Με δύο ξόρκια αντιμετωπίζει το μπούλινγκ η Σχολή Μωραΐτη

Όταν πριν από περίπου τρεις μήνες έγινε το μπούλινγκ στη Σχολή Μωραΐτη, που μας συγκλόνισε, η Σχολή προέβη σε ανακοίνωση λέγοντας ότι κάνει τα πάντα για την αντιμετώπιση της βίας και επικαλέστηκε τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις του Σχολείου. Σε προηγούμενο κείμενό μου είχα πει πως θα δημοσίευα άλλο κείμενο στο οποίο θα σχολίαζα αυτόν τον κανονισμό και τις Θέσεις.

Αφορμή και ευκαιρία μού έδωσε η επικοινωνία που είχα με τους γονείς του δράστη εκείνου του επεισοδίου, με δική τους πρωτοβουλία. Εγώ άλλωστε δεν ήξερα ούτε ποιοι ήταν. Πρέπει να πω ότι μου έκαναν άριστη εντύπωση, τελείως αντίθετη από αυτήν που παρουσιάστηκε από τα ΜΜΕ. Και έχω πειστεί ότι όχι μόνο ενδιαφέρονται για το παιδί τους με σωστό τρόπο, αλλά προβαίνουν και σε πράξεις που τους τιμούν.

Θεωρώντας ότι όσα μου διηγήθηκαν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα θα αναφερθώ σε μερικά σημεία.

Α. Το παιδί τους δεχόταν μπούλινγκ και απειλές συστηματικά.

Β. Το παιδί τους τούς είπε εκ των υστέρων ότι αυτά τα θέματα πρέπει να τα αντιμετωπίζει και να τα λύνει κανείς μόνος του. Και

Γ. Πίστευε ότι με την πράξη του αυτή θα γινόταν ο ήρωας του Σχολείου.

Δ. Όταν οι γονείς επισκέφτηκαν τη γενική διευθύντρια της Σχολής Μωραΐτη μετά τα γεγονότα και παραπονέθηκαν ότι το Σχολείο δεν κάνει τίποτε για το μπούλινγκ, εκείνη είπε πως κάνει, γιατί καθημερινά δίνουν αποβολές για μπούλινγκ.

Και τα τέσσερα σημεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πράγματι πολιτική για το μπούλινγκ και δεν αντιμετωπίζεται. Και επιβεβαιώνεται με τη διατύπωση: «κάθε μέρα δίνονται αποβολές για το μπούλινγκ». Αντιμετώπιση του μπούλινγκ σημαίνει ότι λαμβάνονται μέτρα για την πρόληψη του. Οι εκ των υστέρων αποβολές σημαίνουν είτε ότι δεν υπάρχουν μέτρα για την πρόληψη, είτε ότι αυτά απέτυχαν.

Και ας φέρω κάποια παραδείγματα. Κάποιο παιδί της β’ γυμνασίου κάνει πάρτι και καλεί όλα τα παιδιά της τάξης εκτός από ένα. Ο αποκλεισμός είναι μορφή μπούλινγκ, αλλά δεν είναι πράξη αξιόποινη και δεν τιμωρείται.

Οι μαθητές του λυκείου κάνουν πολυήμερη εκδρομή, κοιμούνται σε δίκλινα ή τρίκλινα δωμάτια, αλλά κανείς δεν θέλει να μοιραστεί το δωμάτιό του με κάποιο παιδί και στη συνέχεια αυτό το παιδί ακυρώνει τη συμμετοχή του. Το σχολείο είναι ευχαριστημένο, γιατί όλα λειτούργησαν άψογα στην εκδρομή και το θέμα περνάει σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Αλλά ας αναφερθώ στα θέματα του μπούλινγκ με ιστορική σειρά, αρχίζοντας από τον περίφημο «κανονισμό του 1994».

Εγώ ανέλαβα τη διεύθυνση του γυμνασίου τη σχολική χρονιά 1992-93. Ως τότε το μπούλινγκ αντιμετωπιζόταν ως εξής: Καλούσε ο υποδιευθυντής τα δύο αγόρια στο γραφείο του και έλεγε «δεν είναι σωστό να λες τον συμμαθητή σου αδελφή. Να δώσετε τα χέρια και να είστε φίλοι από εδώ κι εμπρός». Έβγαιναν από το γραφείο και η «αδελφή» έτρωγε ξύλο, επειδή διαμαρτυρήθηκε.

Την πρώτη εκείνη χρονιά έπρεπε να αντιμετωπίσω ένα χάος σε όλους τους τομείς, από τα επίσημα σφραγισμένα απουσιολόγια που ως τότε γράφονταν και υπογράφονταν από τους εκπαιδευτικούς στο τέλος της χρονιάς, κατανέμοντας τις απουσίες κατά το δοκούν, ενώ πετάγονταν τα ανεπίσημα που κρατούσαν οι απουσιολόγοι, έως το να εφοδιαστούν με σαπούνι και χαρτί οι μαθητικές τουαλέτες και να τοποθετηθούν σύρτες στις πόρτες τους.

Το Φθινόπωρο του 1993 κατέφυγα στην αγγλική βιβλιογραφία για το μπούλινγκ, γιατί στην Ελλάδα ήταν τότε άγνωστη έννοια. Αποτέλεσμα της έρευνάς μου ήταν να εντοπίσω το πρόγραμμα που είχε οργανώσει ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Σέφιλντ Πίτερ Σμιθ και τον κάλεσα να έρθει στη Σχολή Μωραΐτη, για ένα τριήμερο ως αφετηρία συνεργασίας και για να κάνει σεμινάρια ενημέρωσης προς τις διευθύνσεις του Σχολείου, τις ψυχολόγους και τους εκπαιδευτικούς.

Η ομιλία του καθηγητή Σμιθ ορίστηκε για το απόγευμα της Παρασκευής, 25 Φεβρουαρίου του 1994. Ενώ η ημερομηνία είχε ανακοινωθεί πολύ καιρό πριν για εκείνο το βράδυ, οι καθηγητές του Λυκείου οργάνωσαν για τους εκπαιδευτικούς ένα γλέντι σε κάποια ταβέρνα. Άρα έπρεπε κανείς να διαλέξει: Ή ομιλία για το μπούλινγκ ή γλέντι. Οι εκπαιδευτικοί του Λυκείου και του ΙΒ επέλεξαν γλέντι, χωρίς καμιά εξαίρεση. Κάποιο διευθυντικό στέλεχος μάλιστα είπε «όταν ήταν μικρός ο Θαλάσσης του έκαναν μπούλινγκ και τώρα θέλει να βάλει εμάς σε αυτό το λούκι». Όριζε με αυτόν τον τρόπο ότι το να δεχτείς μπούλιγκ αποτελεί κοινωνικό στίγμα.

Εντυπωσιακή ήταν η επισήμανση που έκανε η υπεύθυνη των πειθαρχικών του Δημοτικού, η οποία μετά το τέλος της ομιλίας του Πίτερ Σμιθ δήλωσε: Δεν μας είπε τίποτε καινούργιο. Όλα αυτά εμείς τα κάνουμε εδώ και χρόνια. Ενώ η τότε υποδιευθύντρια του Λυκείου και κατόπιν διευθύντρια με έμφαση είπε «μπούλινγκ γίνεται σε μικρότερα παιδιά και όχι σε παιδιά του Λυκείου».

