της είχε καμιά εκτίμηση. Νόμισε ότι με την προσφορά της να βγάλει το Σχολείο από τη δύσκολη θέση θα είχε ένα καλύτερο μέλλον. Διαψεύσθηκε, λες και δεν ήξερε ότι τα τριάκοντα αργύρια δεν διαρκούν ολόκληρη ζωή. Και πάλι καλά, που κράτησαν όσο κράτησαν.

Όσα για την άλλη, στο διπλανό δωμάτιο, που έχει κάνει τα πάντα για να γίνει η ίδια διευθύντρια, ποιος θα την παρηγορήσει; Δεν προσφέρεται ούτε η παραβολή των μωρών παρθένων.

Ο Άρειος Πάγος αναιρεί το ελαφρυντικό του Κορκονέα. Η συμπαιγνία των δικαστικών λειτουργών του εφετείου Λαμίας και άλλων παραγόντων.

Η απόφαση του Αρείου Πάγου στις 18/3/2022, με την οποία αναιρείται το ελαφρυντικό του σύννομου βίου για τον Κορκονέα, είναι ιστορική. Ο δολοφόνος του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου οδηγήθηκε και πάλι στη φυλακή και θα περιμένει νέα δίκη από το εφετείο Λαμίας ως προς το σκέλος του ελαφρυντικού.

Χάρηκα πολύ με την απόφαση, όχι γιατί ξαναμπαίνει στη φυλακή ο Κορκονέας, αλλά γιατί μπαίνουν μερικά πράγματα στη θέση τους. Κυρίως χαίρομαι, γιατί η απόφαση αυτή τρίβεται στη μούρη κάποιων ανθρώπων, που τους θεωρώ υπεύθυνους, γιατί με τα λόγια τους και τις πράξεις τους γαλουχούν επίδοξους δολοφόνους σαν τον Κορκονέα.

Υπεύθυνους θεωρώ:

1. Πολιτικούς σαν τον Άδωνι Γεωργιάδη, που συμπαραστάθηκε στον Κορκονέα, ασέλγησε στη μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και συνεχάρη τους δολοφόνους του Νίκου Σαμπάνη. Τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη που ως υπουργός της αστυνομίας μού απαγόρευσε ακόμη και να καταθέσω λουλούδια στο μνημείο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και τον Τάκη Θεοδωρικάκο, που συμπαραστάθηκε στους δολοφόνους του Νίκου Σαμπάνη.

2. Δημοσιογράφους της ποιότητας του Στέφανου Κασιμάτη που παραπλάνησαν την κοινή γνώμη και έστρεψαν την κοινωνία εναντίον του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ο συγκεκριμένος αποκάλεσε τον Γρηγορόπουλο μολοτοφόρο, μετά το πέρας της δίκης και ενώ ακόμη και οι ένοχοι για τη δολοφονία παραδέχθηκαν ότι καμία μολότοφ δεν είχε πέσει εκείνο το βράδυ.

3. Δικηγόρους σαν τον Αλέξη Κούγια, ο οποίος προσέβαλε χυδαία και αδίσταχτα τη μνήμη του δολοφονημένου παιδιού και την υπόληψη της οικογένειάς του με κάθε λογής ψεύδη. Οι δικηγόροι υπεράσπισης που ακολούθησαν στο εφετείο μιμήθηκαν την τακτική Κούγια και παρουσίασαν το θύμα ως θύτη και τους δολοφόνους ως θύματα.

4. Αστυνομικούς σαν τους συναδέλφους και προϊσταμένους του Κορκονέα, που προσπάθησαν να αλλοιώσουν τα τεκμήρια της δολοφονίας και να κατασκευάσουν ψευδομάρτυρες, για να απαλλάξουν τον συνάδελφο. Εναντίον τους δεν απαγγέλθηκε καμιά κατηγορία, αλλά αμείφτηκαν με προαγωγές.

5. Το σάπιο κομμάτι της κοινωνίας που είτε αποδέχτηκε τη δολοφονία ως ατύχημα, κάτι σαν τροχαίο, είτε καταφέρθηκε εναντίον του «παλιόπαιδου» που έβαλε στη φυλακή έναν έντιμο αστυνομικό.

6. Τη μερίδα της εκκλησίας που προσπάθησε να ξεπλύνει τον δολοφόνο και να τον αποδεχτεί ως εκκλησιαστικό επίτροπο.

7. Τον εισαγγελέα στο εφετείο Λαμίας, που απέρριπτε με καταγέλαστα επιχειρήματα τα αιτήματα της πολιτικής αγωγής, αλλά αποδεχόταν ό,τι ζητούσαν οι δικηγόροι του Κορκονέα. Που όσες φορές του δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσει τάχθηκε υπέρ των κατηγορουμένων. Που πρότεινε την πλήρη αθώωση του δεύτερου κατηγορούμενου παρακάμπτοντας ότι ο Σαραλιώτης μετά τη δολοφονία εξαφάνιζε τα ίχνη της δικής του ενοχής και όχι του Κορκονέα. Που πρότεινε και υπερασπίστηκε το ελαφρυντικό του προηγούμενου σύννομου βίου του δολοφόνου με το επιχείρημα ότι οι συνάδελφοί του τον αποκαλούσαν Ράμπο, επειδή εκτελούσε σωστά και με ζήλο τα καθήκοντά του. Τον πληροφορώ ότι τον αποκαλούσαν Ράμπο, επειδή καταπατούσε τα δικαιώματα των πολιτών. Και μόνον αυτό καταρρίπτει το ελαφρυντικό του σύννομου βίου.

8. Την πρόεδρο και τα μέλη του δικαστηρίου στο εφετείο Λαμίας επειδή: Αντιμετώπισαν με μεγάλη εχθρότητα τους δικηγόρους Νίκο Κωνσταντόπουλο και Ζωή Κωνσταντοπούλου, απορρίπτοντας όλα τα αιτήματά τους, ακόμη και την παρουσίαση ενοχοποιητικών τεκμηρίων. Συμπεριφέρθηκαν απαξιωτικά και προσβλητικά προς τη μητέρα του θύματος και την αντιμετώπισαν σαν να ήταν μητέρα δολοφόνου. Αποδέχτηκαν κακοπροαίρετα και με σκανδαλώδη τρόπο όλα τα αιτήματα και τα προσκόμματα της υπεράσπισης, ώστε να αναβάλλεται η δίκη και η καταληκτική δικάσιμος να οριστεί μετά την ψήφιση του νέου ποινικού κώδικα που προβλέπει ελαφρότερες ποινές και να δώσουν όποια ερμηνεία τους βόλευε στο νεόκοπο ελαφρυντικό του σύννομου βίου, ταυτίζοντας το με το καθαρό ποινικό μητρώο.

Όλους αυτούς τους θεωρώ ηθικούς αυτουργούς για τις δολοφονίες από αστυνομικούς που ακολούθησαν. Του Σακελλίωνα, του Βασίλειου Μάγγου, του Ζακ Κωστόπουλου, του Νίκου Σαμπάνη. Και αυτών που θα ακολουθήσουν.

Η αναλγησία της Σχολής Μωραΐτη

Ο Μιχάλης Νικηφορίδης είναι νεφροπαθής τελικού σταδίου και νοσηλεύεται σε νοσοκομείο για COVID.

Ο Μιχάλης Νικηφορίδης είναι φιλόλογος καθηγητής στη Σχολή Μωραΐτη.

Ο Μιχάλης Νικηφορίδης είναι πλήρως εμβολιασμένος, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να προσβληθεί από τον ιό, αφού ήταν υποχρεωμένος να διδάσκει στις σχολικές αίθουσες κάτω από απαράδεκτες συνθήκες.

Ο Μιχάλης Νικηφορίδης με τη νόσησή του συμβάλλει ως πρόβατον επί σφαγήν στην ανοσία της αγέλης.

Γνωρίζω τον Μιχάλη Νικηφορίδη πολύ καλά, γιατί εγώ, ως γυμνασιάρχης, τον προσέλαβα στη Σχολή Μωραΐτη και συνεργαστήκαμε μαζί αρκετά χρόνια. Πλήρως αφοσιωμένος στο καθήκον του, καταρτισμένος φιλόλογος, εξαιρετικός άνθρωπος και κατεξοχήν ευαίσθητος παιδαγωγός. Και πάντα πρόθυμος να εργαστεί πέραν των υποχρεώσεών του και εθελοντικά, χωρίς αμοιβή, είτε για τη σελιδοποίηση του σχολικού περιοδικού, είτε για την έκδοση των πρακτικών εκπαιδευτικής ημερίδας. Τον Μιχάλη αγαπούν πάρα πολύ και τα παιδιά και οι συνάδελφοί του ανεξαιρέτως.

Τα τελευταία χρόνια υποφέρει από νεφρική ανεπάρκεια, η οποία τον αναγκάζει να κάνει πολύ τακτικά αιμοκάθαρση. Γιαυτό θα έπρεπε να μην εκτίθεται στο τόσο νοσηρό περιβάλλον της σχολικής αίθουσας και του σχολείου γενικότερα.

Το υπουργείο παιδείας είναι ανάλγητο και το έχει αποδείξει με πολλούς τρόπους. Και ιδιαίτερα απέναντι στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς. Αλλά πίσω από την αναλγησία του υπουργείου κρύβεται και η αναλγησία της Σχολής Μωραΐτη. Το σχολείο αρκέστηκε στο να είναι τυπικά εντάξει και αδιαφόρησε πλήρως για την ουσία.Όμως η ηθική τάξη μερικώς ρυθμίζεται από τη νομοθεσία και τις κανονιστικές διατάξεις. Το μεγαλύτερο μέρος της ηθικής ρυθμίζεται από τους άγραφους κανόνες της ανθρωπιάς, της αλληλεγγύης, της ενσυναίσθησης, της φροντίδας και της εργασιακής πολυεπίπεδης ασφάλειας.

Ένα σχολείο πρέπει να γνωρίζει αυτούς τους άγραφους ηθικούς κανόνες, για να μπορεί έμπρακτα να τους διδάξει και στους μαθητές του. Τα παιδιά δεν μαθαίνουν μόνο από τα λόγια, αλλά κυρίως από τις πράξεις των μεγάλων.

Σε όλα αυτά όμως υπάρχει και μια άλλη παράμετρος.

Τον Μιχάλη Νικηφορίδη τον αγαπούν και τον εμπιστεύονται τόσο πολύ οι συνάδελφοί του, που με την ψήφο τους τον ανέδειξαν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών (ΟΙΕΛΕ). Για αυτή τη συνδικαλιστική στάση και θέση του τον αντιμετωπίζει με εκδικητικότητα η Σχολή Μωραΐτη.

Ο πρώην πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ Μιχάλης Κουρουτός πέθανε πρόσφατα και δεν πρόλαβε να δει την κατάντια της «άλλοτε πρωτοπόρου Σχολής Μωραΐτη», όπως συνήθιζε να την αποκαλεί όταν αναφερόταν σε αυτήν.

Ναι, Μιχάλη Κουρουτέ, η «άλλοτε πρωτοπόρος Σχολή Μωραΐτη» είναι και πάλι πρωτοπόρος. Στην εργασιακή αναλγησία.

Ο βίος και το βιος. Επιστολή προς τον κ. Μητσοτάκη

Κύριε Μητσοτάκη,

Είδα ότι ζητήσατε συγγνώμη για τις φωτιές γενικά και αόριστα. Αυτό το πολιτικάντικο και υποκριτικό συγγνώμη δεν μετράει για τίποτε. Είναι συγγνώμη επικοινωνιακού χαρακτήρα, αν και η μακαρίτισσα η μάνα μου θα χρησιμοποιούσε άλλη γενική, για να το προσδιορίσει. Αν ειλικρινά θέλετε να ζητήσετε συγγνώμη, πρέπει πολύ συγκεκριμένα να πείτε για ποια πράγματα ζητάτε συγγνώμη και ο κατάλογος πρέπει να είναι πολύ μακρύς. Αυτό όμως δεν πρόκειται να γίνει, γιατί στην ουσία δεν αναγνωρίζετε κανένα σφάλμα και καμιά παράλειψη.

Εσάς το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι ο πολιτικός ανταγωνισμός και η σύγκριση με το Μάτι. Μόνο οι εντυπώσεις σάς ενδιαφέρουν και καμιά ουσία. Γιαυτό επιμένετε ότι δεν χάθηκε καμιά ζωή. Μόνο σε αυτό στοχεύσατε απλά κι ανέξοδα εκκενώνοντας όλες τις περιοχές με το ζόρι και γιαυτό κάηκαν τόσα σπίτια. Γιατί τα σπίτια τα σώζουν οι ιδιοκτήτες τους και όχι οι ανεπαρκέστατες και συχνά αδιάφορες και κακοκαθοδηγούμενες πυροσβεστικές δυνάμεις. Και τώρα όμως τα λίγα σπίτια που σώθηκαν στη Βαρυμπόμπη σώθηκαν από νέους άντρες από τις οικογένειες των ιδιοκτητών και των γειτόνων τους. Γιατί η ολιγωρία των πυροσβεστικών δυνάμεων ήταν παροιμιώδης και την Τρίτη στην πρώτη φωτιά και την Παρασκευή στη δεύτερη. Όλα ξεκίνησαν από φωτιές που εγώ και η σύζυγός μου νομίζαμε ότι θα είχαν σβήσει σε μισή ώρα.

Βρισκόμαστε τώρα σε μια καβουρνιασμένη περιοχή και δεν έχουμε ούτε σάλιο να γλείψουμε τις πληγές μας και με μόνη φροντίδα του ΔΕΔΔΗΕ την επομένη της φωτιάς να ηλεκτροδοτήσει με υπόγεια γραμμή τα ανάκτορα Τατοΐου.

Εδώ σε μας δεν πετάει κανένα πουλί, καμιά μέλισσα, κανένα τζιτζίκι. Και τα μυρμήγκια έχουν αντικατασταθεί από τα αναρίθμητα περιπολικά που έχετε αγοράσει και τους αναρίθμητους αστυνομικούς που έχετε προσλάβει και στήνουν μπλόκα αυθαιρεσίας σε κάθε σταυροδρόμι, που μας θυμίζουν ντροπιαστικές εικόνες της ελληνικής ιστορίας. Και όλα αυτά δήθεν για την ασφάλειά μας, ενώ η πραγματικότητα είναι ότι θέλετε να εμποδίσετε τον κόσμο να έρθει και να δει την κατάντια αυτού του κράτους.

Σίγουρα όμως εσάς όλα αυτά δεν σας ενδιαφέρουν. Το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι να κομπάζετε ότι δεν χάθηκε καμιά ζωή. Όμως έξω από τη δική σας κοινωνική τάξη οι λέξεις ο βίος και το βιος είναι συνώνυμες. Όταν καίγεται το βιος μου καίγεται κι ένα μεγάλο μέρος του βίου μου. Και ο υπόλοιπος βίος μου που δεν κάηκε γίνεται βίος αβίωτος. Αλλά πού να καταλάβετε εσείς από αυτά.

Η παγίδα της αξιολόγησης/επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών

Έχω στο παρελθόν εξηγήσει γιατί η υποτιθέμενη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δεν αξιολογεί τίποτε, παρά μόνο ασκείται ως μέθοδος εξουσιαστικού ελέγχου και τρομοκρατικής χειραγώγησης από ένα κομματικό μηχανισμό.

Η υπουργός υπόσχεται ότι θα δοθούν διδακτικές ελευθερίες στους εκπαιδευτικούς, οι οποίες όμως στην πράξη θα αναιρούνται από την απειλή της αξιολόγησης, μια και η μόνη ασφαλής οδός είναι η πεπατημένη.

Και πάλι όμως θα ήθελα να τονίσω πως, όταν στην Ελλάδα μιλάμε για εκπαιδευτικό εκσυγχρονισμό, συνήθως αναφερόμαστε σε διδακτικές μεθόδους και μέσα τεχνολογίας. Ασχολούμαστε διαρκώς με το πώς διδάσκουμε και όχι με το τι διδάσκουμε. Όμως αν κάτι χρειάζεται να αλλάξει είναι το περιεχόμενο της παιδείας και δευτερευόντως η διδακτική μέθοδος. Το τι διδάσκουμε είναι τόσο ασφυκτικά παγιωμένο από τις ιδεολογικές αγκυλώσεις, ώστε να μην αφήνεται κανένα περιθώριο ουσιαστικής ελευθερίας και ούτε σκέψη για εκσυγχρονιστική ανανέωση.

Όποιος επιχειρήσει ουσιαστική ανανέωση θα αποτυγχάνει στην αξιολόγηση και θα οδεύει προς «επιμόρφωση», που θα ήταν προτιμότερο να την λέμε ευθυγράμμιση, για να ακριβολογούμε κάπως.

Και πάντως σε ποια και πόσα διδακτικά αντικείμενα θα γίνεται επιμόρφωση, από ποιους, πότε και πού; Με ποια παρωχημένα βιβλιογραφικά εφόδια;

Θυμάμαι κάποτε που μια νέα καθηγήτρια μού ζήτησε την άδεια να παρακολουθήσει ένα σεμινάριο για τα ομηρικά έπη. Της έδωσα την άδεια βεβαίως, αλλά την προειδοποίησα πως αυτό που θα άκουγε θα ήταν ότι τα δύο έπη είναι έργα του Ομήρου και όχι η καταγραφή μιας προφορικής παράδοσης, που αποδόθηκε σε κάποιον ανύπαρκτο Όμηρο. Θα μάθαινε δηλαδή πράγματα αντίθετα από αυτά που διδάσκουμε στο σχολείο που εργαζόμουν. Μετά από λίγες ημέρες μού επιβεβαίωσε όλα αυτά, για τα οποία την είχα προειδοποιήσει.

Δεν γνωρίζω με ασφάλεια τις ιδεολογικές αγκυλώσεις άλλων μαθημάτων και γιαυτό θα περιοριστώ στα φιλολογικά μαθήματα, που είναι μαθήματα της ειδικότητάς μου.

Ποιος θα τολμούσε να διδάξει τα αρχαία Ελληνικά με τη μέθοδο του Κέμπριτζ, χωρίς συντακτικές αναλύσεις και γραμματικές αποστηθίσεις, ξέροντας ότι έτσι θα αποτύχει στην αξιολόγηση;

Ποιος θα τολμήσει να πει ότι τα δημοτικά τραγούδια είναι του 19ου αιώνα και ότι είναι ιδεολογικά φορτισμένη η τοποθέτησή τους στο πρώτο κεφάλαιο των ανθολογίων, για να ορίσουν τις απαρχές της λογοτεχνίας; Το «σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις» δεν είναι του 1453, αλλά του 19ου αιώνα, όπως άλλωστε φαίνεται από τους γλωσσικούς τύπους.

Ποιος θα διδάξει λογοτεχνικό κείμενο, παρακάμπτοντας τις παρωχημένες στρουκτουραλιστικές οδηγίες του 1960, χωρίς να οδηγηθεί πάραυτα σε επιμόρφωση;

Ποιος θα επισημάνει τον σκοταδιστικό ρόλο της Εκκλησίας στην παιδεία κατά την οθωμανική περίοδο και αργότερα, χωρίς να λογοδοτήσει;

Ποιος θα τολμήσει να πει ότι οι γλώσσες διδάσκονται συγχρονικά και όχι διαχρονικά; Ποιος θα πει ότι η γνώση της αρχαίας γλώσσας δεν μας βοηθάει στη γνώση των νέων Ελληνικών; Όσοι το τολμήσουν θα πάνε για ευθυγράμμιση.

Και βέβαια κανείς θεολόγος δεν θα μπορέσει ποτέ να πει ότι η φιλολογική επιστήμη έχει αποδείξει ότι τα ευαγγέλια είναι μεταγενέστερα των ευαγγελιστών, ούτε ότι το κατά Ιωάννην και η Αποκάλυψη έχουν γραφεί από διαφορετικά πρόσωπα σε διαφορετικές εποχές.

Ελάχιστα παραδείγματα δίνω από τα αναρίθμητα που αναδύονται καθημερινά στο διδακτικό έργο και που βεβαίως δεν εξαντλούνται, αλλά απαιτούν πλήρη αναδιοργάνωση του εκπαιδευτικού έργου και εξονυχιστική αναθεώρηση των αναλυτικών προγραμμάτων.

Συνοψίζω λέγοντας πως, όπως στο παρελθόν η αξιολόγηση είχε χρησιμοποιηθεί ως μέσο ιδεολογικού ελέγχου των εκπαιδευτικών, έτσι και τώρα ο κομματικός μηχανισμός θα αξιολογήσει και θα επιμορφώσει τους εκπαιδευτικούς με επιστημονικό όργανο την εθνικοφροσύνη και την Ορθοδοξία.

Όσο για την απάτη των δήθεν πολλαπλών βιβλίων θα επανέλθω σε λίγες μέρες.

Η απεργία στη Σχολή Μωραΐτη για τον αντιεργασιακό νόμο

Η απεργία για τον αντιεργασιακό νόμο της κυβέρνησης λειτούργησε ακόμη μια φορά ως καταλύτης στη Σχολή Μωραΐτη. Η διοίκηση του σχολείου συνεχώς απομακρύνεται ιδεολογικά από τον βασικό κορμό του εκπαιδευτικού προσωπικού, χωρίς να αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις για το ίδιο το σχολείο που ενέχει αυτή η ιδεολογική δυσαρμονία. Στο προ κρίσεως παρελθόν η διοίκηση του σχολείου ακολουθούσε φιλελεύθερη και δημοκρατική στάση και συμπαραστεκόταν στα αιτήματα των εκπαιδευτικών. Ποτέ δεν αξιολογούσε τους εκπαιδευτικούς με βάση τη συμμετοχή τους στην απεργία και ήταν το μοναδικό ίσως σχολείο, στο οποίο απεργούσαν και οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί και όσοι είχαν μειωμένο διδακτικό πρόγραμμα και έλπιζαν σε αύξηση του ωραρίου τους. Το σχολείο έκλεινε στις απεργίες και έτσι δεν γινόταν διαχωρισμός σε απεργούς και απεργοσπάστες, σε καλούς και κακούς εργαζόμενους. Αυτό ωφελούσε βεβαίως τους εκπαιδευτικούς, αλλά κυρίως ωφελούσε το σχολείο και το εκπαιδευτικό έργο. Οι εκπαιδευτικοί δεν ήταν σε ιδεολογική ρήξη με τη διοίκηση, ούτε έβλεπαν τις αξίες τους να ποδοπατούνται στο βωμό της αλαζονείας, της έπαρσης και της ταξικής διαφοροποίησης.

Την τελευταία δεκαετία η πολυπρόσωπη πλέον διοίκηση της Σχολής Μωραΐτη αποφάσισε να μετατρέψει το σχολείο σε φάμπρικα. Στη φάμπρικα οι ιδιοκτήτες, οι διευθυντές και οι εργαζόμενοι μπορούν να έχουν, δυστυχώς, διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετική ιδεολογία. Η ποιότητα του εργοστασιακού προϊόντος δεν εξαρτάται από την ιδεολογία της μηχανής. Στο σχολείο όμως οι εκπαιδευτικοί δεν είναι μηχανές, ούτε τα παιδιά η πρώτη ύλη. Μπορεί οι διοικούντες το σχολείο να νομίζουν, όπως και η υπουργός τους, ότι οι εκπαιδευτικοί μπαίνουν στην τάξη και λύνουν εξισώσεις ή παραθέτουν ανώμαλα ρήματα, αλλά τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά.

Και η πιο απλή και η πιο «αθώα» περιγραφή είναι επιδεκτική ερμηνείας και κάθε ερμηνεία εμπεριέχει και ιδεολογία. Και αφήνω κατά μέρος το hidden curriculum από το οποίο σφύζει το παιδαγωγικό έργο.

Η διοίκηση του σχολείου διδάσκει στα παιδιά ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να εργάζονται υπό ένα ανελεύθερο και αντιδημοκρατικό καθεστώς στυγνής εκμετάλλευσης και θέλει συγχρόνως να διατηρεί την ψευδαίσθηση ότι προσφέρει παιδεία. Αλλά παιδεία προσφέρεται μόνο όταν οι εκπαιδευτικοί είναι ελεύθεροι να απεργήσουν και εξηγήσουν αναλυτικά στα παιδιά τους λόγους για τους οποίους απεργούν. Δεν είναι δικαίωμα των εκπαιδευτικών να εξηγούν στα παιδιά γιατί απεργούν, αλλά υποχρέωσή τους. Πρέπει να τους εξηγήσουν ότι δεν απεργούν εναντίον τους, αλλά υπέρ τους, για μια καλύτερη κοινωνία. Δεν είναι δυνατόν το σχολείο και οι γονείς να εμπιστεύονται την παιδεία των παιδιών σε ανθρώπους που τελικώς δεν εμπιστεύονται και περιφρονούν.

Η γενική διευθύντρια της Σχολής Μωραΐτη όταν θέλει να κολακέψει και έτσι να χειραγωγήσει τους εκπαιδευτικούς τους λέει: «το Σχολείο είστε εσείς». Με άλλα λόγια τους λέει: «εσείς εκφράζετε την ιδεολογία του σχολείο και Εγώ δεν κολλάω πουθενά».

Στην τελευταία απεργία, από όσα μαθαίνω, η διοίκηση του σχολείου προχώρησε ακόμη ένα βήμα προς τον ευτελισμό. Λειτούργησε απεργοσπαστικά και ανέθεσε εκπαιδευτικό έργο σε μη εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου. Από εκείνους που τους απολύει όποια ώρα θέλει. Και οι γονείς δεν διαμαρτύρονται. Οι γονείς δεν διαμαρτύρονται, γιατί η Σχολή Μωραΐτη έπαψε πλέον να είναι ένα φιλελεύθερο δημοκρατικό σχολείο και έγινε ένα ακόμη σχολείο της σειράς, ένα ακόμη σχολείο της Νέας Δημοκρατίας. Απευθύνεται αποκλειστικά σε σκληροπυρηνικούς νεοδημοκράτες γονείς, οι οποίοι πάνω από όλα βάζουν την αποτυχία της απεργίας και την επικράτηση της κομματικής γραμμής.

Κάθε επιχειρησιακή επιλογή έχει και τις επιπτώσεις της και μάλιστα σε μια εποχή που δελεάζουν τα γερμανόφωνα και γαλλόφωνα σχολεία. Προς το παρόν τα φουγάρα της φάμπρικας βγάζουν πολύ καπνό. Η τελευταία απεργία λειτούργησε ως καταλύτης στη Σχολή Μωραΐτη. Και η αντίδραση παρήγαγε πολύ ίζημα, κοινώς κατακάθι. Της κοινωνίας εννοώ.

Οι βιασμοί, οι σεξουαλικές κακοποιήσεις και το φιάσκο των αξιολογήσεων στα σχολεία

Στις 23 Μαρτίου δημοσιοποιήθηκαν διαδικτυακά 170 καταγγελίες βιασμών και σεξουαλικής κακοποίησης στο διάσημο και πανάκριβο σχολείο του Λονδίνου Highgate, που ιδρύθηκε πριν από 456 χρόνια. Μετά τις 23 Μαρτίου προστέθηκαν και άλλες καταγγελίες και τώρα έχουν φτάσει τις 257. Στη συνέχεια άρχισαν σωρηδόν καταγγελίες και για άλλα σχολεία. Δεν θα ασχοληθώ με το τι συμβαίνει στην Αγγλία, γιατί τα φαινόμενα αυτά δεν γνωρίζουν από σύνορα, ακριβώς όπως και το μπούλιγκ. Για την Ελλάδα ενδιαφέρομαι περισσότερο.

Θα αναφερθώ μόνο σε μία καταγγελία μαθήτριας στο Highgate, που βιάστηκε πέρσι από συμμαθητή της. Το σχολείο αρνήθηκε να ερευνήσει την υπόθεση λέγοντας «ο λόγος σου και ο λόγος του.» Αρνήθηκε να δεχτεί μαρτυρίες συμμαθητριών της μαθήτριας και αρνήθηκε να δεχτεί φωτογραφίες από μελανιές στο σώμα της. Βράβευσε το αγόρι και δεν επέτρεψε να διαταραχτεί η ζωή του με κανένα τρόπο. Το μόνο που έκαναν ήταν να επιτρέψουν στο κορίτσι να φεύγει πέντε λεπτά νωρίτερα, για να μην συναντήσει το συμμαθητή της και να μελετάει στην αίθουσα μουσικής, αντί για τη βιβλιοθήκη, για να μπορεί να τον αποφύγει. Όχι μόνο δεν υπήρχε καμιά επίπτωση για το αγόρι, αλλά δεν προσφέρθηκε και καμιά ουσιαστική προστασία στο κορίτσι, το οποίο κυκλοφορούσε τρομαγμένο στο σχολείο και κρυβόταν.

Αναπόφευκτα θυμήθηκα μια περίπτωση, πριν από πολλά χρόνια, δεκατριάχρονου αγοριού που άπλωνε τα χέρια του σε απαγορευμένες περιοχές του σώματος συμμαθήτριάς του. Το κορίτσι κρυβόταν τρομαγμένο, για να τον αποφύγει. Κάλεσα τους γονείς του αγοριού και τους είπα ότι δεν είναι δυνατόν να έχουμε στο σχολείο ένα κορίτσι 13 ετών που κρύβεται τρομαγμένο, για να μη συναντήσει το γιο σας. Ο πατέρας του αγοριού μού απάντησε με έπαρση: «προφανώς αγνοείτε ότι ο τρόμος μπορεί να είναι βασικό συστατικό της απόλαυσης του σεξ». Μετά τη δήλωση αυτή του πατέρα το αγόρι αναγκάστηκε την επόμενη εβδομάδα να αλλάξει σχολείο, γιατί οποιαδήποτε αναμορφωτική προσπάθεια του σχολείου θα προσέκρουε στην υπονόμευση που έκανε ο πατέρας του αγοριού.

Με το παράδειγμα αυτό θέλω να πω πως το αγόρι στο αγγλικό σχολείο δεν ξύπνησε ξαφνικά μια μέρα στα δεκαοχτώ του χρόνια ως βιαστής. Είμαι βέβαιος ότι από πολύ μικρότερη ηλικία θα είχε παραβατική συμπεριφορά και θα συμμετείχε με χειρονομίες, με σεξιστικά σχόλια, με σεξιστικές αφηγήσεις σε μια εξουσιαστική κουλτούρα που υποβλέπει και καταπιέζει τα κορίτσια. Που θεωρεί τα κορίτσια λάφυρα πολέμου και επιδεικνύει μαγνητοσκοπήσεις ερωτικών συνευρέσεών τους. Το σχολείο όμως αρνήθηκε να δει και να αντιμετωπίσει από πολύ μικρή ηλικία αυτή την κουλτούρα και να διαμορφώσει μια άλλη κουλτούρα ισότητας, ασφάλειας και φροντίδας για όλους.

Το πλέον παράδοξο είναι ότι το σχολείο αυτό αξιολογήθηκε ως το καλύτερο σχολείο της Αγγλίας για το 2020. Έτσι αναδεικνύεται το φιάσκο της αξιολόγησης των σχολείων, γιατί πώς είναι δυνατόν να θεωρείται το καλύτερο σχολείο και μέσα σε λίγες ημέρες να γίνονται 247 καταγγελίες βιασμών και σεξουαλικών κακοποιήσεων; Πώς είναι δυνατόν να θεωρείται καλύτερο σχολείο αυτό που στη συνείδησή μας τοποθετείται στην κατώτερη θέση; Είναι όμως δυνατόν, γιατί οι αξιολογήσεις ενδιαφέρονται μόνο για επιδόσεις και επιτεύγματα και αδιαφορούν για το περιβάλλον του σχολείου και τι αυτό υποθάλπει και ίσως επικροτεί με το άλλοθι «boys will be boys».

Ας έρθουμε όμως στην Ελλάδα. Πέρσι έγιναν καταγγελίες για βιασμούς σε ένα σχολείο του Ψυχικού και φέτος καταγγελίες για σεξουαλικές κακοποιήσεις σε ένα άλλο σχολείο του Ψυχικού. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου τυχαία. Δεν έτυχε, μεθοδεύτηκε.

Πριν από δύο περίπου δεκαετίες ήρθαν στο σχολείο μας δεκατετράχρονα αγόρια από το γειτονικό σχολείο, όπου καταγγέλθηκαν οι βιασμοί. Ήταν αγόρια της τρίτης γυμνασίου που ήρθαν την ώρα που έκαναν διάλειμμα τα παιδιά τους δικού μας δημοτικού, κατέβασαν τα βρακιά τους και επιδείκνυαν στα μικρά παιδιά τα γεννητικά τους όργανα. Στις δασκάλες που τα μάλωσαν απάντησαν με θράσος και ανέπτυξαν θεωρίες περί ελευθερίας του σώματος. Κάποια από αυτά στη συνέχεια μπήκαν μέσα στο κτήριο και προσπάθησαν να ξεμοναχιάσουν στις τουαλέτες ένα κορίτσι της πέμπτης δημοτικού. Εντωμεταξύ άρχισε το διάλειμμα του δικού μας γυμνασίου και τα δικά μας συνομήλικα παιδιά αναγνώρισαν τους εισβολείς και με δική τους πρωτοβουλία μού έδωσαν τα ονόματά τους.

Την επόμενη ημέρα έκλεισα ραντεβού κι επισκέφτηκα τον διευθυντή του γυμνασίου στο γειτονικό σχολείο, γνωστό και ως σχολείο της «αριστείας». Του έδωσα το χαρτί με τα ονόματα και του περιέγραψα τι είχε συμβεί. Δεν έδειξε να ενδιαφέρεται. Αντίθετα ήθελε να μιλήσουμε για τους μισθούς μας, για το αν είχα κονδύλι με έξοδα παραστάσεως, όπως εκείνος, και ποια έξοδα θεωρούσε έξοδα παραστάσεως. Τότε δεν ήξερα το Highgate, αλλιώς θα μου το θύμιζε. Σηκώθηκα να φύγω.

«Όσο για αυτό» μου είπε δείχνοντας το χαρτί με τα ονόματα «δεν μπορώ να κάνω τίποτε. Γιατί δεν μου έστειλες ένα γράμμα και να μου λες, ρε φίλε, θέλω να κάνεις αυτό κι αυτό με αυτά τα παιδιά. Δεν μου το λες. Ωστόσο εγώ θα τους φωνάξω αύριο, για να τους δείξω πως όλα τα μαθαίνω.» Του απάντησα πως δεν είναι δική μου δουλειά να του πω τι θα κάνει στο σχολείο του. Δική μου υποχρέωση ήταν να τον ενημερώσω και αυτό θα περίμενα και από εκείνον, αν κάτι συνέβαινε με παιδιά του δικού μας σχολείου. Αντί να πιάσει το κεφάλι του και να αρχίσει να τρέχει, βρήκε δικαιολογία, για να μην κάνει τίποτε. Αλλά αν δεν κάνεις τίποτε, όταν είναι μικρά τα παιδιά, περίμενε και θα ακούσεις, όταν μεγαλώσουν.

Τα μεγαλύτερα προβλήματα των σχολείων είναι ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η ομοφοβία. Για την αντιμετώπισή τους τα σχολεία πρέπει να δουλεύουν νύχτα μέρα όλο το χρόνο. Συχνά έλεγα στα παιδιά πως το σχολείο είναι ένα φαρμακείο που διανυκτερεύει κάθε μέρα. Και Χριστούγεννα και Πάσχα και καλοκαίρι. Μόνο αν το σχολείο παρέχει περιβάλλον ισότητας, ασφάλειας και ουσιαστικής φροντίδας των παιδιών μπορούν να πάνε καλά και οι δείκτες της μόρφωσης για όλα τα παιδιά, χωρίς διακρίσεις. Κανείς δεν μπορεί να αποδώσει σε κλίμα ανασφάλειας και τρόμου.

Οι αξιολογήσεις που μεθοδεύει το υπουργείο είναι μόνο μέσα χειραγώγησης των εργαζομένων και δημιουργίας κλίματος ανασφάλειας προς δόξα των αφεντικών. Τα σχολεία οφείλουν να δημιουργούν κλίμα ασφάλειας και για τους εκπαιδευτικούς και για τα παιδιά. Μόνο το κλίμα ασφάλειας, ευημερίας και αναγνώρισης αυξάνει και τη δημιουργικότητα και την παραγωγικότητα μικρών και μεγάλων.

Ομολογώ ότι το να δημιουργήσεις θετικό κλίμα σε ένα σχολείο και κουλτούρα ισότητας δεν είναι εύκολο και εγώ προσωπικά είχα να αντιμετωπίσω και το νέο θεολόγο που έλεγε «εγώ είμαι με το μέρος των αγοριών» και την εκπαιδευτικό, μητέρα αγοριών, που μου έλεγε πως έτσι είναι τα αγόρια από τη φύση τους. Όμως το πλήθος των εκπαιδευτικών είμαι βέβαιος πως θα συνεργαστεί.

