Μοχάμετ και Λούτφη: Δύο ακόμη θύματα της αστυνομίας

13 και 14 Ιανουαρίου. Δύο επέτειοι δολοφονιών από την αστυνομία. Τα ονόματα των θυμάτων δεν είναι ελληνικά, δεν απομνημονεύονται εύκολα και δεν αναφέρονται συχνά, όπως αναφέρονται τα ονόματα της Κανελλοπούλου ή του Καλτεζά. Τα ειδησεογραφικά ρεπορτάζ είναι σύντομα, λίγες αράδες μόνο. Κι όλα αυτά βοηθούν στη λήθη. Παραγράφονται και μένουν ατιμώρητες και αδιερεύνητες οι δολοφονίες. Παραγράφονται και οι άνθρωποι όσο δεν αντιστεκόμαστε στην βία του κράτους.

13 Ιανουαρίου του 2004. Υπουργός της αστυνομικής βίας ο Γιώργος Φλωρίδης.

Θύμα της ο πρόσφυγας από τη Συρία Μοχάμετ Χαμούτ, ετών 42, μπογιατζής που ζούσε και εργαζόταν στο Ρέθυμνο. Σε μπλόκο της αστυνομίας συλλαμβάνονται ο Μοχάμετ και ο Αχμέτ, 25 ετών σοβατζής. Οι αστυνομικοί τους γονατίζουν και τους γρονθοκοπούν. Ο Μοχάμετ τους λέει ότι έχει καρδιολογικό πρόβλημα, ότι έχει κάνει εγχείρηση καρδιάς πριν από ένα χρόνο και ότι πρέπει να παίρνει τα φάρμακά του, που τα έχει στο σπίτι του. Οι αστυνομικοί δεν συγκινούνται, μεταφέρουν και τους δύο στο αστυνομικό τμήμα, όπου συνεχίζεται η κακοποίησή τους. Αργότερα ο Μοχάμετ μεταφέρεται στο νοσοκομείο Ρεθύμνου, όπου διαπιστώνεται ο θάνατός του, ο οποίος αποδίδεται σε παθολογικά αίτια με την επισήμανση όμως ότι ο ξυλοδαρμός του επιδείνωσε την κατάστασή του. Αυτά τα «παθολογικά αίτια» έκλρεισαν την υπόθεση του θανάτου, χωρίς να αποδοθούν ευθύνες. Ο Αχμέτ παρέμεινε φυλακισμένος, του αποδόθηκαν πέντε κατηγορίες και μετά από λίγες ημέρες μεταφέρθηκε στα επείγοντα, λόγω των βασανιστηρίων που υπέστη.

Σε μια συγκινητική ανταπόκριση από το Ρέθυμνο, που δημοσιεύτηκε στο Indymedia τρεις ημέρες μετά, στις 16 Ιανουαρίου του 2004, περιγράφεται η πομπή που ακολούθησε το φέρετρο του νεκρού Μοχάμετ ως το λιμάνι. «Το πανό των μεταναστών έγραφε:ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ ΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΝ ΝΤΟΠΙΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ.»

14 Ιανουαρίου 1996. Υπουργός της αστυνομικής βίας ο Σήφης Βαλυράκης. Θύμα της ο Τούρκος από την Ξάνθη Λούτφη Οσμάντζε, ετών 40.

Πολύ ολιγόλογες οι αναφορές για τον Λούτφη. Τον συνέλαβαν μεθυσμένο στον Βύρωνα και τον μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα. Την επόμενη μέρα στις 10 το βράδυ ήταν νεκρός. Ο ιατροδικαστής Εμμανουήλ Νόνας διαπίστωσε ότι ο θάνατος οφειλόταν σε οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου κατά τη διάρκεια του ξυλοδαρμού του.

Δεν έχουμε καμιά πληροφορία για τον ίδιο και την οικογένειά του. Ποιος νοιάζεται;

Παντού αναφέρεται ως «μουσουλμάνος» από την Ξάνθη. Εγώ τον χαρακτήρισα Τούρκο, πράγμα που θα ενοχλήσει πολλούς πατριώτες, που δεν αναγνωρίζουν εθνικές μειονότητες στην Ελλάδα. Πριν από λίγες ημέρες σχολίασε κάποιος άλλο κείμενό μου γράφοντας: « Ως προς το άλλο θέμα,προφανώς και κρίνονται και οι διεθνείς συνθήκες και ιδεολογικά και “πρακτικά”, αλλά όπως γνωρίζετε σε αυτά τα ζητήματα αυτό που καθορίζει την μακροβιότητά τους (γιατί τίποτα δεν είναι τελεσίδικο στη γεωπολιτική) είναι ο συσχετισμός ισχύος. Όσο αυτός παραμένει συντριπτικά πατριωτικός-και θα παραμείνει, θα το φροντίσουμε αυτό- στην Ελλάδα δεν υπάρχουν και δεν θα υπάρξουν “εθνικές” μειονότητες.» Ίσως ένας από τους τρόπους, για να το «φροντίσουμε αυτό» είναι ο ξυλοδαρμός έως θανάτου.

Άραγε πώς βρέθηκε στον Βύρωνα ο Λούτφη; Πού ζούσε, πού εργαζόταν, πού έγινε η κηδεία του, πού θάφτηκε; Και αυτά δεν είναι τα μοναδικά ερωτήματα.

Κάποτε είχε έρθει στο Σχολείο να μιλήσει στα παιδιά κάποια κυρία, που εκπροσωπούσε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες. Καλή ομιλία, παρά τον διαχωρισμό που έκανε για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και τον απαξιωτικό τρόπο που μίλησε για τους δεύτερους. Στο τέλος ζήτησε από τα παιδιά να υποβάλουν ερωτήσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά είναι στην αρχή διστακτικά και για να ενθαρρύνω τη διαδικασία των ερωτήσεων έκανα εγώ μια ερώτηση: «Εκτός Θράκης, όπου υπάρχουν μουσουλμανικά νεκροταφεία, πού θάβονται οι μουσουλμάνοι, όταν πεθαίνουν;» Η κυρία αιφνιδιάστηκε πολύ. Είπε πως δεν την είχε ποτέ απασχολήσει το θέμα και πως δεν ήξερε. Θα φρόντιζε όμως να μάθει και θα μου τηλεφωνούσε να με ενημερώσει. Πράγματι μου τηλεφώνησε μετά από δύο ημέρες. Δεν είχε μάθει κάτι συγκεκριμένο, μόνο πως κάπου τους παραχώνουν, αλλά δεν ήξερε πού. Τους μουσουλμάνους, λοιπόν, δεν τους θάβουν, αλλά κάπου τους παραχώνουν.

Άραγε τον Λούτφη τον μετέφεραν νεκρό στην Ξάνθη, να τον θάψουν κανονικά ή κάπου τον παράχωσαν;

Σχολιάστε