Μετά το τέλος της ομιλίας θεώρησα υποχρέωσή μου να προσφέρω γεύμα σε εστιατόριο της Κηφισιάς στον Πίτερ Σμιθ, ο οποίος την επομένη θα αποχωρούσε για την Μ. Βρετανία, καθώς και σε μία ψυχολόγο του Σχολείου με τον σύζυγό της. Την Δευτέρα το πρωί με κάλεσε η διευθύντρια του σχολείου στο γραφείο της, για να μου πει ότι ήταν απαράδεκτο εκ μέρους μου να μην πάω στο γλέντι και ότι οι καθηγητές του λυκείου είχαν θυμώσει. Η ίδια βέβαια ποτέ δεν είχε τιμήσει με την παρουσία της τέτοιες εκδηλώσεις. Της απάντησα ότι το βράδυ της Παρασκευής έκανα αυτό που θα έπρεπε να κάνει εκείνη. Δηλαδή, προσέφερα γεύμα στον Πίτερ Σμιθ με δικά μου χρήματα.

Από την επομένη άρχισε η δουλειά. Εγώ είχα την επιμέλεια του προγράμματος, αλλά η μετάφραση των κειμένων και των ερωτηματολογίων που ανώνυμα συμπλήρωναν τα παιδιά σε συχνά διαστήματα έγιναν από την ψυχολόγο του δημοτικού και την ψυχολόγο του γυμνασίου. Το πρόγραμμα εμπλουτίστηκε με κείμενα, λογοτεχνικά βιβλία και ταινίες ειδικά μεταγλωττισμένες.

Παράλληλα η ψυχολόγος του γυμνασίου έμπαινε στις τάξεις και συζητούσε με τα παιδιά, τους έδινε τα ερωτηματολόγια να τα συμπληρώσουν σε τακτά διαστήματα, ώστε να ελέγχεται η πρόοδος του προγράμματος και ενθάρρυνε τα παιδιά να την επισκέπτονται στο γραφείο της και να της μιλούν με απόλυτη εχεμύθεια. Επίσης η ίδια συμμετείχε στις εβδομαδιαίες συνεδριάσεις των εκπαιδευτικών για κάθε τμήμα και των τριών τάξεων του γυμνασίου και από τα λεγόμενα έκρινε ποια παιδιά θα καλούσε με δική της πρωτοβουλία για συζήτηση. Στους γονείς είχαν δοθεί οδηγίες, ώστε από ψυχοσωματικά συμπτώματα των παιδιών να υποψιάζονται αν ασκείται μπούλινγκ στο παιδί τους.

Μέσα σε τρία χρόνια σκληρής και επιμελημένης δουλειάς όλων μας τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά.

Οι εκπαιδευτικοί έμαθαν ότι μπούλινγκ μπορεί να ασκηθεί σε όλα τα παιδιά, τα οποία ποτέ δεν χαρακτηρίζουμε ως προβληματικά.

Το μπούλινγκ δεν είναι μια διαδικασία ενηλικίωσης από την οποία περνούν όλα τα παιδιά.

Το μπούλινγκ δεν γίνεται αποδεκτό ως κάτι φυσικό.

Τα παιδιά δεν λύνουν τα προβλήματά τους μόνα τους, δεν ανταποδίδουν τις προσβολές και τις επιθέσεις, αλλά είναι υποχρέωση του Σχολείου να βρει τις σωστές λύσεις.

Μπούλινγκ δεν ασκείται επειδή το θύμα προκαλεί. Αν το θύμα γελάει, αυτό δεν σημαίνει ότι του αρέσει, αλλά ότι έχει βρει αυτή τη μορφή άμυνας, για να μην εμφανίζεται ως θύμα.

Τα παιδιά επίσης έμαθαν ότι αν ένα παιδί καταγγέλλει μπούλινγκ προς τον εαυτό του ή προς άλλο παιδί δεν είναι καταδότης.

Τα παιδιά οφείλουν να είναι αλληλέγγυα προς το θύμα και όχι προς τον δράστη. Τα παιδιά που με γέλια, με επιδοκιμασίες ή με τη σιωπή τους ενθαρρύνουν τον δράστη είναι συνένοχα.

Παράλληλα έγινε πολύ μεγάλη προσπάθεια με πολλούς τρόπους, ώστε να εμπεδωθεί στη μαθητική κοινότητα κλίμα ισότητας, ανεκτικότητας, συμπερίληψης, αμοιβαιότητας, αποδοχής και αλληλεγγύης. Ο σεξισμός, η ομοφοβία και οι στερεοτυπικοί χαρακτηρισμοί έπρεπε να εκριζωθούν από κάθε μάθημα, από κάθε κείμενο, από κάθε εκδήλωση και κάθε έκφραση.

Ποτέ τα πράγματα δεν είναι τέλεια. Τέλεια είναι μόνο όταν κλείνουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας και επαναπαυόμαστε. Όταν επαγρυπνούμε πάντα υπάρχουν ανοικτά θέματα και πάντα υπήρχαν, αλλά πλέον ήταν εντυπωσιακά λιγότερα και ηπιότερα. Είχε όμως διαφανεί ότι η κατάσταση αυτή δεν θα συνεχιζόταν για πολύ.

Μετά το 2010 η γενική διευθύντρια έκρινε πως η ψυχολόγος του γυμνασίου δεν εργαζόταν επαρκώς (την ίδια εντύπωση είχε για όλους μας) και της ανέθεσε εκτός από το γυμνάσιο και το νηπιαγωγείου. Οι γονείς του νηπιαγωγείου είναι πάντα ανήσυχοι και ήθελαν συνεχώς συναντήσεις με την ψυχολόγο, τα μικρά παιδιά δίνουν πολλές αφορμές σε μια ψυχολόγο για παρατήρηση και διερεύνηση από τις εκδηλώσεις τους στην τάξη, στο παιχνίδι και στο φαγητό. Η ψυχολόγος του γυμνασίου αφιέρωνε πολύ χρόνο στο νηπιαγωγείο, τα ραντεβού με τους γονείς διαρκούσαν πολλή ώρα και ερχόταν καθυστερημένα στις συνεδριάσεις των τμημάτων. Δεν είχε πλέον χρόνο, για να μπαίνει στις τάξεις του γυμνασίου, όπως παλιά, εγώ έφυγα από το Σχολείο και το πρόγραμμα του μπούλινγκ μπήκε στον αυτόματο.

Από εκεί κι έπειτα η εξέλιξη είναι γνωστή και τη μάθαμε όλοι.

Ας πω δυο λόγια και για τις περίφημες «Θέσεις» του Σχολείου, οι οποίες απαίτησαν δικές μου προσπάθειες δύο δεκαετιών, για να συναινέσει το Σχολείο στη διατύπωσή τους. Το Σχολείο είχε προηγουμένως τον «Δεκάλογο του Μαθητή», ο οποίος αποτελείτο από δέκα απολιθώματα άλλων παρωχημένων εποχών. Είχα επιμείνει πως πρέπει να αντικατασταθεί με θέσεις που θα αντικατοπτρίζουν σύγχρονες αξίες, όπως η ισότητα, η ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, η συμπερίληψη, η αλληλεγγύη, η συνεργατικότητα και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Να μη δεσμεύουν μόνο τα παιδιά, αλλά όλη τη σχολική κοινότητα, και τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και το υπόλοιπο προσωπικό του σχολείου. Και να μην αποτελούνται από δέκα άρθρα σαν να είναι από Θεού, όπως οι δέκα εντολές, αλλά να μη μας περιορίζει ο αριθμός τους. Να φαίνεται ότι είναι μια ανθρώπινη κατασκευή, που στο μέλλον μπορεί να αναθεωρηθεί και να απαιτεί ειδική αναφορά σε τρανς ή non-binary άτομα.