Το υπουργείο παιδείας αντί για το φόβητρο των αξιολογήσεων των σχολείων θα έπρεπε να ζητήσει από τα πανεπιστημιακά τμήματα των Παιδαγωγικών να εκπονήσουν ερωτηματολόγια και προγράμματα, για να διερευνήσουν και να αντιμετωπίσουν φαινόμενα ρατσισμού, σεξουαλικής κακοποίησης και ομοφοβίας στα σχολεία.

Οι συνομήλικοι με εμένα φιλόλογοι από τη Φιλοσοφική της Αθήνας διδαχθήκαμε τα παιδαγωγικά του Μελανίτη και μάθαμε πως τα μικτά σχολεία «απάδουν προς τα ήθη των Ελλήνων» πως «τα θήλεα προκαλούν τους άρρενας, οι οποίοι οφείλουν να παραμένουν αφελείς περί τα ερωτικά έως και το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας των».

Ναι άλλαξαν οι καιροί, αλλά πόσο; Και κυρίως πόσο άλλαξε η νοοτροπία μέσα στα σχολεία, που είναι κατεξοχήν συντηρητικοί χώροι και πολύ εύκολα στοχοποιούν κορίτσια για την εμφάνισή τους, για το ντύσιμό τους, για την «προκλητική συμπεριφορά» τους. Πόσο συχνά μέσα στα σχολεία λέγεται για κορίτσια ότι «πάνε γυρεύοντας»; Έχουμε δουλειά να κάνουμε. Όχι αυτήν που μας λέει το υπουργείο. Όχι, έχουμε καλή δουλειά. Και ναι, είναι απαραίτητο το μάθημα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης. Αλλά δεν φτάνει η μία ώρα την εβδομάδα. Πρέπει όλοι όσοι βρίσκονται μέσα στο σχολείο, σε όλες τις ηλικίες να δουλεύουν μέρα νύχτα για αυτό το περιβάλλον ισότητας, ασφάλειας και φροντίδας για όλους. Αρκεί και ένα μόνο ρατσιστικό, σεξιστικό, ομοφοβικό σχόλιο, για να ακυρώσει δουλειά μηνών.

Ας δώσουμε επιτέλους άλλο περιεχόμενο στην αριστεία.

https://docs.google.com/document/d/e/2PACX-1vQI6oq9hag7lrGWm49D90z_aWSZ6Wsu40sTIfmAc5pr5NIgfh3PWzgaWS44DZ_Sui663AtThWx1beqI/pub

Για τον Ιάσωνα

Άλλες εποχές θα λέγαμε ότι πήγες σαν το σκυλί στ’ αμπέλι. Δεν το λέμε πια, γιατί στην εποχή μας η ζωή των σκύλων έχει αξία.
Για κάποιους όμως η δική σου ζωή δεν είχε αξία.
Ούτε το όνομα σου δεν θα ξέραμε αν δεν το ανέφεραν οι άνθρωποι των δημοσίων σχέσεων, που έγραψαν την ανάρτηση της Μπακογιάννη. Δεν το έγραψαν, γιατί τους ένοιαξες εσύ, το έγραψαν, για να προσδώσουν λίγη συγκίνηση στο κείμενο που δήθεν έγραψε η Μπακογιάννη.
Για τον Αλέξανδρο, για τον Παύλο, για τον Ζακ, για τον Βασίλειο μάθαμε και τα επώνυμά τους, είδαμε και φωτογραφίες τους, είδαμε τις οικογένειές τους, είδαμε τις κηδείες τους. Για σένα τίποτε.
Ούτε είδαμε να έχουν στείλει στεφάνι η Μπακογιάννη και ο Τασούλας.
Ακόμη και το βίντεο του θανάτου σου στην είσοδο της Βουλής θεωρήθηκε απόρρητο και αντί αμέσως να το δώσει στη δημοσιότητα ο πρόεδρος της Βουλής, διέταξε ΕΔΕ, για να μάθει πώς διέρρευσε. Και μετά είπανε ότι έτρεχες, γιατί όσοι αρμέγουν την κρατική γίδα δεν ξέρουν ότι κάποιοι άλλοι τρέχουν καθημερινά για τον επιούσιο.
Ούτε μάθαμε και ούτε θα μάθουμε πόσα οχήματα και πόσοι άντρες διαφυλάσσουν την ασφάλεια της Μπακογιάννη, γιατί η δική της ζωή δεν είναι σαν τη δική σου. Η δική της έχει αξία. Αλλά το ότι η δική της ζωή έχει μεγαλύτερη αξία από τη δική σου το ήξερες. Αυτό που δεν ήξερες και δεν πρόφτασες να μάθεις είναι ότι η δική σου ζωή έχει πολύ μικρότερη αξία από το πολιτικό κόστος. Το πολιτικό κόστος μετράει πάνω από όλα, γιαυτό εσύ καταδικάστηκες στη σιωπή και στη λήθη.
Για σένα δεν πήραν συνεντεύξεις οι δημοσιογράφοι από τη γειτονιά. Για σένα δεν βγήκε κανείς να πει πως δεν είχες δώσει δικαιώματα, δεν είπαν αν ήσουν αιμοδότης κι αν είχες πάει στους προσκόπους. Εσύ πρέπει να ξεχαστείς. Ξεχάστηκε η Ζήμενς, ξεχάστηκε ο Χριστοφοράκος, ξεχάστηκε το αδήλωτο εκατομμύριο, ξεχάστηκαν και ξεχάστηκαν, δεν θα αφήσουν να τους χαλάσει τη ζαχαρένια ένας Ιάσωνας.
Αλλά είμαστε εμείς πίσω σου κι εμείς δεν θα αφήσουμε να ξεχαστείς.
Και όχι δεν ήσουν θύμα τροχαίου.
Ήσουν θύμα της μεγαλομανίας με τα πολλά υπηρεσιακά οχήματα.
Ήσουν θύμα κρατικής αμέλειας και αδιαφορίας.
Ήσουν θύμα αστυνομικής αναλγησίας.
Ήσουν θύμα του μόνιμου κουκουλώματος και της μη απόδοσης ευθύνης.
Αλλά είμαστε εμείς πίσω σου.

Οι κακοποιητικές μέθοδοι του Αλέξη Κούγια

Για να γνωρίσει κανείς τις υπερασπιστικές μεθόδους του Αλέξη Κούγια, αρκεί να γνωρίσει πώς υπερασπίστηκε τον δολοφόνο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ο πρώτος του στόχος ήταν να κουρελιάσει τη μνήμη του θύματος και την υπόληψη της οικογένειάς του, καθώς και την υπόληψη των άλλων παιδιών, που θα μπορούσαν να καταθέσουν ως αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας.

«Τα παιδιά αυτά δεν είναι σαν τα δικά σας και τα δικά μας» είπε από την πρώτη στιγμή, πριν ακόμη γίνει η κηδεία του θύματος. Παρόλο που αμέσως το σχολείο του Γρηγορόπουλου εξέδωσε ανακοίνωση που διέψευδε τους ισχυρισμούς του Κούγια, εκείνος δεν άλλαξε τακτική ως το τέλος της δίκης, επινοώντας ψεύδη με τα οποία όπλιζε το χέρι του Κορκονέα ξανά και ξανά. Ο Γρηγορόπουλος δολοφονήθηκε μία φορά από τον Κορκονέα και άπειρες από τον Κούγια στη διάρκεια της διαδικασίας.

Επόμενος στόχος του, μετά τη σπίλωση της μνήμης του θύματος και της οικογένειάς του ήταν η οικονομική εξάντληση της οικογένειας Γρηγορόπουλου και η παρεμπόδιση των μαρτύρων να καταθέσουν. Ο Κούγιας ισχυρίστηκε πως αν γινόταν η δίκη στην Αθήνα, κινδύνευε η ζωή του πελάτη του. Και ενώ οι δίκες της Χρυσής Αυγής έγιναν στην Αθήνα, οι δίκες του Κορκονέα έγιναν στην Άμφισσα και στη Λαμία, με επακόλουθο την τεράστια αύξηση των εξόδων λόγω των μετακινήσεων και των διανυκτερεύσεων πολλών ατόμων. Βεβαίως η απόσταση καθιστούσε προβληματική και την παρουσία των μαρτύρων. Εγώ, προσωπικά, αναγκάστηκα να διασχίσω χαράματα με πολύ χιόνι και αλυσίδες την Αράχωβα, για να είμαι στις 8 το πρωί στην Άμφισσα. Μήπως, μια και κινδύνεψε η ζωή του Λιγνάδη μία φορά, κινδυνέψει και δεύτερη; Μήπως η δίκη γίνει στα Ιωάννινα;

Ο άλλος τρόπος αύξησης του κόστους της δίκης ήταν η παράτασή της με κάθε τεχνητό μέσο. Με απουσίες και καθυστερήσεις και με καθημερινές αγωγές εναντίον των συνηγόρων πολιτικής αγωγής, που κατέθετε στο δικαστήριο, και με διαμαρτυρίες που υπαγόρευε προς τη γραμματέα του δικαστηρίου. Οι αντεγκλήσεις και οι ενστάσεις συνεχείς, ώστε να καθυστερήσει η απόφαση του δικαστηρίου και να απομακρυνθεί χρονικά από την τέλεση του κακουργήματος, ώστε να έχουν εκτονωθεί οι αντιδράσεις της κοινωνίας και να είναι πιο χειραγωγήσιμοι οι ένορκοι.

Το άλλο του δόλιο μέσο είναι η τρομοκράτηση και η παγίδευση των μαρτύρων και η προσπάθειά του να βάλει στο στόμα τους λόγια που ούτε έχουν πει, ούτε έχουν εννοήσει.

Όταν επρόκειτο να καταθέσω εγώ, επί ώρες ξιφουλκούσε με σαθρά επιχειρήματα, ώστε να αποτρέψει την εξέτασή μου ως μάρτυρα. Όταν απέτυχε να το καταφέρει πιάστηκε από το ότι έδωσα πολιτικό όρκο και με ρωτάει. «Είδα ότι δεν δώσατε θρησκευτικό όρκο, στο σχολείο σας κάνετε ορκωμοσία;» «Γιατί, απάντησα, γίνεται ορκωμοσία σε κάποιο σχολείο;». Η ερώτηση «κάνετε ορκωμοσία στο σχολείο σας;» μοιάζει βλακώδης. Όμως τέτοιες είναι οι ερωτήσεις του Κούγια. Αποβλέπουν στον να σε μπερδέψουν, να σου προκαλέσουν αμφιβολίες και ενοχές και μετά να σε κατευθύνει όπου θέλει. Εκείνη την ώρα η λέξη ορκωμοσία χάνει τη σημασία της. Εσύ αισθάνεσαι πως για να ρωτάει η σωστή απάντηση είναι το ναι, οπότε χάνεται η αξιοπιστία σου ως μάρτυρα. Μετά θα σε ρωτήσει πότε κάνετε ορκωμοσία και μετά έχει κερδίσει το παιχνίδι.

Μετά την ορκωμοσία άρχισε να με ρωτάει αν κάνουμε προσευχή στο σχολείο και αν είμαι παντρεμένος. Βέβαια το αν είμαι παντρεμένος, ανύπαντρος, διαζευγμένος η χήρος δεν έχει καμιά σχέση με τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Το ξέρει αυτό. Αλλά μέσα στην προσωπική μου ζωή μπορεί να υπάρχει κάτι που δεν θέλω να αποκαλυφθεί και η σκέψη αυτή να μου προκαλεί σύγχυση και να με καθιστά ευάλωτο. Όταν του είπα ότι είμαι παντρεμένος με την ίδια σύζυγο από το 1972 κι ότι έχω παιδιά κι εγγόνια κυριολεκτικά μαράζωσε. Οι ερωτήσεις έπεφταν βροχή και η πρόεδρος μού έλεγε «μην απαντάτε», παρόλο που εγώ ήθελα να απαντήσω σε όλες. Κάποια στιγμή είπα στην πρόεδρο: «Σας παρακαλώ μη με προστατεύετε. Έχω τεράστια εμπειρία από έφηβους».

Η εξέτασή μου κράτησε πολλή ώρα, αλλά δεν θα μπω στην ουσία της κατάθεσής μου, γιατί θεωρώ πως είναι εκτός θέματος. Άλλωστε ολοκλήρωσε λέγοντας ότι λέω ψέματα και να μη ληφθούν υπόψη όσα είπα.

Ας δούμε όμως πώς συμπεριφέρεται και με τη νέα υπόθεση που ανέλαβε. Οι μέθοδοι δεν άλλαξαν.

-Λέει ότι οι καταγγέλλοντες ψεύδονται. Όμως μέσα στα τόσα ψέματα που λένε, γιατί δεν μετακινούν και τις χρονολογίες, ώστε να μην έχει παραγραφεί τίποτε;

-Λέει ότι οι καταγγέλλοντες είναι επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι. Κάτι αντίστοιχο με το αυτά τα παιδιά δεν είναι σαν τα δικά σας και τα δικά μας. Δεν μας είπε όμως πώς είναι τα δικά μας παιδιά και πώς τα άλλα. Αφήνει να δώσουμε ό,τι σημασία θέλουμε και όποια σημασία τον βολεύει. Το ίδιο ισχύει και με το επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι, που μπορεί να αποκτήσει διαφορετικά νοήματα, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες και τη σύγχυση που θέλει να προκαλέσει. Το επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι μπορεί να είναι μια ανοησία αντίστοιχη με το κάνετε ορκωμοσία, αλλά μπορεί να εξυπηρετήσει πολλαπλά.

Και βέβαια οι απειλές για μηνύσεις άρχισαν με πρώτη υποψήφια να μηνυθεί τη Μενδώνη. Και η πρώτη αίτηση αναβολής έχει γίνει καθώς και άλλες κωλυσιεργίες.

Και με τον ίδιο τρόπο που πρόφερε τη λέξη Εξάρχεια τότε, τώρα λέει Σουηδία, Αιγύπτιος, μια κυρία.

Δεν έχω καμιά αμφιβολία για το σθένος των καταγγελλόντων και των μαρτύρων. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι με ένα φου θα σπάσουν αυτή τη χωρίς τεκμήρια σαπουνόφουσκα ρητορικής.

Αυτό που όμως με ανησυχεί είναι το κόστος της δίκης.

Πρέπει να σκεφτούμε πώς όλη αυτή η αθλιότητα δεν αφορά μόνο τα θύματα, μόνο αυτούς τους νέους άνδρες, που δεν διαθέτουν μάλλον τα οικονομικά μέσα, για να ανταποκριθούν σε μια τέτοια δίκη. Αφορά όλους μας, αφορά όλη την κοινωνία και όλοι μαζί πρέπει να συμβάλουμε οικονομικά, αν υπάρξει ανάγκη.

Θύματα αστυνομικής βίας

Υπουργός αστυνομικής βίας ήταν ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, όταν στις 19 Ιανουαρίου του 2000 δολοφονήθηκε από αστυνομικούς στην πλατεία Βάθης ο εικοσάχρονος Ρουμάνος Βασίλιε Ιόν. Η είδηση σπαραχτικά σύντομη, πιο σύντομη κι από τα είκοσι χρόνια της ζωής του.

Ακόμη πιο σπαραχτικά σύντομη η είδηση για τη δολοφονία ανώνυμου Αλβανού από τον αστυνομικό Διονύση Καρακαϊδό σε επιχείρηση «σκούπα» στον Ωρωπό στις 20 Ιανουαρίου 1996.

Το ατίθασο όπλο του αστυνομικού εκπυρσοκρότησε από δική του πρωτοβουλία και η υπόθεση μπήκε στο αρχείο. Κανείς δεν ασχολήθηκε να μάθει ποιος ήταν ο άτυχος μετανάστης. Παρέμεινε για πάντα ανώνυμος. Αναρωτιέμαι από πού προκύπτει η βεβαιότητα πως επρόκειτο για Αλβανό μετανάστη. Υπουργός αστυνομικής βίας ο Σήφης Βαλυράκης. Δύο ημέρες μετά τον διαδέχθηκε ο Κώστας Γείτονας στην κυβέρνηση Σημίτη.

Στις 21 Ιανουαρίου του 1991 συνελήφθη ο Τούρκος πρόσφυγας Σουλεϊμάν Ακιάρ, με την κατηγορία της διακίνησης ναρκωτικών. Η κατηγορία ουδέποτε επαληθεύτηκε, ούτε έγινε δικαστήριο. Στις 29 Ιανουαρίου, οχτώ ημέρες μετά τη σύλληψή του και ενώ ήταν κρατούμενος στην Ασφάλεια της Αθήνας, ο Ακιάρ βρέθηκε νεκρός. Η νεκροψία απέδειξε ότι ο θάνατός του οφειλόταν σε τραύματα από χτυπήματα σε όλο το σώμα, σε πολλαπλά κατάγματα, κακώσεις των γεννητικών οργάνων, ρήξη πρωκτικού δακτυλίου, βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Όμως οι τρεις υπεύθυνοι αστυνομικοί απηλλάγησαν, διότι τον χτυπούσαν «αμυνόμενοι». Υπουργός αστυνομικής βίας ο Ιωάννης Βασιλειάδης, στην κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Θα ήθελα να αναφερθώ και σε ένα άλλο θύμα, τον δεκαεφτάχρονο Γιάννη Καραγιαννόπουλο, που πυροβολήθηκε εξ επαφής στο κεφάλι, αλλά επέζησε με παράλυση 100%, σύμφωνα με τη διάγνωση του ιατροδικαστή, και δεν μπορεί ούτε να μιλήσει.

Ο μεγάλος αδελφός του Γιάννη είχε κρύψει στο σπίτι του, στο Ποντισμένο Σερρών, μια μικρή ποσότητα 37 γραμμαρίων ινδικής κάνναβης. Στις 28 Ιανουαρίου του 1998, σε στιγμή που έλειπε ο μεγάλος αδελφός, οι αστυνομικοί εισέβαλαν στο σπίτι, παραβιάζοντας την πόρτα με πυροβολισμούς, έδειραν πολύ άγρια τον μικρό αδελφό μπροστά στους γονείς του, έψαξαν όλο το σπίτι, βρήκαν τα ναρκωτικά, για τα οποία δεν γνώριζαν τίποτε ούτε οι γονείς, ούτε ο μικρός γιός. Στη συνέχεια πέρασαν χειροπέδες στον Γιάννη και τον πήραν μαζί τους, για να τον ανακρίνουν στο τμήμα. Αντί όμως να πάνε στο αστυνομικό τμήμα πήγαν στο πάρκιν νυχτερινού κέντρου, όπου έβγαλαν το παιδί από το περιπολικό και συνέχισαν να το δέρνουν με τα χέρια δεμένα πισώπλατα, για να τους υποδείξει και άλλες κρυψώνες ναρκωτικών. Ο Γιάννης τους έλεγε ότι δεν γνώριζε τίποτε για το τι έκανε ο αδελφός του και εκείνοι  τον πυροβόλησαν εξ επαφής στο κεφάλι.

Η ΕΔΕ αποφάνθηκε ότι επρόκειτο περί ατυχήματος. Ο αστυνομικός που τον πυροβόλησε είπε απολογούμενος: «Ο Καραγιαννόπουλος προσπάθησε να αρπάξει το υπηρεσιακό μου περίστροφο και στη συνέχεια αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι». Η επιτροπή που διενέργησε την ΕΔΕ αποδέχθηκε αυτήν την περιγραφή, απάλλαξε τον αστυνομικό, αλλά του επέβαλε πρόστιμο 90€ επειδή ανέκρινε το παιδί στο πάρκιν και όχι στο τμήμα. Υπουργός αστυνομικής βίας ο Γεώργιος Ρωμαίος.

Εννέα χρόνια μετά ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου παρατηρεί: «Με αφήνει έκπληκτο η εξαιρετική έλλειψη επαγγελματισμού που διέκρινε τον αστυνομικό της υποθέσεως ». Το ευρωπαϊκό δικαστήριο επιδίκασε στον Γιάννη Καραγιαννόπουλο αποζημίωση 120.000€.

Όχι δεν είναι χούντα, αλλά..

.

Συχνά ακούγεται στις μέρες μας το «χούντα είναι».

Βεβαίως δεν είναι χούντα, αλλά θα θέσω παρακάτω ένα ερώτημα. Όταν έγινε η χούντα των συνταγματαρχών ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών συνεργάστηκε με το καθεστώς και κατέλαβε υπουργικά αξιώματα. Ο πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Πιπινέλης παρέμεινε ως υπουργός εξωτερικών της χούντας έως το θάνατό του από καρκίνο το 1970. Ο αρχηγός των Προοδευτικών, Σπύρος Μαρκεζίνης, έγινε πρωθυπουργός της χούντας και μεταξύ των πολιτικών, κυρίως της ΕΡΕ, που πήραν υπουργικές θέσεις ήταν οι Άγγελος Τσουκαλάς, Αθανάσιος Καψάλης, Λάμπρος Ευταξίας, Χρήστος Ξανθόπουλος-Παλαμάς, Στυλιανός Σκανδάλης, Θεόδωρος Σαράντης, Χρήστος Μίχαλος, Νικόλαος Μομφεράτος, Χαράλαμπος Παναγιωτόπουλος, Αλέξανδρος – Κωνσταντίνος Βούλτζος, Επαμεινώνδας Τσέλλος, Κλεάνθης Δαμιανός, Σπύρος Κατσώτας, Φαίδων Άννινος-Καβαλιεράτος, Κωνσταντίνος Ράλλης, Τρύφων Τριανταφυλλάκος, Παναγιώτης Χρήστου, ενώ ο Δημήτριος Ρίτσος διορίστηκε δήμαρχος Αθηναίων.

Και τώρα έχω να κάνω μια καίρια ερώτηση: Ποιοι/ες κατά τη γνώμη σας υπουργοί και βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, και όχι μόνο, θα ήσαν πρόθυμοι να συνεργαστούν με ένα δικτατορικό καθεστώς σήμερα; Αυτό έχει την πρώτιστη σημασία. Η ιδεολογική συγγένεια, που καθορίζει την πολιτική και το έργο της κυβέρνησης.

Ασχολούμαι μόνο με τα υπουργικά αξιώματα επί χούντας και παραλείπω αναγκαστικά το πλήθος των διορισμένων δημάρχων, προέδρων δημοσίων οργανισμών, δημοσίων επιχειρήσεων, συνομοσπονδιών και ομοσπονδιών, ανωτάτων δικαστηρίων και πρυτανικών αρχών.

Και βέβαια να μην ξεχνάμε και το «έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη». Πρώτος πρωθυπουργός της χούντας έγινε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνος Κόλλιας.

Ακολούθως υπουργοί έγιναν οι Κωνσταντίνος Καλαμποκιάς, Αντιπρόεδρος του Α.Π., οι αρεοπαγίτες Λεωνίδας Ροζάκης, Νικόλαος Οικονομόπουλος, Δημήτριος Οικονομόπουλος, ο αντιεισαγγελέας του Α.Π. Παναγιώτης Τσαρούχης, ο εισαγγελέας εφετών Ιωάννης Τσαντίλας και ο νομικός σύμβουλος του κράτους Αλέξανδρος Λέκκας. Για την εκτροπή από τον κοινοβουλευτισμό ο Άρειος Πάγος, με την 496/1970 απόφασή του, έκανε λόγο για κυβέρνηση προερχόμενη «εξ επαναστάσεως ήτις δημιουργεί δίκαιον.»

Αυτό που με απασχολεί περισσότερο δεν είναι οι τότε πολιτικοί και δικαστές σε σύγκριση με τους τωρινούς. Κυρίως με ενδιαφέρει η ομοιότητα στην κοινωνία την τότε και την τώρα και οι κοινές αξίες τους. Γιατί δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ένα πλήθος από καθηγητές πανεπιστημίου έγιναν υπουργοί της χούντας. Βεβαίως πολλοί πολιτικοί, δικαστές και ακαδημαϊκοί διώχθηκαν, βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν, αλλά αυτό το γεγονός αναδεικνύει ακόμη περισσότερο την ευτέλεια αυτών που συνεργάστηκαν με το καθεστώς. Οι συλλήψεις, φυλακίσεις και βασανισμοί φοιτητών μεγαλώνει πολύ περισσότερο την ευθύνη των καθηγητών με υπουργικά αξιώματα καθώς και του υπουργού δικαιοσύνης Άγγελου Τσουκαλά.

Όμως, όπως ήδη είπα, πιο πολύ με απασχολεί η ευθύνη της κοινωνίας, και οι αξίες της, που ψηφίζει και προωθεί σε ανώτατα αξιώματα τέτοια άτομα. Και τότε και τώρα. Και η κοινωνία που ξεχνά ή δεν θέλει να θυμάται και να ξέρει. Τα παραδείγματα πολλά, αλλά θα αναφέρω δύο. Ο Στυλιανός Κορρές, καθηγητής της κλασικής φιλολογίας, που ήταν υφυπουργός παιδείας όταν έγινε η εξέγερση του Πολυτεχνείου, δεν είχε πρόβλημα στη συνέχεια να γίνει πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας από το 1976 έως το 1986. Ο διορισμένος από τη χούντα δήμαρχος του Πειραιά Αριστείδης Σκυλίτσης στη συνέχεια έθεσε υποψηφιότητα για δήμαρχος στις εκλογές του 1978 και πήρε από τον πρώτο γύρο το 48,5% των ψήφων των «δημοκρατικών» Πειραιωτών. Και όταν πέθανε το 2006 την κηδεία του τέλεσε ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ παρουσία του τότε δημάρχου, Χρήστου Αγραπίδη, και του τότε υφυπουργού Άμυνας, Βασίλη Μιχαλολιάκου

Πόσο έχει αλλάξει η κοινωνία μας από τότε έως σήμερα; Αυτό είναι για μένα το κύριο ερώτημα. Χούντα δεν είναι, αλλά μήπως είμαστε χουντοκοινωνία;

Οι εμμονές περί αισθητικής και κομψότητας πάντως παραμένουν αναλλοίωτες. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης φόρεσε φράκο, για να επισκεφθεί τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο και να πάρει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Το καπέλο που φόρεσε ήταν πιο ψηλό κι από το μπόι του.

Εκτιμούσα την Ελένη Χαλκούση ως ηθοποιό, μεταφράστρια και αρθογράφο. Το βιβλίο της «Σαβουάρ Βιβρ» δείχνει όλες τις αξίας της μεσοαστικής κοινωνίας της εποχής. Το 1971 τη ρώτησα περιπαιχτικά, αλλά ευγενικά: «Κυρία Χαλκούση, ποιος άντρας στην εποχή μας φοράει γκρι αρζάν γραβάτα με μια πέρλα στο κέντρο, όπως προτείνετε στο βιβλίο σας;» Και μου απάντησε με αμηχανία και έκπληξη: «Όταν το έγραφα αυτό είχα στο νου μου τον Πιπινέλη».

Λέτε αν ζούσε σήμερα ο Πιπινέλης η φωτογραφία του εμβολιασμού του να έκανε το γύρο του κόσμου;

Αχ αυτές οι αναλλοίωτες αξίες του ελληνικού πολιτισμού και της χουντοκοινωνίας.

Στη μία φωτογραφία ο πρώην πρωθυπουργός και υπουργός της χούντας Παναγιώτης Πιπινέλης με την πέρλα στο κέντρο της γραβάτας και στην άλλη ο σημερινός υπέρκομψος πρωθυπουργός με την πέρλα πιο δω, στο μέρος της καρδιάς.

Μοχάμετ και Λούτφη: Δύο ακόμη θύματα της αστυνομίας

13 και 14 Ιανουαρίου. Δύο επέτειοι δολοφονιών από την αστυνομία. Τα ονόματα των θυμάτων δεν είναι ελληνικά, δεν απομνημονεύονται εύκολα και δεν αναφέρονται συχνά, όπως αναφέρονται τα ονόματα της Κανελλοπούλου ή του Καλτεζά. Τα ειδησεογραφικά ρεπορτάζ είναι σύντομα, λίγες αράδες μόνο. Κι όλα αυτά βοηθούν στη λήθη. Παραγράφονται και μένουν ατιμώρητες και αδιερεύνητες οι δολοφονίες. Παραγράφονται και οι άνθρωποι όσο δεν αντιστεκόμαστε στην βία του κράτους.

13 Ιανουαρίου του 2004. Υπουργός της αστυνομικής βίας ο Γιώργος Φλωρίδης.

Θύμα της ο πρόσφυγας από τη Συρία Μοχάμετ Χαμούτ, ετών 42, μπογιατζής που ζούσε και εργαζόταν στο Ρέθυμνο. Σε μπλόκο της αστυνομίας συλλαμβάνονται ο Μοχάμετ και ο Αχμέτ, 25 ετών σοβατζής. Οι αστυνομικοί τους γονατίζουν και τους γρονθοκοπούν. Ο Μοχάμετ τους λέει ότι έχει καρδιολογικό πρόβλημα, ότι έχει κάνει εγχείρηση καρδιάς πριν από ένα χρόνο και ότι πρέπει να παίρνει τα φάρμακά του, που τα έχει στο σπίτι του. Οι αστυνομικοί δεν συγκινούνται, μεταφέρουν και τους δύο στο αστυνομικό τμήμα, όπου συνεχίζεται η κακοποίησή τους. Αργότερα ο Μοχάμετ μεταφέρεται στο νοσοκομείο Ρεθύμνου, όπου διαπιστώνεται ο θάνατός του, ο οποίος αποδίδεται σε παθολογικά αίτια με την επισήμανση όμως ότι ο ξυλοδαρμός του επιδείνωσε την κατάστασή του. Αυτά τα «παθολογικά αίτια» έκλρεισαν την υπόθεση του θανάτου, χωρίς να αποδοθούν ευθύνες. Ο Αχμέτ παρέμεινε φυλακισμένος, του αποδόθηκαν πέντε κατηγορίες και μετά από λίγες ημέρες μεταφέρθηκε στα επείγοντα, λόγω των βασανιστηρίων που υπέστη.

Σε μια συγκινητική ανταπόκριση από το Ρέθυμνο, που δημοσιεύτηκε στο Indymedia τρεις ημέρες μετά, στις 16 Ιανουαρίου του 2004, περιγράφεται η πομπή που ακολούθησε το φέρετρο του νεκρού Μοχάμετ ως το λιμάνι. «Το πανό των μεταναστών έγραφε:ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ ΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΝ ΝΤΟΠΙΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ.»

14 Ιανουαρίου 1996. Υπουργός της αστυνομικής βίας ο Σήφης Βαλυράκης. Θύμα της ο Τούρκος από την Ξάνθη Λούτφη Οσμάντζε, ετών 40.

Πολύ ολιγόλογες οι αναφορές για τον Λούτφη. Τον συνέλαβαν μεθυσμένο στον Βύρωνα και τον μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα. Την επόμενη μέρα στις 10 το βράδυ ήταν νεκρός. Ο ιατροδικαστής Εμμανουήλ Νόνας διαπίστωσε ότι ο θάνατος οφειλόταν σε οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου κατά τη διάρκεια του ξυλοδαρμού του.

Δεν έχουμε καμιά πληροφορία για τον ίδιο και την οικογένειά του. Ποιος νοιάζεται;

Παντού αναφέρεται ως «μουσουλμάνος» από την Ξάνθη. Εγώ τον χαρακτήρισα Τούρκο, πράγμα που θα ενοχλήσει πολλούς πατριώτες, που δεν αναγνωρίζουν εθνικές μειονότητες στην Ελλάδα. Πριν από λίγες ημέρες σχολίασε κάποιος άλλο κείμενό μου γράφοντας: « Ως προς το άλλο θέμα,προφανώς και κρίνονται και οι διεθνείς συνθήκες και ιδεολογικά και “πρακτικά”, αλλά όπως γνωρίζετε σε αυτά τα ζητήματα αυτό που καθορίζει την μακροβιότητά τους (γιατί τίποτα δεν είναι τελεσίδικο στη γεωπολιτική) είναι ο συσχετισμός ισχύος. Όσο αυτός παραμένει συντριπτικά πατριωτικός-και θα παραμείνει, θα το φροντίσουμε αυτό- στην Ελλάδα δεν υπάρχουν και δεν θα υπάρξουν “εθνικές” μειονότητες.» Ίσως ένας από τους τρόπους, για να το «φροντίσουμε αυτό» είναι ο ξυλοδαρμός έως θανάτου.

Άραγε πώς βρέθηκε στον Βύρωνα ο Λούτφη; Πού ζούσε, πού εργαζόταν, πού έγινε η κηδεία του, πού θάφτηκε; Και αυτά δεν είναι τα μοναδικά ερωτήματα.

Κάποτε είχε έρθει στο Σχολείο να μιλήσει στα παιδιά κάποια κυρία, που εκπροσωπούσε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες. Καλή ομιλία, παρά τον διαχωρισμό που έκανε για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και τον απαξιωτικό τρόπο που μίλησε για τους δεύτερους. Στο τέλος ζήτησε από τα παιδιά να υποβάλουν ερωτήσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά είναι στην αρχή διστακτικά και για να ενθαρρύνω τη διαδικασία των ερωτήσεων έκανα εγώ μια ερώτηση: «Εκτός Θράκης, όπου υπάρχουν μουσουλμανικά νεκροταφεία, πού θάβονται οι μουσουλμάνοι, όταν πεθαίνουν;» Η κυρία αιφνιδιάστηκε πολύ. Είπε πως δεν την είχε ποτέ απασχολήσει το θέμα και πως δεν ήξερε. Θα φρόντιζε όμως να μάθει και θα μου τηλεφωνούσε να με ενημερώσει. Πράγματι μου τηλεφώνησε μετά από δύο ημέρες. Δεν είχε μάθει κάτι συγκεκριμένο, μόνο πως κάπου τους παραχώνουν, αλλά δεν ήξερε πού. Τους μουσουλμάνους, λοιπόν, δεν τους θάβουν, αλλά κάπου τους παραχώνουν.

Άραγε τον Λούτφη τον μετέφεραν νεκρό στην Ξάνθη, να τον θάψουν κανονικά ή κάπου τον παράχωσαν;

Η δολοφονία του Θοδωρή Γιάκα από τον αρχιφύλακα Λαγογιάννη

.

10 Ιανουαρίου του 1994

Ο Θοδωρής Γιάκας, ένας νεαρός μουσικός δολοφονήθηκε στα 28 του χρόνια από τον αρχιφύλακα Λαγογιάννη τελείως αναίτια και απρόκλητα.

Παρόλη την αγανάκτηση που προκαλεί και αυτή η δολοφονία μού προξενεί ιδιαίτερη λύπη το ότι δεν υπάρχει στο διαδίκτυο ούτε μία φωτογραφία του, ούτε μια πληροφορία για τη ζωή του, για την οικογενειακή του κατάσταση. Βεβαίως το 1994 που έγινε η δολοφονία δεν ήταν ανεπτυγμένο το διαδίκτυο, όμως απασχολούσε τις αίθουσες των δικαστηρίων έως το 2000, που το διαδίκτυο είχε αναπτυχθεί πολύ. Άλλωστε υπάρχουν δύο φωτογραφίες του δολοφόνου, που δεν θέλω να αναδημοσιεύσω. Δεν πρόκειται για κάποιον ανώριμο και άπειρο αστυνομικό, αλλά για έναν μεσήλικα, που αν τον τοποθετούσε κανείς μέσα σε υπουργικό συμβούλιο δεν θα έδειχνε παράταιρος.

Νωρίς το βράδυ εκείνης της μέρας ο Θοδωρής Γιάκας έκανε περίπατο στους δρόμους του Μοσχάτου. Ξαφνικά σταματάει δίπλα του ένα αυτοκίνητο, όχι περιπολικό, και κατεβαίνει με πολιτικά ο αρχιφύλακας κρατώντας το περίστροφο στο χέρι του. Τρομοκρατημένος ο νεαρός αρχίζει να τρέχει και ο Λαγογιάννης τον πυροβολεί τέσσερις φορές.

Αμέσως η αστυνομία, που πάντα μηχανορραφεί σε τέτοιες περιπτώσεις, έστησε απαλλακτικό σενάριο. Ο Γιάκας παρουσιάστηκε ως δραπέτης ψυχιατρείου, ο Λαγογιάννης προσπάθησε να τον συλλάβει, ο επικίνδυνος δραπέτης επιτέθηκε στον άτυχο και ευσυνείδητο αρχιφύλακα με μαχαίρι, οπότε ο αμυνόμενος Λαγογιάννης αναγκάστηκε να πυροβολήσει τέσσερις φορές, ώσπου το αιμόφυρτο σώμα του νέου άνδρα κατέληξε στο πεζοδρόμιο.

Παρόλο που αμέσως αποδείχθηκε ότι ο Γιάκας δεν ήταν τρόφιμος ψυχιατρείου και δεν είχε δραπετεύσει, το σενάριο ότι ο Λαγογιάννης πυροβόλησε αμυνόμενος παρέμεινε μέχρι τέλους.

Ο αρχιφύλακας δεν συνελήφθη και συνέχισε να υπηρετεί στην ΕΛ.ΑΣ ως την δίκη το 1997. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για ανθρωποκτονία από πρόθεση καθ’ υπέρβαση των ορίων της άμυνας και τον καταδίκασε σε ποινή κάθειρξης 10 ετών και 5 μηνών. Ο Λαγογιάννης άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος.

