Με δύο ξόρκια αντιμετωπίζει το μπούλινγκ η Σχολή Μωραΐτη

Όταν πριν από περίπου τρεις μήνες έγινε το μπούλινγκ στη Σχολή Μωραΐτη, που μας συγκλόνισε, η Σχολή προέβη σε ανακοίνωση λέγοντας ότι κάνει τα πάντα για την αντιμετώπιση της βίας και επικαλέστηκε τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις του Σχολείου. Σε προηγούμενο κείμενό μου είχα πει πως θα δημοσίευα άλλο κείμενο στο οποίο θα σχολίαζα αυτόν τον κανονισμό και τις Θέσεις.

Αφορμή και ευκαιρία μού έδωσε η επικοινωνία που είχα με τους γονείς του δράστη εκείνου του επεισοδίου, με δική τους πρωτοβουλία. Εγώ άλλωστε δεν ήξερα ούτε ποιοι ήταν. Πρέπει να πω ότι μου έκαναν άριστη εντύπωση, τελείως αντίθετη από αυτήν που παρουσιάστηκε από τα ΜΜΕ. Και έχω πειστεί ότι όχι μόνο ενδιαφέρονται για το παιδί τους με σωστό τρόπο, αλλά προβαίνουν και σε πράξεις που τους τιμούν.

Θεωρώντας ότι όσα μου διηγήθηκαν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα θα αναφερθώ σε μερικά σημεία.

Α. Το παιδί τους δεχόταν μπούλινγκ και απειλές συστηματικά.

Β. Το παιδί τους τούς είπε εκ των υστέρων ότι αυτά τα θέματα πρέπει να τα αντιμετωπίζει και να τα λύνει κανείς μόνος του. Και

Γ. Πίστευε ότι με την πράξη του αυτή θα γινόταν ο ήρωας του Σχολείου.

Δ. Όταν οι γονείς επισκέφτηκαν τη γενική διευθύντρια της Σχολής Μωραΐτη μετά τα γεγονότα και παραπονέθηκαν ότι το Σχολείο δεν κάνει τίποτε για το μπούλινγκ, εκείνη είπε πως κάνει, γιατί καθημερινά δίνουν αποβολές για μπούλινγκ.

Και τα τέσσερα σημεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πράγματι πολιτική για το μπούλινγκ και δεν αντιμετωπίζεται. Και επιβεβαιώνεται με τη διατύπωση: «κάθε μέρα δίνονται αποβολές για το μπούλινγκ». Αντιμετώπιση του μπούλινγκ σημαίνει ότι λαμβάνονται μέτρα για την πρόληψη του. Οι εκ των υστέρων αποβολές σημαίνουν είτε ότι δεν υπάρχουν μέτρα για την πρόληψη, είτε ότι αυτά απέτυχαν.

Και ας φέρω κάποια παραδείγματα. Κάποιο παιδί της β’ γυμνασίου κάνει πάρτι και καλεί όλα τα παιδιά της τάξης εκτός από ένα. Ο αποκλεισμός είναι μορφή μπούλινγκ, αλλά δεν είναι πράξη αξιόποινη και δεν τιμωρείται.

Οι μαθητές του λυκείου κάνουν πολυήμερη εκδρομή, κοιμούνται σε δίκλινα ή τρίκλινα δωμάτια, αλλά κανείς δεν θέλει να μοιραστεί το δωμάτιό του με κάποιο παιδί και στη συνέχεια αυτό το παιδί ακυρώνει τη συμμετοχή του. Το σχολείο είναι ευχαριστημένο, γιατί όλα λειτούργησαν άψογα στην εκδρομή και το θέμα περνάει σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Αλλά ας αναφερθώ στα θέματα του μπούλινγκ με ιστορική σειρά, αρχίζοντας από τον περίφημο «κανονισμό του 1994».

Εγώ ανέλαβα τη διεύθυνση του γυμνασίου τη σχολική χρονιά 1992-93. Ως τότε το μπούλινγκ αντιμετωπιζόταν ως εξής: Καλούσε ο υποδιευθυντής τα δύο αγόρια στο γραφείο του και έλεγε «δεν είναι σωστό να λες τον συμμαθητή σου αδελφή. Να δώσετε τα χέρια και να είστε φίλοι από εδώ κι εμπρός». Έβγαιναν από το γραφείο και η «αδελφή» έτρωγε ξύλο, επειδή διαμαρτυρήθηκε.

Την πρώτη εκείνη χρονιά έπρεπε να αντιμετωπίσω ένα χάος σε όλους τους τομείς, από τα επίσημα σφραγισμένα απουσιολόγια που ως τότε γράφονταν και υπογράφονταν από τους εκπαιδευτικούς στο τέλος της χρονιάς, κατανέμοντας τις απουσίες κατά το δοκούν, ενώ πετάγονταν τα ανεπίσημα που κρατούσαν οι απουσιολόγοι, έως το να εφοδιαστούν με σαπούνι και χαρτί οι μαθητικές τουαλέτες και να τοποθετηθούν σύρτες στις πόρτες τους.