Μετά από δύο δεκαετίες εισακούστηκα. Έκανα τον πρώτο σκελετό και επέμεινα να δοθεί σε όλους τους εκπαιδευτικούς, για να διατυπώσουν τις δικές τους προτάσεις, ώστε να είναι ένα συλλογικό έργο. Μετά την επεξεργασία των δικών τους προτάσεων οι Θέσεις επαναδιατυπώθηκαν, συζητήθηκαν σε μια μεγάλης διάρκειας γενική συνέλευση και συμφωνήθηκε ότι μας εκφράζουν και μας δεσμεύουν όλους μας.

Σε επόμενη συνεδρίαση διευθύνσεως συμφωνήθηκε ότι οι Θέσεις θα διδάσκονται κάθε χρόνο στα παιδιά, ότι τα παιδιά των μεγάλων τάξεων θα υπογράφουν ότι γνωρίζουν και δεσμεύονται από αυτές τις Θέσεις και το ίδιο να ισχύει και για τους γονείς των νέων παιδιών και τους εκπαιδευτικούς που θα προσλαμβάνονται στο μέλλον.

Από αυτά τα τελευταία δεν έγινε τίποτε. Και μετά από πολύ λίγα χρόνια οι Θέσεις διακόσμησαν τον ιστότοπο του Σχολείου, αλλά πλέον δεν έχουν δεκατέσσερα άρθρα όπως είχαν αρχικά αλλά 10 (δέκα!!!). Για να μη μείνει σε κανένα μας αμφιβολία ότι προέρχονται από θεού, ή μάλλον από θεάς, της γενικής διευθύντριας. Στον παλιό «δεκάλογο του μαθητή» ένα άρθρο έλεγε: «Αγαπάμε το ωραίο». Το τι είναι ωραίο το καθορίζει η γενική διευθύντρια. Και το δέκα είναι πιο ωραίο από το δεκατέσσερα. Είναι μέρος της παράδοσης, της συνέχειας και της ακριβοπληρωμένης εκπαίδευσης. Δέκα με τόνο.

Η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη. Η Σχολή Μωραΐτη έχει αυτά τα δύο ξόρκια, τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις. Τα ξόρκια λειτουργούν από μόνα τους, αρκεί μόνο να τα επικαλείσαι και δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτε.

Οι πολύ μεγάλες ευθύνες της Σχολής Μωραΐτη για τη βίαιη συμπεριφορά.

Πολλά ακούστηκαν αυτές τις μέρες για όσα υπέστη ο δεκατριάχρονος μαθητής από συμμαθητή του στη Σχολή Μωραΐτη. Είπαν ότι φταίνε οι γονείς, φταίει η κοινωνία, φταίει το χρήμα. Μπορεί να φταίνε και αυτοί οι παράγοντες, αλλά πρωτίστως η μεγάλη ευθύνη είναι της Σχολής Μωραΐτη, η οποία παίρνει τα παιδιά από την ηλικία του παιδικού σταθμού και τα παραδίδει υπεύθυνους πολίτες στην κοινωνία.
Στην επιστολή της προς τους εκπαιδευτικούς του Σχολείου η Σχολή Μωραΐτη αναφέρεται πρώτιστα στο κυπαρίσσι που έριξε ο αέρας, κατόπιν στο επεισόδιο μπούλινγκ και τέλος στη μετάδοση των ιώσεων. Τρία δεινά της φύσης, ο καταστροφικός αέρας, το μπούλινγκ και οι επικίνδυνοι ιοί. Χειρότερο από όλα ο αέρας. Και πώς να τα βγάλει κανείς πέρα; Για τους ιούς έχουμε μάσκες και αντισηπτικά, για το μπούλινγκ έχουμε δύο ξόρκια κλειδωμένα στο ντουλάπι, τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις του Σχολείου. Αλλά για τον αέρα που είναι το χειρότερο, ευτυχώς έχουμε την αυτοθυσία του προσωπικού που μάζεψε τα σκουπίδια.
Ντροπή! Με την επιστολή αυτή το Σχολείο αποδεικνύει πόσο μικρή σημασία δίνει στο μπούλινγκ. «Είχαμε και ένα επεισόδιο π στις διακοπές». Και το λέει έξι ημέρες μετά, αφού βούιξε ο κόσμος, ενώ υπολόγιζαν στην επιρροή που έχουν οι ιδιοκτήτες του Σχολείου στον συστημικό δημοσιογραφικό κόσμο με συγγενείς από τον πρώτο ως τον τρίτο βαθμό συγγένειας.
Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους ευθύνεται η Σχολή Μωραΐτη είναι τέσσερις.

Α. Στον αποκαλούμενο κανονισμό του 1994 και στις Θέσεις του Σχολείου θα αναφερθώ αναλυτικά σε άλλη δημοσίευση. Όμως τώρα πρέπει να διευκρινίσω ότι αυτό που αποκαλείται «κανονισμός» είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσεων για την αντιμετώπιση του μπούλινγκ, ως επί το πλείστον μεταφρασμένο από τα Αγγλικά, από κείμενα του καθηγητή του πανεπιστημίου του Σέφιλντ Peter Smith, ο οποίος έχει εκδώσει 29 βιβλία για το μπούλινγκ και τον οποίο είχα καλέσει το 1994 για να διδάξει τη διεύθυνση, τις ψυχολόγους και τους εκπαιδευτικούς της Σχολής Μωραΐτη, πώς να προλαμβάνουμε τις εκδηλώσεις βίας μεταξύ των παιδιών. Αυτό το ολοκληρωμένο πρόγραμμα από δραστηριότητες, παρεμβάσεις των ψυχολόγων και των εκπαιδευτικών μέσα στην τάξη, ανώνυμα ερωτηματολόγια που συμπληρώνουν τα παιδιά σε τακτά χρονικά διαστήματα, αναγνώσματα και οπτικοακουστικό υλικό απέδωσε πολύ για πολλά χρόνια. Αλλά αυτό το πρόγραμμα σταματάει να αποδίδει, όταν δεν είναι σε λειτουργία και παραμένει καταχωνιασμένο σε συρτάρια, μετονομασμένο σε «κανονισμό» και πλέον χρησιμεύει μόνο ως ξόρκι, για να το επικαλούνται σε ώρα ανάγκης. Για αυτό άλλωστε δεν αναφέρεται τίποτε σχετικό στον ιστότοπο του Σχολείου.

Β. Τα παιδιά δεν κάνουν μπούλινγκ ξαφνικά στη β´ γυμνασίου. Έχουν δώσει δείγματα βίαιης και περιφρονητικής συμπεριφοράς προς άλλα παιδιά ή και ενήλικες πολύ παλιότερα. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτά τα δείγματα παραμελήθηκαν και δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά με παιδαγωγικό τρόπο, ώστε να προληφθούν τα χειρότερα. Και να επισημάνω πως ένα σχολείο δεν έχει ευθύνη μόνο απέναντι στα θύματα, αλλά και προς τους δράστες, οι οποίοι συχνά είναι θύματα άλλης κακοποίησης ή είναι εκτεθειμένοι σε δυσάρεστες καταστάσεις και επιλέγουν τη βία ως διέξοδο από αυτές.