Το μεικτό ορκωτό εφετείο της Αθήνας συνεδρίασε επί τρεις ημέρες και μετέτρεψε το κατηγορητήριο σε ανθρωποκτονία από αμέλεια καθ’ υπέρβαση των ορίων της άμυνας.

Η μετατροπή του κατηγορητηρίου υπέρ του συνταξιούχου πλέον Ευάγγελου Λαγογιάννη στο Εφετείο είχε ως συνέπεια να του επιβληθεί πολύ μικρότερη ποινή από την πρωτόδικη: 4 χρόνια και 3 μήνες κατά πλειοψηφία 4-3. Τα τρία μέλη, που μειοψήφησαν, ήθελαν να του επιβληθεί ποινή φυλάκισης τριών μόνο χρόνων.

Ο κατηγορούμενος ήταν βέβαιος ότι δεν θα έμπαινε ούτε μια μέρα φυλακή. Στο άκουσμα της απόφασης κατέρρευσε και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, ενώ η οικογένειά του καταριόταν τους δικαστές που μόλις είχαν μετατρέψει το κατηγορητήριο σε ανθρωποκτονία από αμέλεια.

Μετά την αποκατάσταση της υγείας του ο Λαγογιάννης οδηγήθηκε στις φυλακές για πολύ λίγες μέρες. Πολύ γρήγορα παρουσιάστηκε στο πενταμελές εφετείο της Αθήνας και ζήτησε την αναστολή της ποινής του για λόγους υγείας. Το εφετείο ανέστειλε την ποινή έγκαιρα, ώστε ο Λαγογιάννης να γιορτάσει με την οικογένειά του τα Χριστούγεννα του 2000.

Η περίπτωση του Λαγογιάννη έχει πολλά κοινά στοιχεία με την αρχική καταδίκη του Σαραλιώτη σε δεκαετή κάθειρξη, την αναστολή της ποινής του και την αθώωσή του τελικά από το εφετείο Λαμίας.

Είναι πλέον εμφανές ότι τα δικαστήρια οπλίζουν τα χέρια των αστυνομικών. Τα δικαστήρια διασφαλίζουν στους αστυνομικούς την πεποίθηση ότι τα εγκλήματά τους θα μείνουν ατιμώρητα.

Στην έρευνα που έκανα των στοιχείων για αυτή τη δολοφονία ήρθα αντιμέτωπος με αυτή την είδηση: από το 2000 μέχρι τον Ιούνιο του 2002 εκδόθηκαν πέντε αποφάσεις δικαστικών συμβουλίων ή δικαστηρίων για υποθέσεις θανατηφόρων πυροβολισμών από αστυνομικούς. Σε δύο περιπτώσεις δεν απαγγέλθηκε καν κατηγορία, σε άλλες τρεις οι αστυνομικοί καταδικάστηκαν για ανθρωποκτονία από αμέλεια με αναστολή.

Ποιες είναι αυτές οι ανθρωποκτονίες;

Ας συμβάλουμε όλοι μας, ώστε να ανασυρθούν από τη λήθη και την αφάνεια, όλα τα θύματα, όλα τα εγκλήματα της αστυνομίας. Και άνθρωποι σαν τον Θοδωρή Γιάκα να μην παραμένουν ένα όνομα σε μια ληξιαρχική πράξη θανάτου.

Υποψιάζομαι ότι οι κατάλογοι που κυκλοφορούν δεν είναι πλήρεις.

Τα Βασανιστήρια σε Αφγανούς Πρόσφυγες

Για άλλη μια φορά να τονίσουμε ότι ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος δεν είναι το μοναδικό θύμα της αστυνομίας. Τα θύματα είναι πολλά και καθήκον μας είναι να μην επιτρέψουμε να ξεχαστούν. Επετειακά θα ανασύρω ένα ένα όλα τα γνωστά τουλάχιστον θύματα της αστυνομικής βίας και ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί να τους δώσουμε τη θέση που τους αξίζει στην Ιστορία.

Δεκέμβρης του 2004. Υπουργός Δημόσιας Τάξης ο Γεώργιος Βουλγαράκης.

Ένας Αφγανός κρατούμενος, συνοδευόμενος από δύο αστυνομικούς, κατάφερε να δραπετεύσει. Τις επόμενες ημέρες οι δύο αστυνομικοί και αρκετοί συνάδελφοί τους έκαναν επιδρομές σε κτήριο της οδού Πιπίνου, όπου στεγάζονταν Αφγανοί πρόσφυγες, μεταξύ των οποίων και ανήλικοι, και επιδίδονταν σε βασανιστήρια με σκοπό να αποσπάσουν πληροφορίες για τον κρατούμενο που δραπέτευσε.

Ειδικότερα οι αστυνομικοί μετέφεραν δύο πρόσφυγες στο υπόγειο γκαράζ του ΑΤ Αγίου Παντελεήμονα, όπου τους υπέβαλαν σε φάλαγγα και άλλα βασανιστήρια (σύμφωνα με το κατηγορητήριο) για να τους εξαναγκάσουν να αποκαλύψουν πού κρυβόταν ο συμπατριώτης τους, παρόλο που είχαν δηλώσει επανειλημμένα ότι δεν τον γνώριζαν.

Τα θύματα των βασανιστηρίων, μεταξύ των οποίων και ανήλικοι, κατέφυγαν σε ΜΚΟ και συλλογικότητες που ειδικεύονταν στην προστασία των προσφύγων και εξετάστηκαν από ειδικευμένο προσωπικό του Ιατρικού Κέντρου Αποκατάστασης Βασανιστηρίων. Κατόπιν τούτου η υπόθεση έλαβε μεγάλες διαστάσεις. Η αστυνομία δεν μπόρεσε, όπως ήταν τελείως αναμενόμενο, να ανακαλύψει τους άλλους αστυνομικούς που εμπλέκονταν στην υπόθεση και η υποτιθέμενη έρευνα περιορίστηκε στους δύο ήδη γνωστούς αστυνομικούς. Σκηνοθετήθηκε ΕΔΕ η οποία επέβαλε ποινή εξάμηνης αργίας στους δύο αστυνομικούς, οι οποίοι όμως ουδέποτε την εξέτισαν. Ακολούθησε παραπομπή σε δίκη για κακουργηματική άσκηση βασανιστηρίων.

Η παραπομπή για κακούργημα ήταν τελείως ασυνήθιστη, γιατί όπως επεσήμανε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες οι αστυνομικοί δεν παραπέμπονται με τη διάταξη του ποινικού κώδικα που τιμωρεί ως κακούργημα τα βασανιστήρια.

Πράγματι, στην ακροαματική διαδικασία, μετά από 7 χρόνια, που διήρκεσε επτά συνεδρίες η εισαγγελέας της έδρας πρότεινε τη μετατροπή του κατηγορητηρίου σε πλημμεληματική άσκηση σωματικών κακώσεων. Το δικαστήριο αποδέχθηκε την πρόταση και η λέξη βασανιστήρια εξοβελίστηκε. Στους κατηγορούμενους επιβλήθηκε ποινή 5 ετών στον ένα και 5 ετών και 5 μηνών στον άλλο και αφέθηκαν ελεύθεροι μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.

Λίγους μήνες αργότερα το εφετείο μείωσε την ποινή σε 20 και 25 μήνες αντίστοιχα και εξαγοράστηκε.

Μετά την απόφαση του εφετείου δέκα Αφγανοί ηλικίας 16 έως 29 ετών προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).

Στην προσφυγή τους στο ΕΔΔΑ οι Αφγανοί ανέφεραν ότι παραβιάστηκε το Άρθρο 3 της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (απαγόρευση βασανιστηρίων και απάνθρωπη/ταπεινωτική συμπεριφορά) καθώς και το Άρθρο 6, που αφορά το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη εντός λογικής προθεσμίας. Οι ίδιοι αναφέρθηκαν και στη μεγάλη καθυστέρηση της ποινικής δίκης, η οποία έθεσε σε κίνδυνο τον όγκο και την ποιότητα των αποδεικτικών στοιχείων.

Η απόφαση του ΕΔΔΑ δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2019 και αναφέρεται σε αυτήν ότι στη δικογραφία δεν είχαν συμπεριληφθεί οι καταθέσεις των μαρτύρων, ούτε αναφερόταν αν είχαν δοθεί παρουσία διερμηνέα, καθότι οι ίδιοι δεν γνώριζαν Ελληνικά. Επίσης επισημαίνεται ότι το δικαστήριο δεν εξέτασε το ρατσιστικό κίνητρο, ούτε το ενδεχόμενο οι κατηγορούμενοι να είχαν εμπλακεί στο παρελθόν σε επεισόδια με φυλετική χροιά ή αν είχαν ρατσιστική ή εξτρεμιστική ιδεολογία. Κάπως έτσι θεμελιώνεται το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου.

Στην αιτιολογία της απόφασης του ΕΔΔΑ διαβάζουμε: «Τα ελληνικά δικαστήρια δεν είχαν δώσει την αρμόζουσα προσοχή σε ορισμένους παράγοντες, μεταξύ αυτών ότι οι αστυνομικοί είχαν ενεργήσει στο πλαίσιο μιας άτυπης επιχείρησης, χωρίς να έχουν λάβει ένταλμα σύλληψης ή έρευνας…δεν διαπιστώθηκε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της χρήσης βίας από τους αστυνομικούς και της συμπεριφοράς των αιτούντων, οι οποίοι δεν επιχείρησαν να επιτεθούν στους αστυνομικούς ούτε άσκησαν βία»

Το ευρωπαϊκό δικαστήριο χαρακτήρισε επιεικείς τις ποινές που επέβαλε το ελληνικό δικαστήριο και επιδίκασε αποζημίωση 170.000€ σε εννέα από τους δέκα προσφεύγοντες Αφγανούς.

Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι ελάχιστες τέτοιες περιπτώσεις φτάνουν στη δημοσιότητα, πολύ λιγότερες στα δικαστήρια και ελάχιστες στο ευρωπαϊκό δικαστήριο.

Η σιωπή, η συγκάλυψη και η ατιμωρησία ενθαρρύνει τους αστυνομικούς προς τέτοιες συμπεριφορές.

Το 2015 επί υπουργίας Γιάννη Πανούση και με πρωτοβουλία των αστυνομικών υπαλλήλων υψώθηκε μνημείο στον αερολιμένα Αθηνών, στο οποίο αναγράφεται «Στη μνήμη των αγγέλων που θυσιάστηκαν για την ευνομία».

Όπως λέει και ο Χρυσοχοΐδης, όταν περνούν αυτοί οι άγγελοι ο κόσμος χειροκροτεί.

Ελάχιστο καθήκον μας να μη λησμονούμε. Δεκαέξι χρόνια μετά.

Ευχαριστώ το tvxs και το vice.com που δεν άφησαν να περάσει απαρατήρητη αυτή η υπόθεση.

Το κατοχικό καθεστώς της ντροπής και της κατάντιας

Σε αυτό το κατοχικό καθεστώς της ντροπής και της κατάντιας που ζούμε τα 3 ρόδια είναι πολύ πιο επικίνδυνα από 3 βόμβες μολότοφ.
Έως τη γωνία Ιπποκράτους και Αραχώβης με το αυτοκίνητο κι από κει με τα πόδια. Παντού αστυνομικές δυνάμεις. Ώρα 08:30, πρωί, για να μην υπάρχει καμιά δικαιολογία, για να μην υπάρχει καμιά συνάθροιση. Ψυχή δεν κυκλοφορεί εκτός από την αστυνομία. Στη γωνία Τζαβέλλα και Ζωοδόχου Πηγής ομάδα αστυνομικών μας σταματάει. Μαζί τους και ανώτερος αστυνομικός με δαφνοσκεπές καπέλο. Αναμενόμενος διάλογος. Απαγορεύεται. Απαγορεύονται οι συναθροίσεις του λέω. Εμείς είμαστε μόνο δύο, η σύζυγός μου κι εγώ. Δεν υπάρχει καμιά συνάθροιση. Όχι, μου λέει. Η εντολή είναι να μην πλησιάσει κανείς στο μνημείο. Αν κάνετε ακόμη ένα βήμα θα σας προσαγάγω. Συνεχίζω «Αυτοί που σας έδωσαν την εντολή δεν ντρέπονται. Εσείς που την εκτελείτε ντρέπεστε ή την εκτελείτε με ευχαρίστηση;» «Αυτή είναι προσωπική ερώτηση και δεν είμαι υποχρεωμένος να απαντήσω».
Ε, λοιπόν, εγώ σας λέω ότι ντρέπεται, γιαυτό δεν μπορεί να απαντήσει. Αλλιώς τίποτε δεν θα τον εμπόδιζε να πει «Όχι, δεν ντρέπομαι».
Εκεί κατάντησαν. Μόνο η κυβέρνηση δεν ντρέπεται. Μόνο ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του δεν ντρέπονται. Γιατί αυτό που υπερτερεί σε αυτούς είναι ο φόβος. Φοβούνται ό,τι σημαίνει η δολοφονία του Αλέξανδρου. Φοβούνται τα λουλούδια στο μνημείο. Φοβούνται το κλαδί με τα 3 ρόδια που έκοψα το πρωί από τον κήπο, για να τα αφήσω στο μνημείο. Γιατί τα ρόδια είναι το σύμβολο της ζωής και του θανάτου. Δεν τα άφησα στο μνημείο, αλλά στη γωνία Τζαβέλλα και Ζωοδόχου Πηγής, εκεί από όπου έφυγε η σφαίρα του Κορκονέα, η σφαίρα που χτύπησε τον Αλέξανδρο κατάστηθα, η σφαίρα που σκότωσε τη δημοκρατία.
Αλλά η δημοκρατία θα αναστηθεί κάποια στιγμή. Θα την αναστήσουμε εμείς. Ο Αλέξανδρος όμως δεν θα αναστηθεί. Γιατί ο Αλέξανδρος ζει. Ο Αλέξανδρος δεν θα πεθάνει ποτέ. Γιαυτό φοβούνται.

Προς τον κ. Χρυσοχοΐδη

Κύριε Χρυσοχοΐδη,

Οργανώσατε σχέδιο αποκλεισμού των δρόμων γύρω από το μνημείο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Και όλα αυτά τα κάνετε, για να μας προστατέψετε, για να προστατέψετε εμένα, που ανήκω σε ευπαθή ομάδα.

Πράγματα ανήκω σε ευπαθή, σε πολύ ευπαθή ομάδα, με τη σημασία που δίνετε εσείς. Αλλά ανήκω και σε μια άλλη πολύ ευπαθή ομάδα με τη σημασία του ευ πάσχω, αλλά και του ευ πράττω, σημασίες που εσείς αγνοείτε. Ευ πάσχω και ευ πράττω, κύριε Χρυσοχοΐδη, γιατί νοιάζομαι όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τους συνανθρώπους μου και όλη την κοινωνία, για τους νεκρούς κάθε μέρα, για τους άρρωστους, για το νοσηλευτικό προσωπικό, για τα παιδιά που είναι κλεισμένα στο σπίτι, για τους άνεργους και τους σκληρά εργαζόμενους, για όλους εκείνους για τους οποίους δεν προβλέπεται κρεβάτι στον 9ο όροφο του Ευαγγελισμού, ούτε C 130.

Εγώ ανήκω σε ευπαθή ομάδα, δεν φωτογραφίζομαι ημίγυμνος, για να επιδεικνύω τα κάλλη μου, ούτε είμαι κομψός, ούτε ντύνομαι κομψά. Ένας γέρος είμαι, που νοιάζεται για τους γύρω του. Βλέπετε, εγώ δεν φορώ άμφια, δεν είμαι ο πρωθυπουργός, για να βγάζω ομαδικές φωτογραφίες χωρίς μάσκα, δεν είμαι κανένας περιφερειάρχης, για να συγχρωτίζομαι με άλλους ανθρώπους και να τους αγγίζω, ενώ είμαι θετικός στον ιό. Τίποτε από όλα αυτά. Ένας γέρος δάσκαλος είμαι που πενθεί για τη δολοφονία του μαθητή του, του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ένας γέρος δάσκαλος είμαι που δεν βγαίνει από το σπίτι του, παρά μόνο για να πάει με μάσκα στο γειτονικό φαρμακείο και την Κυριακή θα πάει στο μνημείο του Αλέξανδρου.

Είπε ο κυβερνητικός σας εκπρόσωπος (και ο άλλος…) ότι μπορούμε να πάμε για περίπατο στην Πάρνηθα, γιατί είναι στην Αττική. Στην Αράχωβα δεν μπορούμε να πάμε, γιατί είναι εκτός Αττικής, αλλά μπορούμε να πάμε στην οδό Αραχώβης και να κατηφορίσουμε. Στο Μεσολόγγι δεν μπορούμε να πάμε, αλλά μπορούμε να περπατήσουμε στην οδό Μεσολογγίου.

Αλλά εσείς δεν είστε διατεθειμένος να μας το επιτρέψετε. Όχι για να μας προστατέψετε, αλλά γιατί φοβάστε. Φοβάστε την 6η Δεκεμβρίου και θέλετε να την εξαφανίσετε από το ημερολόγιο. Φοβάστε γιατί δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη, φοβάστε γιατί η αστυνομική αυθαιρεσία μεγαλώνει συνεχώς. Φοβάστε γιατί ήδη έχουν υπογράψει 2000 άνθρωποι και υπογράφουν συνεχώς. Φοβάστε, γιατί ούτε ευ πάσχετε, ούτε ευ πράττετε.

Γιώργος Θαλάσσης

Είμαστε όλοι Καμένα Βούρλα

Διαβάσαμε, είδαμε, ακούσαμε για τη συμπεριφορά απέναντι στα προσφυγόπουλα και θυμώσαμε με τα Καμένα Βούρλα. Βρίσαμε τους κατοίκους και τους είπαμε φασίστες και είχαμε δίκιο. Αλλά…

Στις περσινές μετακινήσεις μου στη Λαμία για τη δίκη των δολοφόνων του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου έβλεπα με βαριά καρδιά τα κλειστά μαγαζιά και βενζινάδικα στον παλιό παράλληλο δρόμο. Και μια φορά που παρέκαμψα και μπήκα στα Καμένα Βούρλα, είδα την πολυσύχναστη άλλοτε λουτρόπολη σε μεγάλο μαρασμό. Πολύ θλιβερή εικόνα, όχι μόνο τα εστιατόρια και τα καφενεία ήταν κλειστά, αλλά και όλα εκείνα τα μαγαζιά που πουλούσαν χαλβά και ζυμαρικά. Ερήμωση μόνο που σου σφίγγει την καρδιά.

Πρόπερσι, επιστρέφοντας από Σπάρτη, αναζητούσα ματαίως πινακίδες στην πόλη που να κατευθύνουν προς Κόρινθο μέσω του αυτοκινητόδρομου. Τελικώς σταμάτησα σε ένα βενζινάδικο για ανεφοδιασμό κι εκεί ρώτησα. Αντί να μου απαντήσουν, προσπάθησαν με πολλά επιχειρήματα να με πείσουν να πάω από τον παλιό δρόμο. Ήταν φανερό πως οι νέοι δρόμοι δεν συνέφεραν όλη την περιφέρεια και τις τοπικές κοινωνίες.

Πήγα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά αρνήθηκα να κάνω στάση σε ΣΕΑ και σε προνομιούχες επιχειρήσεις που καταδυναστεύουν τους εργαζόμενους, αλλά πληρώνοντας διπλά διόδια επισκέφτηκα τα Αμπελάκια. Παλιά δεν έβρισκες τραπέζι, αλλά αυτή τη φορά φάγαμε μόνοι μας στην πολύ ωραία πλατεία με το πολύ ωραίο και πολύ φτηνό φαγητό. Στην επιστροφή σταματήσαμε, και πάλι με διπλά διόδια στον Παλαιό Παντελεήμονα.

Πέρσι πήγαμε στα Ιωάννινα. Πληρώσαμε πάλι τα υπέρογκα διόδια, αλλά δεν σταματήσαμε για φαγητό. Είχαμε πάρει κάτι πρόχειρο μαζί μας. Στην επιστροφή όμως μπήκαμε στο Μεσολόγγι και φάγαμε στην Τουρλίδα, πολύ ωραία και πολύ φτηνά, αλλά το ένα εστιατόριο ήταν κλειστό και το άλλο είχε λίγους πελάτες.

Βεβαίως οι Γιαννιώτες ήταν ενθουσιασμένοι με τον δρόμο και την αύξηση του τουρισμού τους. Το ίδιο και οι Καλαματιανοί. Εκτός όμως από τις ελάχιστες πόλεις προορισμού τι γίνεται με τις ενδιάμεσες περιοχές που απέκλεισαν οι νέοι αυτοκινητόδρομοι; Τι να απέγινε το καταπληκτικό εστιατόριο στον παλιό δρόμο προς Καλαμάτα μετά την Τρίπολη, όπου τρώγαμε κόκορα με χυλοπίτες; Και τι απέγινε το διπλανό κατάστημα με τα τυροκομικά τοπικά προϊόντα; Τι απέγιναν τα στενά της Κλεισούρας και τι απέγιναν τα Τέμπη;

Από το 2008 που άρχισε η οικονομική κρίση είδαμε πολλές κοινωνικές ομάδες να στρέφονται προς τα δεξιά, οι δεξιοί έγιναν δεξιότεροι και οι αριστεροί άρχισαν να παραπαίουν και να γλυκοκοιτάζουν τις δεξιές ψήφους. Συνέβαλε και η προσφυγική κρίση που ενίσχυσε τη ρητορική πως για όλα φταίνε οι ξένοι που παίρνουν τις δουλειές μας. Τώρα πια διαμαρτύρονται και οι Αλβανοί, γιατί οι Πακιστανοί έριξαν ακόμη περισσότερο τα μεροκάματα και διεκδίκησαν μεγάλο κομμάτι της χειρωνακτικής εργασίας.

Μέσα σε αυτή την οικονομική και κοινωνική κρίση διέπρεψε η ακροδεξιά ρητορική. Γιατί η ακροδεξιά ρητορική είναι λιγόλογη, κατανοητή, απλή και μοιάζει αποτελεσματική. Είμαστε οι καλύτεροι και οι ξένοι θέλουν το κακό μας. Μας κλέβουν, μας σκοτώνουν, βιάζουν τις κόρες μας, μας παίρνουν τις δουλειές μας, μας γεμίζουν αρρώστιες. Εξαφανίστε τους για να σωθούμε. Να σωθούν η Θρησκεία μας, η Ιστορία μας και ο Πολιτισμός μας.

Η αριστερά δεν μπόρεσε ούτε πειστική ρητορική να αναπτύξει, ούτε να προτείνει λύσεις που θα ανακούφιζαν τις δοκιμαζόμενες κοινωνίες από την οικονομική και κοινωνική κρίση.

Οι νέοι αυτοκινητόδρομοι έγιναν. Και έχουν προσφέρει εξυπηρέτηση σε πολλούς και μεγάλα κέρδη στους αδηφάγους που τους εκμεταλλεύονται. Έχουν όμως οδηγήσει σε εξαθλίωση πολύ κόσμο και πολλές περιοχές.

Υπάρχουν όμως τρόποι που μπορούν να περιορίσουν το κακό.

Πρέπει να μπορούν οι ταξιδιώτες να επισκέπτονται τις περιοχές που είναι κοντά στον οδικό άξονα, χωρίς να πληρώνουν διόδια για μια δίωρη στάση. Να πάνε για φαγητό στα Αμπελάκια, χωρίς να πληρώσουν διόδια βγαίνοντας και ξαναμπαίνοντας στον αυτοκινητόδρομο.

Και θα ήταν όχι μόνο προσοδοφόρο για τις τοπικές κοινωνίες αν στα διάσπαρτα πάρκιν επιτρεπόταν στους παραγωγούς να πωλούν τα αγροτικά τους προϊόντα, αλλά θα ήταν και πολύ ευχάριστο για τους ταξιδιώτες.

Το επόμενο θα ήταν να καταργηθούν τα μονοπώλια των ΣΕΑ και να δημιουργηθούν και άλλες τέτοιες περιοχές με βενζινάδικα και πολλά καταστήματα τα οποία να παραχωρηθούν για εκμετάλλευση στους καταστηματάρχες που οδηγήθηκαν σε οικονομική καταστροφή από τους νέους δρόμους. Και άλλα να διατεθούν στους δήμους των παρακείμενων περιοχών, για να πωλούνται τοπικά προϊόντα. Και βέβαια όλα αυτά να γίνουν με δαπάνες αυτών που εκμεταλλεύονται τους αυτοκινητόδρομους.

Ξέρω ότι όλα αυτά προϋποθέτουν σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα. Αλλά καμιά κοινωνική αδικία δεν αποκαθίσταται χωρίς σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα.

Αντί όμως να υπάρχει μια τέτοιου τύπου φροντίδα για τα Καμένα Βούρλα, τώρα βρίζουμε και λοιδορούμε. Για αυτούς τους κατοίκους όμως η εγκατάσταση των προσφύγων σηματοδοτεί τον οριστικό μαρασμό της πόλης τους. Γιατί σηματοδοτεί την οριστική υποβάθμιση των ξενοδοχείων τους. Γιατί προσφυγόπουλα δεν τοποθετούνται στη Μονεμβασιά, στον Παλαιό Παντελεήμονα και άλλα μέρη που σφύζουν από τουρισμό. Η εγκατάσταση των προσφύγων γίνεται μόνο όπου επισφραγίζεται ο μαρασμός ή σε απόμερα ξενοδοχεία χωρίς πελατεία.

Ας δούμε όμως και το θεάρεστο έργο της μετεγκατάστασης. Όταν λέμε προσφυγόπουλα μήπως εννοούμε μια ομοιογενή ομάδα παιδιών με κοινή εθνότητα, γλώσσα, κουλτούρα και θρησκεία; Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Πέρσι επισκέφθηκα το Πεντάλοφο Κοζάνης. Και από εκεί παλιά περνούσε ο δρόμος κι εκεί ανάλογα προβλήματα. Το δημοτικό συμβούλιο ζήτησε να φιλοξενήσει προσφυγοπούλες στην εγκαταλελειμμένη μαθητική εστία του ιδρύματος «Ο Βασιλεύς Παύλος». Η γυναίκα που μας σέρβιρε είπε: είναι κορίτσια και δεν πειράζουν. Όμως τα κορίτσια ξεκομμένα από δικούς τους ανθρώπους, με διαφορετικές γλώσσες, χωρίς μεταφραστές, χωρίς συνεννόηση και επικοινωνία μεταξύ τους, σηκώθηκαν κι έφυγαν κρυφά με τα πόδια, για να πάνε στη Θεσσαλονίκη και να βρούν δικούς τους ανθρώπους. Περπάτησαν πολλά χιλιόμετρα μέχρι να τα ανακαλύψει η αστυνομία και να τα γυρίσει πίσω.

Παντού υπάρχει δραματική κατάσταση και απελπισία.

Και η κοινωνία μας γίνεται συνεχώς δεξιότερη και επιλέγει απάνθρωπες μεθόδους και τακτικές. Η κυβέρνηση μπορεί να είναι δεξιά, αλλά οι επιλογές της είναι ακροδεξιές. Τα ακροδεξιά στελέχη της γίνονται συνεχώς πιο δημοφιλή και κατακλύζουν την καθημερινότητά μας με ακροδεξιές δηλώσεις. Και η παιδεία μας με τις παρελάσεις της, με την εθνικιστική της ρητορική, με τα μισαλλόδοξα θρησκευτικά της, με τους αγιασμούς και τις σημαιοφορίες ανακάλυψε δια της υπουργού ότι το μάθημα της Ιστορίας δεν είναι αρκούντως εθνικιστικό.

Και η αριστερά (ποια αριστερά;) έχει καταπιεί τη γλώσσα της και περιμένει να γίνουμε όλοι Καμένα Βούρλα.

Προς τους συλλόγους γονέων που στηρίζουν τον νόμο για την ιδιωτική εκπαίδευση

Απευθύνομαι κυρίως στους συλλόγους γονέων που με την ανακοίνωσή τους υποστηρίζουν τον νέο νόμο για την ιδιωτική εκπαίδευση. Αλλά βεβαίως αυτός ο νόμος πρέπει να απασχολήσει όλους τους έντιμους και υπεύθυνους πολίτες.

Θα ήθελα πρωταρχικά να κάνω μια παρατήρηση. Οι γονείς που μπαίνουν στα συμβούλια γονέων είναι συχνά γονείς που θέλουν να χειραγωγήσουν την εκπαιδευτική διαδικασία και όχι, για να προσφέρουν σε αυτή. Είναι αυτοί που θα απαιτήσουν να μπει το παιδί τους στη χορωδία, να γίνει σημαιοφόρος και να επιλέξουν τους εκπαιδευτικούς που θα διδάξουν στην τάξη του παιδιού τους. Είναι συνήθως αυτοί που διαχωρίζουν τους εκπαιδευτικούς σε καλούς και κακούς με αυθαίρετα και ιδιοτελή κριτήρια και εκπροσωπούν το πιο συντηρητικό τμήμα της κοινωνίας.

Ως διευθυντής σχολείου επί 23 χρόνια συζητούσα καθημερινά με πολλούς γονείς και έχω συνολικά γνωρίσει χιλιάδες γονείς. Βεβαίως υπήρχε μια μερίδα γονέων σαν αυτή που περιγράφω και σαν αυτή που υπέγραψε την ανακοίνωση. Αλλά είναι η μειοψηφία. Η πλειοψηφία ήταν γονείς αξιοπρεπείς με ηθικές και κοινωνικές αξίες, που δεν διεκδικούσαν χαριστική μεταχείριση για το παιδί τους και διατηρούσαν με τους εκπαιδευτικούς σχέσεις αλληλοσεβασμού και αλληλοεκτίμησης.

Ως προς τον νόμο έχω να κάνω αρνητικά σχόλια για όλα τα άρθρα του, αλλά θα επικεντρωθώ στο πλέον προκλητικό άρθρο, το δέκατο, που απελευθερώνει πλήρως τις απολύσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, χωρίς να χρειάζεται καμιά αιτιολόγηση.

Καταλαβαίνω τη λογική αυτών που επιδοκιμάζουν το άρθρο. Κατά την άποψή τους τα σχολεία θα αξιολογούν τους εκπαιδευτικούς και θα απολύουν αυτούς που δεν ανταποκρίνονται στους υψηλούς εκπαιδευτικούς στόχους του καλού ιδιωτικού σχολείου. Οι «κοπρίτες», όπως έγραψε κάποιος θα βρίσκονται εκτός σχολείου. «Δεν θα τους πληρώνω να κάθονται, δεν θα τους έχω να βόσκουν» έλεγε η ιδιοκτήτρια του σχολείου, στο οποίο εργαζόμουν εγώ. Ναι κι εγώ σε μεγάλο ιδιωτικό σχολείο εργαζόμουν επί 31 χρόνια, εκ των οποίων τα 23 ήμουν διευθυντής, και απολύθηκα στη μέση της χρονιάς, έξι μήνες πριν αποχωρήσω συνταξιοδοτούμενος, με θυροκόλληση της απόλυσης και χωρίς να αποχαιρετίσω τους μαθητές μου και τους συναδέλφους μου. Αν ήμουν κοπρίτης και αν έβοσκα μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα μου giorgosthalassis.com (επιλέγοντας στο μενού Σχολή Μωραΐτη) και να συμπεράνετε μόνοι σας. Εκεί θα διαβάσετε τους λόγους της απόλυσής μου καθώς και όσα έγραψαν για μένα οι μαθητές, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί του σχολείου.

Όλα αυτά τα 23 χρόνια που ήμουν διευθυντής, μπορούσα να ξέρω πράγματα που δεν ήταν ευρύτερα γνωστά. Το αρχείο μου είναι ογκώδες. Νομίζετε, λοιπόν, με βάση τον παραπάνω συλλογισμό, ότι απολύονται οι κακοί εκπαιδευτικοί; Για παράδειγμα νομίζετε ότι απολύθηκε ο καθηγητής που έκανε ιδιαίτερα μαθήματα με υπέρογκες τιμές; Όχι βέβαια, ήταν φίλος της ιδιοκτήτριας. Νομίζετε ότι απολύθηκε ο καθηγητής που έβγαινε από την τάξη την ώρα του μαθήματος, για να δώσει τηλεφωνικά οδηγίες για αγοραπωλησία μετοχών; Όχι βέβαια, αυτός ήταν του σιναφιού.

Μήπως απολύθηκε ο καθηγητής που έκανε μόνιμα σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια; Όχι, γιατί αυτός συνέβαλε στην πολυφωνία του σχολείου. Κι όταν είπα ότι τα σχόλια αυτά δεν συμβάλλουν στην πολυφωνία, αλλά στη διασάλευση της ηθικής τάξης δεν εισακούστηκα, γιατί ο καθηγητής αυτός δεν απεργούσε και αγαπούσε το σχολείο.

Από την εμπειρία που είχα ως μαθητής, ως καθηγητής και ως διευθυντής είδα ότι επικρατούσε ευνοιοκρατία και αναξιοκρατία. Το ότι εγώ έγινα διευθυντής το αποδίδω σε λάθος των ιδιοκτητών. Μάλλον τους θάμπωσε το διδακτορικό της Οξφόρδης και δεν έβλεπαν τίποτε άλλο. Γιατί στις διευθυντικές θέσεις τοποθετούνται κυρίως αδύναμα άτομα, που ξέρουν μόνο να υποκλίνονται στην ιεραρχία και να καταπιέζουν τους υφισταμένους τους. Και αυτό στην καλύτερη περίπτωση. Στο σχολείο που εργαζόμουν έγινε διευθυντής ενός μεγάλου τμήματος του σχολείου ο γιος της ιδιοκτήτριας, ο οποίος δεν είχε καμιά σχέση με την εκπαίδευση και δεν είχε εργαστεί ποτέ πριν, ούτε στο σχολείο, ούτε πουθενά αλλού. Και διοικεί, όπως και η υπόλοιπη οικογένειά του με το επιχείρημα: «Σε όποιον αρέσει. Σε όποιον δεν αρέσει η πόρτα είναι ανοιχτή και περιμένουν χιλιάδες απέξω». Γιατί είναι άνθρωποι που δεν μπορούν να προκαλέσουν σεβασμό και εκτίμηση, αλλά το μόνο τους μέσο είναι η τρομοκράτηση.

Και σε αυτό θα ήθελα να σταθώ. Ο νόμος αυτός δεν δίνει τη δυνατότητα. στους ιδιοκτήτες των σχολείων να απολύουν. Πάντα μπορούσαν να απολύουν αιτιολογημένα. Με αυτόν τον νόμο μπορούν να απολύουν αναιτιολόγητα και για αυτόν τον λόγο ο νόμος αυτός λειτουργεί τρομοκρατικά. Και οποιοσδήποτε γονιός που δεν είναι ευχαριστημένος με το βαθμό του παιδιού του μπορεί να απαιτήσει την απόλυση του εκπαιδευτικού ή και να απειλήσει τον εκπαιδευτικό απευθείας.

Ένας γονιός δεν είναι σαν τον πελάτη ενός ξενοδοχείου που διανυκτέρευσε ένα βράδυ και δεν έμεινε ευχαριστημένος με το room service και ο λόγος του δεν μετράει πολύ. Ο πελάτης του ιδιωτικού σχολείου μπορεί να είναι πελάτης για 14 χρόνια, από το νηπιαγωγείο ως το τέλος του λυκείου. Κι αν έχει δύο ή τρία παιδιά μπορεί αυτά τα χρόνια να επεκταθούν στα 20 και παραπάνω. Και συχνά βλέπει κανείς στο ίδιο σχολείο να έχουν φοιτήσει και παιδιά και ανίψια και εγγόνια. Και όσο μεγαλύτερη σύνδεση έχει ένας γονιός με το σχολείο, τόσο μεγαλύτερες απαιτήσεις έχει και θεωρεί ότι το σχολείο είναι δικό του. Και ο πελάτης του ιδιωτικού σχολείου πρέπει να είναι πάντα ευχαριστημένος και έχει πάντα δίκιο. Κι αυτό το δίκιο το έχει αγοράσει ακριβά. Θυμάμαι περίπτωση μητέρας που έφερε στην ιδιοκτήτρια του σχολείου, μετά την έκδοση της ετήσιας βαθμολογίας, τετράδιο γραμμένο με το χέρι της και ισχυρίστηκε ότι ήταν το τετράδιο του γιου της, ο οποίος βεβαίως δεν είχε ποτέ τετράδιο. Ο καθηγητής του μαθήματος απέδειξε ότι ο γραφικός χαρακτήρας ήταν της μητέρας και όχι του παιδιού και ότι το τετράδιο αυτό δεν του είχε παρουσιαστεί ποτέ στη διάρκεια της χρονιάς, αλλά η ιδιοκτήτρια αποδέχτηκε το τετράδιο και ζήτησε να διορθωθεί αναδρομικά η απορριπτική βαθμολογία. Ο καθηγητής παραιτήθηκε και έφυγε από το σχολείο, αλλά επικοινωνώ μαζί του και μπορεί να επιβεβαιώσει το γεγονός.