Το Φθινόπωρο του 1993 κατέφυγα στην αγγλική βιβλιογραφία για το μπούλινγκ, γιατί στην Ελλάδα ήταν τότε άγνωστη έννοια. Αποτέλεσμα της έρευνάς μου ήταν να εντοπίσω το πρόγραμμα που είχε οργανώσει ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Σέφιλντ Πίτερ Σμιθ και τον κάλεσα να έρθει στη Σχολή Μωραΐτη, για ένα τριήμερο ως αφετηρία συνεργασίας και για να κάνει σεμινάρια ενημέρωσης προς τις διευθύνσεις του Σχολείου, τις ψυχολόγους και τους εκπαιδευτικούς.

Η ομιλία του καθηγητή Σμιθ ορίστηκε για το απόγευμα της Παρασκευής, 25 Φεβρουαρίου του 1994. Ενώ η ημερομηνία είχε ανακοινωθεί πολύ καιρό πριν για εκείνο το βράδυ, οι καθηγητές του Λυκείου οργάνωσαν για τους εκπαιδευτικούς ένα γλέντι σε κάποια ταβέρνα. Άρα έπρεπε κανείς να διαλέξει: Ή ομιλία για το μπούλινγκ ή γλέντι. Οι εκπαιδευτικοί του Λυκείου και του ΙΒ επέλεξαν γλέντι, χωρίς καμιά εξαίρεση. Κάποιο διευθυντικό στέλεχος μάλιστα είπε «όταν ήταν μικρός ο Θαλάσσης του έκαναν μπούλινγκ και τώρα θέλει να βάλει εμάς σε αυτό το λούκι». Όριζε με αυτόν τον τρόπο ότι το να δεχτείς μπούλιγκ αποτελεί κοινωνικό στίγμα.

Εντυπωσιακή ήταν η επισήμανση που έκανε η υπεύθυνη των πειθαρχικών του Δημοτικού, η οποία μετά το τέλος της ομιλίας του Πίτερ Σμιθ δήλωσε: Δεν μας είπε τίποτε καινούργιο. Όλα αυτά εμείς τα κάνουμε εδώ και χρόνια. Ενώ η τότε υποδιευθύντρια του Λυκείου και κατόπιν διευθύντρια με έμφαση είπε «μπούλινγκ γίνεται σε μικρότερα παιδιά και όχι σε παιδιά του Λυκείου».

Μετά το τέλος της ομιλίας θεώρησα υποχρέωσή μου να προσφέρω γεύμα σε εστιατόριο της Κηφισιάς στον Πίτερ Σμιθ, ο οποίος την επομένη θα αποχωρούσε για την Μ. Βρετανία, καθώς και σε μία ψυχολόγο του Σχολείου με τον σύζυγό της. Την Δευτέρα το πρωί με κάλεσε η διευθύντρια του σχολείου στο γραφείο της, για να μου πει ότι ήταν απαράδεκτο εκ μέρους μου να μην πάω στο γλέντι και ότι οι καθηγητές του λυκείου είχαν θυμώσει. Η ίδια βέβαια ποτέ δεν είχε τιμήσει με την παρουσία της τέτοιες εκδηλώσεις. Της απάντησα ότι το βράδυ της Παρασκευής έκανα αυτό που θα έπρεπε να κάνει εκείνη. Δηλαδή, προσέφερα γεύμα στον Πίτερ Σμιθ με δικά μου χρήματα.

Από την επομένη άρχισε η δουλειά. Εγώ είχα την επιμέλεια του προγράμματος, αλλά η μετάφραση των κειμένων και των ερωτηματολογίων που ανώνυμα συμπλήρωναν τα παιδιά σε συχνά διαστήματα έγιναν από την ψυχολόγο του δημοτικού και την ψυχολόγο του γυμνασίου. Το πρόγραμμα εμπλουτίστηκε με κείμενα, λογοτεχνικά βιβλία και ταινίες ειδικά μεταγλωττισμένες.

Παράλληλα η ψυχολόγος του γυμνασίου έμπαινε στις τάξεις και συζητούσε με τα παιδιά, τους έδινε τα ερωτηματολόγια να τα συμπληρώσουν σε τακτά διαστήματα, ώστε να ελέγχεται η πρόοδος του προγράμματος και ενθάρρυνε τα παιδιά να την επισκέπτονται στο γραφείο της και να της μιλούν με απόλυτη εχεμύθεια. Επίσης η ίδια συμμετείχε στις εβδομαδιαίες συνεδριάσεις των εκπαιδευτικών για κάθε τμήμα και των τριών τάξεων του γυμνασίου και από τα λεγόμενα έκρινε ποια παιδιά θα καλούσε με δική της πρωτοβουλία για συζήτηση. Στους γονείς είχαν δοθεί οδηγίες, ώστε από ψυχοσωματικά συμπτώματα των παιδιών να υποψιάζονται αν ασκείται μπούλινγκ στο παιδί τους.