Γ. Και το σημαντικότερο από όλα, για το οποίο επέμενα από παλιά με όλες μου τις δυνάμεις. Τη στιγμή που το Σχολείο έχει τα παιδιά από νηπιακή ηλικία έχει μεγάλη ευθύνη για τη δημιουργία κουλτούρας ισότητας, ανεκτικότητας, προσφοράς, αλληλεγγύης, χωρίς διακρίσεις και παραγκωνισμούς. Τα παιδιά περνάνε στο σχολείο το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής τους, μεγαλύτερο από αυτό που περνούν με τους γονείς τους. Μετά τη δική μου απόλυση έχει κάνει η Σχολή Μωραΐτη κάποια προσπάθεια με συγκεκριμένα και μελετημένα προγράμματα για τη δημιουργία τέτοιας κουλτούρας;
Τα παιδιά που κάνουν μπούλινγκ, που πειράζουν, που κοροϊδεύουν, που δέρνουν αποβλέπουν στον θαυμασμό της ομάδας. Η ομάδα που θαυμάζει, που γελάει με τα καμώματα των νταήδων είναι η ηθική αυτουργός για το μπούλινγκ. Η δουλειά πρέπει να γίνεται αδιάλειπτα με την μεγάλη ομάδα. Η ομάδα πρέπει να αναπτύξει τέτοια κουλτούρα, ώστε να μην ανέχεται καμιά εκδήλωση μπούλινγκ, να μην ανέχεται κάποιο μέλος της να γίνεται θύμα κάποιου άλλου παιδιού. Η ομάδα πρέπει να μάθει να μη θαυμάζει τους νταήδες. Μόνο τότε, όταν δεν εισπράττουν θαυμασμό, αλλά αποδοκιμασία, τα παιδιά δεν καταφεύγουν στο νταηλίκι και στο θα σου δείξω ποιος είμαι εγώ.
Αντί για όλα αυτά οι άνθρωποι της Σχολής Μωραΐτη τώρα πια κοιτάνε από το παράθυρο μήπως φυσήξει αέρας και ρίξει κανένα δέντρο. Και οι διευθυντές μιλάνε στα παιδιά για αθώα, ουδέτερα πράγματα, για τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Και η διοίκηση ασχολείται με θέματα βιτρίνας και εντυπωσιασμού όπως το ironman και το moraitis run.

Δ. Ένα μεγάλο και περιζήτητο σχολείο, όπως το συγκεκριμένο, επιλέγει τους μαθητές και τους γονείς τους. Με πολλών ειδών εξετάσεις, όχι μόνο γνωστικές, και συνεντεύξεις. Όμως πότε σε συνέντευξη γονέων για την εγγραφή νέων μαθητών έγιναν ερωτήσεις για να ανιχνευτεί η ιδεολογία τους σε θέματα ρατσισμού, σεξισμού, ομοφοβίας, εθνικισμού; Ποτέ. Μόνο εγώ έκανα τέτοιες συνεντεύξεις στον περιορισμένο ηλικιακά χώρο του γυμνασίου. Δεν μπορεί όμως το Σχολείο ή κάποιος τρίτος να ισχυρίζεται ότι φταίνε οι γονείς, αφού αυτούς τους γονείς επέλεξε το Σχολείο, για να συνεργαστεί μαζί τους επί δεκαπέντε χρόνια κρίνοντας μόνο από το οικονομικό και κοινωνικό τους στάτους.

Η Σχολή Μωραΐτη και οι διευθυντές της κόπτονται για την αξιολόγηση, ελπίζοντας ότι μέσω αυτής θα χειραγωγούν τους εκπαιδευτικούς.
Με τα πρόσφατα γεγονότα η Σχολή αξιολογήθηκε και βαθμολογήθηκε με μηδέν.
Όσο για τους εκπαιδευτικούς, με την επιστολή που τους έστειλε το Σχολείο, αποδείχθηκε ότι τους θεωρεί ανόητους και οποιαδήποτε αξιολόγηση δεν οδηγεί στο ήδη υιοθετημένο συμπέρασμα η διοίκηση του Σχολείου θα την θεωρεί αναξιόπιστη.

Πατριωτική Αριστερά: Αντιφατικές έννοιες

(Contradictio in terminis)

Ο Κασσελάκης στην τηλεοπτική του συνέντευξη αναφέρθηκε στην πατρίδα και χρησιμοποίησε παράγωγα αυτής της λέξης. Και επέμεινε πολύ στην πατριωτική αριστερά την οποία εκπροσωπεί και είναι πρόεδρος ενός πατριωτικού αριστερού κόμματος. Επικοινωνιακή τοποθέτηση που απευθύνεται συγκινησιακά σε κεντρώους και αριστερούς. Οι κεντρώοι θα θυμηθούν το πατριωτικό Πασόκ, που οργάνωνε τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία και οι αριστεροί θα ακούσουν για αριστερά και θα νομίσουν ότι βρίσκονται σε καλό δρόμο. Και μπορεί να θολώσει το μυαλό και μερικών δεξιών που μόλις ακούσουν κάτι πατριωτικό ξελιγώνονται και ακολουθούν.

Ας δούμε όμως τι σημαίνει πατρίδα. «Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι; Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά;»

Πατρίδα είναι η γη των Πατέρων μας, έννοια συνυφασμένη με την πατριαρχία και τον εθνικισμό. Πατρίδα είναι η γη του έθνους μας και όλων των μεταφυσικών εννοιών που περιλαμβάνει η λέξη έθνος. Δεν είναι τυχαίο που οι μεγάλοι δρόμοι αποκαλούνται εθνικές αρτηρίες. Η γη και το έθνος ενώνονται και σωματοποιούνται, η πατρίδα γίνεται ένας ζωντανός οργανισμός κι εμείς είμαστε τα αιμοσφαίρια που κυκλοφορούν στις αρτηρίες της. Εμείς, το γνήσιο αίμα του έθνους. Οι ξένοι, οι μετανάστες είναι τα μικρόβια που μολύνουν τον οργανισμό και τον οδηγούν σε μαρασμό.

Η πατρίδα, fatherland για τους Άγγλους εθνικιστές και vaterland για τους ναζιστές της Γερμανίας, περιλαμβάνει μόνο τους γνήσιους Έλληνες. Αντίθετα όταν λέω «η χώρα μου», «my country» περιλαμβάνονται όλοι όσοι ζουν σε αυτήν και οι ξένοι σύζυγοι και τα παιδιά Ελληνίδας μητέρας, που έχει παντρευτεί ξένο, και οι ξένοι, μόνιμοι κάτοικοι ή επισκέπτες, και ο Τάιλερ και οι πρόσφυγες και οι Ρομά και οι μειονότητες, εθνικές και θρησκευτικές, που δεν εντάσσονται στο Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών.

Όλοι αυτοί δεν περιλαμβάνονται στην έννοια πατρίδα. Η πατρίδα υψώνει φράχτες για να υπερασπιστεί τα ιερά και τα όσια από τους εισβολείς. Και να ρωτήσω: οι κουμμουνιστές θεωρούνται πλέον πατριώτες ή είναι προδότες; Και οι ομοφυλόφιλοι είναι γνήσιοι Έλληνες ή μήπως είναι εκφυλισμένοι και δεν έχουν το DNA της ράτσας;

Δεν θα αναλύσω βέβαια τώρα την έννοια της αριστεράς. Αλλά η αριστερά οφείλει να προστατεύει και τους Ρομά, που πλημμύρισαν τα σπίτια τους και ζουν περιθωριοποιημένοι, και τους πρόσφυγες να μη φυλακίζει σε δομές και τον φράχτη να γκρεμίσει στον Έβρο και να προσφέρει ασφαλή περάσματα και να μην οργανώνει συλλαλητήρια για το Μακεδονικό. Και να μη συμμαχεί με χώρες και καθεστώτα που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και δολοφονούν αθώους στο όνομα της πατρίδας. . Αλλιώς δεν είναι αριστερά.