Ο νόμος αυτός αποβλέπει στο να έχει τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς τρομαγμένους και απειλημένους, ώστε να υποκύπτουν πάντα και να μην απεργούν. Η κυβέρνηση δεν θέλει απεργίες, αλλά ούτε και οι γονείς. Και ο βασικός λόγος που δεν θέλουν οι γονείς απεργίες είναι για να μην έχουν διεκδικήσεις οι εκπαιδευτικοί. Αυτό τους βολεύει πολύ. Εδώ και πολλά χρόνια δεν έχουν γίνει αυξήσεις στα δίδακτρα, αλλά τα έσοδα των ιδιοκτητών δεν μειώνονται, γιατί μειώνουν ανάλογα τους μισθούς των εκπαιδευτικών. Και όταν οι ιδιοκτήτες καθυστερούν τη μισθοδοσία λέγοντας ότι οι γονείς δεν πληρώνουν τα δίδακτρα, οι εκπαιδευτικοί δεν πρέπει ούτε να διαμαρτύρονται, ούτε να διεκδικούν, ούτε να απεργούν. Οι διεκδικήσεις και οι απεργίες των εκπαιδευτικών είναι αντιστρόφως ανάλογες προς τα συμφέροντα των ιδιοκτητών και των γονέων.

Είμαι βέβαιος ότι οι αξιοπρεπείς γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία είναι αντίθετοι με αυτόν τον νόμο, γιατί αυτός ο νόμος, παρόλο που ικανοποιεί τα συμφέροντα των ιδιοκτητών των ιδιωτικών σχολείων, στην ουσία του υποβιβάζει και φθείρει την ιδιωτική εκπαίδευση. Αν, βέβαια, μιλάμε για εκπαίδευση και όχι για δουλειές του ποδαριού. Γιατί δεν μπορούμε να μιλάμε για εκπαίδευση όταν ο νόμος μετατρέπει τους μαθητές σε έσοδα και τους εκπαιδευτικούς σε απώλειες εσόδων και τίποτε άλλο.

Η υποβάθμιση και όχι η αναβάθμιση της παιδείας

Η νέα υποβάθμιση της παιδείας δεν συντελέσθηκε αργά αργά και σταδιακά. Αυτή τη φορά το μεγάλο βήμα έγινε μια και έξω, με ένα νόμο. Με ένα νόμο που κατάργησε μαθήματα και άφησε εκπαιδευτικούς χωρίς αντικείμενο εργασίας, οδηγώντας τους στην απόλυση στον ιδιωτικό τομέα και στη διαθεσιμότητα στο δημόσιο. Άλλά ένας νόμος που μειώνει τα μαθήματα και τους εκπαιδευτικούς μόνο κατ’ ευφημισμό μπορεί να επικαλείται την αναβάθμιση της παιδείας σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Σε μη δημοκρατικό πολίτευμα και λαϊκιστικό περιβάλλον μπορεί βεβαίως να επικαλείται οτιδήποτε. Άλλωστε τα προπαγανδιστικά κανάλια της τηλεόρασης θα αναλάβουν να παρουσιάσουν την υποβάθμιση ως αναβάθμιση.

Όταν πριν από χρόνια εισήχθησαν τα μαθήματα επιλογής στο λύκειο είχα χαρακτηρίσει το μέτρο πολύ άτολμο, γιατί τα μαθήματα που προσφέρονταν ήταν πολύ λίγα και οι διδακτικές ώρες ελάχιστες. Άτολμο και μικρόψυχο ήταν το μέτρο. Τα μαθήματα επιλογής πρέπει να αρχίζουν από τα πρώτα εφηβικά χρόνια και συνεχώς να αυξάνουν. Στις τελευταίες τάξεις πρέπει να υπάρχουν μόνο, και το επαναλαμβάνω, μόνο μαθήματα επιλογής.

Η ελληνική εκπαίδευση έχει υποστεί δύο μεγάλες στρεβλώσεις. Και οι δύο έγιναν από τη δικτατορία του Μεταξά. Ο Μεταξάς κατάργησε τα πολλά και διαφορετικά σχολικά εγχειρίδια και επέβαλε το ένα και μοναδικό, ώστε να μπορεί να ελέγχει απόλυτα το περιεχόμενό του. Το άλλο μέτρο του Μεταξά ήταν η επιβολή των μιλιταριστικών μαθητικών παρελάσεων. Η δικτατορία παρήλθε, αλλά αυτά τα δύο δικτατορικά μέτρα έμειναν και μάλιστα θεωρείται ότι υπηρετούν τη δημοκρατία. Οι εθνικιστικές και μιλιταριστικές παρελάσεις θεωρήθηκαν ότι αποτελούν δημοκρατική απάντηση απέναντι σε φασιστικές κατακτητικές προθέσεις και το ελεγχόμενο σχολικό εγχειρίδιο θεωρείται ότι περιορίζει τις αντιδημοκρατικές ανισότητες. Και έτσι απαγορεύεται, για παράδειγμα οι εκπαιδευτικοί να εισαγάγουν στο μάθημα της Ιστορίας ένα βοήθημα ή μια πηγή που δεν έχει την έγκριση του υπουργείου παιδείας ή να δείξουν ένα πίνακα με συγκριτικά στοιχεία, που έχει εκδώσει το ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ. Κάτι τέτοιο για ένα ιδιωτικό σχολείο μπορεί να αποτελεί και λόγο απόλυσης και στο δημόσιο να επιφέρει διοικητικές κυρώσεις εις βάρος των εκπαιδευτικών. Οι μόνες αποκλίσεις που επιτρέπονται είναι πάντα οι εθνικιστικές. Αυτές μπορεί να είναι και καλοδεχούμενες. Συμβάλλουν δήθεν στην πολυφωνία.

Η αυταρχικότητα και εδώ ονομάζεται δημοκρατικότητα. Όλα τα παιδιά πρέπει να κάνουν ακριβώς τα ίδια. Εάν ένας εκπαιδευτικός παραπέμψει σε κείμενο εκτός του σχολικού εγχειριδίου, τότε δεν διδάσκονται όλα τα παιδιά ακριβώς τα ίδια, οπότε κινδυνεύει η ισοπεδωτική δημοκρατία.

Για αυτό δεν επιτρέπονται και τα μαθήματα επιλογής. Και τα ελάχιστα που προσφέρονταν καταργούνται τώρα με τον νόμο Κεραμέως. Στην αυταρχική, ισοπεδωτική δημοκρατία το καλούπι της εκπαιδευτικής παραγωγής πρέπει να είναι ένα. Δεν επιτρέπονται οι αποκλίσεις, δεν επιτρέπονται οι ιδιαίτερες κλίσεις, δεν επιτρέπονται οι ελευθερίες. Και κυρίως δεν επιτρέπεται η ωριμότητα. Γιατί όταν ένα παιδί μαθαίνει από τα πρώτα εφηβικά του χρόνια να επιλέγει, αρχίζει να αποκτά και ευθύνη για τις επιλογές του, για τις ιδιαίτερες κλίσεις και αποκλίσεις του. Και η ανάληψη ευθύνης οδηγεί σταδιακά και σε ωριμότητα. Αλλά η ωριμότητα δεν είναι επιθυμητή στην ιδιόμορφη ελληνική δημοκρατία. Τα παιδιά της τελευταίας τάξης του λυκείου, μπορούν να ψηφίζουν, αλλά δεν μπορούν να επιλέγουν τα μαθήματα που διδάσκονται. Και θα τους επιβάλλουμε και ένα «κόντρα» μάθημα. Κόντρα στη θέλησή τους, κόντρα στις ανάγκες τους, κόντρα στις κλίσεις τους, κόντρα στην ωριμότητά τους. Τους αφήνουμε να επιλέγουν θετική ή θεωρητική κατεύθυνση, να μην τα θέλουν όλα δικά τους. Και τους κόβουμε και την κοινωνιολογία, για να μην ωριμάσουν πριν από την ώρα τους. Ναι θέλουμε την «κριτική σκέψη», την πιπιλάμε συνεχώς αυτήν την καραμέλα, αλλά θα κατευθύνουμε την κριτική σκέψη προς τα εκεί που πρέπει. Θα ρωτήσουμε τα παιδιά για παράδειγμα: «πώς νομίζετε ότι θα είχε εξελιχθεί ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, αν στους περσικούς πολέμους είχαν νικήσει οι Πέρσες;» Αυτή είναι μια ερώτηση που καλλιεργεί την κριτική σκέψη εντός του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Αντίθετα η κοινωνιολογία συσκοτίζει την ελληνική διαύγεια και την ελληνική γελοιότητα ακολούθως.

Δεν είμαι εναντίον των Λατινικών. Δεν είμαι εναντίον κανενός μαθήματος εφόσον δεν είναι υποχρεωτικό και προσφέρεται ως μάθημα επιλογής. Όσο περισσότερα μαθήματα επιλογής προσφέρονται τόσο το καλύτερο.

Συχνά οι γλωσσαμύντορες στην Ελλάδα επικαλούνται το επιχείρημα ότι τα αρχαία Ελληνικά διδάσκονται σε πάρα πολλές χώρες. Παραλείπουν όμως συστηματικά να πουν ότι προσφέρονται ως μάθημα επιλογής μαζί με τα Λατινικά, τα Κινέζικα και τα Ρώσικα.

Η κατάργηση όμως των επιλογών παράλληλα με το έλλειμμα δημοκρατικότητας εξασφαλίζει και περίσσευμα χρημάτων. Στο μυαλό της κυβέρνησης δεν κυριαρχεί η άποψη ότι όσο μικρότερες είναι οι δαπάνες για την παιδεία, τόσο μεγαλύτερη η αναβάθμιση. Ελπίζει όμως ότι τα τηλεοπτικά κανάλια και τα δημοσιογραφικά έντυπα που την υπηρετούν με το αζημίωτο θα πείσουν την «πλέμπα» για το αντίθετο. Για την παιδεία και για την υγεία της «πλέμπας» η κυβέρνηση δεν δίνει δεκάρα τσακιστή. Οι δικοί της άνθρωποι, οι προνομιούχες τάξεις έχουν και ιδιωτική ασφάλιση υγείας και τα ιδιωτικά σχολεία θα συνεχίσουν να προσφέρουν ευκαιρίες που δεν προσφέρουν τα δημόσια. Τα καλλιτεχνικά μαθήματα δεν είναι για την «πλέμπα». Την αισθητική αγωγή της πλέμπας έχει αναλάβει αποκλειστικά η τηλεόραση.

Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις της παιδείας

Δεν είναι δυνατόν να μιλήσει κανείς για την εκπαίδευση στην Ελλάδα και να αποφύγει την επισήμανση ότι η Ελλάδα δεν γνώρισε διαφωτισμό, γιατί ο διαφωτισμός εμποδίστηκε και εξοβελίστηκε από την εκκλησία, με αποτέλεσμα η παιδεία στη χώρα μας να διακατέχεται ως σήμερα από ρομαντικά ιδεολογήματα, τα οποία δεν θίγουν οι κατά καιρούς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις.
Η τελευταία κάπως ρηξικέλευθη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ήταν αυτή του 1976 από τον υπουργό παιδείας της ΝΔ Γεώργιο Ράλλη. Παρόλο που ο Ράλλης ήταν υπουργός δεξιάς κυβέρνησης αναγνώρισε πως η κοινωνία της εποχής επιθυμούσε κάθαρση από το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» της δικτατορίας και αποκήρυξη της καραβανάδικης γλώσσας των συνταγματαρχών και όλων εκείνων που ήσαν πρόθυμοι να «συμμεθέξουν» και να «παρέξουν» στέγη στα ιδεολογήματά της, όπως οι ιεράρχες της εκκλησίας. Ο Γεώργιος Ράλλης επέβαλε εννέα χρόνια υποχρεωτικής παιδείας, αναγνώρισε τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα και διέκοψε τη διδασκαλία της καθαρεύουσας, ενώ συγχρόνως περιόρισε τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στο λύκειο. Εισήγαγε όμως τη διδασκαλία μεταφρασμένων αρχαίων κειμένων στο γυμνάσιο, υπερτονίζοντας την αξία της αρχαίας γραμματείας.
Έξι χρόνια αργότερα, η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επέβαλε το μονοτονικό σύστημα με τροπολογία σε νόμο, ως αναγκαία επέκταση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της ΝΔ, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να αρχίσει μεγάλη ιδεολογική αντίδραση που εγκαινίασε μια επιχειρηματολογία περί κινδύνων και καταστροφών. Είχε προηγηθεί η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το 1981, η οποία, παρά τους πανηγυρισμούς, προκάλεσε και ένα κλίμα πολιτισμικής ανασφάλειας και ανησυχίας μήπως κινδυνεύσει η «ελληνικότητά» και γενικά η ταυτότητά μας.
Το μονοτονικό ήταν πλέον η αφορμή που πυροδότησε έναν ιδεολογικό πόλεμο. Όλοι οι νέοι της Ελλάδας ανακηρύχθηκαν αγγράμματοι, γιατί δεν ήξεραν αρχαία Ελληνικά και επομένως προέκυπτε το συμπέρασμα ότι δεν ήξεραν ούτε τη σύγχρονη γλώσσα. Οι νέοι δεν μπορούσαν σύμφωνα με αυτούς να κατανοήσουν τη γλώσσα της εκκλησίας ούτε να καταλάβουν τον άγιο της λογοτεχνίας Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Από τον Μπαμπινιώτη ως την Αρβελέρ και τον Ελύτη και από τον Γιανναρά και τον Ράμφο έως τον Σαββόπουλο και τον Ζουράρη το αίτημα για επιστροφή των αρχαίων Ελληνικών στο γυμνάσιο και τη διαχρονική διδασκαλία της γλώσσας ήταν επιτακτικό παράλληλα με την ανάγκη να «βιώνουμε» την ορθοδοξία. Και επιπλέον διατυπώνεται το επιχείρημα ότι μόνο «βιώνοντας» την ορθοδοξία μπορούμε να κατανοήσουμε τον Αριστοτέλη και τους τραγικούς, πράγμα που εμποδίζει τους ξένους μελετητές να αντιληφθούν τα αληθινά νοήματα της τραγωδίας. Όλα αυτά επέφεραν σταδιακά μία μεταστροφή στην κοινωνία.
Τον Δεκαπενταύγουστο του 1982 ο Ανδρέας Παπανδρέου, που είχε προηγουμένως ταχθεί υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους πηγαίνει για προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά.
Το 1983 εκδίδεται το έργο του Μακρυγιάννη «Οράματα και Θάματα» που κατατάσσει και τον Μακρυγιάννη στους αγίους της λογοτεχνίας και το 1985 εκδίδεται η Αποκάλυψη του Ιωάννη σε μετάφραση Ελύτη, ενώ είχε ήδη μεταφραστεί και από τον Σεφέρη. Το 1985 η ΝΔ προσέρχεται στις εκλογές με το σύνθημα «για τη γλώσσα, για τη θρησκεία, ψηφίστε Νέα Δημοκρατία», αλλά το «Τσοβόλα δώστα όλα» αποδείχτηκε πιο ισχυρό και χάρισε την εκλογική νίκη και πάλι στο ΠΑΣΟΚ. Ο υπουργός παιδείας Τρίτσης τάσσεται από το 1986 υπέρ της διδασκαλίας των αρχαίων στο γυμνάσιο. Την ίδια χρονιά το περιοδικό «Χάρτης» εκδίδει ένα τόμο αφιερωμένο στον Ελύτη, στον οποίο περιλαμβάνεται και μεταφρασμένο από τον Χειμωνά το «Ποίημα Κασσιανής Μοναχής», ο οποίος το αφιερώνει στον Ελύτη ως αναγνώριση της υποχρέωσης που αισθάνεται προς αυτόν για τη μετάφραση της Αποκάλυψης. Ο Χειμωνάς αφιερώνει τη μετάφραση του ποιήματος της Κασσιανής ως ένα «ασημένιο τάμα» σε μια προσπάθεια αγιοποίησης και του Ελύτη.
Αποκορύφωμα όλων αυτών είναι ότι το 1988 αρχίζει η μεταφορά του αγίου φωτός με αεροπλάνο με δαπάνες του δημοσίου και η υποδοχή του με τιμές αρχηγού κράτους. Με τιμές αρχηγού κράτους γίνεται και η υποδοχή λειψάνων αγίων.
Στις επόμενες εκλογές και τα δύο μεγάλα κόμματα υπόσχονται στις προεκλογικές τους δηλώσεις πως αν σχηματίσουν κυβέρνηση θα επαναφέρουν τη διδασκαλία των αρχαίων Ελληνικών στο γυμνάσιο. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κερδίζει τις εκλογές του 1990 και ο Σουφλιάς ως υπουργός παιδείας πραγματοποιεί την προεκλογική δέσμευση, όπως είχε διαποτιστεί από τις θέσεις του Μπαμπινιώτη. Σε όλο τον κόσμο η επιστήμη της γλωσσολογίας πρεσβεύει ότι οι γλώσσες πρέπει να διδάσκονται συγχρονικά, αλλά ο Μπαμπινιώτης επιδόθηκε στο εθνικιστικό παραλήρημα ότι η ελληνική γλώσσα πρέπει να διδάσκεται διαχρονικά σε όλα της τα στάδια. Καθώς η άποψη περί καθαρότητας και συνέχειας της φυλής δεν μπορεί να σταθεί στην εποχή μας, έχει αντικατασταθεί με την ίδια εθνικιστική επιμονή από τη συνέχεια του ελληνισμού και της γλώσσας. Και μια και η συνέχεια του αίματος στα γενεαλογικά δέντρα εξυπακούεται από τη συνέχεια του ονόματος, ο εθνικισμός από το 1992 και εντεύθεν συμπυκνώθηκε γύρω από το όνομα Μακεδονία. Δεν μιλάμε για το αίμα, για να μην κατηγορηθούμε ως φυλετιστές, αλλά μιλάμε για το όνομα. Μιλάμε για τον ελληνισμό, για την ελληνικότητα, για τη γλώσσα και την ορθοδοξία, γιατί ποτέ δεν απομακρυνθήκαμε ουσιαστικά από το Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών. Εντωμεταξύ η ασθένεια των τρελών αγελάδων απειλεί με απαγόρευση την κατανάλωση εντοσθίων και υπάρχει κίνδυνος για το ελληνικό κοκορέτσι, το ελληνικό Πάσχα και την ελληνική κουλτούρα. Έξαλλοι Έλληνες δημιουργούν τον ιστότοπο kokoretsi.com, όπου διοχετεύουν το περίσσευμα του ανδρισμού τους και της ελληνικής τους περηφάνειας. Το μακεδονικό, τα συλλαλητήρια, η μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, οι ολυμπιακοί αγώνες, ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, το βιβλίο της Ρεπούση, η βαθειά οικονομική κρίση, η Χρυσή Αυγή, τα μνημόνια, το προσφυγικό, τα θρησκευτικά του Φίλη έγιναν αιτίες και αφορμές, για να φουντώνει η εθνικιστική ελληνοχριστιανική υστερία μετακινώντας την κοινωνία και το κοινοβούλιο σε πιο δεξιές επιλογές. Ακόμη και οι «μένουμε Ευρώπη» διεκδικούν μόνο τον δυτικό τρόπο ζωής και τον καταναλωτισμό, χωρίς να υποχωρούν στο ρομαντικό ιδεολόγημα της ελληνικότητας.
Μέσα σε όλο αυτό το κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο η παιδεία είναι καταδικασμένη και εγκλωβισμένη σε αναχρονιστικά ιδεολογήματα. Βασικό ιδεολόγημα ότι η σωστή χρήση της δημοτικής προϋποθέτει την καλή γνώση της αρχαίας. Και γνώση της αρχαίας σημαίνει άριστη γνώση της γραμματικής και του συντακτικού, ερήμην των κειμένων. Έχω γνωρίσει καθηγητές της Οξφόρδης που μιλούν και γράφουν αρχαία Ελληνικά, αλλά αγνοούν τους όρους ειδικό και τελικό απαρέμφατο, κατηγορηματική μετοχή και δοτική προσωπική. Δεν τα ξέρουν επειδή τους είναι άχρηστα. Έχω γνωρίσει και καθηγητές της νέας Ελληνικής, που μιλούν και γράφουν άριστα Ελληνικά, που όμως δεν ξέρουν καθόλου αρχαία, γιατί δεν τους χρειάζονταν, για τη γνώση της σύγχρονης γλώσσας. Ξέρω και κληρικούς που δεν ξέρουν Λατινικά και χρησιμοποιούν το αντιμήνσιο, για να κάνουν λειτουργία σε εξωτερικό χώρο, χωρίς να ξέρουν ότι το αντιμήνσιο παράγεται από το αντί και τη λατινική λέξη mensa, που σημαίνει τράπεζα.
Τα παιδιά του ελληνικού σχολείου όμως σπαταλούν πολλές ώρες σε χρονικές και εγκλιτικές αντικαταστάσεις, λες και πρόκειται να γράψουν ή να μιλήσουν αρχαία Ελληνικά, υπό το πρόσχημα ότι έτσι μαθαίνουν καλά τη δημοτική γλώσσα. Τη γλώσσα όμως την μαθαίνει κανείς μιλώντας και γράφοντας. Αντίθετα τα παιδιά στο ελληνικό σχολείο μιλούν πολύ λίγο και γράφουν ελάχιστα. Η γλώσσα δεν μαθαίνεται με οχτώ εκθέσεις το χρόνο, ούτε στο μάθημα των νέων Ελληνικών. Τα παιδιά πρέπει να γράφουν πολύ τακτικά εκτενείς εργασίες, από τις οποίες θα προκύπτει η βαθμολογία τους, σε όλα τα μαθήματα. Εργασίες στην Ιστορία, στη Φυσική, στη Χημεία, στη Βιολογία, στη Γεωγραφία, στη μελέτη περιβάλλοντος, στη Μουσική, στα Καλλιτεχνικά και όλα τα άλλα. Αλλά για να γίνουν όλα αυτά πρέπει τα μονόωρα και τα δίωρα μαθήματα να γίνουν τουλάχιστον τετράωρα και ας διδάσκονται λιγότερα χρόνια. Ένας/μία εκπαιδευτικός που διδάσκει μονόωρο μάθημα πρέπει να μπει σε 20 τουλάχιστον τμήματα, για να συμπληρώσει το ωράριο. Αν δίδασκε τέσσερις ώρες θα χρειαζόταν να μπει σε πέντε τμήματα και θα ήταν εφικτό να διαβάσει και να βαθμολογήσει τις εργασίες πέντε ολιγομελών τμημάτων και να επισημάνει και τα γλωσσικά προβλήματα σε αυτές. Είναι όμως αδύνατον να το κάνει σε είκοσι τμήματα.
Μιλάμε δηλαδή για ένα άλλο σχολείο, για ένα άλλο εκπαιδευτικό σύστημα, που πρέπει να σχεδιαστεί εξαρχής. Με μάθημα κοινωνιολογίας και με μάθημα σεξουαλικής αγωγής. Κι όταν μιλάω για μάθημα σεξουαλικής αγωγής δεν αναφέρομαι κυρίως στην τεχνική του σεξ, αλλά για κάτι απείρως σημαντικότερο. Αναφέρομαι κυρίως σε θέματα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων του ίδιου ή διαφορετικού φύλου. Πρέπει τα παιδιά μέσα στο σχολείο να διδάσκονται, να μιλούν πολύ και να γράφουν πολύ για ισότητα, για ρατσισμό, για σεξισμό, για ομοφυλοφιλία, για ομοφοβία, για αντισύλληψη, για συμβίωση, για συζυγικές σχέσεις, για εξωσυζυγικές σχέσεις, για διαζύγια, για γηρατειά.
Και το μάθημα της ελληνικής λογοτεχνίας με τις στερεοτυπικές αναπαραστάσεις της ελληνικής κοινωνίας και την έμφαση στη μορφολογία και τις αφηγηματολογικές τεχνικές να αντικατασταθεί από μάθημα, το οποίο εκτός από κείμενα της διεθνούς λογοτεχνίας να εξετάζει και άλλα κείμενα που προκαλούν γενικότερο προβληματισμό, με έμφαση στην ανάδειξη της ιδεολογίας του κειμένου. Πρέπει τα παιδιά, τελειώνοντας το σχολείο, να έχουν μάθει να ερμηνεύουν, να αναδεικνύουν τα ιδεολογικά συμφραζόμενα και να κινδυνεύουν όσο το δυνατόν λιγότερο να μεταβληθούν σε οπαδούς. Σε ένα σύγχρονο και ευυπόληπτο εκπαιδευτικό σύστημα θα έπρεπε να διδάσκονται το σεξιστικό βίντεο της πολιτικής προστασίας και τα κείμενα που γράφτηκαν για αυτό (και αυτά που το υποστηρίζουν) καθώς επίσης να δίνονται για σημειολογικές αναλύσεις οι τηλεοπτικές εμφανίσεις των Τσιόδρα και Χαρβαλιά.
Σήμερα ψηφίζεται στη Βουλή ένας νέος νόμος για την «αναβάθμιση» του σχολείου. Ενός εθνικιστικού, αρχαιόπληκτου και θρησκόληπτου σχολείου, με αγιασμούς, εκκλησιασμούς, σημαιοφορίες και παρελάσεις, στο οποίο η κυρία Κεραμέως παρέλειψε να προσκαλέσει και τον διαφωτισμό «να συμμεθέξει».
Αυτό μας αξίζει. Γιατί έχουμε μείνει στο 1980, τότε που ο αξιωματικός στο στρατό μού έδωσε μια ανακοίνωση μειοδοτικού διαγωνισμού να ελέγξω αν είναι σωστά γραμμένη. Στεκόταν από πάνω μου και μούγκριζε δυσανασχετώντας με τις διορθώσεις και όταν διόρθωσα το ανύπαρκτο και καταγέλαστο «να συμμεθέξουν» σε «να συμμετάσχουν» μού πήρε το χαρτί λέγοντας: «Δεν τα ξέρεις καλά τα Ελληνικά, δάσκαλε». Και δεν θα τα μάθουμε.

Ας μιλήσουμε για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για αξιολόγηση, χωρίς φόβο και πάθος, αν και για το πάθος δεν είμαι τόσο σίγουρος.

Ξέρετε ότι σε μερικά ιδιωτικά σχολεία, για να γίνει πρόσληψη εκπαιδευτικού πρέπει να προηγηθεί επιτυχής δοκιμαστική διδασκαλία ενώπιον επιτροπής;

Υπήρχε κάποιος εκπαιδευτικός που εκτιμούσα και σεβόμουν πολύ. Ήταν πολύ αναγνωρισμένη η αξία του στο σχολείο που δίδασκε και ήταν στην επιτροπή προσλήψεων και παρακολουθούσε τις δοκιμαστικές διδασκαλίες. Την τελευταία φορά που μίλησα μαζί του ήταν πολύ εκνευρισμένος, λόγω της διδασκαλίας υποψήφιας καθηγήτριας που παρακολούθησε. «Ήταν τόσο άσχετη, μου είπε, που πήρε την κιμωλία και άρχισε να γράφει στον πίνακα, αντί να βάλει ένα παιδί να γράφει. Δεν ήξερε κάτι τόσο απλό, ότι μια καθηγήτρια δεν γράφει η ίδια στον πίνακα, γιατί από κάτω τα αγόρια θα σχολιάζουν τα οπίσθιά της». Δεν είπε ακριβώς «οπίσθια», άλλη λέξη χρησιμοποίησε, αλλά θα μου συγχωρήσετε την έλλειψη ακριβολογίας.

Θα αφήσω ασχολίαστη την απόρριψη της υποψήφιας καθηγήτριας, επειδή απευθύνομαι σε νοήμον κοινό κι ελπίζω επιπλέον να καταλάβατε, γιατί αυτή ήταν η τελευταία φορά που συνομίλησα με εκείνον τον εκπαιδευτικό. Ποιος εγγυάται ότι τα κριτήρια του αξιολογητή δεν εμφορούνται από σεξισμό ή μισαλλοδοξία; Άλλωστε κι εγώ έχω επιδείξει μισαλλοδοξία και δεν κάλεσα σε συνέντευξη υποψήφια/ο εκπαιδευτικό για πρόσληψη, αν στην αίτησή είχε επισυνάψει και συστατική επιστολή από βουλευτή η μητροπολίτη.

Αντικειμενικά κριτήρια δεν υπάρχουν, ας το παραδεχτούμε.

Επίσης ας παραδεχτούμε πως όλοι/ες οι εκπαιδευτικοί δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο τελειότητας, ούτε αποδίδουν το ίδιο καλά σε όλη τη διάρκεια της διδακτικής τους καριέρας. Και επίσης ξέρω πόσο πολύ μερικοί γονείς δεν εμπιστεύονται εκπαιδευτικούς πολύ νεαρής ή μεγάλης ηλικίας. Είναι βέβαιοι πως οι πολύ νέοι δεν έχουν γνώσεις, εμπειρία και κύρος, ενώ οι μεγάλοι δεν έχουν κατανόηση για τα παιδιά και έχουν ξεπερασμένες ιδέες.

Ας παρακάμψουμε όμως προς το παρόν μαζί με τις σεξιστικές και ηλικιακές προκαταλήψεις και όλες τις άλλες που καθορίζονται από την ομοφοβία, την εμφάνιση, την αρτιμέλεια, την προφορά και ό,τι άλλο βάλει ο νους του ανθρώπου. Και ας αναρωτηθούμε για δυο πράγματα. Πόσοι είπαν να μπουν οι κάμερες μέσα στην τάξη, για να δούμε τι μάθημα κάνουν οι εκπαιδευτικοί, ενώ κανείς δεν είπε να μπουν κάμερες στα αστυνομικά τμήματα, όχι για να αναμεταδίδουν, δεν είμαστε όλοι λάτρεις της κλειδαρότρυπας, αλλά μόνο, για να καταγράφουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που γίνονται εκεί μέσα.

Κι επίσης να αναρωτηθούμε γιατί οι άνθρωποι δεν απαιτούν να γίνει αξιολόγηση των νοσοκομειακών γιατρών και των γιατρών του ΕΣΥ; Επειδή είναι τέλειοι και είμαστε όλοι πολύ ευχαριστημένοι; Θα απαντήσω αμέσως.

Γιατί οι γιατροί, παρά τις ενδεχόμενες οικονομικές και εργασιακές αδικίες που τους γίνονται, είναι ηθικά και και κοινωνικά καταξιωμένοι και αντιμετωπίζονται με εκτίμηση και σεβασμό από όλους.

Και για τους αστυνομικούς ο υπουργός προστασίας του πολίτη είπε ότι περπατούν στο δρόμο και ο κόσμος τους χειροκροτεί. Δεν είπε κάτι ανάλογο για τους εκπαιδευτικούς η υπουργός παιδείας. Πώς να το πει; Οι εκπαιδευτικοί είναι ένας κλάδος απαξιωμένος οικονομικά, εργασιακά και κυρίως κοινωνικά. Ακούσαμε και διαβάσαμε από πολιτικά και δημοσιογραφικά στόματα για τους άχρηστους και τεμπέληδες εκπαιδευτικούς που μόνο διεκδικούν αμοιβές και δικαιώματα. Αυτή η απαξίωση οδηγεί στην απαίτηση για αξιολόγηση, να ξεχωρίσουμε τα πρόβατα από τα ερίφια και να τα κατασπαράξουμε. Γιατί όλοι οι Έλληνες ξέρουν την αληθινή ιστορία, όχι αυτή που λένε οι ιστορικοί, γιατί οι στρατιωτικοί ξέρουν καλύτερα τη γραμματική από τους δασκάλους και τους φιλόλογους, γιατί οι πολιτικοί μηχανικοί που έχουν βγάλει Πολυτεχνείο ξέρουν καλύτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία από τους εκπαιδευτικούς που έχουν βγάλει ένα απλό πανεπιστήμιο. Γιατί δικηγόροι, γιατροί και καπετάνιοι ξέρουν καλύτερα παιδαγωγικά. Γιατί το πανεπιστήμιο της ζωής είναι αυτό που δίνει τα καλύτερα διπλώματα σε όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών.

Πώς θα αξιολογηθούν άνθρωποι τόσο πολύ απαξιωμένοι; Άνθρωποι που δεν τους επιτρέπεται να αναπτύξουν καμιά πρωτοβουλία; Που ολόκληρη η δουλειά τους πρέπει να κινείται σε πλαίσια πολύ αυστηρά προκαθορισμένα από το υπουργείο. Ποια κεφάλαια του βιβλίου θα διδάξουν αναλυτικά, ποια περιληπτικά, ποιες σελίδες ή ποιες παραγράφους απαγορεύεται να διδάξουν και όλα αυτά να αλλάζουν σε κάθε ανασχηματισμό της κυβέρνησης ή μετά από εκλογές. Και πρέπει να ανησυχούν μόνιμα μήπως γράψουν στο βιβλίο της ύλης απαγορευμένες σελίδες, μήπως βάλουν ερώτηση σε τεστ από τις απαγορευμένες, μήπως βάλουν εργασία από τα κεφάλαια που πρέπει να διδάξουν περιληπτικά. Και δεν πρέπει να βάζουν ασκήσεις που δεν είναι στο βιβλίο, να μην κάνουν «άσχετες» ερωτήσεις και οι ερωτήσεις κρίσεως να είναι μόνο εθνοπατριωτικού χαρακτήρα. Οι καλοί εκπαιδευτικοί πρέπει να διδάσκουν πως κανένας λαός δεν αγάπησε την ελευθερία όσο οι Έλληνες, κανένας λαός δεν ύμνησε την αγάπη προς την πατρίδα όσο οι Έλληνες, καμιά γλώσσα δεν είναι τόσο πλούσια, τόσο πλήρης, τόσο ωραία όσο η Ελληνική, που μπορεί να εκφράσει νοήματα και αισθήματα που καμιά άλλη γλώσσα δεν μπορεί. Και πρέπει ο καλός εκπαιδευτικός να λέει μπράβο και να βάζει καλό βαθμό στο παιδί που διάβασε μέσα στην τάξη το απόκομμα της εφημερίδας που του έδωσε ο μπαμπάς του και που λέει για την ελληνική γλώσσα και την Microsoft.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ πως για να βγάλουμε θέματα προαγωγικών εξετάσεων σε όλα τα φιλολογικά μαθήματα έπρεπε να καθόμαστε όλοι μαζί που διδάσκαμε το μάθημα με ανοιχτές τις οδηγίες του υπουργείου. Πόσες σειρές να είναι το κείμενο, τι να ρωτάει η πρώτη ερώτηση, τι η δεύτερη, πόσα υποσκέλη έχουν η τρίτη και η τέταρτη και τι ρωτάει το καθένα και πόσες μονάδες παίρνει στη βαθμολογία. Και να αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να ρωτάμε τα παιδιά τόσες πολλές και τόσο μεγάλες μπούρδες, που υποτίθεται ότι τις είχαμε κιόλας διδάξει. Και αυτές τις οδηγίες του υπουργείου δεν άξιζε τον κόπο να τις μάθουμε απέξω, αφού θα άλλαζαν σύντομα έτσι κι αλλιώς.

Αυτό το άθλιο εκπαιδευτικό σύστημα ποιος θα το αξιολογήσει και πότε; Αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα που καταδικάζει τους εκπαιδευτικούς σε θάνατο από ασφυξία ποιος θα το αποτιμήσει;

Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλη την κοινωνία ότι διαχρονικά το υπουργείο παιδείας, οι υπηρεσίες του και τα συμβούλιά του αποβλέπουν μόνο στο να στερήσουν από τους εκπαιδευτικούς κάθε πρωτοβουλία, κάθε δυνατότητα, για να αποφασίζουν και για τα πιο απλά ζητήματα λειτουργικής, παιδαγωγικής και διδακτικής φύσης για ένα πολύ απλό λόγο. Το υπουργείο παιδείας και σύσσωμη η ελληνική κοινωνία δεν εμπιστεύεται για τίποτε τους εκπαιδευτικούς. Τους απομυζά, απαιτεί θυσίες, που ποτέ δεν είναι αρκετές, τους απαξιώνει και τους απορρίπτει.

Και όχι, το επαναλαμβάνω, δεν είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί το ίδιο καλοί. Υπάρχουν λιγότερο καλοί και περισσότερο καλοί. Ας παρακάμψουμε προς το παρόν το πώς και από ποιον θα αξιολογηθούν. Ας υποθέσουμε ότι γίνεται μια πολύ δίκαιη και σωστή αξιολόγηση και αναδεικνύονται οι πολύ καλοί. Τους άλλους τι θα τους κάνουμε; Είναι ευκαιρία να τους απολύσουμε τώρα που έχουμε κυβέρνηση Μητσοτάκη ή θα τους στείλουμε σε καμιά απομακρυσμένη επαρχία, σε καμιά υποβαθμισμένη συνοικία, γιατί τα παιδιά αυτών των περιοχών έχουν λιγότερες απαιτήσεις και λιγότερα δικαιώματα; Η μήπως θα τους στερήσουμε μισθολογικό κλιμάκιο και έτσι θα ωφεληθούν οι μαθητές τους από αυτήν την ταπείνωση;

Νομίζω ότι καταλήγουμε σε αδιέξοδο. Αλλά μπορούμε να βγούμε από αυτό το αδιέξοδο. Πρέπει να ακολουθήσουμε άλλη πορεία και άλλη σειρά σκέψεων. Κι ερωτώ αυτούς τους γίγαντες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας που κατακρίνουν τους εκπαιδευτικούς τόσο επαίσχυντα μήπως θεωρούν ότι οι νέες και οι νέοι των 18 ετών που μελετούν, για να μπουν στις πανεπιστημιακές σχολές, για να γίνουν εκπαιδευτικοί και πάρα πολλοί/ές κάνουν και μεταπτυχιακές σπουδές και μαθαίνουν ξένες γλώσσες φιλοδοξούν να κάνουν μια τεμπέλικη δουλειά, κακά αμειβόμενη; Στόχος τους είναι να συγκεντρώσουν στο πρόσωπό τους όλη την απαξίωση της κοινωνίας;

Όχι, είναι παιδιά με κέφι, με μεράκι, με ζωντάνια, με όρεξη για δουλειά που θέλουν να προσφέρουν τις γνώσεις τους στις επερχόμενες γενιές. Αλλά ξεκινάνε στραβά. Εκπαιδευτικοί γίνονται οι κοινωνικά και οικονομικά παρακατιανοί. Τα παιδιά των εύπορων και ταξικά ανώτερων οικογενειών δεν γίνονται εκπαιδευτικοί. Νομίζετε ποτέ πως κάποιος γόνος των οικογενειών Σαμαρά, Μητσοτάκη, Κεραμέως θα γινόταν εκπαιδευτικός; Ή μήπως δεν θα γινόταν εκπαιδευτικός για να μη γίνει τεμπέλης και άχρηστος; Αυτοί θα γίνονταν δικηγόροι, οικονομολόγοι, γιατροί, αρχιτέκτονες, ειδικότητες που τους ταιριάζουν. Προσωπικά δίδασκα επί 31 χρόνια σε μεγάλο ιδιωτικό Σχολείο. Από τα τέσσερα μέλη της οικογένειας που διοικούν το σχολείο αυτό κανείς δεν είναι εκπαιδευτικός, κανείς τους ποτέ δεν μπήκε σε τάξη. Κανείς τους δεν επέλεξε να γίνει δάσκαλος φιλόλογος ή μαθηματικός και να μπει σε τάξη. Όχι, τα οικονομικά και η διοίκηση επιχειρήσεων είναι αυτά που τους ταιριάζουν καλύτερα. Αλλά την παιδαγωγική επιστήμη θεωρούν ότι την κατέχουν καλύτερα από όλους τους εκπαιδευτικούς.

Οι εκπαιδευτικοί ξεκινούν την καριέρα τους με το στίγμα της κακομοιριάς και επομένως ό,τι τους δοθεί πολύ τους είναι. Και βεβαίως αντιμετωπίζονται με έλλειψη εμπιστοσύνης και επιφυλακτικότητα, που τους καταδικάζει σε αυτοπεριορισμό και αυτολογοκρισία, σε μόνιμη αβεβαιότητα και αμφισβήτηση που τους οδηγεί σε επιστημονικό μαρασμό και στασιμότητα.

Αυτά είναι που πρέπει να αλλάξουν. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μπαίνουν στα σχολεία νέοι και όχι μετά από χρόνια ταλαιπωρίας, ΑΣΕΠ, αναπλήρωσης, φροντιστηρίων και ιδιαιτέρων μαθημάτων και όλα τα είδη ταπείνωσης και μαρασμού της προσωπικότητάς τους και της επιστημονικής τους κατάρτισης.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να προσλαμβάνονται χωρίς ταλαιπωρίες, όσο διατηρούν το κέφι τους για δουλειά και προσφορά. Και το υπουργείο και το σχολείο πρέπει συνεχώς να τους ενδυναμώνουν αφήνοντάς τους πολλά περιθώρια πρωτοβουλίας. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μπορούν να ενημερώνονται σε νέες επιστημονικές θεωρίες της ειδικότητάς τους και της παιδαγωγικής και να μπορούν να τις εφαρμόσουν στη διδασκαλία τους και στη δουλειά τους. Ο σύλλογος των εκπαιδευτικών πρέπει να μπορεί να αποφασίζει για τη λειτουργία του σχολείου και την καθημερινότητά του. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει για το αν θα γίνει αγιασμός στην έναρξη της σχολικής χρονιάς και όχι το υπουργείο. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει αν θα κάνει γιορτή για τους Τρεις Ιεράρχες και όχι το υπουργείο. Ο σύλλογος των διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει για το πρόγραμμα των προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων, χωρίς να το στέλνει στις υπηρεσίες του υπουργείου για έγκριση.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αισθάνονται ότι έχουν λόγο και δεν ανήκουν στο περιθώριο της εκπαίδευσης και του σχολείου. Πρέπει να συνδιοικούν και να συναποφασίζουν σε κοινές και τακτικές συνεδριάσεις που θα προβλέπονται από το διδακτικό τους πρόγραμμα. Και πρέπει το κλίμα του σχολείου να είναι τέτοιο, ώστε οι εκπαιδευτικοί συνεχώς να γίνονται καλύτεροι, συνεχώς να βελτιώνονται. Και αυτή η βελτίωση και προσφορά να αναγνωρίζονται και να επιδοκιμάζονται με κάθε τρόπο.

Θα φέρω ένα παράδειγμα. Κάποτε μου τηλεφώνησε μητέρα μαθητή πολύ δυσαρεστημένη. Πριν μία βδομάδα είχε στείλει σημείωμα σε έναν καθηγητή του γιου της και τον παρακαλούσε να της τηλεφωνήσει, για να μιλήσουν για ένα σοβαρό θέμα του παιδιού. Ο καθηγητής πήρε το σημείωμα, αλλά δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα της μητέρας. Κάλεσα τον ?καθηγητή και τον ρώτησα τι συμβαίνει και μου είπε ότι εκείνη την εποχή είχε πολλά τεστ να διορθώσει και ότι, όταν θα τα τέλειωνε σε λίγες ημέρες, θα τηλεφωνούσε στη μητέρα. Την επόμενη ημέρα στην τακτή συνεδρίαση έθεσα στους εκπαιδευτικούς το ερώτημα: Αν μας ζητήσει μια μητέρα να της τηλεφωνήσουμε, πότε πρέπει να κάνουμε το τηλεφώνημα; Όσοι και όσες μίλησαν είπαν πως το τηλεφώνημα πρέπει να γίνει στο πρώτο διάλειμμα κι αν αυτό είναι αδύνατο, πρέπει οπωσδήποτε να γίνει στο δεύτερο. Όλοι ήταν κατηγορηματικοί σε αυτό. Δεν αναφέρθηκα στο συμβάν, δεν εξέθεσα τον καθηγητή που παρευρισκόταν στη συνεδρίαση. Η αξιολόγηση όμως έγινε ταχύτατα με πλάγιο τρόπο από τους άλλους συναδέλφους και πολύ αποτελεσματικά. Μετά από λίγο μου τηλεφώνησε η μητέρα και μου είπε ότι της τηλεφώνησε ο καθηγητής και της ζήτησε συγγνώμη για την καθυστέρηση και το θέμα είχε λήξει. Και πράγματι είχε λήξει για πάντα. Μετά με βρήκε ο καθηγητής και ζήτησε κι από μένα συγγνώμη και μου είπε πως δεν είχε καταλάβει πόσο λάθος είχε χειριστεί το θέμα.

Το σχολείο είναι ένας χώρος μέσα στον οποίο οφείλουμε όλες και όλοι να γινόμαστε καλύτερες/οι. Παιδιά, εκπαιδευτικοί, διευθυντές/τριες πρέπει να μαθαίνουμε και να βελτιωνόμαστε, να προοδεύουμε χωρίς εμμονή σε ιδέες και γνώσεις που μπορεί πλέον να είναι ξεπερασμένες.

Κάποτε σε συζήτηση που είχα με υποψήφια για πρόσληψη φιλόλογο ρώτησα πώς θα δίδασκε το μάθημα των αρχαίων Ελληνικών. Μου είπε ότι θα διάβαζαν μια παράγραφο, θα ζητούσε από τα παιδιά να κάνουν χωρισμό και αναγνώριση προτάσεων, μετά πλήρη συντακτική και γραμματική αναγνώριση και κατόπιν μετάφραση. Ρώτησα γιατί επέλεγε αυτόν τον τρόπο και μου είπε γιατί κι εκείνη έτσι έμαθε αρχαία Ελληνικά. Την ρώτησα αν και τα Αγγλικά που διδάσκονται τα παιδιά πρέπει να τα διδάσκονται με τον ίδιο τρόπο, αλλά δεν μπόρεσε να μου απαντήσει. Όμως αυτή η καθηγήτρια αν βρισκόταν σε ένα περιβάλλον που δεν θεωρεί τα θέματα της παιδείας ως θέσφατα, σε περιβάλλον που έχει μάθει να θέτει ερωτήματα, σε περιβάλλον που συνεχώς διαβάζει και ανανεώνεται είμαι βέβαιος πως θα μπορούσε να δώσει άλλες απαντήσεις.

Κανείς και καμιά μας δεν είναι τόσο καλός/ή που να μη μπορεί να γίνει καλύτερος/η. Και σε αυτό πρέπει να βοηθάει το σχολικό περιβάλλον με την ανάλογη ενίσχυση από το υπουργείο. Ενίσχυση οικονομική για συμμετοχή σε επιστημονικά συνέδρια, για συνδιοργάνωση με άλλα σχολεία της περιοχής επιστημονικών και παιδαγωγικών συνεδρίων στα οποία οι εκπαιδευτικοί θα ενθαρρύνονται να συμμετέχουν ως ομιλήτριες,ές. Ενίσχυση οικονομική για τη δημιουργία σχολικής βιβλιοθήκης με βιβλία υψηλού επιστημονικού επιπέδου, για χρήση από τους εκπαιδευτικούς, οικονομική ενίσχυση για συνδρομή σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού, καθορισμένη ώρα στο διδακτικό ωράριο, στην οποία οι εκπαιδευτικοί μιας ειδικότητας θα συζητούν τα θέματά τους, θα θέτουν στόχους και θα αλληλοενημερώνονται. Και ακόμη οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών να έχουν διδακτική ώρα στο τέλος του σχολικού προγράμματος, για να διδάσκουν ξένες γλώσσες σε όσες/ους συναδέλφους τους επιθυμούν.

Με λίγα λόγια δηλαδή, ας σταματήσουμε να μιλάμε για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και να αρχίσουμε να μιλάμε για την αξιοποίηση τους μέσα σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης που θα αφήνει πολλά περιθώρια για ανάπτυξη πρωτοβουλιών. Και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να συνδιοικούν το σχολείο και να συναποφασίζουν για ζωτικά θέματα και όχι απλώς να συνυπογράφουν μνημεία της γραφειοκρατίας. Και ας αρχίσουμε με επαναπροσδιορισμό των ρόλων και των προσόντων των διευθυντών των σχολικών μονάδων και των προϊσταμένων των εκπαιδευτικών περιφερειών, που έχουν καταλήξει ιερείς της γραφειοκρατίας.

Η εισήγησή μου στην τηλεδιάσκεψη με θέμα: Το άνοιγμα των σχολείων και η μετατροπή της εκπαίδευσης σε reality.

Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές της τηλεδιάσκεψης που με κάλεσαν, παρόλο που εγώ δεν ανήκω σε κανένα πολιτικό σχηματισμό, αλλά από την άλλη πρέπει να πω ότι σέβομαι και εκτιμώ τους ανθρώπους που υποστηρίζουν τον Σύριζα.
Συγχρόνως αισθάνομαι και κάπως παρείσακτος, γιατί ίσως θα έπρεπε στη θέση μου να είναι μία γυναίκα εκπαιδευτικός, μια και η εκπαίδευση είναι ένα κατεξοχήν γυναικείο επάγγελμα και θα έπρεπε σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση η γυναικεία φωνή, όχι απλώς να ακούγεται, αλλά και να υπερτερεί μεταξύ των εισηγητών.

Μετά τον σάλο που επακολούθησε και τις αποστάσεις που κράτησε η αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων μάς λένε τώρα ότι δεν θα εγκατασταθούν κάμερες στην τάξη, ότι θα γίνεται απευθείας μετάδοση του μαθήματος από την κάμερα ενός υπολογιστή η ενός τηλεφώνου, που θα εστιάζει μόνο στην έδρα και στον πίνακα, όπως δηλαδή γίνεται τώρα με εμένα. Αλλά εγώ τώρα δεν κάνω μάθημα σε παιδιά. Εγώ τώρα απευθύνομαι σε ένα κοινό που στην πλειοψηφία του μου είστε άγνωστοι και σας είμαι άγνωστος. Δεν ξέρω τα ονόματά σας, δεν έχω σκύψει πάνω από τη ζωή σας, δεν μου έχετε πει τα προβλήματά σας, δεν σας έχω φροντίσει στις δυσκολίες και στις αδυναμίες σας, δεν έχω προσπαθήσει να κερδίσω την εμπιστοσύνη σας και δεν είμαι για σας ένας φαρμακοποιός που διανυκτερεύει. Είμαι μόνο ένα στόμα που μιλάει και τίποτε άλλο. Ένα στόμα που μπορείτε να το κλείσετε, να το μουντζώσετε, να το χλευάσετε ελεύθερα, να το πάρανοήσετε τελείως και να το ξεχάσετε. Το μάθημα στην τάξη όμως δεν είναι ακαδημαϊκή ή δημόσια διάλεξη.
Όταν ήμουν μαθητής στην τελευταία τάξη του Λυκείου παρακολουθούσα το μάθημα με μεγάλο ενδιαφέρον. Έτσι κι αλλιώς οι γονείς μου δεν ήταν σε θέση να αναλάβουν το οικονομικό βάρος του φροντιστηρίου και τα μοναδικά μου μέσα ήταν το σχολικό μάθημα και η προσωπική μου μελέτη. Ήταν άνοιξη όπως και τώρα και στο μάθημα συμμετείχαμε όλα τα παιδιά από τις θέσεις μας. Ο καθηγητής περιφερόταν ανάμεσά μας. Ποτέ άλλωστε δεν είχα καθηγητή που εκφωνούσε ένα μονόλογο. Κάποια στιγμή ο καθηγητής στάθηκε πάνω από το θρανίο μου, με ακούμπησε απαλά στον ώμο και μου είπε πολύ χαμηλόφωνα. «Να μαζέψεις τα πράγματά σου, να πάρεις την τσάντα σου και να πας στο αναρρωτήριο.» «Μα, του είπα, δεν είμαι άρρωστος.» «Εγώ νομίζω ότι είσαι. Αν κάνω λάθος σε λίγα λεπτά θα είσαι πίσω, δεν έγινε τίποτε». Πράγματι πήγα στο αναρρωτήριο, μου έβαλε θερμόμετρο η αδελφή Δαρμή και είχα 39 πυρετό.

Σε κείμενό μου που κυκλοφόρησε τις προηγούμενες μέρες είχα αναφερθεί στον Νίτσε που έλεγε ότι ο δάσκαλος είναι ο κατεξοχήν πατέρας και είχα σχολιάσει λέγοντας πως ο δάσκαλος είναι η κατεξοχήν μητέρα. Έχουμε ανάγκη από δάσκαλους και δασκάλες που αγκαλιάζουν τα παιδιά μας σαν δεύτερη μάνα. Σαν μάνα που μπορεί από μακριά να καταλάβει ότι ένα από τα παιδιά της ανέβασε ξαφνικά 39 πυρετό. Όχι ένα παιδάκι του δημοτικού ή του νηπιαγωγείου, αλλά ένας μαντράχαλος 18 ετών.

Το σχολικό μάθημα δεν είναι ένας μονόλογος του δάσκαλου ή της δασκάλας που αδιαφορεί για το ποιος έμαθε ή δεν έμαθε, ποιος κατάλαβε ή δεν κατάλαβε, ποιος έχει δυσκολία να συγκεντρωθεί ή να προσέξει. Το μάθημα γίνεται με τη συμμετοχή των παιδιών, τα παιδιά μέσα στην τάξη πρέπει να μιλάνε πιο πολύ από τους εκπαιδευτικούς. Τα παιδιά πρέπει να κάνουν ερωτήσεις, πρέπει να λένε τη γνώμη τους, πρέπει να διατυπώνουν αντιρρήσεις, πολλές αντιρρήσεις που υποστηρίζουν με επιχειρήματα. Τα παιδιά δεν ανέχονται τις αυθεντίες και όσα τις ανέχονται πρέπει να μάθουν να μην τις ανέχονται.
Αντίθετα όταν λένε ότι η κάμερα θα αναμεταδίδει τον πίνακα, την έδρα και τον διδάσκοντα επιθυμούν στην πραγματικότητα έναν κακό δάσκαλο. Τον αδιάφορο για τα παιδιά και την αποτελεσματικότητα του μαθήματος, έναν δάσκαλο αυθεντία. Δάσκαλο που μηχανικά διεκπεραιώνει τη διδακτέα ύλη. Δάσκαλο που ξέχασε στο σπίτι την προσωπικότητά του, τη φαντασία του και τη δημιουργικότητά του. Δάσκαλο ακυρωμένο και υποβαθμισμένο. Σαν δημόσιο αγαθό τεχνητά απαξιωμένο, για να πωληθεί κατόπιν σε ιδιώτες σε χαμηλή τιμή.

Πολλές φορές στα διδακτικά μου χρόνια χρειάστηκε να πάω κοντά σε ένα ντροπαλό παιδί, που μιλούσε χαμηλόφωνα, για να του κάνω μια ερώτηση που ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι μπορούσε να απαντήσει, να το ενθαρρύνω με ένα άγγιγμα στον ώμο και στη συνέχεια καθώς μιλούσε να κάνω μικρά βήματα προς τα πίσω, για να το αναγκάσω να μιλήσει πιο δυνατά. Γιατί μέσα στην τάξη έχουμε και παιδιά πολύ ντροπαλά, παιδιά πιο αργά, παιδιά που τραυλίζουν, παιδιά υπερκινητικά, παιδιά με διάσπαση προσοχής, παιδιά στο φάσμα του αυτισμού, παιδιά με δυσκολίες στην ακοή και στην όραση, παιδιά με νεανικό διαβήτη κι εκείνο το αγόρι της μονογονεϊκής οικογένειας που το έπιασε πανικός όταν άρχισε ξαφνικά να βρέχει την ώρα του μαθήματος, γιατί είχε ξεχάσει ρούχα απλωμένα στο σχοινί και θα θύμωνε ο πατέρας του.

Για όλα αυτά τα παιδιά πρέπει να αδιαφορήσουμε, πρέπει να τα ξεχάσουμε. Έτσι κάνουν οι καλοί εκπαιδευτικοί σύμφωνα με την υπουργό παιδείας. Αλλά όχι, έτσι κάνουν οι κακοί εκπαιδευτικοί. Και αντιστεκόμαστε, γιατί όπως έλεγε ο Γκαίτε: «μαθαίνει κανείς μόνον απ’εκείνον που αγαπάει». Σε κακούς εκπαιδευτικούς θέλει να μας μετατρέψει η υπουργός, θέλει να μην αγαπάμε τα παιδιά και να μη μας αγαπούν. Θέλει να γίνουμε η ασώματος κεφαλή που μιλάει πίσω από την έδρα, γιατί αγνοεί πως ένα παιδί δεν μπορεί να παρακολουθήσει ένα μονόλογο για περισσότερο από πέντε, το πολύ 10 λεπτά. Αλλά όχι δεν το αγνοεί, απλώς αδιαφορεί. Γιατί δεν την ενδιαφέρει πραγματικά η παιδεία, παρά μόνο η πολιτική σκοπιμότητα.

Τις προηγούμενες ημέρες μού διατυπώθηκαν τρεις ομάδες αρνητικών σχολίων στην εναντίωση μου για τις κάμερες.
Η πρώτη ομάδα έλεγε «δεν θέλετε τις κάμερες, γιατί φοβάστε την αξιολόγηση, γιατί θα φανεί η ανεπάρκειά σας».
Εάν μεταβληθούμε σε στόμα που μονολογεί, όπως θέλει η υπουργός, τότε πράγματι θα είμαστε πολύ κακοί εκπαιδευτικοί.
Αλλά επειδή όλες οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών θα θέσω ένα ερώτημα. Πώς θα αξιολογηθούν άνθρωποι τελείως απαξιωμένοι; Το λειτούργημα του εκπαιδευτικού είναι τελείως απαξιωμένο. Απαξιωμένο οικονομικά, εργασιακά και κοινωνικά.
Πότε ρωτήθηκαν οι εκπαιδευτικοί για τους σκοπούς της εκπαίδευσης και της παιδείας γενικότερα; Αυτή είναι ερώτηση που απευθύνεται μόνο σε δικαστικούς και μητροπολίτες και μπορεί ακόμη να εκφράσουν απόψεις ο στρατός και η αστυνομία. Πότε οι εκπαιδευτικοί ρωτήθηκαν για το αναλυτικό πρόγραμμα ή για το περιεχόμενο των μαθημάτων που διδάσκουν; Κι όταν μιλούν χωρίς να ερωτηθούν ποιος τους άκουσε; Ποιος τους ρώτησε για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, για τις ελλείψεις των σχολείων. Πότε διατύπωσαν άποψη για το πώς πρέπει να διοικείται και να λειτουργεί ένα σχολείο; Ποιος νοιάστηκε σε πόσα σχολεία και σε πόσες τάξεις πρέπει να μπαίνει ένας εκπαιδευτικός που διδάσκει μονόωρο ή δίωρο μάθημα, για να συμπληρώσει το ωράριο;
Ακόμη και αυτό το επαίσχυντο νομοσχέδιο για την παιδεία κατατέθηκε στη διάρκεια της επιδημίας χωρίς δημόσια διαβούλευση. Γιατί ποιοι θα έπαιρναν μέρος στη διαβούλευση, οι εκπαιδευτικοί; Μα αυτοί δεν έχουν καμιά αξία, ποιος τους λογαριάζει;
Αλλά κάτι που έχει απαξιωθεί τόσο πολύ δεν μπορεί να αξιολογηθεί. Γιατί έχει χάσει την αξία του. Γιατί το κράτος έχει διαχρονικά απαξιώσει τους εκπαιδευτικούς. Γιατί απαξίωσε αυτούς και αυτές που ξεκίνησαν τη ζωή τους με όνειρα, με πολυετείς και δύσκολες σπουδές, με πολλή μελέτη, με πολύ μεράκι και αυταπάρνηση. Δώστε τους πίσω την αξία που τους υποκλέψατε με τόσες υπονομεύσεις και τότε θα ξαναμιλήσουμε για αξιολόγηση, τι είδους και από ποιους.

Αλλά και τώρα μπορεί να γίνει αξιολόγηση στην παιδεία. Και καταρχήν πρέπει να γίνει αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος. Θέλετε αξιολόγηση; Ζητήστε από τους εκπαιδευτικούς να αξιολογήσουν το εκπαιδευτικό σύστημα. Γιατί το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να αξιολογηθεί από αυτούς που το δουλεύουν. Και να αξιολογήσουν οι εκπαιδευτικοί στη συνέχεια τις εκπαιδευτικές περιφέρειες και τις σχολικές μονάδες. Και όχι με ερωταποκρίσεις προκατασκευασμένες από το υπουργείο παιδείας για να βγουν όλα ρόδινα.
Γιατί έχω πάρει μέρος σε αξιολόγηση που ρωτούσε αν θεωρείς το σχολείο δεύτερο σπίτι σου. Κι αν η απάντηση ήταν όχι οδηγούσε στο συμπέρασμα πως δεν είσαι καλός εκπαιδευτικός και όχι πως το σχολείο δεν κατάφερε, ούτε προσπάθησε να σε κάνει να αισθανθείς σαν στο σπίτι σου.

Η δεύτερη ομάδα σχολίων μου ζητούσε να προτείνω λύσεις, για να μη μείνουν πίσω τα παιδιά στη σχολική ύλη, παρόλο που δεν θα εξεταστούν σε αυτήν, δεν θα γίνουν προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις και η βαθμολογία θα εξαχθεί με τα προ πανδημίας δεδομένα.
Άλλος συνομιλητής θα μιλήσει διεξοδικά για το ότι δεν θα έπρεπε να ανοίξουν τα σχολεία. Εγώ θα περιοριστώ μόνο για να πω ότι δίνεται η ευκαιρία στους γονείς και στις γιαγιάδες και στους παππούδες να μιλήσουν στα παιδιά.
Τώρα είναι η ευκαιρία να μάθουν από σας πολύτιμα πράγματα.
Να μάθουν για τις κοινωνικές ανισότητες και την κοινωνική και εργασιακή εκμετάλλευση.
Να μάθουν για τους άστεγους, για τους άνεργους, για τους ανθρώπους στο περιθώριο της κοινωνίας.
Για τους πρόσφυγες και την απομόνωση των μειονοτήτων.
Για τους φυλακισμένους και τις συνθήκες διαβίωσής τους. Για το ποιοι μπαίνουν φυλακή και ποιοι κυκλοφορούν ελεύθεροι και με καμάρι.
Για τα ιδρύματα εγκλεισμού, που δεν ονομάζονται φυλακές, αλλά έχουν ωραία ονόματα.
Για το σύστημα υγείας και γενικότερα την έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας.
Για τις αυθαιρεσίες της αστυνομίας.
Για τα πρόσωπα που βλέπουν στην τηλεόραση και για αυτά που λένε.
Για όλα αυτά δηλαδή που θα έπρεπε να αποτελούν βασική διδακτέα ύλη σε ένα δημοκρατικό εκπαιδευτικό σύστημα, που θέλει να διαμορφώσει κοινωνικά υπεύθυνους και ενεργούς πολίτες

Η Τρίτη ομάδα αρνητικών σχολίων έλεγε πως είμαστε κατά της εξέλιξης, γιατί αρνιόμαστε την πραγματική πρόοδο, γιατί είναι εκσυχρονισμός η σύγχρονη αναμετάδοση του μαθήματος.

Η πρόοδος και η οπισθοδρόμηση στην εκπαίδευση κρίνεται μερικώς μόνο από τα μέσα διδασκαλίας. Κυρίως εξαρτάται από το περιεχόμενο της εκπαίδευσης. Εξαρτάται και από το πως διδάσκουμε, αλλά κυρίως από το τι διδάσκουμε.
Η αντικατάσταση της Κοινωνιολογίας από τα Λατινικά είναι σαφώς εκπαιδευτική οπισθοδρόμηση.
Οι θέσεις της υπουργού για τα μαθήματα των Θρησκευτικών και της Ιστορίας χαρακτηρίζονται ως σαφής εκπαιδευτικός σκοταδισμός.
Οι παρεμβάσεις του αρχιεπισκόπου και των μητροπολιτών και τώρα και παλιότερα όχι μόνο για τη διδασκαλία των θρησκευτικών, αλλά και των αρχαίων ελληνικών, της Ιστορίας και της σεξουαλικής αγωγής, ακόμη και για το ποιος θα είναι υπουργός παιδείας, μας πάνε αιώνες πίσω.
Η δυνατότητα της σύγχρονης αναμέταδοσης είναι τεχνολογικό επίτευγμα, αλλά η ιδεολογία της κάμερας μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας είναι καθαρά οργουελική.

Η τροπολογία δεν θα εφαρμοστεί, γιατί δεν θα επιτρέψουμε να εφαρμοστεί. Δεν θα ακυρωθεί μόνο στην πράξη, πρέπει να ακυρωθεί και να αποκηρυχθεί στις συνείδηση της κοινωνίας. Στη συνείδηση των γονέων και των παιδιών. Γιατί αλλιώς τα κινητά τηλέφωνα θα εφορμήσουν μέσα στην τάξη. Πάντα κάποιο παιδί θα λείπει από το μάθημα για κάποιο λόγο και τα υπόλοιπα θα αναλαμβάνουν την ενημέρωσή του. Οι γονείς θα απαιτούν πάντα να στέλνονται τα μαθήματα στο σπίτι, απευθείας η βιντεοσκοπημένα. Τα κινητά τηλέφωνα και το YouTube θα δουλεύουν υπερωρίες. Και όλα θα είναι νόμιμα ή νομιμοφανή. Από τη στιγμή που θα μπουν τα κινητά στο μάθημα μία φορά, δεν θα βγουν ποτέ.

Η τροπολογία θα ακυρωθεί εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων.
Αλλά δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μια τέτοια τροπολογία θα ψηφιζόταν από το ελληνικό κοινοβούλιο, έστω και μόνο από τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος. Και ψηφίστηκε και από βουλευτές που στο παρελθόν ήταν ανώτατοι δικαστές και υπουργοί δικαιοσύνης. Η ευθύνη δεν είναι μόνο της υπουργού. Είναι όλων αυτών που υπερψήφισαν. Η τροπολογία θα ακυρωθεί, έστω και με πολλούς αγώνες, αλλά η ντροπή δεν θα σβηστεί ποτέ. Αυτό το άγος, αυτό το όνειδος θα βαραίνει στις πλάτες όσων υπερψήφισαν. Και θα φροντίσουμε εμείς για αυτό. Και εμείς και οι επόμενες γενιές.

Όχι στη μαγνητοσκόπηση του μαθήματος

Επί 23 χρόνια που ήμουν διευθυντής γυμνασίου στη Σχολή Μωραΐτη αντιστάθηκα πολύ έντονα στις φωτογραφήσεις και τις μαγνητοσκοπήσεις κάθε είδους, με εξαίρεση για τις σχολικές γιορτές και τις θεατρικές παραστάσεις και πάντα με αυστηρές προδιαγραφές.

Είχα ακούσει πολλές φορές αιτήματα γονέων για παρακολούθηση των κοινόχρηστων χώρων του Σχολείου με κάμερα για λόγους ασφάλειας. Μου είχε ζητηθεί να τοποθετηθεί κάμερα ακόμη και στα αποδυτήρια και στους προθάλαμους των τουαλετών, αλλά, παρά τα τόσο παράλογα αιτήματα από μια πολύ μικρή μερίδα γονέων ευτυχώς, κανείς δεν μου ζήτησε να μπει κάμερα και μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας. Και όταν η γενική διεύθυνση του Σχολείου μου ζήτησε να μπαίνω στις τάξεις, για να παρακολουθώ την ποιότητα του μαθήματος αρνήθηκα κατηγορηματικά σε αυτό το παιχνίδι εξουσίας. Η αίθουσα διδασκαλίας και το μάθημα δεν πρέπει να παραβιάζονται από κανένα μάτι, κανένα αυτί, καμιά παρουσία τρίτου προσώπου. Και μπορώ να διαβεβαιώσω ότι τα μάτια και τα αυτιά των τρίτων είναι στην πλειοψηφία τους κακόβουλα.

Μου είχε τύχει να κυκλοφορούν μαγνητοσκοπημένα στιγμιότυπα από κινητά μαθητών σε ώρα αντικατάστασης απόντος καθηγητή ή ακόμη και κατά την ώρα του διαλείμματος, που τα χρησιμοποιούσαν γονείς, για να ισχυριστούν ότι ο εικονιζόμενος καθηγητής δεν μπορεί να επιβάλει την τάξη και να κάνει μάθημα. Και δεν θέλω να θυμάμαι το μπούλιγκ που γινόταν με μαγνητοσκοπημένες ιδιωτικές στιγμές παιδιών.

Τώρα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την απαίτηση του υπουργείου παιδείας να μαγνητοσκοπούνται τα μαθήματα, για να προβάλλονται στα παιδιά που αδυνατούν να παρακολουθήσουν το μάθημα.

Κατανοώ την ανάγκη, κατανοώ τις έκτακτες ανάγκες αυτής της περιόδου, αλλά ούτε σε αυτήν, ούτε σε άλλη περίπτωση εγώ ως διευθυντής σχολείου δεν θα επέτρεπα να γίνει μαγνητοσκόπηση την ώρα του μαθήματος. Υπάρχουν κάποια όρια που δεν πρέπει ποτέ και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ή ανάγκες να παραβιάζονται. Και αν γίνει υποχώρηση σε αυτή την ανάγκη, πάντα θα εμφανίζονται τέτοιες ανάγκες στο μέλλον με αυτήν ή με άλλη ηγεσία στο υπουργείο παιδείας, με αυτήν ή με άλλη κυβέρνηση. Κάθε τόσο αδειάζουν από παιδιά οι σχολικές αίθουσες λόγω γρίπης, πάντα θα υπάρχουν παιδιά που λείπουν, παιδιά που έχουν απορίες, παιδιά που κάνουν επανάληψη, παιδιά που προετοιμάζονται για εξετάσεις. Γιαυτό η άρνηση πρέπει και τώρα και στο μέλλον να είναι κατηγορηματική.

Το σχολικό μάθημα δεν είναι ακαδημαϊκή διάλεξη, δεν είναι δημόσια διάλεξη, δεν είναι ανακοίνωση σε επιστημονικό συνέδριο. Το σχολικό μάθημα δεν παράγεται από μια επιστημονική αυθεντία, αλλά από όλη την τάξη. Δεν παράγεται μόνο από τον εκπαιδευτικό, αλλά και από όλα τα παιδιά. Ο/η εκπαιδευτικός δεν απευθύνεται σε ένα απρόσωπο και ανώνυμο ακροατήριο από ένα χειρόγραφο που έχει μπροστά του. Απευθύνεται σε όλα τα παιδιά μαζί, αλλά και σε καθένα χωριστά, κάνει το μάθημα μαζί με όλα τα παιδιά, αλλά και με το καθένα χωριστά. Και κυρίως η σχολική αίθουσα είναι κατεξοχήν ο χώρος όπου γίνονται λάθη, πολλά λάθη, γιατί τα παιδιά μαθαίνουν κυρίως από τα λάθη τους. Λάθη που προσπερνιούνται, που ξεχνιούνται, λάθη που δεν στιγματίζουν. Μέσα στη σχολική αίθουσα τα παιδιά που μιλάνε πολύ θα συγκρατηθούν, για να μιλήσουν και τα παιδιά που μιλάνε λίγο ή καθόλου. Τα παιδιά που έχουν απορίες θα ενθαρρυνθούν να διατυπώσουν τις απορίες τους και τα παιδιά που έχουν καταλάβει το μάθημα θα μάθουν να είναι υπομονετικά με τα παιδιά που έχουν κενά στις γνώσεις τους. Τα παιδιά μέσα στην τάξη δεν μιλάνε μόνο για να ελεγχθούν οι γνώσεις τους. Κυρίως μιλάνε, για να προχωρήσει το μάθημα παρακάτω. Με τη συμμετοχή των παιδιών προχωράει το μάθημα, όχι με τον μονόλογο του εκπαιδευτικού.

Αλλά μέσα στην τάξη μπορεί να γίνουν κι άλλα πράγματα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάποιο παιδί το έπαιρνε ο ύπνος κι εγώ έκανα νόημα στα άλλα παιδιά να κάνουν ησυχία κι εγώ μιλούσα χαμηλόφωνα, για να μην ξυπνήσει το παιδί που κοιμόταν. Γιατί συχνά οι έφηβοι υποφέρουν από αϋπνία κι αν το παιδί κοιμόταν δέκα-δεκαπέντε λεπτά θα μπορούσε να συνεχίσει με πιο καθαρό μυαλό την υπόλοιπη μέρα. Κι άλλοτε πάλι που τα έβλεπα αγχωμένα, γιατί είχαν τεστ την επόμενη ώρα, τα άφηνα το τελευταίο δεκαπεντάλεπτο να συζητήσουν μεταξύ τους τις απορίες τους και να κάνουν μια τελευταία επανάληψη. Και τα άφηνα να γελούν και τα έκανα να γελούν. Γιατί το γέλιο είναι ιερή στιγμή για το παιδί, εφόσον δεν γελάει εις βάρος κάποιου άλλου.

Πριν από λίγες ημέρες μια παλιά μου μαθήτρια μου έστειλε ένα μήνυμα: «Σας αγαπώ πάντα… Ήμουν μαθήτριά σας δεκαετία 80… Μας κάνατε πλάκα τσα πίσω από την κουρτίνα…»

Γιατί η σχολική τάξη είναι μια μεγάλη αγκαλιά. Και μέσα στην αγκαλιά χωράει πολύ κλάμα και πολύ γέλιο. Αυτό που δεν χωράει είναι η κάμερα, φανερή ή κρυφή.

Ο Νίτσε έλεγε ότι ο δάσκαλος είναι ο κατεξοχήν πατέρας. Εγώ, λοιπόν, σας λέω πως ο δάσκαλος πρέπει να είναι η κατεξοχήν μητέρα. Και πρέπει να παραμείνει μητέρα που δεν υποκαθίσταται, ούτε αντικαθίσταται από την τεχνολογία.