Η πατριωτική αριστερά δεν υπάρχει. Είναι δύο έννοιες αντιφατικές. Αλλά δεν είναι δύσκολο να ενοικήσουν στον εγκέφαλο κάποιου που καταφεύγει σε επικοινωνιακά κόλπα.

Και επειδή πλησιάζει η 28η Οκτωβρίου ας μάθει ολόκληρο το ποίημα «Τι ειν’ η πατρίδα μας», για να το απαγγείλει.

Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα,

και κάτι που ‘χουμε μες την καρδιά

και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα

και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!

(Ο ναύαρχος να δώσει το σύνθημα για το χειροκρότημα)

Κυρία Κεραμέως,

Νομοθετήσατε μέτρα, για να αντιμετωπίσετε τη σχολική βία με επιτροπές και γραφειοκρατία, που όμως δεν μπορούν να χειριστούν το νέο σεξουαλικό μπούλινγκ στη Ρόδο και η υπόθεση κατέληξε στην αστυνομία και τον εισαγγελέα. Όταν όμως έφηβοι μαθητές και μαθήτριες καταλήγουν αναπόφευκτα στα χέρια της αστυνομίας, σημαίνει ότι το εκπαιδευτικό σύστημα πάσχει. Βεβαίως η αντιμετώπιση της σχολικής βίας πρέπει να είναι άμεση και αυτονόητη, χωρίς επιπλέον νομοθετήματα, για να φανεί στους αδαείς ότι επιτελείται έργο, αλλά η αντιμετώπιση της σχολικής βίας έρχεται εκ των υστέρων, όταν δηλαδή υπάρχουν θύματα, άρα πολύ αργά. Για αυτό η σχολική βία πρέπει πρωτίστως να προλαμβάνεται. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όμως όχι μόνο δεν την προλαβαίνει, αλλά την αναπαράγει, εφόσον παραμένει πατριαρχικό, σεξιστικό, εθνικιστικό και θρησκόληπτο. Οι παρελάσεις, τις οποίες η τηλεόραση αναμεταδίδει με αναφορές στο μεγαλείο της ελληνικής φυλής, οι κατά βαρβάρων δωρούμενοι αγιασμοί και η έμφαση στην στερεοτυπική οικογένεια καλλιεργούν και αναπαράγουν φαλλοκρατικό εθνικισμό, του οποίου η κάθε μορφής βία αποτελεί βασικό συστατικό.

Θα μου πείτε, ενδεχομένως, ότι στα σχολικά βιβλία υπάρχουν κεφάλαια που αντιμετωπίζουν με χριστιανική φιλευσπλαχνία τους μετανάστες, τα ανάπηρα παιδιά, τα ορφανά και τα παιδιά δυσλειτουργικών οικογενειών, στις οποίες οι γονείς καυγαδίζουν. Το θέμα όμως δεν είναι να ορίσουμε και να περιγράψουμε με χριστιανικό ήθος την ετερότητα του διπλανού θρανίου, αλλά να ανασκευάσουμε την ταυτότητά μας. Όσο το κορίτσι, το προσφυγόπουλο, το σωματικά ανάπηρο και το αυτιστικό παιδί, το παιδί άλλου έθνους και άλλης θρησκείας, το παιδί μονογονεϊκής οικογένειας που δεν είναι ορφανό, το παιδί με γονείς του ίδιου φύλου, το παχύσαρκο και κοντό παιδί παραμένει ο Άλλος, η σχολική βία θα αναπαράγεται συνεχώς. Όσο οι γονείς επιλέγουν να μην αποκαλυφθεί στο σχολείο ότι το παιδί έχει δυσλεξία, αυτισμό, συμπτώματα επιληψίας, πρόβλημα ακοής, αλβανική καταγωγή ή δύο μαμάδες, γιατί η αποκάλυψη αυτή θα αποβεί εις βάρος του παιδιού, το εκπαιδευτικό σύστημα θα πάσχει και πολύ μεγάλο ποσοστό παιδιών θα υποφέρει.

Και θα σας πω και κάτι ακόμη. Γίνεται πάρτι γενεθλίων, αλλά ένα παιδί δεν προσκαλείται. Γίνεται σχολική εκδρομή, αλλά όταν τα παιδιά κάθονται στο εστιατόριο να φάνε, ένα παιδί δεν χωράει σε κανένα τραπέζι. Δεν υπάρχει σε αυτά κανένα παράπτωμα που θα απασχολήσει τις επιτροπές που νομοθετήσατε. Όμως σχολική βία υπάρχει σε πολύ μεγάλο βαθμό, η οποία αργότερα θα πάρει επικίνδυνες διαστάσεις. Γιατί το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο να προσδιορίσουμε την ετερότητα, τον Άλλο, αλλά να διευρύνουμε το Εμείς. Και αυτό πρέπει να γίνεται από το νηπιαγωγείο και το βασικό μάθημα του σχολείου πρέπει να είναι η ισότητα. Και για αυτό είναι απαραίτητο από το νηπιαγωγείο το μάθημα σεξουαλικής αγωγής, ως κατεξοχήν μάθημα ισότητας.

Όσο τα λογοτεχνικά ανθολόγια έχουν ενότητες κειμένων από τη θρησκευτική ζωή, την εθνική ζωή και τα κοινωνικά προβλήματα περιορίζονται στο τσιμέντο και τις πολυκατοικίες μαθαίνετε στα παιδιά ότι η ζωή είναι ένα μουσείο και στα μουσεία δεν μιλάμε και δεν διαμαρτυρόμαστε. Αλλά όπου δεν μιλάμε και αποσιωπούμε εκεί υπάρχουν οι βιασμοί και οι κακοποιήσεις.

Άλλωστε ο σκοπός σας, για να νομοθετήσετε για τη σχολική βία ήταν για να εντάξετε σε αυτήν τις καταλήψεις των σχολείων. Η καταστολή πάντα είναι στο μυαλό σας. Δεν νομοθετήσατε, για να πείτε στους διευθυντές των σχολείων πώς να αντιμετωπίσουν ένα αγόρι που πάει με φούστα στο σχολείο η μια Μαρία, που θέλει να την φωνάζουν Μάριο. Αυτά για σας δεν υπάρχουν.

Ο Πανωλεθρίαμβος της Αξιολόγησης των Εκπαιδευτικών

Η κατάντια της εκπαίδευσης και η αξιολόγηση παίζουν κρυφτό.

—Να τα βγάλω; Ρώτησε η κατάντια.

-Όχι, είπε η αξιολόγηση. Κρύψου κι εγώ θα τα φυλάω.