Το μισό χαρτοφυλάκιο της κυρίας Κεραμέως μαγνητοσκοπείται και προβάλλονται από την τηλεόραση λειτουργίες και ακολουθίες. Ας μείνει το άλλο μισό χαρτοφυλάκιο στην ησυχία του. Με την μαγνητοσκόπηση του μαθήματος δεν εξυπηρετείται η παιδεία. Η πολιτική του υπουργείου παιδείας εξυπηρετείται. Κανένας και καμιά εκπαιδευτικός με στοιχειώδη αυτοσεβασμό δεν πρέπει να ενδώσει σε αυτήν την πολιτική. Με το όχι στη μαγνητοσκόπηση διαφυλάσσουμε τις θεμελιώδεις αξίες της δημοκρατικής παιδείας και της ανθρωπιάς μας.

Δεν Ξαναπάω Στις Γυναίκες

Ημέρες Εγκλεισμού και Απόδρασης

Όπως ήμουν με τα ρούχα της δουλειάς. Βρακί, φανελάκι και πέδιλα. Ούτε που σκέφτηκα να φορέσω κάτι από πάνω. Άλλωστε δεν υπήρχε και ο χρόνος. Όλα έπρεπε να γίνουν βιαστικά και γρήγορα. Όταν δραπετεύεις δεν σκέφτεσαι την εμφάνισή σου, ούτε κοιτάζεσαι στον καθρέφτη. Το μόνο που σε νοιάζει είναι να μη σε πάρουν χαμπάρι και μπει βίαιο τέλος στην επιχείρηση απόδρασης.
Άνοιξα αθόρυβα την πόρτα της αυλής. Έξω ησυχία. Κανείς δεν κυκλοφορούσε τόσο νωρίς στο δρόμο. Άφησα την πόρτα ανοιχτή, για να μην κάνει θόρυβο κλείνοντας και έστριψα προς τα πάνω. Έφτασα στη γωνία Βιτωλίων και Σπάρτης κι έστριψα δεξιά χωρίς να κοιτάξω πίσω μου. Δεν ήθελα συγκινήσεις και δεν είχα αναστολές. Ήμουν αποφασισμένος για όλα. Έβαλα το κεφάλι κάτω και προχώρησα με γοργό βήμα χωρίς να κοιτάζω δεξιά κι αριστερά και προπαντός χωρίς να γίνομαι στόχος και να κινώ υποψίες.
Έφτασα στη στάση Παναγιωτάκου, πέρασα τις γραμμές του τραμ, χωρίς να κοιτάξω και αψηφώντας κάθε κίνδυνο. Σε λίγο έφτασα στην απέναντι πλευρά. Για κακή μου τύχη εκεί είχε σταματήσει ένας πλανόδιος μανάβης με την πραμάτειά του φορτωμένη σε ένα κάρο που το έσερνε ένα γαϊδούρι. Άγνωστος μανάβης αυτός, δεν ήταν ο δικός μας, πράγμα καλό σε αυτήν την περίπτωση. Άγνωστος αυτός, άγνωστο και το γαϊδούρι του. Γύρω από το κάρο είχαν μαζευτεί πολλές γυναίκες που ψώνιζαν τα ζαρζαβατικά τους και τα φρούτα τους. Άλλη θα έφτιαχνε γεμιστά και ζούλαγε τις ντομάτες, άλλη θα έφτιαχνε ιμάμ και ζούλαγε τις μελιτζάνες, άλλη είχε ήδη ψωνίσει μπάμιες και τώρα ζούλαγε τα ροδάκινα. Πάντως όλες έδειχναν προσηλωμένες, πράγμα καλό, γιατί δεν κοίταζαν το δρόμο, δεν με είχαν δει, ούτε αυτές, ούτε ο μανάβης που ήταν αφοσιωμένος στην παλάντζα του και στους υπολογισμούς του, στα τάλιρα και τα δεκάρικα που άλλαζαν χέρι.
Και τότε έγινε το κακό. Κάποια από αυτές με έδειχνε με το δάχτυλο και έλεγε στις άλλες «κοιτάχτε, κοιτάχτε» κι αυτές παράτησαν ντομάτες και μελιτζάνες, παράτησαν τον μανάβη που ανησυχούσε μη φύγει καμιά χωρίς να πληρώσει, θορυβήθηκε και το γαϊδούρι που άρχισε να γκαρίζει. Από τη μια στιγμή στην άλλη άλλαξαν όλα. Στην αρχή μπήκαν μπροστά μου και μου έκλεισαν το δρόμο και μετά με περικύκλωσαν και ήταν πολλές, πάρα πολλές και φώναζαν και μιλούσαν γρήγορα και δεν ήξερα τι έλεγαν, όλα ήταν μπερδεμένα, ώσπου ένα χέρι ξεχώρισε ανάμεσά τους και μ’ άρπαξε.

Άργησα να καταλάβω ποιο ήταν αυτό το χέρι, γιατί όλα γίνονταν γρήγορα, πολύ γρήγορα και με φωνές. Και το χέρι φώναζε «τον βρήκα, τον βρήκα.» Και τότε ξεθάρρεψα. Το χέρι ήταν της Μαρίας, της κόρης της Ερηνούλας που έμενε απέναντι μας κι εκείνη με είχε σηκώσει στην αγκαλιά της και έτρεχε και μια άλλη πιο πέρα φώναζε «βρέθηκε, βρέθηκε». Και ξαφνικά ο δρόμος είχε γεμίσει από γυναίκες που φώναζαν και κουνούσαν τα χέρια τους και η Μαρία είχε λαχανιάσει γιατί έτρεχε με μένα στην αγκαλιά και έφτασε ξεψυχισμένη στο σπίτι μας, η πόρτα της αυλής ήταν ορθάνοιχτη κι η μάνα μου στεκόταν με μια βέργα. Και μόλις την είδα έτσι αγριεμένη και απειλητική άρχισα να φωνάζω «μαμά μου δε θα ξαναπάω στις γυναίκες, δε θα ξαναπάω στις γυναίκες». Και τότε έγινε το θαύμα κι άρχισε η μάνα μου να γελάει και γελούσαν και οι άλλες γυναίκες κι η μάνα μου γελώντας είπε «μαυρόμοιρο έχε χάρη» κι εγώ δεν κατάλαβα γιατί γλίτωσα το ξύλο και πέρασαν αρκετές ημέρες πριν ξανανοίξω την πόρτα της αυλής. Αυτή τη φορά όμως όταν έφτασα στη γωνία Βιτωλίων και Σπάρτης δεν έστριψα δεξιά, αλλά αριστερά.

Η χαμένη σχολική ύλη

Μην ανησυχείτε για τη σχολική ύλη που χάνεται. Ας χάνεται.
Η γνώση που προσφέρουν τα σχολεία είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό άχρηστη και σε κάποιο βαθμό βλαβερή, αν σκεφτεί κανείς ότι στα σχολικά θρανία μπαίνουν οι βάσεις του εθνικισμού, της μισαλλοδοξίας και των κοινωνικών στερεοτύπων.
Ελάχιστες από τις γνώσεις του σχολείου δεν θα ξεχαστούν και ακόμη πιο λίγες θα κάνουν τα παιδιά υπεύθυνα μέλη της κοινωνίας που θα συμβάλουν στην εξέλιξή της.
Τώρα όμως, αυτές τις ημέρες του εγκλεισμού, είναι η μεγάλη ευκαιρία για τα παιδιά να μάθουν, κλεισμένα στα σπίτια, μακριά από τα σχολεία.
Να μάθουν για τις κοινωνικές ανισότητες και την κοινωνική και εργασιακή εκμετάλλευση.
Να μάθουν για τους άστεγους, για τους άνεργους, για τους ανθρώπους στο περιθώριο της κοινωνίας.
Για τους πρόσφυγες και την απομόνωση των μειονοτήτων.
Για τους φυλακισμένους και τις συνθήκες διαβίωσής τους. Για το ποιοι μπαίνουν φυλακή και ποιοι κυκλοφορούν ελεύθεροι και με καμάρι.
Για τα ιδρύματα εγκλεισμού, που δεν ονομάζονται φυλακές, αλλά έχουν ωραία ονόματα.
Για το σύστημα υγείας και γενικότερα την έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας.
Για τις μούρες που βλέπουν στην τηλεόραση και για αυτά που λένε.
Κι ακόμη για το Άγιο Φως που θά έρθει με τιμές αρχηγού κράτους και το σκοτάδι που μας περιστοιχίζει.
Κι άλλα πολλά.

Γίνετε εσείς χρήσιμοι δάσκαλοι των παιδιών σας. Για μια καλύτερη κοινωνία.

Ο πολιτικός ρόλος του Τσιόδρα

Απαντώ σε όσους/ες επιμένουν πως ο ρόλος και ο λόγος του Τσιόδρα περιορίζονται σε αυστηρά επιστημονικά πλαίσια.
Διευκρινίζω πως η θρησκευτικότητά του, η οικογενειακή του κατάσταση, η σχέση του με εκκλησιαστικές οργανώσεις και η επιστημονική του κατάρτιση δεν επηρεάζουν την επιχειρηματολογία μου.

  • Δεν υπάρχει αυστηρά επιστημονικός λόγος. Δεν υπάρχει επιστημονική μεταγλώσσα. Ο επιστημονικός λόγος εκφέρεται με γλώσσα και η γλώσσα είναι φορέας ιδεολογίας και επιδέχεται ερμηνείας.
  • Δεν υπάρχει επιστημονικός ρόλος που να μην εμφορείται από κοινωνικοπολιτικές επιλογές.
  • Ακόμη και όταν ο γιατρός συνταγογραφεί ένα φάρμακο δεν περιορίζεται σε αυστηρά επιστημονικό ρόλο. Μαζί με το φάρμακο συνταγογραφεί και τη φαρμακοβιομηχανία που το παράγει, το εργασιακό και ερευνητικό καθεστώς της, τις δοσοληψίες της με κυβερνήσεις και πολιτικούς, το ρόλο της σε αναπτυσσόμενες χώρες και γενικότερα τις κοινωνικοπολιτικές της επιλογές. Ακόμη και όταν ο γιατρός συνταγογραφεί ένα φάρμακο ασκεί πολιτική.
    *Ο Τσιόδρας είναι επίσημος εκπρόσωπος του υπουργείου υγείας. Η θέση αυτή είναι καθαρά κυβερνητική.
  • Κάποιος που εμφανίζεται καθημερινά και καθορισμένη ώρα στην κρατική (κυβερνητική) τηλεόραση, απευθύνεται σε όλο τον κόσμο και απαντάει σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σαφέστατα ασκεί πολιτική.
  • Κάποιος που εμφανίζεται συστηματικά στην τηλεόραση ανάμεσα σε δύο υφυπουργούς αναμφισβήτητα ασκεί πολιτική. Δεδομένου ότι ουδέποτε διατυπώνει αντίρρηση στα λεγόμενα των υφυπουργών ασκεί κυβερνητική πολιτική.
  • Κάποιος που περιβάλλει με επιστημονικό κύρος τις κυβερνητικές επιλογές όχι μόνο ασκεί κυβερνητική πολιτική αλλά εμφανίζει τις κυβερνητικές επιλογές ως τις μόνες σωστές.
  • Κάποιος που αποσιωπά και αποφεύγει τα δύσκολα θέματα και περιβάλλει τα υπόλοιπα με συγκινησιακό φορτίο ασκεί πολιτική και μάλιστα λαϊκιστική πολιτική.
  • Κάποιος που υποτίθεται ότι δίνει συνέντευξη, αλλά ο/η δημοσιογράφος ούτε ακούγεται, ούτε μπορεί να ζητήσει διευκρινίσεις για την απάντηση που έλαβε, ούτε να διατυπώσει αντιρρήσεις για την αοριστία και στρεψοδικία της απάντησης δεν δίνει πράγματι συνέντευξη. Συμμετέχει εγνωσμένα σε μια παράσταση. Κι αυτό είναι μια πολιτική επιλογή.
  • Η διαχείριση μιας πανδημίας είναι πρωτίστως πολιτική πράξη και δευτερευόντως επιστημονική. Ο Τσιόδρας ανέλαβε πρωτίστως πολιτικό ρόλο. Ανέλαβε να διαβεβαιώνει τον κόσμο ότι οι κυβερνητικές επιλογές είναι οι σωστές. Ο επιστημονικός ρόλος έχει ανατεθεί σε επιτροπή λοιμωξιολόγων και όχι αποκλειστικά στον Τσιόδρα. Ο Τσιόδρας στα δύσκολα θέματα επικαλείται τον επιστημονικό του ρόλο. Όταν θέλει όμως μπορεί να ασκεί και κοινωνική πολιτική και να συμβουλεύει τους άνδρες όταν θυμώνουν και θέλουν να δείρουν τη γυναίκα τους να προτιμήσουν να πάνε έναν περίπατο, για να ξεσκάσουν.
  • Ο αριστερός κόσμος έχει μείνει άφωνος, γιατί πρώτη φορά ακούει κάποιον δεξιό που δεν χρησιμοποιεί ρατσιστικό λόγο. Δεν χρησιμοποιεί όμως ρατσιστικό λόγο όχι επειδή είναι γιατρός και περιορίζεται στον επιστημονικό του ρόλο. Δεν χρησιμοποιεί ρατσιστικό λόγο, επειδή υπάρχουν και κάποιοι δεξιοί που δεν χρησιμοποιούν ρατσιστικό λόγο. Και ο ρατσιστικός και ο μη ρατσιστικός λόγος είναι λόγοι πολιτικοί.

Ελλάς Ελλήνων Χριστιανοφασιστών

Δέχομαι πως υπήρχαν και τιμωρητικές ψήφοι προς τον Σύριζα που εξασφάλισαν την αυτοδυναμία της κυβέρνησης, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε και να παραβλέπουμε τις ακροδεξιές ψήφους. Οι τιμωρητικές ψήφοι αποδείχτηκαν πολύ χρήσιμες, αλλά είναι συγκυριακές, δεν τις έχει ο Μητσοτάκης στην τσέπη του και γιαυτό ξέρει πως οι τσέπες του πρέπει να φουσκώσουν από ρατσιστικές, φασιστικές ψήφους. Η ΝΔ έχει μια σταθερή βάση στην κοινωνία που κυμαίνεται γύρω στο 28% και η ακροδεξιά διαθέτει ένα 6%. Αυτό το 34% εξασφαλίζει στη ΝΔ να είναι το πρώτο κόμμα αλλά δεν εξασφαλίζει αυτοδυναμία, ούτε εξασφαλίζει κυβέρνηση παντός εκλογικού νόμου. Το εθνικιστικό παιχνίδι τού εξασφάλισε μακεδονικές ψήφους, αλλά κινδυνεύει να στραφεί εναντίον του και δεν μπορεί και λόγω Αιγαίου να επενδύσει σε αυτό. Η λύση όμως που του προσφέρθηκε στο πιάτο είναι ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και ο φασισμός. Μοναδική ευκαιρία να αυξήσει τους φασίστες που έπαιζαν κρυφτό πίσω από άλλα κόμματα.

Και ο Σύριζα έπαιξε άσχημο παιχνίδι με τους πρόσφυγες και επιδόθηκε σε αντιπροσφυγικές πολιτικές, αλλά δεν υιοθέτησε την αντιπροσφυγική και ρατσιστική ρητορική της ΝΔ. Έκανε μερικά πείσματα με την Εκκλησία, για να ρίξει στάχτη στα μάτια σε μια μερίδα των ψηφοφόρων του, αλλά δεν συγκρούστηκε με αυτήν, απλώς την κρατούσε στη γωνία. Η Εκκλησία όμως καραδοκούσε να βρει την ευκαιρία που δεν άργησε.

Ο Μητσοτάκης ήξερε πως για να πραγματοποιήσει τα αδίστακτα σχέδιά του έπρεπε να ενεργοποιήσει τον προαιώνιο ακροδεξιό μοχλό της Εκκλησίας που υπήρξε σύμμαχος και όργανο όλων των φασιστικών καθεστώτων στη χώρα. Τοποθέτησε μια παρωχημένη και υποκλινομένη θεούσα υπουργό παιδείας και θρησκευμάτων και επέβαλε στους κρατικούς λειτουργούς να λένε πως η μετάληψη και οι εκκλησιαστικοί χώροι δεν μεταδίδουν τον κορωνοϊό.

Και στη συνέχεια άνοιξε τους κρουνούς του ρατσισμού και του φασισμού. Γιατί ο ρατσισμός και ο φασισμός έχουν κοινό έχθρό τον Άλλο, τον ξένο, τον λίγο διαφορετικό, τον πολύ διαφορετικό, αυτόν που δεν ξέρουμε από πού κρατάνε τα γεννοφάσκια του. Η γλώσσα του φασισμού είναι απλή, εύκολη, κατανοητή που την ξέρουμε όλοι. Γιατί τι μας λέει ο φασισμός: Θυμάσαι που όταν ήσουν μωρό έκλαιγες όταν έβλεπες έναν ξένο; Καλά έκανες. Αλλά τώρα που είσαι μεγάλος να μην κλαις. Να ουρλιάζεις από θυμό και να παίρνεις ένα ξύλο και να χτυπάς, να χτυπάς αλύπητα. Να χτυπάς μέχρι να τους εξαφανίσεις. Γιατί αν δεν τους εξαφανίσεις εσύ θα σε εξαφανίσουν εκείνοι. Γιατί αυτοί δεν είναι άνθρωποι. Δεν σου μοιάζουν. Κτήνη είναι. Διάλεξε με ποιους είσαι. Με μας που θέλουμε το καλό σου ή με τα κτήνη;

Και ήρθε κι ο αρχιεπίσκοπος και σου είπε μπράβο που σκέφτεσαι έτσι. Σωστά σκέφτεσαι και χτύπα, χτύπα ανελέητα, για να σωθούμε. Και το επανέλαβαν κι άλλοι μητροπολίτες και παπάδες και η Κεραμέως και άλλοι υπουργοί, κι άλλοι πολιτικοί, και δημοσιογράφοι και καλλιτέχνες και η τηλεόραση με τις ψεύτικες ειδήσεις σού λέει όλη μέρα χτύπα, χτύπα, σκότωσέ τους πνίξε τους, αλλά δεν στο λέει έτσι ξεκάθαρα, στο λέει με ωραία λόγια σαν σε ωραίο παραμύθι που θα σκοτώσεις τον δράκοντα και θα παντρευτείς τη βασιλοπούλα.

Και το έμαθαν κι άλλοι φασίστες και ήρθαν από ξένες χώρες, από τη Γερμανία, από την Αυστρία, από τη Σουηδία και ενώνονται μαζί σου στη Λέσβο, στη Χίο, στον Έβρο. Κι εσύ δεν ντρέπεσαι που αυτοί οι φασίστες σε θεωρούν όμοιό τους, σε βλέπουν σαν αδελφό τους κι έγινες ένα με αυτούς.

Δεν έχω αυταπάτες. Αν τα προηγούμενα χρόνια κάναμε ένα δημοψήφισμα κατά των Εβραίων, κατά των Γύφτων, κατά των μειονοτήτων της Θράκης, κατά των ομοφυλοφίλων, τα αποτελέσματα θα μας έφερναν σκοτοδίνη. Ευτυχώς όμως απαγορεύονται τα δημοψηφίσματα κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όλοι εσείς όμως που θα ήσασταν πρόθυμοι να στραφείτε εναντίον των μειονοτήτων και των μειοψηφιών δεν ήσασταν αναγκαστικά Χρυσαυγίτες. Όχι, κρυβόσασταν μέσα σε όλα τα κόμματα, γιατί κυκλοφορούσε ένα «δεν κάνει να σκέφτεστε έτσι» και λουφάζατε. Τώρα όμως σας είπε η κυβέρνηση πως σωστά σκέφτεστε και βγήκατε από τα λαγούμια σας με ένα κοντάρι. Και χτυπάτε και χτυπάτε και εμπιστεύεστε τον πρωθυπουργό μας και τον κάνετε να καμαρώνει.

Αλλά το ποτάμι του φασισμού δεν γυρίζει εύκολα πίσω και οι ιδέες του θα εισχωρήσουν βαθιά μέσα στην κοινωνία. Οι ωραίες ιδέες σας θα μπουν στα σχολεία και τα παιδιά δεν θα καταδυναστεύουν μόνο τα προσφυγόπουλα. Οι συμμαθητές θα κοροϊδεύουν και θα χτυπάνε το χοντρό παιδί σας, το κοντό παιδί σας, το ψηλό παιδί σας, το ΑΜΕΑ παιδί σας, το αυτιστικό παιδί σας, το δυσλεκτικό παιδί σας, το γκέι παιδί σας, το άτολμο παιδί σας, το παιδί σας που δεν είναι καλό στα μαθήματα, το παιδί σας που είναι πολύ καλό στα μαθήματα, το παιδί σας που δεν είναι καλό στα αθλητικά. Και σας θα σας ποδοπατάει το αφεντικό σας και θα βάζει χέρι στην κόρη σας και στη γυναίκα σας, ίσως και στον γιο σας, κι ο γιος σας θα υποφέρει στο στρατό και δεν θα βρίσκει δουλειά κι οι γονείς σας θα λιμοκτονούν με την ψωροσύνταξη και δεν θα μπορείτε να σηκώσετε κεφάλι, γιατί θα σας δέρνουν τα ΜΑΤ και οι παπάδες θα σας λένε να κάνετε υπομονή. Κι εσείς θα χαμογελάτε ευτυχείς, γιατί θα έχετε πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη και γιατί δείξατε στους δυστυχείς πρόσφυγες ότι είστε υπερήφανοι που είστε Έλληνες. Αλλά εγώ θα ντρέπομαι που είμαι Έλληνας και θα είμαι πρόσφυγας ανάμεσά σας.

Ίτε Παίδες Ελλήνων

Γενναία κι ακούραστα τα παλικάρια της Ελλάδας. Τα παλικάρια του λιμενικού, του στρατού και της αστυνομίας που ξημεροβραδιάζονται στο Αιγαίο, στα νησιά και στον Έβρο, για να απωθήσουν αυτούς που θέλουν να μπουν στη χώρα μας. Γενναία και ακούραστα και τα άλλα παλικάρια μας που δεν ανήκουν στα σώματα ασφαλείας, αλλά εθελοντικά αρπάζουν τουφέκια, κοντάρια και ό,τι άλλο βρουν, για να βοηθήσουν κι αυτοί, για να μην περάσει κανείς τα σύνορα.

Κι από την άλλη μεριά των συνόρων άνθρωποι εξαθλιωμένοι, πεινασμένοι, ξεπαγιασμένοι στη στεριά κι άλλοι βρεγμένοι και μισοπνιγμένοι στη θάλασσα, γυναίκες, άντρες, παιδιά, μωρά, ηλικιωμένοι, άρρωστοι. Όλο το μπλεγμένο κουβάρι της δυστυχίας και της αθλιότητας.

Και βρίσκονται και κάποιοι που φωνάζουν στα παλικάρια μας για τον ξένιο θεό, για την πατροπαράδοτη φιλοξενία των Ελλήνων. Αλλά τα παλικάρια μας δεν πτοούνται, όχι μόνο γιατί εκτελούν διαταγές, αλλά γιατί πιστεύουν στο έργο τους. Γιατί ξέρουν καλά ότι δεν υπάρχουν φιλόξενοι λαοί. Γιατί αυτοί που πάντα λέγαμε φιλόξενους είναι αυτοί που φοβούνται περισσότερο τους ξένους. Γιατί οι ξένοι είναι επικίνδυνοι και μόνο αν τους καθίσεις στο τραπέζι σου και τους προσφέρεις ένα πιάτο φαΐ, τότε αυτοί δεν μπορούν να σε βλάψουν, δεν μπορούν να κάνουν κακό στον ομοτράπεζο και σε αυτόν που πρόσφερε ένα ταβάνι να κοιμηθούν.

Κι έτσι αναγκάζονται τα παλικάρια μας να ξημεροβραδιάζονται και να βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου. Κι ευτυχώς υπάρχουν άλλοι πατριώτες που τους πάνε φαγητά και μπισκότα και πορτοκαλάδες, για να αντέχουν τα παλικάρια μας και να μας προστατεύουν από το κακό που μας βρήκε.

Θα σας πω μια ιστορία. Το 1853 έπεσε χολέρα στον Πειραιά. Κι απαγορεύτηκε να πηγαίνουν Πειραιώτες στην Αθήνα, για να μη μεταφέρουν την αρρώστια. Και το 1854 οι Αθηναίοι βρήκαν δυο χρονιάρικα δίδυμα αρσενικά μοσχάρια που δεν είχαν μπει ακόμη στο ζυγό. Τα έζεψαν στο άροτρο και όργωσαν ένα κύκλο γύρω από την Αθήνα, για να κλείσουν την αρρώστια απέξω. Αλλά η αρρώστια είχε ήδη περάσει κι έτσι, αντί να την κλείσουν έξω την έκλεισαν μέσα στην πόλη και δεν την άφηναν να φύγει. Και πέθαναν εκείνη τη χρονιά στην Αθήνα τρεις χιλιάδες, που έτσι κι αλλιώς μετρούσε λίγες ψυχές εκείνη την εποχή.

Φοβάμαι πως και τώρα έχει γίνει το ίδιο. Φοβάμαι πως η αρρώστια έχει περάσει μέσα. Φοβάμαι πως ο εχθρός δεν είναι στα σύνορα, αλλά έχει μπει στα σπίτια μας, πως τρώει στο τραπέζι μας και κοιμάται στο κρεβάτι μας. Κι αυτόν τον εχθρό τον λένε ρατσισμό, τον λένε φασισμό, τον λένε απονιά, τον λένε απανθρωπιά και αδιαντροπιά. Έχει πολλά ονόματα, γιατί συνεχώς μεταλλάσσεται κι έτσι γίνεται αήττητος σαν κακιά αρρώστια.

Αυτός είναι ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου. Από αυτόν κινδυνεύουμε. Από αυτόν κινδύνεψε η ανθρωπότητα στο παρελθόν και πέθαναν εκατομμύρια άνθρωποι. Από αυτόν εξαθλιώθηκε η χώρα μας και άργησε να ξανασταθεί στα πόδια της. Από αυτόν αρχίζει και πάλι να κινδυνεύει η Ευρώπη και ολόκληρη η ανθρωπότητα. Ο εχθρός δεν είναι ο εξαθλιωμένος και ξεσπιτωμένος κόσμος στα σύνορά μας που περιμένει ένα ανθρώπινο χέρι για να πιαστεί, έναν ώμο για να ακουμπήσει και μια γωνιά, για να σταθεί. Ο εχθρός είναι το φαρμάκι που έχει μπει στις καρδιές μας.

Σας λένε για τον πολιτισμό μας που κινδυνεύει. Αλλά ο πολιτισμός μας δεν είναι ο χαρταετός της Καθαρής Δευτέρας ούτε το στεφάνι της Πρωτομαγιάς. Πολιτισμός είναι η ανθρωπιά μας κι αν χάσουμε την ανθρωπιά μας δεν έχουμε κανένα πολιτισμό. Και δεν θα μπορούμε πλέον να μιλάμε για τον «πολιτισμό τριών χιλιάδων χρόνων».

Οι κυβερνήσεις, οι πολιτικοί παίζουν τα δικά τους παιχνίδια. Ας μην παρασυρόμαστε κι ας μην παίζουμε το παιχνίδι τους που ποτέ δεν ήταν για το καλό μας.

Ίτε παίδες Ελλήνων, ας ξεριζώσουμε τον φασισμό και τον ρατσισμό από τις καρδιές μας.

Ο Ορέστης

Μερικές φορές, όταν περπατώ στην αγορά της Αθήνας, νομίζω πως τον βλέπω να στρίβει στην Ευριπίδου. Φευγαλέα, για κλάσματα δευτερολέπτου. Έτσι κι αλλιώς αυτό είναι ένα ξένο σκηνικό, δεν είναι δικό του, δεν τον είχα δει ποτέ εκεί. Ίσως το μέρος να συμπυκνώνει ένα μίγμα νοσταλγίας και θλίψης και το βλέμμα να δραπετεύει σε οπτασίες του παρελθόντος.

Το δικό του σκηνικό ήταν άλλο. Οι χωμάτινοι δρόμοι του Πειραιά με τα χαμηλά φτωχικά σπίτια. Σε αυτούς τους δρόμους περπατούσε όλη μέρα, ατσαλάκωτος, φροντισμένος, με το γκρίζο κουστούμι, το λευκό πουκάμισο και τα χρυσά γυαλιά. Και μόνο η λεπτή σκόνη που είχε σταθεί στις μύτες των παπουτσιών έδειχνε πόσο πολύ είχε περπατήσει από το πρωί.

Όταν έπαιζα στο δρόμο και τον έβλεπα να στρίβει από την οδό Σπάρτης παρατούσα το παιχνίδι και έτρεχα στο σπίτι: «Ο Ορέστης έρχεται». Ερχόταν συχνά, χωρίς λόγο. Έκανε μια στάση στα γρήγορα, για να πιει τον καφέ, που του έφτιαχνε η μάνα μου. Κι όσο ψηνόταν ο καφές με έπαιρνε στα γόνατά του και μου έδινε τις δυο μπανάνες, που μου είχε φέρει. Πανάκριβες και δυσεύρετες οι μπανάνες τότε και μόνο ως δώρα για μένα έμπαιναν σπίτι μας. Μετά έφερνε η μάνα μου τον καφέ και μού ‘λεγε να κατέβω από τα γόνατά του, για να μην κάνω καμιά απότομη κίνηση και χυθεί ο καφές. Τις περισσότερες φορές ο Ορέστης ύψωνε το δάχτυλο του χεριού του και της έλεγε «ένα, ένα παιδάκι ήθελα κι εγώ στη ζωή μου και τίποτε άλλο», αλλά δεν δάκρυζε όλες τις φορές.

Ο Ορέστης ήταν ο «δοντογιατρός» μας. Πλανόδιος οδοντίατρος με το βαλιτσάκι στο χέρι πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, από μαγαζί σε μαγαζί και έφτιαχνε τα δόντια των ανθρώπων. Είχε έναν βραχνό τροχό, όχι σαν αυτούς τους τσιριχτούς που έχουν οι γιατροί τώρα. Τον έβαζε στην πρίζα και με το πόδι πατούσε ένα κουμπί που έκανε τον τροχό να βγάζει έναν ήχο σαν βραχνό τριζόνι. Ο τροχός, τα άγκιστρα, η σύριγγα, οι ενέσεις, οι τανάλιες, οι σκόνες για τα σφραγίσματα, όλα χωρούσαν στο μαύρο βαλιτσάκι. Όλοι οι γείτονες, οι φίλοι, οι συγγενείς, όλοι μα όλοι τον είχαν θεό τους. Πολύ τους εξυπηρετούσε ο Ορέστης. Οι μανάδες, που δεν είχαν πού να αφήσουν τα παιδιά τους, δεν χρειαζόταν να τρέχουν στα οδοντιατρεία κι οι εργαζόμενοι δεν έχαναν τα μεροκάματά τους. Τους φρόντιζε ο Ορέστης τα απογεύματα, τα βράδια, ακόμη και τις Κυριακές. Η μόνη δυσκολία ήταν να τον ειδοποιήσεις για κάτι επείγον, για κάποιο ξαφνικό πονόδοντο. Ούτε τηλέφωνο είχαμε, ούτε πού έμενε ξέραμε. Όλο και σε κάποιο συγγενή, γνωστό ή γείτονα θα πήγαινε και έτσι τον ειδοποιούσαμε, ο ένας με τον άλλον. Και τα λεφτά που έπαιρνε λίγα, κι αυτά με δόσεις. Όπως μπορούσε ο καθένας και όλοι βολεύονταν. Και ποτέ στις τακτικές επισκέψεις του δεν παραπονέθηκε πως κάποιος ήταν κακοπληρωτής, πως δεν τον πλήρωσε και του έφαγε λεφτά. Δεν θα είχαν γίνει κι αυτά; Σίγουρα θα είχαν γίνει, αλλά ο Ορέστης δεν ήξερε καν ποιος του χρωστούσε και πόσα. Δεν είχε τεφτέρι, για να τα γράφει, όπως είχε ο μπακάλης μας.

Τα ξόδευε όμως τα λεφτά ο Ορέστης, τα ξόδευε πολύ. Είχε πάθος με τα λαχεία. Αγόραζε πολλά λαχεία, ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε. Πού θα πάει θα το πιάσω. Κι άμα το πιάσω, το βλέπεις αυτό, έλεγε δείχνοντας το βαλιτσάκι του, μπλουμ, μπλουμ, μπλουμ στα πιο βαθιά νερά. Αλλά ποτέ δεν κέρδισε τίποτε. Για δυο νούμερα τού ξεγλιστρούσε το άτιμο.

Όταν άρχισα να πηγαίνω σχολείο ο Ορέστης ήθελε να του δείχνω τα τετράδιά μου και να με γεμίζει μπράβο. Κάποτε όμως, στην Πέμπτη δημοτικού είδε ότι ο δάσκαλος μού είχε βάλει λάθος το ένα από τα δύο προβλήματα στο τεστ που γράφαμε κάθε Παρασκευή. Ο Ορέστης διάβασε το πρόβλημα με προσοχή. Απλό πρόβλημα. Σε ένα μπάνιο με πλευρές τόσο επί τόσο θα στρώνανε πλακάκια με πλευρές τόσο επί τόσο. Πόσα πλακάκια χρειάζονταν; Ο δάσκαλος ήθελε να βρούμε τα δύο εμβαδό και να κάνουμε διαίρεση. Εγώ όμως διαίρεσα την κάθε πλευρά του μπάνιου με την κάθε πλευρά που είχε το πλακάκι και πολλαπλασίασα τα δυό πηλίκα. Ο δάσκαλος μού είπε ότι η σκέψη ήταν λάθος και ότι συμπτωματικά βρήκα το ίδιο αποτέλεσμα. Ο Ορέστης σκέφτηκε λίγη ώρα και μετά είπε της μάνας μου. «Αυτός εδώ έχει δίκιο, ο δάσκαλος έχει λάθος».

Ένας θρίαμβος απλώθηκε στο πρόσωπό του και μου είπε συνωμοτικά: «Αυτό που σκέφτηκες ήταν καταπληκτικό. Εσύ όταν μεγαλώσεις θα γίνεις οικονομολόγος κι εγώ τότε θα σου πω ένα μυστικό και με αυτό το μυστικό θα γίνουμε πλούσιοι. Πολύ πλούσιοι. Και τότε το βλέπεις αυτό; Μπλουμ, μπλουμ, μπλουμ, στα πιο βαθιά νερά».

Παρόλα αυτά εγώ δεν έγινα οικονομολόγος, ούτε ο Ορέστης μού είπε ποτέ το μυστικό που θα μας έκανε πλούσιους. Όταν όμως μεγάλωσα λίγο ακόμη μου δημιουργήθηκε μεγάλη απορία, γιατί οι γονείς μου ήθελαν να με στείλουν σε οδοντιατρείο για ένα δόντι που με πόνεσε και δεν ήθελαν να το δείξω στον Ορέστη. «Ο Ορέστης, παιδί μου, είπε η μάνα μου, δεν έχει δίπλωμα γιατρού γιαυτό δεν έχει και γιατρείο με ταμπέλα. Η οικογένειά του ήταν πρόσφυγες και με πολλές στερήσεις μπήκε στην Οδοντιατρική Σχολή, αλλά δεν κατάφερε να τελειώσει. Την τελευταία χρονιά τα παράτησε και πήγε και δούλεψε οδοντοτεχνίτης κι έμαθε κι αυτήν την τέχνη. Τό ‘χε όμως μεγάλο καημό κι έτσι πήρε το βαλιτσάκι κι έτρεχε στις γειτονιές. Γιαυτό θέλει κάποτε να το ξεφορτωθεί το βαλιτσάκι».

Καθώς μεγάλωνα κι έλειπα από το σπίτι δεν πολυέβλεπα τον Ορέστη. Έφηβος ήμουν όταν τον είδα τελευταία φορά. Μεγάλωνε κι εκείνος, άλλαζε και η κοινωνία και τελικά χαθήκαμε.

Μετά από χρόνια είπανε πως για όλα τα κακά της χώρας έφταιγαν άνθρωποι σαν τον Ορέστη.

Ο Ορέστης ήταν καλός άνθρωπος.

Από τη Νάπολη ως τον Πειραιά

Αυτές τις μέρες παρακολουθώ με αγγλικούς υπότιτλους και μεγάλο θαυμασμό το My Brilliant Friend της Elena Ferrante. Κανένα άλλο βιβλίο δεν έχει αποδοθεί τόσο πιστά στην οθόνη, καμιά προδοσία, καμιά απογοήτευση, γίνεσαι κι εσύ μέρος αυτής της ναπολιτάνικης φτωχογειτονιάς στις δεκαετίες του 50 και του 60. Τις νύχτες ακούω τη Maestra Oliviero να φωνάζει Cerullo, Greco και μου θυμίζει τη δική μου δασκάλα της τρίτης δημοτικού, την κυρία Φιλία Γούλα…

Ένα πρωί, τον Μάρτη του 1960, η κυρία Φιλία δεν ήρθε στην τάξη. Ήταν στο γραφείο κλεισμένη με όλες τις δασκάλες και τον δάσκαλο της έκτης τον κύριο Θεοδωράκη, που ήταν ο διευθυντής του σχολείου. Δεν κάναμε μάθημα εκείνο το πρωί, μας πρόσεχαν τα μεγάλα παιδιά της έκτης. Στο διάλειμμα κατεβήκαμε στην αυλή, όπου ήταν και το γραφείο των δασκάλων. Κοίταξα από το παράθυρο και είδα την κυρία Φιλία όρθια. Δεν ξέρω αν με είδε κι εκείνη, αλλά αμέσως άνοιξε την πόρτα και μου είπε: «Δίνεται μια υποτροφία για το Κολλέγιο. Είναι για παιδί της τρίτης δημοτικού από τον Πειραιά. Κάθε σχολείο θα στείλει τον καλύτερό του μαθητή και θα γίνουν εξετάσεις. Εμείς θα στείλουμε εσένα και να πας να φέρεις τον πατέρα σου να υπογράψει την αίτηση».

Τρέχοντας κατέβηκα την οδό Βιτωλίων. Στη Σπάρτης έστριψα δεξιά, γιατί πιο κάτω ήταν έξω πάλι το μεγάλο αγόρι. Όχι, δεν τον φοβόμουν. Μια φορά μόνο τον φοβήθηκα. Την προηγούμενη χρονιά που είχαμε πάρει τους ελέγχους. Περπατούσα κρατώντας τον έλεγχο στο χέρι κι εκείνος μού τον άρπαξα. Φοβήθηκα τότε ότι θα μου τον έσκιζε, αλλά εκείνος μέτρησε ένα ένα τα δέκα δεκάρια και μονολόγησε. Δέκα οι δέκα εκατό, διά του δέκα, δέκα. Βγαίνεις με δέκα μου είπε, μου έδωσε πίσω τον έλεγχο και με χτύπησε φιλικά στην πλάτη. Τώρα θα ήθελε να με ρωτήσει πού τρέχω κι άλλα τέτοια, αλλά εγώ βιαζόμουν. Έστριψα στης Σπάρτης και ξανά στη Μεσολογγίου. Δεν πρόσεξα και πάτησα στο αυλάκι με τα βρωμόνερα, που κυλούσαν μόνιμα μπροστά από τις παράγκες κι ο πλαστικός άσπρος γιακάς πήρε τρεις στροφές γύρω από το λαιμό μου μέχρι να φτάσω σπίτι μας. Η μάνα μου ήταν στην ταράτσα και έπλενε ρούχα στη σκάφη. Η λαχανιασμένη μου φωνή «μαμάααααα» ανέβηκε τις σκαλες πριν από μένα και την βρήκε σκυμμένη πάνω από τη σκάφη, ιδρωμένη να στάζει ο ιδρώτας από το μέτωπό της, με το κεφάλι τυλιγμένο με άσπρο τουλπάνι, για να μην την κάψει ο ήλιος του Μάρτη. Μέχρι να φτάσω στην ταράτσα είχε ισιώσει το κορμί της, είχε παραμερίσει το τουλπάνι από το πρόσωπο και με κοίταζε σαστισμένη. Της τα είπα γρήγορα γρήγορα. Σκούπισε τα χέρια της, έβγαλε την ποδιά και το μαντήλι, άφησε την πλύση και το καζάνι με το νερό να ζεσταίνεται στη γκαζιέρα και με έπιασε από το χέρι. «Πάμε στον πατέρα σου, μου είπε». Τα είπα και σε εκείνον κι όσο μιλούσα σκυθρώπιαζε. «Δεν πάω πουθενά, είπε. Δεν υπογράφω τίποτε. Δεν θέλω ο γιος μου να μπλέξει με την αλητεία». Η μάνα μου δεν απάντησε. Με άρπαξε από το χέρι πάλι και πήγαμε δίπλα, στο θείο μου. «Πήγαινε να υπογράψεις εσύ, του είπε, γιατί ο αδελφός σου δεν πάει, τον ξέρεις τι είναι».

Όλη την υπόλοιπη ημέρα δεν κάναμε μάθημα, ούτε την επομένη. Στο γραφείο των δασκάλων ετοιμαζόταν η έκθεση που θα συνόδευε την αίτηση. Ακόμη αναρωτιέμαι τι έγραφαν τόσες ώρες.

Μετά από λίγες ημέρες ήρθε η ειδοποίηση να παρουσιαστώ την Τρίτη σε ένα σχολείο στην Καλλίπολη του Πειραιά για εξετάσεις. Τριανταένα κουρεμένα αγόρια 9 ετών. Γράφαμε όλο το πρωινό. Το μεσημέρι φεύγοντας μας είπαν πως την άλλη μέρα θα έστελναν τηλεγράφημα στα παιδιά που είχαν γράψει καλύτερα, για να ξανάρθουν την Πέμπτη.

Μπήκαμε στο λεωφορείο, για να γυρίσουμε σπίτι και η μάνα μου, μού εξήγησε ότι δεν θα ερχόταν τηλεγράφημα, γιατί από αυτά που είδε κι άκουσε, όσο εγώ έγραφα, κατάλαβε πως τηλεγράφημα δεν θα ερχόταν. «Θα έρθει», απάντησα κοφτά.

Την άλλη μέρα ξύπνησα με ψηλό πυρετό. Η μάνα μου μού είπε. Είσαι άρρωστος. Δεν μπορείς αύριο να πας κι έτσι κι αλλιώς τηλεγράφημα δεν θα έρθει. «Θα έρθει το απόγευμα, της είπα, και θα πάω. Θα γίνω καλά.» Την άλλη μέρα, στο ίδιο σχολείο της Καλλίπολης εμφανιστήκαμε για εξετάσεις οχτώ παιδιά.

Την επόμενη εβδομάδα, Μεγάλη Τετάρτη πλέον και δεν είχαμε σχολείο, ήρθε ο μακρόστενος φάκελος. Λίγο αργότερα και η εφημερίδα. Αλλά το όνομά μου γραφόταν παντού Γεώργιος Δημητρίου Θαλάσσης, όχι Κωνσταντίνου. Κι ο θείος ο Μήτσος, που δεν είχε παιδιά, καμάρωνε. Χρειάστηκαν πιστοποιητικά και δεν ξέρω τι άλλο, για να αλλάξει το όνομα και να γίνει Κωνσταντίνου.

Ο πατέρας μου δεν πάτησε ποτέ στο Κολλέγιο, παρά μόνο στην τελετή αποφοίτησης. Την επόμενη χρονιά πέθανε και δεν είχα πλέον κανένα να μου ξεφλουδίζει μία μία τις ρόγες από το ροζακί σταφύλι, να βγάζει τα κουκούτσια και να με ταΐζει στο στόμα.

Την αλητεία δεν την γνώρισα. Μόνο γελαστά, καλοσυνάτα παιδιά. Και βαθιά δημοκράτες εκπαιδευτικούς. Ύστερα πήραμε ο καθένας το δρόμο του. Κι ο Αντώνης Σαμαράς κι ο Νίκος Μπίστης κι ο Αρίστος Δοξιάδης. Κι ο αγαπημένος φίλος μου ο Ανδρέας, που έγινε σπουδαίος γιατρός στην Αμερική και κάποτε γύρισε πίσω. Μου έκανε αίτημα φιλίας και χάρηκα τόσο πολύ. Και μετά μου έγραψε πως το κείμενο που δημοσίευσα για τις επιθέσεις της ΕΟΚΑ Β στους Τουρκοκύπριους ήταν απαράδεκτο. Κι αν ξανακάνω ανάλογο λάθος θα με διαγράψει. Του είπα να με διαγράψει αμέσως, πως θα ξαναδημοσιεύσω και πως προτιμούσα να τον θυμάμαι όπως ήταν τότε κι όχι όπως εξελίχθηκε. «Συ είπας» απάντησε και με διέγραψε.

Τελευταία ήρθε ένα ενημερωτικό τεύχος του Κολλεγίου. Μια από τις ειδήσεις ήταν ότι σχεδόν το μισό υπουργικό συμβούλιο ήταν απόφοιτοι του Κολλεγίου. Από τον Μητσοτάκη, τον Δένδια και τον Βορίδη ως την Κεραμέως και τη Δόμνα Μιχαηλίδου. Μου έφερε μια θλίψη αυτό. Αλλά το ότι κι αυτοί κι εγώ (και τόσοι άλλοι) τελειώσαμε το ίδιο σχολείο δεν λέει τίποτε για αυτούς, όπως δεν λέει και για μένα. Αλί που το χει η κούτρα του να κατεβάζει ψείρες.

Η χειμάζουσα νεολαία

Η κυνική και αδιάντροπη δήλωση του Άδωνι Γεωργιάδη με την ιδιότητα του Υπουργού Ανάπτυξης ότι επιβιώνεις με 200€ το μήνα είναι ένα επιπλέον πλήγμα στο ήδη ζοφερό μέλλον της χειμάζουσας ελληνικής νεολαίας. Η δήλωση αυτή αυτοαναιρεί την υποτιθέμενη ανάπτυξη και προετοιμάζει για ένα ακόμη δυσχερέστερο και αβέβαιο μέλλον την ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα το πιο ευαίσθητο και ευάλωτο τμήμα της που είναι οι νέες γενιές.

Δεν ξεχνούμε τα πλήγματα που έχει δεχθεί η νεολαία μας στο πρόσφατο παρελθόν με την ανεργία και τον κατώτατο μισθό πείνας, που ανάγκασε όσους είχαν τα προσόντα και τη δυνατότητα να αναζητήσουν καλύτερες ευκαιρίες στο εξωτερικό. Παράλληλα, η κάθε τόσο εξαγγελλόμενη ανάπτυξη απέστρεφε το βλέμμα της από τα παιδιά που μεγάλωναν χωρίς θέρμανση, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς σωστή και επαρκή διατροφή και κυρίως χωρίς ελπίδα.

Όλα αυτά, έως πρόσφατα, παρουσιάζονταν ως παράπλευρες απώλειες ή ως αναπόφευκτες θυσίες του ελληνικού λαού και δεν είχαν τον χαρακτήρα μια στοχευμένης επίθεσης απέναντι στην νεολαία. Τώρα όμως η κυβέρνηση έχει μπει σε ανοιχτό πόλεμο με τη νέα γενιά, με εξαίρεση αυτούς που είναι ηλικιακά νέοι, αλλά είναι ιδεολογικά παροπλισμένοι στο λιμάνι της συντήρησης και της οπισθοδρόμησης, στο λιμάνι δηλαδή από το οποίο η κυβέρνηση αντλεί τους ψηφοφόρους της και η εκκλησία τους πιστούς της. Για την υπόλοιπη όμως νεολαία που ιδεοφορεί και αγωνίζεται για ένα κόσμο πιο έντιμο και πιο δίκαιο, για την νεολαία που είναι ικανή και πρόθυμη να πάει τον κόσμο ένα βήμα πιο μπροστά, για την νεολαία που πολλοί ευτυχώς καμαρώνουμε, για αυτή την νεολαία η κυβέρνηση έχει κηρύξει έναν αμείλικτο πόλεμο. Κατάργησε το πανεπιστημιακό άσυλο και ευαγγελίζεται πανεπιστήμιο αποστειρωμένο από το μικρόβιο του προβληματισμού, της αναζήτησης, των κοινωνικών και ιδεολογικών ζυμώσεων που έφερε σε όλο τον κόσμο τα πανεπιστήμια και τους φοιτητές στην πρωτοπορία των εξελίξεων.

Κήρυξε τον πόλεμο στα Εξάρχεια που ανέκαθεν ήταν το στέκι των φοιτητών και γενικά των ασυμβίβαστων νέων, αυτών στους οποίους στηρίζεται η ελπίδα της κοινωνίας μας για έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς καταπίεση, χωρίς πατριαρχία, χωρίς σεξισμό, χωρίς ομοφοβία. Κήρυξε έναν πόλεμο που περιλαμβάνει πολύ ξύλο, πολύ αίμα, πολλούς τραυματίες, πολλά χημικά, πολύ εκφοβισμό, πολλές παραβιάσεις της νομοθεσίας, πολλούς προπηλακισμούς, πολλές σεξουαλικές παρενοχλήσεις και άλλες ατιμωτικές πράξεις.

Παράλληλα η υπουργός Σκοταδισμού, που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται Παιδείας, φροντίζει να κάνει τη φοίτηση στα πανεπιστήμια δυσχερέστερη, αγνοώντας, πώς άλλωστε να το ξέρει, πως πολλοί φοιτητές εργάζονται σκληρά και κοπιαστικά, για να έχουν τα μέσα να σπουδάσουν. Και προσβλέπει σε ένα σχολείο που ακόμη περισσότερο θα καλλιεργεί τον εθνικισμό και τη μισαλλοδοξία, δικαιολογημένα βέβαια αφού αυτά τα στοιχεία την ανέδειξαν στο υπουργικό αξίωμα. Και κάθε μέρα μού θυμίζει εκείνους/ες τους/τις εκπαιδευτικούς που έχω συγκρουστεί μαζί τους και δεν ανέχονταν ένα αγόρι με σκουλαρίκι, ένα κορίτσι με βαμμένα νύχια, μια πράσινη τούφα στα μαλλιά και που μόνο ήξεραν να περιθωριοποιούν παιδιά, αντί να τα αγκαλιάζουν, γιατί δεν ήξεραν πως κανένα παιδί δεν πρέπει να ζει και να μεγαλώνει στο περιθώριο, αλλά πάντα μέσα στην αγκαλιά του σχολείου και της κοινωνίας.

Να μην ξεχάσουμε και τα άλλα παιδιά, που μεγαλώνουν σε σκηνές, που ξεπαγιάζουν, που πεινούν, που κακοποιούνται, που δεν πάνε σχολείο, που μεγαλώνουν «ασυνόδευτα» και γενικά όλο αυτό το έντιμο αίμα που μια μέρα θα ζητήσει εκδίκηση και θα την λάβει δικαίως από όλους μας.

Οι μαύροι

-Γιατί τους λέτε μαύρους;

-Δεν είναι απέξω τους μαύροι, παιδί μου. Το μέσα τους είναι μαύρο. Είχα ακούσει για άλλους που έλεγαν ότι «έχουν μαύρη ψυχή» και κατάλαβα πως δεν μιλούσαν πράγματι για χρώμα.

Όταν μεγάλωσα λίγο περισσότερο μού έγινε φανερό ότι οι μαύροι ήταν οι δεξιοί. Αλλά δεν έλεγαν όλους τους δεξιούς μαύρους, όπως δεν έλεγαν τον νονό μου που είχε κρεμασμένη στον τοίχο τη φωτογραφία του Καραμανλή. Για τον νονό έλεγαν μόνο ότι είναι καραμανλικός κι αυτό ήταν κάπως σαν αστείο, γιατί, όταν το έλεγαν γελούσαν κοροϊδευτικά. Κι αυτό με στενοχωρούσε τότε, γιατί ήξερα πως το να είσαι καραμανλικός ήταν πολύ κακό.

Στις 21 Απριλίου του 1967 θα άρχιζαν οι διακοπές του Πάσχα. Όταν ξύπνησα εκείνο το πρωί το ραδιόφωνο έπαιζε δυνατά εμβατήρια κι ο πατέρας μου μού είπε πως δεν θα πήγαινα σχολείο, γιατί είχε γίνει δικτατορία. Αμέσως κατάλαβα ότι οι μαύροι την έκαναν, αλλά έλπιζα ότι θα ήταν κάτι παροδικό κι αμέσως ρώτησα τον πατέρα μου πόσο θα κρατήσει, ελπίζοντας ότι θα μου έλεγε «λίγες μέρες, ως τις εκλογές τον άλλο μήνα». Δεν μου είπε όμως αυτό. Μου είπε «εγώ δεν θα προλάβω να τη δω να πέφτει. Θα έχω πεθάνει». Τότε κατάλαβα πόσο άσχημη ήταν η κατάσταση. Και, πράγματι, ο πατέρας μου πέθανε το 1971.

Κλειστήκαμε στο σπίτι εκείνη την ημέρα, αλλά το μεσημέρι  μας χτύπησε το κουδούνι η αδελφή του πατέρα μου, η θεία Τούλα που τότε ήταν εξήντα έξι ετών. Έμενε μακριά, στη Χαραυγή, λεωφορεία δεν κυκλοφορούσαν, αλλά εκείνη περπάτησε όλη αυτή την απόσταση, για να δει αν είμαστε καλά. Την είδε και η γειτόνισσα από δίπλα και είπε:   «μόνο οι παλιογυναίκες κυκλοφορούν τις απαγορευμένες ώρες».

Το επόμενο διάστημα ήμασταν μουδιασμένοι. Δεν μιλούσαμε με κανένα παρά μόνο με τους συγγενείς και η ζωή έδειχνε να συνεχίζεται, αλλά δεν ήταν ίδια. Κι ο θείος μου ο Μήτσος, ο αδελφός του πατέρα μου, που έμενε δίπλα μας και ήταν συνταξιούχος σιδηροδρομικός των ΣΕΚ, εξακολουθούσε να πηγαίνει κάθε πρωί στο καφενείο και να παίζει πρέφα κι εξήντα έξι. Και στις 12 παρά δέκα ήταν στο σπίτι. Πήγαινε πρώτα στο μπάνιο και μετά καθόταν στο στρωμένο τραπέζι. Στερέωνε την πετσέτα στο λαιμό του και έβγαζε από την τσέπη το ρολόι. Ρολόι Longines, με το σήμα των ΣΕΚ επάνω, κουρδιστό, μεγάλης ακρίβειας. Κρατούσε το ρολόι και περίμενε. Και μόλις έδειχνε δώδεκα η ώρα φώναζε: «Καλλιόπη, δώδεκα» και την ίδια στιγμή άνοιγε η πόρτα της κουζίνας και έμπαινε η θειά μου με την πιατέλα γεμάτη.

Όμως μια μέρα, τέλη Ιουνίου του 67, που είχαν κλείσει το σχολείο και είχαμε βγει με τη θεία μου στο πεζοδρόμιο να περιμένουμε το θείο, εγώ δεν κοίταζα προς τα κάτω το δρόμο, μόνο η θεία μου κοίταζε και μια στιγμή έκανε «ωχ, τι με περιμένει!»  Τι έγινε, της λέω. «Δε βλέπεις, πάνε πάνω κάτω οι ώμοι του, Φουρκισμένος έρχεται». Ήρθε χωρίς να μου πει τα συνηθισμένα γλυκόλογα κι η θειά μου μού είπε να κάτσω να φάμε μαζί, μήπως και ηρεμήσει. Και φάγαμε αμίλητοι. Και μόνο στο τέλος ξεσπάθωσε. «Ακούς εκεί;» Οι φίλοι του στο καφενείο του είπαν ότι οι συνταγματάρχες ήταν καλοί άνθρωποι και το έκαναν για το καλό μας. Κι ο θείος μου έδωσε μια κλωτσιά στο τραπέζι, πλήρωσε τα σπασμένα κι έφυγε. Και είπε στη θειά μου να ετοιμαστεί να φύγουν νωρίτερα για το χωριό. Και το Σεπτέμβρη που γύρισαν άλλαξε καφενείο και στο παλιό δεν ξαναπάτησε. 

Τους μαύρους όμως τους συναντούσαμε παντού. Και το 1973, τότε με το Πολυτεχνείο, παντού ξεφύτρωναν μαύροι που έλεγαν «οι αλήτες τι μας έκαναν! Θα έκανε εκλογές ο Μαρκεζίνης και θα είχαμε δημοκρατία σε λίγο, αλλά τα παλιόπαιδα μας γύρισαν πίσω».

Και τώρα πια οι μαύροι είναι παντού και πολλοί. Και πάντα για αλήτες μιλάνε. Αλήτες όσοι πάνε στην πορεία για το Πολυτεχνείο, αλήτης ο Αλέξανδρος, αλήτες όσοι πάνε στην πορεία για το παιδί, αλήτες όσοι περνούν από τα Εξάρχεια.

Και μας κάνουν τη ζωή μαύρη, όπως είναι το μέσα τους.

ΥΓ Το «μαύρο» υπήρχε από παλιά στη γλώσσα μας και στο δημοτικό τραγούδι με σημασίες στενόχωρες, που δεν είχαν σχέση με το χρώμα. Με εξαίρεση μόνο τα άλογα και μερικά οικόσιτα ζώα, που είχαν μαύρο τρίχωμα. Ως προς τους δεξιούς όμως ήταν ένας πολύ συνηθισμένος χαρακτηρισμός στα παιδικά μου χρόνια και μάλλον συνδέεται με το μαύρο χρώμα του φασισμού. 

Όχι κ. Χρυσοχοΐδη ο Γρηγορόπουλος δεν προκάλεσε

Μας έχει συνηθίσει και σε κτηνώδη λόγια και σε κτηνώδεις πράξεις. Δεν έχω κάτι εναντίον των πραγματικών κτηνών, το αντίθετο μάλιστα. Στην απάνθρωπη με πολλαπλούς τρόπους συμπεριφορά του Χρυσοχοΐδη αναφέρομαι με βδελυγμία και φρίκη. Βέβαια είναι πολλοί στον κυβερνητικό περίγυρο που διεκδικούν ρόλο Κασιδιάρη, αλλά ας σταθούμε μόνο στην τελευταία δήλωση του ανάλγητου υπουργού: «Κάποιοι θέλουν ένα νέο Γρηγορόπουλο».

Δεν μπορώ να φανταστώ άλλη κοινωνική ομάδα που να θέλει τη δολοφονία ενός αθώου δεκαπεντάχρονου, εκτός από την αστυνομία και τους συνοδοιπόρους της. Αυτοί θέλησαν τον θάνατο του Αλέξανδρου, αυτοί τον δολοφόνησαν και αυτοί υποστήριξαν τους δολοφόνους και τους υποστηρίζουν ακόμη. Προφανώς όμως μέσα στους «κάποιους» ο Χρυσοχοΐδης δεν φωτογράφιζε τους δικούς του ανθρώπους. Αντίθετα άλλο πράγμα εννοούσε. Αυτό που εννοούν και υποστηρίζουν οι ακροδεξιοί υποστηρικτές της ΝΔ από την πρώτη στιγμή της δολοφονίας, που μιλούσαν για ένα παλιόπαιδο, για έναν αλήτη.

Από τις πρώτες δηλώσεις του Κούγια έως την τελευταία αγόρευση του συνηγόρου του Κορκονέα, η προσπάθεια τους απέβλεπε στο να παρουσιαστούν ο Κορκονέας και ο Σαραλιώτης ως τα θύματα του Γρηγορόπουλου, που προκάλεσε, έριξε μολότοφ και απείλησε την ασφάλεια και τη ζωή των δύο αστυνομικών και ανάγκασε τον Κορκονέα να πυροβολήσει για εκφοβισμό στον αέρα. Οι ισχυρισμοί αυτοί κατέπεσαν. Ακόμη και οι δολοφόνοι παραδέχθηκαν πως δεν υπήρχαν μολότοφ, οι αυτόπτες μάρτυρες και το βίντεο της δολοφονίας κατέδειξαν ότι δεν υπήρχαν προκλήσεις. Το πενταμελές εφετείο της Λαμίας αντιμετώπισε την υπόθεση με μεγάλη προκατάληψη, έδειξε μεγάλη επιείκεια και τελικά αποφυλάκισε τον Κορκονέα και αθώωσε τον Σαραλιώτη. Παρόλα αυτά αποφάσισε ότι ο Κορκονέας ήταν ένοχος ανθρωποκτονίας από πρόθεση με άμεσο δόλο. Ο συνήγορος του δολοφόνου με απύθμενο θράσος ως την τελευταία στιγμή ζήτησε να αναγνωριστεί στον πελάτη του το ελαφρυντικό ότι προκλήθηκε από τον Γρηγορόπουλο. Όμως ούτε ο εισαγγελέας, ούτε το δικαστήριο δέχθηκαν αυτό το ελαφρυντικό και αποφάνθηκαν ότι δεν υπήρξε καμία πρόκληση.

Για άλλη μια φορά ο Χρυσοχοΐδης είναι αδιάβαστος κι ας μην είχε μπροστά του ένα πολυσέλιδο μνημόνιο. Δεν διαβάζει, γιατί δεν χρειάζεται να διαβάσει. Οι ακροδεξιοί, ακόμη μια όταν φέρουν ένα δήθεν μετριοπαθές προσωπείο, τρέφονται από τις προκαταλήψεις τους και απαξιώνουν τη γνώση. Όταν λέει ότι κάποιοι θέλουν ένα νέο Γρηγορόπουλο, προφανώς εννοεί ότι κάποιοι θα προκαλέσουν, θα απειλήσουν τη ζωή των αστυνομικών και αυτοί θα αναγκαστούν και πάλι να σκοτώσουν, για να γλιτώσουν το τομάρι τους. Θα απειληθούν ακόμη μια φορά, όπως τους απείλησε ο Καλτεζάς, ο Γρηγορόπουλος, ο Σακελίων, ο Ζακ Κωστόπουλος και τόσοι άλλοι αθώοι που καταλήγουν καθημερινά στα νοσοκομεία.

Ο Χρυσοχοΐδης προετοιμάζει το έδαφος, για να βγει στο απολιτίκ ακροατήριο να πει ότι είχε προειδοποιήσει και ότι σε καμιά περίπτωση δεν φταίνε οι δικοί του.

Ο Χρυσοχοΐδης, όπως ασέλγησε τότε πάνω στην υπόληψη των οροθετικών γυναικών, ασελγεί και τώρα πάνω στη μνήμη του δολοφονημένου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.

Η Κιλότα

Τη δεκαετία του 60 ο κόσμος άρχισε να παίρνει τα πάνω του μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο. Άρχισαν και οι εισαγωγές και μερικοί λεφτάδες καμάρωναν για τα αποκτήματά τους που έρχονταν από το εξωτερικό, πάντα σε ζεύγη. Το ένα το έπαιρνε ο βασιλιάς και το άλλο κάποιος από αυτούς. Δεν ξέρω αν αυτός ο μύθος προερχόταν από τους καταστηματάρχες, για να αυξήσουν τις πωλήσεις τους ή ήταν φαντασίωση των αγοραστών. Η κουμπάρα η Σταμάτω ήταν πάντως πολύ περήφανη για το ψυγείο της. Δύο είχαν έρθει στην Ελλάδα, έλεγε. Το ένα το πήρε ο βασιλιάς και το άλλο αυτή. Δεν μπορούσε να συγκριθεί με το δικό μας το ψυγείο του πάγου που ήταν ελληνικής κατασκευής και όμοιό του σίγουρα δεν υπήρχε στο παλάτι. 

Η Σταμάτω έμενε στο διώροφο απέναντι μας, πάνω από το καφενείο του Φίλιππα. Αλλά ποτέ δεν την είχαμε δει να σφουγγαρίζει το μπαλκόνι της ή τις σκάλες της. Πρέπει να έκανε αυτές τις δουλειές νύχτα, για να μη τη δει ο κόσμος και την περάσει για καμιά παρακατιανή που καταπιάνεται με δουλειές του σπιτιού. Ούτε έβγαινε για ψώνια, αλλά τηλεφωνούσε στο μπακάλικο δίπλα της και της άφηναν τα ψώνια στο σκαλοπάτι της εξώπορτας. Κι όταν έβγαινε από το σπίτι της, για να σταματήσει κανένα ταξί, ποτέ δεν κοίταζε δεξιά-αριστερά και ποτέ δεν καλημέριζε κανένα. 

Τα έφερε όμως έτσι ο διάολος που μια φορά που η μάνα μου είχε ανέβει στην Αθήνα και στο γυρισμό περίμενε το τρένο για Πειραιά στο Μοναστηράκι, να σου κι εμφανίζεται η Σταμάτω. Με κρυφό ενθουσιασμό η μάνα μου και δήθεν σοκαρισμένη της λέει «κουμπάρα μου τι είναι αυτό;» ενώ ο κόσμος τριγύρω ήταν ξεκαρδισμένος στα γέλια. Η Σταμάτω πήγαινε με το τρένο στον Πειραιά, αλλά από κει έπαιρνε ταξί, για να πάει σπίτι της, για να μην τη δει ο κόσμος να χρησιμοποιεί συγκοινωνία. Αφού τέλειωσε τις δουλειές στην Αθήνα πέρασε κι από την Αγία Ειρήνη κι αγόρασε μια γαρυφαλλιά που στηριζόταν σε ένα καλάμι. Πήρε αγκαλιά η Σταμάτω τη γλάστρα και περπατούσε προς το Μοναστηράκι, ενώ γύρω της ο κόσμος πέθαινε στα γέλια. Η Σταμάτω όμως, ως κυρία του καλού κόσμου κοίταζε μόνο μπροστά, ούτε πάνω, ούτε κάτω, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Κι έτσι δεν είδε ότι από τις κρεμασμένες στο δρόμο πραμάτειες των μαγαζιών το καλάμι της γαρυφαλλιάς ψάρεψε μιά κόκκινη κιλότα με μαύρη δαντέλα, την έκανε σημαία και την ξανέμιζε. «Ας το καλό κουμπάρα μου κι εγώ έλεγα τι γελάνε όλοι αυτοί, τόσο αστείο τους φαίνεται που κρατάω τη γλάστρα!». Εκείνη τη μέρα η μάνα μου ήρθε στο σπίτι με ταξί κι εμείς αναρωτιόμασταν μήπως η κιλότα ήταν εισαγωγής, μήπως είχαν έρθει στην Ελλάδα μόνο δύο, τη μια τη φόρεσε η βασίλισσα και η άλλη κρεμάστηκε στο καλάμι της Σταμάτως.

Όταν λέγαμε στη μάνα μου να μας πει την ιστορία με την κιλότα, πάντα μας έλεγε για το πάθημα της κουμπάρας. Έπρεπε να επιμείνουμε πολύ, για να μας πει και την άλλη ιστορία.

« Λίγο καιρό αφότου ήρθε να μείνει κοντά μας στον Πειραιά ο αδελφός μου ο ήρθε κι η κόρη του η Κούλα.  Eίχαν ξενοικιαστεί τα δύο μέσα δωμάτια κι ήρθε κι εκείνη με τον άντρα της για να ‘χει και τη μάνα της κοντά, γιατί ‘χε δυο μικρά παιδιά κι ένα στην κοιλιά τρία. Kαι μια μέρα να ‘σου και μού ‘ρχεται στο σπίτι η Κούλα, γκαστρωμένη τώρα ε, με την κοιλιά στο στόμα. «Kαλέ θεία», μου λέει «έχεις να μου δώσεις μια κιλότα δανεικιά, γιατί τις δικές μου τις έπλυνα κι είναι βρεγμένες στο σχοινί. Θέλω να αλλάξω, να πάω στο γιατρό να με κοιτάξει, γιατί πονάει η μέση μου». «Tι να σε κοιτάξει, μωρή, ο γιατρός», της λέω, «αφού γεννάς». «Όχι καλέ θεία, τώρα μπήκα στον έβδομο». «Mωρή, μήπως έχεις χάσει τις μέρες σου; Γιατί δε σε βλέπω καλά, κακομοίρα μου. Έχει κατέβει χαμηλά η κοιλιά σου κι αυτός ο πόνος στη μέση είναι σημάδι γέννας». «Tι λές, καλέ θεία, δεν ξέρω εγώ; Aφού σου λέω τώρα μπήκα στον έβδομο».

Nα μη σ’ τα πολυλογώ της δίνω την κιλότα. Mια ροζ ήτανε με μπιμπιλίτσα στο μπατζάκι. Tις είχα πάρει τρεις απο του Bασιλάκη και αυτήν την είχα αφόρετη. Tο θυμάμαι σαν να ‘τανε τώρα. «Θα τη βάλεις, τώρα, μωρή;», της λέω. «Nαι, καλέ θεία, κατευθείαν θα πάω». «Άντε», της λέω «και καλή λευτεριά».

Tο μεσημέρι μάθαμε πως ίσα που πρόλαβε, μόλις μπήκε στο γιατρείο του Ρόζενμπεργκ γέννησε, αγοράκι τέσσερα κιλά, «να το δεις, Σοφία μου, ένας παίδαρος, να μη βασκαθεί, το βράδυ με το καλό θα ‘ρθει σπίτι, πόσο να την κρατήσει κι ο γιατρός στο γιατρείο του, δεν είναι και κλινική βλέπεις». Το απόγευμα πράγματι γύρισε στο σπίτι. Eίχε πάει η μάνα της να την πάρει από νωρίς και, κάποια στιγμή που βγήκα στην πόρτα, τις είδα από μακριά να ‘ρχονται με το μωρό αγκαλιά. Δρόμος τους ήταν έτσι κι αλλιώς και είπα να σταθώ στην πόρτα να τις περιμένω, γιατί αυτές ήταν ικανές να μπούνε και μέσα και ασαράντιστη λεχώνα εγώ δε βάζω σπίτι μου.

«Nα σου ζήσει μωρή», της λέω, αφού ήρθανε κοντά, να μη μας ακούει κι ο κόσμος. «Σε ευχαριστώ, θεία μου, σε ευχαριστώ. Kαι την κιλότα θα την πλύνω και θα στη στείλω καθαρή».

Δε λέω βέβαια, λεχώνα ήταν, δε θα ‘βαζε μπουγάδα αμέσως. Kαι πάνω στη βδομάδα μάθαμε ότι σκοτώθηκε ο άντρας της. Στα ναυπηγεία δούλευε, κάνανε οξυγονοκόλληση  σ’ ένα καζάνι καί έγινε έκρηξη και πάνε έξι νομάτοι. Tους πήγαν στο Tζάννειο, όλοι τους τελειωμένοι, κατέβηκε κι ο υπουργός μάλιστα.

Mετά απ’ αυτό τα μάζεψε η ανιψιά μου και πήγε στης πεθεράς της να μείνει. Πολύ μεγάλη δυστυχία. Ποιος νοιαζόταν για την κιλότα.

Η Απεργία στη Σχολή Μωραΐτη

Η κ. Χρυσάνθη Μωραΐτη-Καρτάλη, ιδιοκτήτρια της Σχολής Μωραΐτη, κάλεσε τους εκπαιδευτικούς εκτάκτως την Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου στο θέατρο του Σχολείου μετά τη λήξη των μαθημάτων, για να τους επιπλήξει, επειδή συμμετείχαν στην απεργία της 24ης Σεπτεμβρίου.

Με λίγα λόγια τους είπε ότι δεν σκέφτονται και απέργησαν, επειδή παρασύρθηκαν από την Πόπη, τη Βιβή και τον Τάκη, έκαναν μεγάλο κακό στο Σχολείο και τώρα πρέπει να δουλέψουν δυο και τρεις φορές περισσότερο, για να ξεχαστεί το κακό που έκαναν. Εμμέσως τους απείλησε λέγοντας πως εκείνη δεν έκανε απολύσεις, ενώ μπορούσε, όπως έκαναν άλλα σχολεία. Δήλωσε πως οι γονείς είναι πολύ δυσαρεστημένοι με αυτή την απεργία και πως δεν έχει τι να τους απαντήσει. Όταν οι εκπαιδευτικοί ζήτησαν να λάβουν το λόγο και να δώσουν εξηγήσεις, δήλωσε πως δεν θα έκανε διάλογο μαζί τους και αποχώρησε.

Ωστόσο με κάθε ευκαιρία δηλώνει «είμαστε ένα δημοκρατικό σχολείο» και ο Αντώνης Καρτάλης στην εναρκτήρια συνεδρίαση δήλωσε πως αυτό που χαρακτηρίζει το σχολείο είναι η ηθική στάση.

Και στις 25 Σεπτεμβρίου επέπληξε δημόσια ένα μέλος του ΔΣ του συλλόγου των εκπαιδευτικών λόγω της απεργίας. Όμως το να επιπλήττουν και εμμέσως να απειλούν, μητέρα και γιος, τους εκπαιδευτικούς για τη συμμετοχή τους στην απεργία ούτε ηθικό είναι, ούτε δημοκρατικό. Κι επίσης ανήθικο και αντιδημοκρατικό είναι να μη δέχεσαι διάλογο και μόνο να καταφεύγεις σε καταγγελίες. Αντίθετα η συμμετοχή των εκπαιδευτικών στην απεργία είναι μέσα στα πλαίσια της δημοκρατίας, της κοινωνικής ευαισθησίας και της νομιμότητας, αφού την απεργία κήρυξε η ομοσπονδία των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, αλλά και της ηθικής, τη στιγμή που δεν αμείβονται για την ημέρα της απεργίας.

Ως προς τις αντιδράσεις των γονέων έχω να πω τα εξής: (Ναι σε σας, τη διοίκηση του Σχολείου, τα λέω)

Να μην ακούτε μόνο τους ακροδεξιούς γονείς και να αγνοείτε την πλειοψηφία των δημοκρατικών γονέων που στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Αρκετά ακούσατε τις ενστάσεις τους για όλα τα θέματα, με αποτέλεσμα να έχετε αλλοιώσει την παιδαγωγική γραμμή του σχολείου. Τώρα ήρθε η ώρα να τους μιλήσετε εσείς. Να τους εξηγήσετε πως έχετε κάνει περικοπές στις αποδοχές των εκπαιδευτικών, που υπερβαίνουν το 20% και έχετε αυξήσει τα ωράρια και τις υποχρεώσεις τους. Να τους πείτε πως πρέπει, αντί να διαμαρτύρονται για τους εκπαιδευτικούς, να τους έχουν μεγάλη ευγνωμοσύνη, γιατί, αντί να κάνετε αυξήσεις στα δίδακτρα κάνετε περικοπές στις αποδοχές των εκπαιδευτικών (δεν είναι ανάγκη να αναφερθείτε σε αποπληρωμή δανείου, ούτε γιατί πήρατε δάνειο).