Το Highgate είναι ένα πολύ ακριβό ιδιωτικό σχολείο του Λονδίνου, που ιδρύθηκε πριν από πέντε αιώνες. Το 2020 το Highgate αξιολογήθηκε ως το καλύτερο σχολείο της Αγγλίας. Την επόμενη χρονιά, το 2021, έγιναν για το ίδιο σχολείο 257 καταγγελίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις από τα αγόρια του σχολείου με θύματα τις συμμαθήτριές τους.
Τα πολύ τελευταία χρόνια έγιναν καταγγελίες για βιασμούς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις σε δύο ιδιωτικά σχολεία, στα οποία φοιτούν και αριστεύουν τα παιδιά των αρίστων της ελληνικής κοινωνίας και στα οποία η επιλογή των εκπαιδευτικών περνάει από λεπτό κόσκινο. Στο πιο διάσημο από αυτά τα σχολεία οι εκπαιδευτικοί επιλέγονται κατόπιν δοκιμαστικής διδασκαλίας ενώπιον επιτροπής. Εκπαιδευτικός που ως τότε εκτιμούσα πολύ και είχε κυρίαρχο ρόλο σε επιτροπή προσλήψεων μού διηγήθηκε πως απορρίφθηκε υποψήφια καθηγήτρια, γιατί πήρε την κιμωλία και έγραφε στον πίνακα. Γιατί, σύμφωνα με αυτόν, «δεν ήξερε η ανόητη πως έπρεπε να σηκώσει ένα μαθητή να γράψει, γιατί όσο έγραφε εκείνη γυρισμένη στον πίνακα, τα αγόρια θα σχολίαζαν τα οπίσθιά της». Σε αυτήν την πρώτη αξιολόγηση της καθηγήτριας πρυτάνευσε η σεξιστική προκατάληψη της επιτροπής και η καθηγήτρια ατύχησε. Άραγε θα είχε ατυχήσει το ίδιο αν είχε σηκώσει μια μαθήτρια να γράψει στον πίνακα αντί για ένα μαθητή; Αλλά αν το σχολείο δεν έχει κανένα παιδαγωγικό μέσο, για να μαθαίνει στα αγόρια να μην σχολιάζουν τα οπίσθια των γυναικών είναι επόμενο στο ίδιο σχολείο να γίνονται καταγγελίες για βιασμούς, οι οποίοι τελικά αποσιωπώνται και παρακάμπτονται.
Τελευταία ακούμε καθημερινά για ρατσιστικές ενέργειες και αξιόποινες πράξεις εφήβων, για σωματικές και σεξουαλικές κακοποιήσεις από συνομήλικους έφηβους ακόμη και αυτοκτονίες ως αποτέλεσμα μπούλινγκ. Όλα αυτά τα συμπτώματα αξιολογούν προσωπικά την κυρία Κεραμέως και ολόκληρο το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και αναδεικνύουν την αποτυχία τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων. Αυτός όμως είναι ο σκοπός μιας κατεξοχήν ρομαντικής παιδείας που ακόμη δεν έχει γνωρίσει διαφωτισμό. Στην εποχή μας όμως η εθνική και η θρησκευτική συνείδηση πρέπει να αποτελούν ελεύθερες επιλογές του ατόμου εκτός σχολείου και εκπαιδευτικού προγράμματος. Οι εκάστοτε αγωνιστές της εθνικής ανεξαρτησίας μπορεί να μην είχαν πάει σχολείο, να μη γνώριζαν γραφή και ανάγνωση είχαν όμως πολύ αναπτυγμένη εθνική και θρησκευτική συνείδηση. Και πάντως αν ίσχυε ο ρομαντικός στόχος με τον οποίο επιφορτίζει το Σύνταγμα την παιδεία θα έπρεπε οι απόφοιτοι του λυκείου να έχουν πιο ισχυρή εθνική και θρησκευτική συνείδηση από τους αποφοίτους του γυμνασίου και αυτοί με τη σειρά τους να είναι πιο Έλληνες και πιο χριστιανοί από αυτούς που έχουν βγάλει μόνο δημοτικό. Όσο για τους πτυχιούχους πανεπιστημιακών σχολών θα πρέπει όλοι τους ανεξαιρέτως να φτιάχνουν πίτες του Αγίου Φανουρίου.
Τα περί εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης έχουν εισχωρήσει στο ελληνικό Σύνταγμα με ένα και μοναδικό σκοπό: Να διαμορφώσουν ένα εθνικιστικό και θρησκόληπτο εκπαιδευτικό σύστημα που εμφορείται από μισαλλοδοξία, ρατσισμό, σεξισμό και στρατιωτικές αξίες, πλαισιωμένο από αγιασμούς, εκκλησιασμούς, εικονίσματα, παρελάσεις, σημαιοφορίες και εθνικιστικά παραληρήματα, από ένα στραμπουληγμένο μάθημα Ιστορίας και αμετροεπή αποφθέγματα περί ελληνικής γλώσσας, σαν αυτά που ξεστόμισε πρόσφατα ο Προκόπης Παυλόπουλος.
Το Σύνταγμα οφείλει να ορίζει πως σκοπός της παιδείας είναι να διδάσκει πρωτίστως δημοκρατικές αξίες, την ισότητα, την ανεκτικότητα και την ισότιμη αποδοχή του άλλου φύλου, της άλλης εθνικότητας, της άλλης θρησκείας, της άλλης κουλτούρας, του άλλου σεξουαλικού προσανατολισμού, της σωματικής και πνευματικής απόκλισης.
Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όμως δεν έχει ενταχθεί τίποτε από αυτά κι επειδή κάποιες τέτοιες προσεγγίσεις μπορεί να γίνονταν, αλλά πολύ αργά, από το μάθημα της κοινωνιολογίας, εξοβελίστηκε και αυτό.
Αν ποτέ συζητήσετε με παλαιότερους εκπαιδευτικούς που είχαν υποστεί τα δεινά της προ του 1982 αξιολόγησης, κυρίως δασκάλους και φιλολόγους, θα σας πουν πως οι παρατηρήσεις που δέχονταν από τους τότε επιθεωρητές αφορούσαν την εθνικοφροσύνη τους και τα ελληνοχριστιανικά πλαίσια του μαθήματός τους. Προσωπικά δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι και η τωρινή αξιολόγηση, αν της ανοίξουμε την πόρτα, θα γίνεται με στόχο την ελληνοορθόδοξη ευθυγράμμιση.
Ποιος φιλόλογος θα τολμούσε να πει ότι τα δύο έπη αποτελούν καταγραφή μιας προφορικής παράδοσης, που αποδόθηκε σε κάποιον ανύπαρκτο Όμηρο;
Ποιος θα τολμούσε να διδάξει τα αρχαία Ελληνικά με τη μέθοδο του Κέμπριτζ, χωρίς συντακτικές αναλύσεις και γραμματικές αποστηθίσεις, ξέροντας ότι έτσι θα αποτύχει στην αξιολόγηση;
Ποιος θα τολμήσει να πει ότι τα δημοτικά τραγούδια είναι του 19ου αιώνα και ότι είναι ιδεολογικά φορτισμένη η τοποθέτησή τους στο πρώτο κεφάλαιο των ανθολογίων, για να ορίσουν τις απαρχές της λογοτεχνίας; Το «σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις» δεν είναι του 1453, αλλά του 19ου αιώνα, όπως άλλωστε φαίνεται από τους γλωσσικούς τύπους.
Ποιος θα διδάξει λογοτεχνικό κείμενο, παρακάμπτοντας τις παρωχημένες στρουκτουραλιστικές οδηγίες του 1960, χωρίς να οδηγηθεί πάραυτα σε αποτυχία;
Ποιος θα επισημάνει τον σκοταδιστικό ρόλο της Εκκλησίας στην παιδεία κατά την οθωμανική περίοδο και αργότερα, χωρίς να λογοδοτήσει;
Ποιος θα τολμήσει να πει ότι οι γλώσσες διδάσκονται συγχρονικά και όχι διαχρονικά; Ποιος θα πει ότι η γνώση της αρχαίας γλώσσας δεν μας βοηθάει στη γνώση των νέων Ελληνικών;
Και βέβαια κανείς θεολόγος δεν θα μπορέσει ποτέ να πει ότι η φιλολογική επιστήμη έχει αποδείξει ότι τα ευαγγέλια είναι χρονικά μεταγενέστερα των ευαγγελιστών και ότι το κατά Ιωάννην και η Αποκάλυψη έχουν γραφεί από διαφορετικά πρόσωπα σε διαφορετικές εποχές.

Ο άλλος στόχος της αξιολόγησης είναι η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών και ιδιαίτερα των νεοδιόριστων, που είναι οι πλέον αδύναμοι και οι πλέον ευάλωτοι. Αυτοί πρέπει να μάθουν τη δύναμη της εξουσίας και της ιεραρχίας, να μάθουν να υπακούουν, να μην αντιδρούν και κυρίως να μην απεργούν, να μη συνδικαλίζονται και να μην παίρνουν μέρος σε διαδηλώσεις. Και κάθε πρωί να περνούν από το γραφείο και να λένε «καλημέρα σας, κύριε διευθυντά».
Η ελληνική κυβέρνηση έχει εμπιστοσύνη στο εκπαιδευτικό σύστημα, στα αναλυτικά προγράμματα, στα σχολικά βιβλία, στις εισαγωγικές εξετάσεις, στους απόφοιτους των πανεπιστημιακών σχολών, των στρατιωτικών σχολών, των σχολών της αστυνομίας, των ολιγόμηνων εκπαιδεύσεων των ειδικών φρουρών, αλλά δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στους πτυχιούχους των πανεπιστημιακών σχολών, αν πρόκειται αυτοί να διδάξουν σε σχολεία. Ίσως να τους υποβιβάζει και αυτούς σε αποφοίτους λυκείου, όπως τους καλλιτέχνες. Και μαζί τους πλέον συμπαρασύρουν και εκείνους τους γονείς που βλέπουν ναρκισσιστικά τα παιδιά τους ως συνέχεια των εαυτών τους. Η κοινωνία δεν εμπιστεύεται τους εκπαιδευτικούς που είναι νέοι, γιατί είναι άπειροι, αλλά δεν εμπιστεύεται ούτε τους μεγαλύτερους, γιατί δεν έχουν κατανόηση για τα παιδιά. Και επιπλέον όλοι οι Έλληνες ξέρουν την αληθινή ιστορία, όχι αυτήν που λένε οι ιστορικοί, οι στρατιωτικοί ξέρουν καλύτερα τη γραμματική από τους δασκάλους και τους φιλόλογους, οι πολιτικοί μηχανικοί που έχουν βγάλει Πολυτεχνείο ξέρουν καλύτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία από τους εκπαιδευτικούς που έχουν βγάλει ένα απλό πανεπιστήμιο. Οι δικηγόροι, οι γιατροί και οι καπετάνιοι ξέρουν καλύτερα παιδαγωγικά. Και το πανεπιστήμιο της ζωής είναι αυτό που δίνει τα καλύτερα διπλώματα σε όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών.
Ως γυμνασιάρχης σε ιδιωτικό σχολείο επί 23 χρόνια είχα προσλάβει πολλούς εκπαιδευτικούς. Η διοίκηση του σχολείου με πίεζε να προτιμώ άνδρες με διδακτική εμπειρία. Δεν εκδήλωνα προτίμηση ως προς το φύλο, αλλά πάντα προσλάμβανα άπειρους εκπαιδευτικούς που δεν είχαν μπει ποτέ σε τάξη. Και θα σας πω γιατί. Ένας νέος ή μια νέα που αποφασίζει να γίνει εκπαιδευτικός, με όλες τις αντιξοότητες του επαγγέλματος και τις πολύ χαμηλές απολαβές, και τελειώνει το πανεπιστήμιο και συχνά και μεταπτυχιακά και παρακολουθεί σεμινάρια και ενημερώνεται και μελετά πολύ, το κάνει από μεράκι. Αυτό το μεράκι προσλάμβανα με σκοπό να κάνω τα πάντα, για να διατηρηθεί και να μη μαραζώσει. Γιατί κι εγώ έκανα καθημερινά μια απλή αξιολόγηση. Αν ο καθηγητής έμπαινε στην τάξη χαμογελαστός κι έβγαινε χαμογελαστός, ήξερα ότι είχε γίνει καλό μάθημα. Κι αν δεν ήταν χαμογελαστός έριχνα την ευθύνη σε εμένα. Εγώ έφταιγα για εκείνο το χαμόγελο που έλειπε και προσπαθούσα να επανορθώσω.
Θα κάνω τώρα μια παρένθεση. Στο γυμνάσιο ένας φυσιογνώστης μπορεί να του ζητηθεί να διδάξει Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Βιολογία, Γεωγραφία και Γεωλογία. Για ποιο μάθημα θα αξιολογηθεί; Όλα αυτά τα μαθήματα μπορεί να διδαχθούν από όλες τις αντίστοιχες ειδικότητες και στα μικρά σχολεία αυτά συμβαίνουν, γιατί εκτός από τα Μαθηματικά, τα υπόλοιπα μαθήματα είναι μονόωρα και μόνο με τις διπλές και τριπλές αναθέσεις συμπληρώνονται τα ωράρια και αντιμετωπίζονται οι ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς. Κι αν διαπιστωθεί ότι ο φυσιογνώστης δεν διδάσκει καλά τα Μαθηματικά και ο φυσικός δεν διδάσκει καλά τη βιολογία και η καθηγήτρια των Γαλλικών και ο θεολόγος δεν διδάσκουν καλά την Ιστορία τίνος θα είναι η ευθύνη;
Είχα δεχθεί πολλές πιέσεις από τη διοίκηση του σχολείου, για να μπαίνω στην τάξη και να παρακολουθώ το μάθημα, κυρίως των νέων εκπαιδευτικών. Αρνήθηκα κατηγορηματικά και δεν το έκανα ποτέ. Και εξηγώ το γιατί:
Ένας καινούργιος εκπαιδευτικός στο σχολείο έχει μειωμένο κύρος και συχνά αυτό το εκμεταλλεύονται τα παιδιά και δυστυχώς και μερικοί παλαιοί συνάδελφοι. Το να μπει μέσα στην τάξη, για να παρακολουθήσει το μάθημα ο διευθυντής ή ο σχολικός σύμβουλος έχει ως συνέπεια να κλονίσει στα μάτια των παιδιών και των γονέων τους ακόμη και αυτό το λίγο κύρος και να το εξαφανίσει. Τα παιδιά ξέρουν πως εκείνη την ώρα εξετάζεται αν ξέρει το μάθημα ο δάσκαλός τους και αναρωτιούνται τι βαθμό θα πάρει.
Το να εισβάλει μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας ο διευθυντής ή ο σύμβουλος έχει μοναδικό σκοπό να δείξει στον εκπαιδευτικό και στα παιδιά ποιος πραγματικά έχει την εξουσία. Την επόμενη φορά που κάποιος γονιός θα έχει ένα παράπονο ή κάποια αμφιβολία δεν θα απευθυνθεί στον εκπαιδευτικό, αλλά θα πάει κατευθείαν στον διευθυντή.
Όλα για αυτό το παιχνίδι εξουσίας γίνονται και μόνο για αυτό. Κατά τα άλλα, ο σύμβουλος και ο διευθυντής όταν μπουν στην τάξη θα δουν μόνο πώς αντιδρά ο εκπαιδευτικός όταν έχει το μαχαίρι στο λαιμό και σε καμιά περίπτωση δεν θα ξέρουν τι μάθημα κάνει, όταν είναι μόνος του με τα παιδιά.
Στους καινούργιους εκπαιδευτικούς πάντα έλεγα ότι τα δύο πρώτα χρόνια θα κάνουν πολλά λάθη, γιατί αυτό είναι αναπόφευκτο. Αλλά δεν πρόκειται να κριθούν από τα λάθη που κάνουν τα δύο πρώτα χρόνια, αλλά μόνο από τα σωστά. Και για τα λάθη τους να ξέρουν πως πάντα θα είμαι πρόθυμος να βοηθήσω και να τα διορθώσουμε μαζί.