Ως προς την απεργία να καταλάβουν ότι η ΝΔ, την οποία οι ίδιοι ψήφισαν, προσπαθεί με κάθε τρόπο να βλάψει το εργασιακό τους καθεστώς και το επαγγελματικό τους μέλλον. Σε αυτό το σημείο δεν χρειάζεται να δείξετε ότι εσείς συμφωνείτε με τους νόμους που ψηφίζονται και ότι για σας οι καλύτεροι υπουργοί παιδείας που πέρασαν είναι ο Αρβανιτόπουλος και ο Μπαμπινιώτης. Ας μην καταλάβουν οι γονείς πως θέλετε να έχετε εκπαιδευτικούς αδιόριστους και με ετήσιες συμβάσεις και γενικά ότι επιδιώκετε ένα καθεστώς ελεύθερων απολύσεων, γιατί δεν θέλετε πλέον οι εκπαιδευτικοί να σας σέβονται και να σας εκτιμούν όπως έκαναν παλιά, αλλά το μόνο που θέλετε είναι σας φοβούνται και η απειλή της απόλυσης σας εξασφαλίζει αυτόν τον τρόμο.

Το να τους πείτε ότι θεωρείτε τους εκπαιδευτικούς ταξικά κατώτερούς σας και ότι πρέπει να είναι ευγνώμονες για τη φιλανθρωπία που τους δείχνετε είναι περιττό. Το έχουν καταλάβει μόνοι τους. Επίσης δεν χρειάζεται οι γονείς να καταλάβουν πόσα μεταπτυχιακά έχουν οι εκπαιδευτικοί, πόσα διδακτορικά, πόσα χρόνια φοίτησης σε πανεπιστημιακές σχολές της Ελλάδας και του εξωτερικού, πόσες δημοσιεύσεις, πόσες συμμετοχές σε ερευνητικά προγράμματα και επιστημονικά συνέδρια. Τίποτε από αυτά. Αφήστε τους να πιστεύουν πως το εκπαιδευτικό έργο συντελείται με τρόπο μαγικό, επειδή εσείς κουνάτε με χάρη το μαγικό σας ραβδάκι. Ούτε χρειάζεται να καταλάβουν οι γονείς πως και οι εκπαιδευτικοί, όπως όλοι οι εργαζόμενοι, αποδίδουν καλύτερα σε ένα ευχάριστο περιβάλλον έμπρακτης αναγνώρισης, κατανόησης, ασφάλειας και αποδοχής. Αφήστε τους στην πλάνη τους ότι τα ζωντόβολα αποδίδουν καλύτερα κάτω από συνθήκες τρόμου, απόρριψης και εκμετάλλευσης.

Ούτε να τους πείτε ότι με την απεργία των εκπαιδευτικών τα παιδιά παίρνουν ένα μάθημα κοινωνικής ευαισθησίας, ώστε να μην είναι ανάλγητα απέναντι στο μόχθο των εργαζομένων και τις πιέσεις που δέχονται, γιατί δεν θα τα πείτε καλά και δεν θα τους πείσετε. Ως προς το ότι πρέπει να διδάσκονται τα παιδιά την ιστορία των απεργιών και τα επιτεύγματα τους στον τομέα των ανθρώπινων και εργασιακών δικαιωμάτων ούτε λόγος.

Τίποτε από αυτά μην πείτε. Δεν έχετε την ανάλογη παιδεία, για να αναπτύξετε τέτοια θέματα.

Να τους πείτε μόνο ότι κάνετε περικοπές στις αποδοχές των εκπαιδευτικών, για να μην κάνετε αυξήσεις στα δίδακτρα. Και ότι κάπου κάπου κάνουν και μια απεργία, για να εκτονώνονται. Και ότι δεσμεύεστε ότι θα επιστρέφετε στους γονείς τα χρήματα που παρακρατήσατε από τους εκπαιδευτικούς την ημέρα της απεργίας. Κι αν τους φανούν ψίχουλα, θα καταλάβουν τι ποσοστό των διδάκτρων πάει στη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών και δεν θα σας ξαναενοχλήσουν με το ίδιο θέμα. Μπορεί με άλλο.

Γιατί δεν με καθησυχάζει η παρέμβαση του Αρείου Πάγου στην απόφαση για Κορκονέα και Σαραλιώτη

Όχι δεν με καθησυχάζει η παρέμβαση του Αρείου Πάγου, που έγινε λίγες ημέρες μετά την απαράδεκτη απόφαση του Εφετείου Λαμίας που αθωώνει τον Σαραλιώτη και αποφυλακίζει τον Κορκονέα, με την αναγνώριση του ελαφρυντικού του πρότερου σύννομου βίου.

Δεν με καθησυχάζει γιατί η δίκη αυτή με δίδαξε να αντιμετωπίζω με μεγάλη καχυποψία οτιδήποτε σχετικό με αυτήν. Και τώρα δεν ξέρω αν ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου πραγματικά ανησυχεί για την αποδοθείσα «δικαιοσύνη» από το εφετείο ή προβαίνει σε ένα ελιγμό, ώστε να εκτονωθούν οι αντιδράσεις της κοινωνίας και να μην κλιμακωθούν περισσότερο, δεδομένου ότι εισερχόμαστε σε μια πολύμηνη διαδικασία αναβολής πριν οριστικοποιηθεί η δικαστική απόφαση.

Και εξηγώ: Ο εισαγγελέας ζήτησε να του αποσταλεί η απόφαση με τα συνημμένα πρακτικά. Για μια δίκη διάρκειας περίπου τριών ετών θα απαιτηθούν μήνες, για να καθαρογραφηθούν τα πρακτικά και ίσως μήνες, για να μελετηθούν από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πριν αποφασίσει αν θα ασκήσει αναίρεση. Ίσως οι δικαστικοί παράγοντες να ελπίζουν ότι και αν στο τέλος δεν ασκηθεί η αναίρεση, η κοινωνία θα έχει σταδιακά αποδεχθεί το αποτέλεσμα και με αυτόν τον τρόπο τελικά θα αποφευχθούν οι αντιδράσεις. Στην περίπτωση της καθαρίστριας τα πράγματα έγιναν γρήγορα, γιατί σε εκείνη την δίκη τα πρακτικά ήταν πολύ σύντομα και όχι ένας ογκώδης τόμος.

Επιπλέον δεν έχω εμπιστοσύνη στα πρακτικά. Τα πρακτικά δεν μαγνητοφωνούνται και η γραμματέας στην ουσία κρατάει σημειώσεις, γιατί η δίκη δεν διεξάγεται σε ρυθμό υπαγόρευσης. Αλλά και από τα καταγραμμένα πρακτικά η πρόεδρος διαγράφει αρκετά. Για παράδειγμα στη δική μου εξέταση ως μάρτυρα η πρόεδρος μού έκανε πάρα πολλές ερωτήσεις σε σχέση με το International Bacalaureat. Ποια σχολεία το προσφέρουν, σε ποια γλώσσα γίνεται το μάθημα, τι μαθήματα προσφέρονται, σε ποια πανεπιστήμια εισάγονται τα παιδιά. Ερωτήσεις των οποίων την απάντηση δεν γνώριζα πάντα και που ήταν παντελώς άσχετες με την εκδικαζόμενη υπόθεση. Ερωτήσεις που είχαν σχέση ενδεχομένως μόνο με τις σπουδές κάποιου συγγενικού προσώπου τής προέδρου και καμιά με τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Η πρόεδρος δημόσια έδειξε ότι πρωτίστως ενδιαφέρεται να μάθει για το International Bacalaureat και δευτερευόντως για ό,τι αφορά τη δίκη. Άλλωστε και αυτό είναι ένα επιχείρημα στον ισχυρισμό μου ότι η απόφαση ήταν προειλημμένη και δεν διαμορφώθηκε από την ακροαματική διαδικασία. Όμως όλος αυτός ο διάλογος περί International Bacalaureat νομίζετε ότι θα περιλαμβάνεται στα πρακτικά; Όχι βεβαίως.

Ακόμη και την τελευταία ημέρα, μετά την απόφαση ο Νίκος Κωνσταντόπουλος προέβη σε μια δήλωση, ενώ η πρόεδρος δεν του επέτρεπε να μιλήσει και όρθιος ο Νίκος Κωνσταντόπουλος της εξηγούσε ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμά του να προβαίνει σε δηλώσεις. Πριν ολοκληρώσει τη δήλωσή του ο εξαίρετος νομικός η πρόεδρος έδωσε τον λόγο στην υπεράσπιση, στην οποία υποσχέθηκε ότι δεν θα επιτρέψει «να γραφούν αυτά στα πρακτικά». Και πάλι αναγκάστηκε να σηκωθεί όρθιος ο Νίκος Κωνσταντόπουλος και να πει: «Όχι, κυρία πρόεδρε, δεν έχετε δικαίωμα να διαγράψετε τίποτε», αλλά η πρόεδρος κοίταζε αλλού.

Επιπλέον δεν με καθησυχάζει η παρέμβαση του Αρείου Πάγου, επειδή κατεξοχήν οι δύο δίκες σε πρώτο και σε δεύτερο βαθμό με έμαθαν να μην έχω εμπιστοσύνη στους δικαστές. Γιατί και στην πρώτη δίκη στην Άμφισσα η πρόεδρος του δικαστηρίου Αντζελίτα Παπαβασιλείου και ο δικαστής Νικόλαος Νταής μειοψήφισαν σε όλες τις αποφάσεις. Ξεχώρισε μόνον ένας δικαστής ο Γεώργιος Βώττης, ο οποίος τάχθηκε με την πλευρά των ενόρκων. Τις καταδικαστικές αποφάσεις στην πρώτη δίκη σήκωσαν στις πλάτες τους ο δικαστής Γεώργιος Βώττης και οι τρεις γυναίκες ένορκοι, ενώ στην απόρριψη του ελαφρυντικού του προτέρου εντίμου βίου συντάχτηκε και ο τέταρτος ένορκος. Και βέβαια δεν φταίει ο νέος ποινικός κώδικας για την αναγνώριση του σύννομου πρότερου βίου, γιατί και στην προηγούμενη δίκη συζητήθηκε διεξοδικά το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και απορρίφθηκε από την πλειοψηφία που αποτελούσαν ο Γεώργιος Βώττης και οι τέσσερις ένορκοι. Εάν είχε αναγνωριστεί το ελαφρυντικό, τα ισόβια θα είχαν σπάσει από τότε.

Είτε έντιμος, είτε σύννομος ονομάζεται ο πρότερος βίος δεν μπορεί να αναγνωρίζεται σε άτομο που δεν εμφορείται από τις αξίες της ισότητας, της δικαιοσύνης και της ανεκτικότητας απέναντι στη διαφορετικότητα, που οι συνάδελφοί του μόνον αυτόν αποκαλούσαν Ράμπο και η πολιτεία του όπλισε το χέρι για την προστασία και όχι τη δολοφονία των πολιτών.

Να επισημάνω ότι από τις τρεις γυναίκες ενόρκους οι δύο ήταν εκπαιδευτικοί. Και οι εκπαιδευτικοί έχουν μάθει να υψώνουν το ανάστημά τους και να αντιστέκονται στην αδικία. Επιπλέον ο διορισμός τους στο δημόσιο είναι άμεμπτος, δεν έχουν υποχρέωση σε κανένα πολιτικό πρόσωπο που μεσολάβησε και πιστεύω ότι το ίδιο ισχύει και για τους δύο άλλους συναδέλφους τους στη δίκη.

Ελπίζω ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, τον οποίο βεβαίως δεν γνωρίζω, να είναι του αναστήματος του Γεωργίου Βώττη και να μην αποτελεί ο Γεώργιος Βώττης μοναδική εξαίρεση.

Και ελπίζω η τωρινή παρέμβασή του να μην είναι ένας ελιγμός απέναντι στις διαδηλώσεις που χαλάνε το κυβερνητικό αφήγημα, ώστε να έχει τον χρόνο η κυβέρνηση να προσλάβει τους νέους 1500 σύννομους Κορκονείς και αθώους Σαραλιώτες, που θα καταστείλουν τις αντιδράσεις.

Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου; Ο Κορκονέας. Μην το ξεχάσεις ποτέ.

(Ανοιχτή επιστολή στα παιδιά που γεννήθηκαν μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου)

Αγαπητά μου παιδιά,

Είστε η ελπίδα για την νέα ζωή, που όλοι μας έχουμε ανάγκη, αλλά δεν μας δίνεται πάντα. Είστε μικροί, για να διαβάσετε αυτά που γράφω, αλλά τα γράφω τώρα, γιατί δεν ξέρω αν θα υπάρχω, όταν φτάσετε στην κατάλληλη ηλικία, για να τα μάθετε.

Έχουν λεχθεί άσχημα πράγματα για τον Αλέξανδρο μετά τη δολοφονία του. Αλλά τα έχουν πει βρώμικα στόματα και τα έχουν γράψει βρώμικα χέρια. Μην πιστέψετε τίποτε και κανένα. Εγώ ήμουν σε θέση να ξέρω τον Αλέξανδρο καλύτερα από τον καθένα και σας λέω αυτό. Ο Αλέξανδρος ήταν πολύ καλό, ευγενικό και τίμιο παιδί, που αγαπούσαν όλοι οι δάσκαλοι και όλοι οι συμμαθητές του. Κι εκείνος αγαπούσε πολύ τους φίλους του και είχε πολλούς, πάρα πολλούς φίλους και οι φίλοι του έγιναν αναρίθμητοι μετά τον θάνατό του, όχι μόνο στην Ελλάδα, σε όλον τον κόσμο. Αλλά ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να τους αγαπήσει, όμως η μεγάλη του καρδιά, είμαι βέβαιος ότι θα τους χωρούσε όλους αυτούς.

Χθες τέλειωσε η δίκη των δολοφόνων του σε δεύτερο βαθμό στο εφετείο Λαμίας. Μια δίκη που συνεχώς μας έκανε να αγανακτούμε και να ντρεπόμαστε για τον τρόπο που απονέμεται «η δικαιοσύνη» στη χώρα μας. Δεν θα επεκταθώ όμως σε όλα όσα λέχθηκαν και έγιναν σε αυτή τη δίκη που κράτησε πάνω από δυόμισι χρόνια. Λέω μόνο τούτο. Από την αρχή φάνηκε πως είχαν σκοπό να βγάλουν έξω τον Κορκονέα με κάθε τρόπο. Και τώρα θα σας πω μόνο για τη χθεσινή μέρα και αυτό φτάνει.

Η αδιάντροπη υπεράσπιση, που πρότεινε ένα σωρό ελαφρυντικά, πρότεινε και ως ελαφρυντικό την ανάρμοστη συμπεριφορά του θύματος. Λες και η υπεράσπιση δεν ήταν μέσα στην αίθουσα, όπου αποδείχθηκε περίτρανα ότι ο Αλέξανδρος δεν έκανε τίποτε ανάρμοστο. Απλώς βρέθηκε σε ένα μέρος, όπου συχνάζουν πολλά παιδιά αυτής της ηλικίας. Για αυτό και το ελαφρυντικό αυτό δεν έγινε δεκτό. Αλλά η υπεράσπιση, όπως και άλλοι όμοιοι, πάντα προσπαθούσαν να βεβηλώσουν τη μνήμη του Αλέξανδρου και θα συνεχίσουν να προσπαθούν, αλλά εσεις να μη δέχεστε αυτά τα ψέματα.

Ο εισαγγελέας από την άλλη πρότεινε ως ελαφρυντικό τον πρότερο σύννομο βίο του κατηγορουμένου. Ποιος σύννομος βίος όμως; Ακόμη και τη δολοφονία του Αλέξανδρου προσπάθησαν να καλύψουν και να συσκοτίσουν οι δολοφόνοι, αλλά και οι συνάδελφοί τους τροποποίησαν τα ενοχοποιητικά στοιχεία και κατασκεύασαν ψευδομάρτυρα. Σκοπός τους ήταν να πουν ότι οι δολοφόνοι δέχθηκαν επίθεση και κινδύνεψε η ζωή τους και ο Κορκονέας πυροβόλησε για εκφοβισμό στον αέρα και η σφαίρα εξοστρακίστηκε και σκότωσε τον Αλέξανδρο. Και παρόλο που αποδείχθηκε ότι όλα αυτά ήταν ψέματα, δεν υπήρξε καμιά συνέπεια για τους αστυνομικούς που κατασκεύασαν αυτά τα σενάρια. Αν λοιπόν η υπηρεσία του προσπάθησε να απαλλάξει τον Κορκονέα από τη δολοφονία δεν θα τον κάλυπτε για μικρότερα αδικήματα και μικρότερες εγκληματικές πράξεις; Και ακόμη ο εισαγγελέας είπε ότι οι συνάδελφοι του Κορκονέα τον αποκαλούσαν Ράμπο, γιατί ήταν καλός και αποτελεσματικός στη δουλειά του και όχι γιατί έδερνε αθώους ανθρώπους. Αλλά αυτά δεν έκαναν το δικαστήριο να αμφιβάλλει για τον σύννομο βίο του Κορκονέα και δέχθηκε το ελαφρυντικό, ενώ αμφέβαλε για την ενοχή του Σαραλιώτη και τον κήρυξε αθώο. Ο Σαραλιώτης αθώος! Που όλα τα έκαναν μαζί και δεν σκέφτηκαν οι δικαστές, ότι όσα έκανε μετά ο Σαραλιώτης τα έκανε, όχι για να καλύψει την ενοχή του Κορκονέα, αλλά για να καλύψει τη δική του συνενοχή.

Κι ακόμη είπε ο εισαγγελέας ότι ο Κορκονέας οδηγήθηκε σε αυτές τις πράξεις, επειδή ήταν αφελής και αντιδεοντολογικός, όχι γιατί είναι ένας στυγερός δολοφόνος, ένα παλιοτόμαρο της κοινωνίας. Αλλά χθες στην αίθουσα δεν είδα μόνο ένα παλιοτόμαρο, είδα πολλά.

Και η απόφαση του δικαστηρίου να δεχθεί την ενοχή του Κορκονέα για ανθρωποκτονία από πρόθεση με άμεσο δόλο απέβλεπε στο να καλύψει τα νώτα του σε ενδεχόμενη αναίρεση, αλλά συγχρόνως είχε σκοπό να τον βγάλει αμέσως από την φυλακή με την ποινή κάθειρξης 13 ετών.

Εύχομαι εσείς παιδιά να ζήσετε καλύτερες μέρες κι αν ποτέ σας πουν παραμύθι για τη λάμια που έτρωγε τα αθώα παλικαρόπουλα, να ξέρετε ότι αυτή δεν είναι η λάμια, αλλά η Λαμία.

Να ζήσετε σε καλύτερες μέρες, αλλά αυτές θα αργήσουν πολύ. Ήδη η κυβέρνηση θα στείλει αστυνομικούς με πολυβόλα ανάμεσα στους ανθρώπους στο κέντρο της Αθήνας και ο πρωθυπουργός ανήγγειλε ότι θα προσλάβει 1500 νέους οπλισμένους Κορκονείς.

Για να έρθουν οι καλύτερες μέρες πρέπει να αγωνιστούμε πολύ και ελπίζω να συμμετάσχετε κι εσείς σε αυτόν τον αγώνα όταν μεγαλώσετε.

Ο γυμνασιάρχης του Αλέξανδρου

Γιώργος Θαλάσσης

Πώς θα γίνει το μάθημα των Θρησκευτικών πιο ελκυστικό

Η μακρόχρονη θητεία μου στην εκπαίδευση, ως καθηγητή και επί 23 χρόνια ως γυμνασιάρχη, μού επιτρέπει να διατυπώσω μια πρόταση, για να γίνει το μάθημα των Θρησκευτικών πιο ελκυστικό.

Θα πρέπει αρχικά να δεχτούμε ότι το μάθημα αυτό έχει εγγενή προβλήματα, τα οποία μέχρις στιγμής συγκαλύπτονται από τα διδακτικά εγχειρίδια και τις/τους εκπαιδευτικούς με αποτέλεσμα την παραπλάνηση των παιδιών και την επέκταση της παραπλάνησης αυτής έως και τα βιβλία της ιστορίας. Τα προβλήματα αυτά είναι:

1. Δεν υπάρχει καμιά ιστορική και αρχαιολογική πηγή της εποχής του Χριστού, που να αναφέρεται στο πρόσωπο, στη ζωή, στη σταύρωση και την ανάσταση του Χριστού. Δεν υπάρχει καμιά αναφορά στα ρωμαϊκά αρχεία ούτε στα κείμενα των ιστορικών της εποχής και της περιοχής για τον Χριστό. Όλες οι αναφορές είναι πολύ μεταγενέστερες. Τα ευαγγέλια είναι πολύ μεταγενέστερα και δεν έχουν γραφεί από μαθητές του Χριστού. Το παλαιότερο κείμενο είναι οι επιστολές του Παύλου, αλλά ο Παύλος είναι μεταγενέστερος και δεν γνώρισε τον Χριστό. Γενικότερα στον ανατολικό χώρο υπήρχαν κατά καιρούς πολλές αναφορές σε μεσσίες και στα πλαίσια αυτής της παράδοσης αναγορεύθηκε θεός και ο Αλέξανδρος.

2. Τα κείμενα των Αγίων και των Πατέρων βρίθουν από σεξιστικές και μισαλλόδοξες αναφορές με αφετηρία τις επιστολές του Παύλου: «διδάσκειν δὲ γυναικὶ οὐκ ἐπιτρέπω οὐδὲ αὐθεντεῖν ἀνδρός ἀλλ’ εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ».

3. Οι Έλληνες δεν έμειναν 400 χρόνια πίσω λόγω της οθωμανικής περιόδου, αλλά λόγω της εκκλησίας. Η εκκλησία έθεσε φραγμό στην είσοδο του διαφωτισμού και στη διδασκαλία των επιστημών. Το 1723 ο σημαντικός επιστήμονας με ευρωπαϊκή παιδεία Μεθόδιος Ανθρακίτης γράφει: «…συναθροίζουν λογικάς και φυσικάς και Ευκλείδην και έτερα μαθηματικά και ανάπτουν φωτίαν εις την αυλήν της εκκλησίας εις τρία μέρη, και τα έρριψαν μέσα ημέρα Κυριακή, και λαός άπειρος έξω, γεμιτζήδες, παπουτσήδες, ραφτάδες, και τα κάνουν ωσάν να ήτον Αρείου αιρέσεις… βιβλία όπου όλος ο κόσμος τα σπουδάζει… Μετά ταύτα μου συνθέτουν μίαν ομολογίαν να υπογραφώ, πως επαρακινήθην να τα γράψω εκ σατανικής συνεργείας… Τώρα μελετώσι να στείλουν εις όλην την Ρούμελην, όπου ακούγεται διδάσκαλος, να τον αφορίσουν και να τον διώξουν…». Ο άλλοτε πατριάρχης Καλλίνικος ο ΣΤ´ διατάζει τον δάσκαλο της σχολής Ζαγοράς να μη διδάσκει φυσική: «Η επιστήμη η φυσική και την ημών ευσέβειαν την προς τον Θεόν διαφθείρει… και…την των ανθρώπων καρδίαν εν αμαρτίαις παραθαρσύνοντες μεγίστων πολλάκις κακών, και δεινοτάτων ποινών αίτιοι εισίν οι φυσιολόγοι. Δικαίως ουν η τοιαύτη επιστήμη… ζωήν την αιωνίαν εμποδίζουσα εκ των σχολών εξοριστέα εστί.»

4. Η εκκλησία εμπόδιζε να φτάσουν στην Ελλάδα τα περί ελευθερίας μηνύματα της γαλλικής επανάστασης. Ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε´ επανιδρύει το 1798 το πατριαρχικό τυπογραφείο, το οποίο εκδίδει κείμενα της πιο συντηρητικής βυζαντινής παράδοσης, με τα οποία προσπαθεί να επαναφέρει στο σωστό δρόμο της εκκλησίας τους πιστούς που κινδυνεύουν από τα κείμενα των δυτικόφιλων ανταρτών. Ακολούθως προβάλλονται αντιστάσεις στις προσπάθειες για επανάσταση, γιατί με την επανάσταση θα έχαναν οι αρχιερείς την εξουσία διοίκησης του Ρουμ μιλιέτ, που τους είχε χορηγηθεί από τον σουλτάνο.

5. Μετά την επανάσταση η εκκλησία επιδόθηκε στην κατασκευή και συντήρηση μύθων, που θα της παρείχαν άλλοθι για τη στάση της στην οθωμανική περίοδο και την επανάσταση. Κυριότεροι είναι ο μύθος του κρυφού σχολειού και ο μύθος του λάβαρου της επανάστασης που ύψωσε ο Π.Πατρών Γερμανός.

6. Η εκκλησία υπηρέτησε και τροφοδότησε μισαλλόδοξες, σεξιστικές και ακροδεξιές θέσεις σε όλα τα σημαντικά θέματα της σύγχρονης ζωής. Οι εκπρόσωποί της παρέμειναν σε ένα μεσαιωνικό τρόπο σκέψης, όπως αποδεικνύεται από τις δηλώσεις του Παΐσιου, του Πορφύριου, του Άνθιμου και του μητροπολίτη Μόρφου.

Τα προβλήματα αυτά θα παρακαμφθούν μόνο αν το μάθημα εξελιχθεί και μεταβληθεί σε μάθημα θρησκειολογίας, χωρίς να είναι προσκολλημένο σε μια θρησκεία κι ένα δόγμα. Να αντιμετωπίζει όλες τις θρησκείες ισότιμα και να δίνει έμφαση στα κοινά στοιχεία, στις παραδόσεις τους και στη διδασκαλία τους, έτσι που να μπορούν να συμμετέχουν παιδιά όλων των θρησκειών και δογμάτων και παιδιά που δεν ανήκουν σε κάποια θρησκεία. Στο μάθημα αυτό να δίνεται έμφαση στην αξία της διαφορετικότητας και στον σεβασμό της και να απαντά στις προκλήσεις της εποχής με γνώμονα πάντα τις αρχές της ισότητας και της ανεκτικότητας.

Υπάρχει βέβαια και ένας άλλος τρόπος για να γίνει το μάθημα πολύ ελκυστικό πάρα πολύ εύκολα. Να καλλιεργεί στα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία το φόβο και το μίσος προς κάθε ξένο, αλλόθρησκο και αλλόφυλο. Να τους μάθει ότι κάθε απόκλιση είναι αμαρτία και να τους μιλάει συνεχώς για τον σατανά και την κόλαση. Τα παιδιά θα τα μάθουν αυτά πολύ εύκολα και θα λατρέψουν το μάθημα. Τα μαθήματα μίσους έχουν πολύ μεγάλη απήχηση. Η απόρριψη του Άλλου είναι πολύ εύκολη και ελκυστική. Η αποδοχή του Άλλου είναι το δύσκολο μάθημα και γιαυτό παραμένει πάντα εκτός διδακτέας ύλης. Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι πολλοί έχουν στο μυαλό τους αυτόν τον τρόπο, για να προσελκύσουν τα παιδιά.

Ο βιασμός ως ιδεολογία

Ο ισχυρισμός μου είναι πως όλοι/ες ευθυνόμαστε για τους καθημερινούς βιασμούς, που είναι καθημερινοί και οι περισσότεροι δεν καταγγέλονται και δεν αποκτούν δημοσιότητα και ευτυχώς δεν οδηγούν και σε γυναικοκτονία ή γενικότερα στο θάνατο του σεξουαλικού θύματος.

Η ιδεολογία του βιασμού εμφωλεύει στο συλλογικό ασυνείδητο μαζί με την πατριαρχία, τον σεξισμό και την ομοφοβία και αναπαράγεται συνεχώς μέσω της γλώσσας. Οι σεξουαλικές βρισιές μάς ανάγουν σε φαντασιακούς βιαστές και μετατρέπουν, καθόλου φαντασιακά πλέον, την ερωτική λειτουργία σε πράξη εξουσίας, υποταγής, εκδίκησης, ευτελισμού, που προκαλεί ντροπή και πόνο στο θύμα. Καμιά ευχαρίστηση, καμιά απόλαυση.

Με σεξουαλικό τρόπο σηματοδοτείται ο εκλογικός θρίαμβος, η ποδοσφαιρική νίκη, ο ανταγωνιστικός λόγος. Με σεξουαλικές πράξεις παραλληλίζεται η επιβολή μνημονίων και φόρων. Τα ανδρικά σεξουαλικά όργανα είναι πανταχού παρόντα για να επιβληθούν, να απειλήσουν, και να ταπεινώσουν, ενώ το γυναικείο σεξουαλικό όργανο χρησιμοποιείται ως χαρακτηρισμός βδελυγμίας και ευτέλειας.

Το παραδοσιακό ρήμα που χρησιμοποιείται δεν δηλώνει αμοιβαία σχέση και ευχαρίστηση. Αντίθετα είναι ένα μεταβατικό ρήμα που προϋποθέτει υποκείμενο και αντικείμενο και αναγκαστικά δηλώνει ενεργητικότητα και παθητικότητα, θύτη και θύμα. Το υποκείμενο ενεργεί με δική του απόφαση, γιατί πάντα το υποκείμενο είναι αυτό που αποφασίζει. Το αντικείμενο υφίσταται και υπομένει.

Το υποκείμενο είναι πάντα στην ορθή ονομαστική, ενώ το αντικείμενο, η γυναίκα ή ο γκέι άντρας, είναι σε πλάγια πτώση. Ναι σε πτώση, έτσι το θέλει η γραμματική και η γλώσσα μας, σε πτώση και πλαγιασμένο, στο κρεβάτι ή στο χώμα.

Το υποκείμενο είναι στην ορθή ονομαστική, είναι όρθιο και ορθό, όπως και το σεξουαλικό του όργανο. Και ορθό δεν σημαίνει μόνο όρθιο, σημαίνει και σωστό, δίκαιο, αλάνθαστο.

Το υποκείμενο είναι από πάνω και για αυτό όλα τα καλά είναι από πάνω, είναι ανώτερα. Το αντικείμενο είναι από κάτω, είναι κατώτερο κι εκεί θα μείνει και θα ευχηθεί στο υποκείμενο «και σ´ ανώτερα».

Το θλιβερό είναι ότι και οι γυναίκες χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα, τις ίδιες μεταφορές, σε μια φαντασιακή διαδικασία χειραφέτησης, ενώ στην ουσία αποδέχονται μια χειροπιαστή αλλοτρίωση.

Οι γυναίκες στις συντηρητικές κοινωνίες, όχι απλώς αποδέχονταν, αλλά συντηρούσαν την πατριαρχία, με πολύ λίγες εξαιρέσεις. Ήταν και αυτός ένας τρόπος επιβίωσης και διατήρησης της δικής τους ισορροπίας. Εκτός των άλλων φαίνεται από τις ερωτικές ιστορίες, που διηγόντουσαν και από τα αινίγματα που κατασκεύαζαν, για να προσδώσουν ανδρική λειτουργία στις γυναικείες δουλειές.

«Εγώ γιατί σ´ αγόρασα και ´δωσα τον παρά μου, για να σε βάλω ανάσκελα, να κάνω τη δουλειά μου» λέει η γυναίκα για τη σκάφη του ζυμώματος. «Η κοιλιά με την κοιλιά, το μακρύ κάνει δουλειά», λέει η γυναίκα, όταν σκύβει πάνω από το κιούπι και με το χέρι της βγάζει από μέσα τις ελιές. Κι όταν με το κλειδί στο χέρι γονατίζει μπροστά στην κλειδαρότρυπα της κασέλας, για να ξεκλειδώσει τα προικιά της, σκέφτεται αλλιώς: «Σκύβω, γονατίζω εμπρός σου, το μακρύ μου στο σχιστό σου».

Αυτά όμως άλλες εποχές. Στην εποχή μας όλο και περισσότερες γυναίκες δεν υπηρετούν την πατριαρχία και όλο και περισσότεροι άντρες προσπαθούν να αποβάλουν πατριαρχικές, σεξιστικές και ομοφοβικές αντιλήψεις. Αλλά αυτό θα γίνει πιο εύκολα αν προβάλλουμε το σεξ ως μια διαδικασία αμοιβαίας απόλαυσης, που δεν διακρίνει σε υποκείμενα και αντικείμενα, σε ενεργητικότητα και παθητικότητα, σε ανωτερότητα και κατωτερότητα. Ας σκεφτούμε ποια ιδεολογία εμφυτεύεται στα παιδιά μας όταν μεγαλώνουν ανάμεσα σε σεξιστικές και ομοφοβικές μεταφορές, σε σεξουαλικές, ταπεινωτικές εκφράσεις. Η γλώσσα είναι φορέας ιδεολογίας. Και όπως έλεγε και ο Λακάν: Το ασυνείδητο δομείται από τη γλώσσα και παράλληλα με τη γλώσσα.

Για τον Νίκο Ρωμανό

Χάρηκα που βγήκε επιτέλους από τη φυλακή. Χάρηκα πολύ. Αλλά αυτή η χαρά δεν ήταν ικανή να διαλύσει τις πικρίες του παρελθόντος. Πικρίες πολλές. Για την απάνθρωπη μεταχείριση του, για τις τεράστιες ποινές λες και ήταν δολοφόνος, για τον διασυρμό της οικογένειάς του. Τι να πρωτοθυμηθώ; Πόσα είπαν για εκείνη τη μητέρα; Όλο το ανάθεμα της κοινωνίας έπεσε επάνω της, επάνω σε μια μάνα που είμαι σε θέση να ξέρω πόσο στοργική ήταν και πόσο πολύ αγαπούσε και φρόντιζε το παιδί της. Την κατηγόρησαν ακόμη και για το ότι του διάβαζε διηγήματα του Μάριου Χάκκα. Κατά τη γνώμη τους τον διέφθειρε ο Μάριος Χάκκας, γιατί ο Μάριος Χάκκας δεν ήθελε 51 υπουργούς, αλλά φανταζόταν ένα τριμελές υπουργικό συμβούλιο με ένα δεκαοχτάρη στο υπουργείο του έρωτα, μια μάνα στο υπουργείο γεννήσεων και ένα γεροντάκι στο υπουργείο θανάτου. Ένα μόνο υπουργείο θανάτου, όχι τόσα πολλά που είχαμε και έχουμε τα τελευταία χρόνια.

Πώς να ξεχάσω τα σχόλια του Κούγια, του Ζούλα ακόμη και αυτά που μου είπε ο εισαγγελέας στο εφετείο Λαμίας, λες και δικαζόταν εκεί ο Ρωμανός και όχι οι δολοφόνοι του Γρηγορόπουλου.

Πώς να ξεχάσω την απεργία πείνας για το δικαίωμά του στη μόρφωση και όσα διαμείφθηκαν μέσα στη Βουλή το Δεκέμβριο του 14. Πώς να ξεχάσω τα απαξιωτικα σχόλια γονέων της Σχολής Μωραΐτη, έχω σωρεία από τέτοια μέιλ, που τον παρουσίαζαν ως αδίστακτο δολοφόνο. Ακόμη είπαν και ότι θα ανατίναζε το Mall Σαββατοκύριακο που πήγαιναν τα παιδιά τους. Όχι γιατί δεν τον ήξεραν, όπως τον ήξερα εγώ από παιδί, αλλά γιατί δεν ήθελαν να τον ξέρουν.

Αλλά ποια ήταν και η στάση του σχολείου του που τον ήξερε; Ακόμη και συνάδελφος (όχι βέβαια εκπαιδευτικός), που τον ήξερε και ήξερε καλά και τη μητέρα του, μου είπε πως ήταν αντίθετη με την εκπαιδευτική άδεια με βραχιολάκι, γιατί θα έκανε τρομοκρατικό χτύπημα, θα τον κυνηγούσε η αστυνομία, θα τον πυροβολούσε και η σφαίρα θα εξοστρακιζόταν, όπως έγινε με τη σύλληψη του Μαζιώτη στο Μοναστηράκι, και αυτή τη φορά θα σκότωνε το γιο της που συχνάζει στο Μοναστηράκι.

Η Σχολή Μωραΐτη όχι μόνο δεν είπε έναν καλό λόγο για αυτό το παιδί και την οικογένειά του, που τους ήξερε καλά, γιατί και η μητέρα ήταν απόφοιτη αυτού του σχολείου, αλλά, ακολουθώντας τον δρόμο του χρήματος και της πελατείας, περιέθαλψε και ενθάρρυνε την τρομολαγνεία της και συμπεριφέρθηκε η ίδια τρομοκρατικά προς τους εκπαιδευτικούς κι εμένα.

Όμως ο Ρωμανός δεν τρομοκράτησε δικαστές και κοινωνία με τις πράξεις του, αλλά κυρίως με τις ιδέες του και το αστραφτερό του μυαλό.

(Σένα τα λέγω, σένα τα λέγω κι άκουτα,

πάρε χαρτί και πέννα, κάτσε και γράψε τα)