Και στη διοίκηση του σχολείου έλεγα πως οι άνθρωποι δεν αποδίδουν σε ένα κλίμα ελέγχου, αστυνόμευσης, αμφισβήτησης και ανασφάλειας. Κάθε εργαζόμενος αποδίδει καλύτερα όταν στο εργασιακό περιβάλλον επικρατεί κλίμα εμπιστοσύνης, ασφάλειας, αναγνώρισης, συναίνεσης και γενικότερα ευημερίας.
Και τώρα θα κληθώ να απαντήσω στο μεγάλο ερώτημα. Είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί καλοί; Δεν υπάρχουν εκπαιδευτικοί παραιτημένοι και αδιάφοροι; Και τι κάνουμε με αυτούς; Θα τους υποστούν τα παιδιά μας;
Όπως είπα και πριν εκπαιδευτικοί γίνονται όσοι έχουν αυτό το μεράκι της πολύ δύσκολης και γεμάτης άγχος δουλειάς. Δεν γίνονται όσοι θέλουν να βγάλουν λεφτά, ούτε όσοι είναι τεμπέληδες, όπως λένε κάποιοι καλοθελητές. Ξεκινούν όλοι με αυτό το μεράκι και κάποιοι στη διαδρομή το χάνουν. Γιατί το χάνουν;
Στο γυμνάσιο η Φυσική, η Χημεία, η Βιολογία, η Γεωγραφία διδάσκονται μία ώρα την εβδομάδα, ενώ τα Θρησκευτικά δύο. Από τη μία εβδομάδα ως την άλλη δεν θυμάται το παιδί το μάθημα της Φυσικής που παραδόθηκε πριν από μέρες και δεν καταλαβαίνει τι διαβάζει στο βιβλίο την προηγουμένη του μαθήματος και δεν είναι σε θέση να λύσει τις ασκήσεις. Κι αν χαθεί το μάθημα μιας βδομάδας λόγω αργίας ή άλλου λόγου τα πράγματα χειροτερεύουν. Το παιδί δεν καταλαβαίνει και φταίει ο εκπαιδευτικός που δεν τα εξηγεί καλά και το παιδί χρειάζεται φροντιστήριο. Από την άλλη ο εκπαιδευτικός που διδάσκει το μονόωρο μάθημα σε πόσες τάξεις πρέπει να μπει, για να συμπληρώσει το ωράριο, πόσους μαθητές θα έχει; Πότε θα τους μάθει; Αν βάλει μια εργασία ή ένα τεστ πότε θα διαβάσει αυτές τις εργασίες, πότε θα βαθμολογήσει τα τεστ; Ο εκπαιδευτικός σιγά σιγά μαθαίνει να έχει λιγότερες απαιτήσεις από τον εαυτό του και από τα παιδιά. Μονόωρα μαθήματα δεν πρέπει να υπάρχουν. Πρέπει να διδάσκονται περισσότερες ώρες και σε διαφορετικούς κύκλους ανά έτος.
Αλλά και για τα φιλολογικά μαθήματα που είναι δίωρα ισχύουν τα ίδια. Ο φιλόλογος στο ίδιο τμήμα διδάσκει 6 διαφορετικά αντικείμενα. Αν πάρει τα τετράδια μία φορά την εβδομάδα για κάθε αντικείμενο σε τάξη 20 παιδιών θα παίρνει 120 τετράδια την εβδομάδα μόνο από ένα τμήμα. Αν κάνει μάθημα σε δύο τμήματα αυτό σημαίνει 240 τετράδια την εβδομάδα, χώρια τα τεστ και οι εκθέσεις. Άρα χρειάζεται και ο φιλόλογος να κάνει εκπτώσεις στη δουλειά του.
Πέρα από αυτά τα εγγενή προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος και του σχολικού προγράμματος που πρέπει να αντιμετωπιστούν, υπάρχουν και άλλα πολλά που μπορούν να γίνουν. Το συνεχές παράπονο των εκπαιδευτικών είναι ότι δεν αναγνωρίζεται το έργο τους, ότι είναι μόνοι τους, κανείς δεν ζητάει τη γνώμη τους και κανείς δεν την ακούει και ό,τι κάνουν πάει χαμένο. Όλα αυτά μαζί με τη στασιμότητα και την οικονομική εξαθλίωση οδηγούν σε μαρασμό.
Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να έχουν φωνή μέσα στο σχολείο και η φωνή τους να ακούγεται. Και θα ακούγεται αν όλα αποφασίζονται σε ολιγομελείς εβδομαδιαίες συνεδριάσεις εντός του σχολικού προγράμματος. Οι συνεδριάσεις πρέπει να γίνονται σε ευχάριστη ατμόσφαιρα, σε κλίμα εμπιστοσύνης που θα ενθαρρύνει ατομικές πρωτοβουλίες και έτσι κανείς δεν θα αποσύρεται και κανείς δεν θα αισθάνεται στάσιμος και περιθωριοποιημένος.
Πρέπει να γίνεται συνεδρίαση των εκπαιδευτικών του τμήματος, π.χ. όταν τα παιδιά κάνουν γυμναστική, και να συζητιέται η πορεία κάθε παιδιού και να αναζητούνται λύσεις για τα προβλήματά τους. Να διοριστούν συντονιστές για κάθε μάθημα και κάθε ειδικότητα, που θα έχουν μειωμένο ωράριο και οικονομικό επίδομα. Με ειδική χορηγία από το υπουργείο να αγοράζονται επιστημονικά εγχειρίδια από τη διεθνή βιβλιογραφία και συνδρομές σε επιστημονικά περιοδικά. Οι εκπαιδευτικοί της ειδικότητας να συνεδριάζουν κάθε βδομάδα και με την καθοδήγηση του συντονιστή να ενημερώνονται διαρκώς για την επιστήμη τους και να αναζητούν τρόπους για να γίνεται καλύτερο το μάθημά τους και να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε συνέδρια με εισηγήσεις τους ή ως ακροατές. Επίσης κάθε βδομάδα να συνεδριάζει ο διευθυντής με τους υπεύθυνους καθηγητές τάξης και να συζητούν και να συναποφασίζουν όλοι μαζί για την πορεία του σχολείου, για παιδαγωγικά και πειθαρχικά θέματα, για τις σχέσεις με τους γονείς και τις κρατικές υπηρεσίες. Και να οργανώνουν μαζί προγράμματα, δράσεις και εκδηλώσεις, ώστε να διαμορφωθεί κοινή κουλτούρα μεταξύ εκπαιδευτικών και παιδιών, όχι για να αντιμετωπίζει, αλλά για να προλαβαίνει εκδηλώσεις σεξισμού, ρατσισμού και βίας. Και η κουλτούρα ισότητας από όλους προς όλους να τονίζεται σε καθημερινή βάση και σε όλα τα μαθήματα. Και ας καταλάβουν όλοι πως το μάθημα σεξουαλικής αγωγής δεν είναι τεχνικό μάθημα. Είναι κυρίως μάθημα ανθρωπίνων σχέσεων. Και γιαυτό πρέπει να αρχίζει από το νηπιαγωγείο. Και ως μάθημα δεν έχει σκοπό να τραυματίσει αθώες ψυχές, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, αλλά να προστατεύσει τις αθώες ψυχές να μην τραυματιστούν.
Η συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν θέλει να κάνει τίποτε από αυτά. Ξέρει μόνο να αντιμετωπίζει τα πάντα με αστυνομία. Και θέλει να μετατρέψει τους σχολικούς συμβούλους και τους διευθυντές των σχολείων σε αστυνομικούς. Αυτοί όμως θα δεχθούν αυτόν τον ρόλο;