Μέσα σε τρία χρόνια σκληρής και επιμελημένης δουλειάς όλων μας τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά.

Οι εκπαιδευτικοί έμαθαν ότι μπούλινγκ μπορεί να ασκηθεί σε όλα τα παιδιά, τα οποία ποτέ δεν χαρακτηρίζουμε ως προβληματικά.

Το μπούλινγκ δεν είναι μια διαδικασία ενηλικίωσης από την οποία περνούν όλα τα παιδιά.

Το μπούλινγκ δεν γίνεται αποδεκτό ως κάτι φυσικό.

Τα παιδιά δεν λύνουν τα προβλήματά τους μόνα τους, δεν ανταποδίδουν τις προσβολές και τις επιθέσεις, αλλά είναι υποχρέωση του Σχολείου να βρει τις σωστές λύσεις.

Μπούλινγκ δεν ασκείται επειδή το θύμα προκαλεί. Αν το θύμα γελάει, αυτό δεν σημαίνει ότι του αρέσει, αλλά ότι έχει βρει αυτή τη μορφή άμυνας, για να μην εμφανίζεται ως θύμα.

Τα παιδιά επίσης έμαθαν ότι αν ένα παιδί καταγγέλλει μπούλινγκ προς τον εαυτό του ή προς άλλο παιδί δεν είναι καταδότης.

Τα παιδιά οφείλουν να είναι αλληλέγγυα προς το θύμα και όχι προς τον δράστη. Τα παιδιά που με γέλια, με επιδοκιμασίες ή με τη σιωπή τους ενθαρρύνουν τον δράστη είναι συνένοχα.

Παράλληλα έγινε πολύ μεγάλη προσπάθεια με πολλούς τρόπους, ώστε να εμπεδωθεί στη μαθητική κοινότητα κλίμα ισότητας, ανεκτικότητας, συμπερίληψης, αμοιβαιότητας, αποδοχής και αλληλεγγύης. Ο σεξισμός, η ομοφοβία και οι στερεοτυπικοί χαρακτηρισμοί έπρεπε να εκριζωθούν από κάθε μάθημα, από κάθε κείμενο, από κάθε εκδήλωση και κάθε έκφραση.

Ποτέ τα πράγματα δεν είναι τέλεια. Τέλεια είναι μόνο όταν κλείνουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας και επαναπαυόμαστε. Όταν επαγρυπνούμε πάντα υπάρχουν ανοικτά θέματα και πάντα υπήρχαν, αλλά πλέον ήταν εντυπωσιακά λιγότερα και ηπιότερα. Είχε όμως διαφανεί ότι η κατάσταση αυτή δεν θα συνεχιζόταν για πολύ.

Μετά το 2010 η γενική διευθύντρια έκρινε πως η ψυχολόγος του γυμνασίου δεν εργαζόταν επαρκώς (την ίδια εντύπωση είχε για όλους μας) και της ανέθεσε εκτός από το γυμνάσιο και το νηπιαγωγείου. Οι γονείς του νηπιαγωγείου είναι πάντα ανήσυχοι και ήθελαν συνεχώς συναντήσεις με την ψυχολόγο, τα μικρά παιδιά δίνουν πολλές αφορμές σε μια ψυχολόγο για παρατήρηση και διερεύνηση από τις εκδηλώσεις τους στην τάξη, στο παιχνίδι και στο φαγητό. Η ψυχολόγος του γυμνασίου αφιέρωνε πολύ χρόνο στο νηπιαγωγείο, τα ραντεβού με τους γονείς διαρκούσαν πολλή ώρα και ερχόταν καθυστερημένα στις συνεδριάσεις των τμημάτων. Δεν είχε πλέον χρόνο, για να μπαίνει στις τάξεις του γυμνασίου, όπως παλιά, εγώ έφυγα από το Σχολείο και το πρόγραμμα του μπούλινγκ μπήκε στον αυτόματο.

Από εκεί κι έπειτα η εξέλιξη είναι γνωστή και τη μάθαμε όλοι.

Ας πω δυο λόγια και για τις περίφημες «Θέσεις» του Σχολείου, οι οποίες απαίτησαν δικές μου προσπάθειες δύο δεκαετιών, για να συναινέσει το Σχολείο στη διατύπωσή τους. Το Σχολείο είχε προηγουμένως τον «Δεκάλογο του Μαθητή», ο οποίος αποτελείτο από δέκα απολιθώματα άλλων παρωχημένων εποχών. Είχα επιμείνει πως πρέπει να αντικατασταθεί με θέσεις που θα αντικατοπτρίζουν σύγχρονες αξίες, όπως η ισότητα, η ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, η συμπερίληψη, η αλληλεγγύη, η συνεργατικότητα και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Να μη δεσμεύουν μόνο τα παιδιά, αλλά όλη τη σχολική κοινότητα, και τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και το υπόλοιπο προσωπικό του σχολείου. Και να μην αποτελούνται από δέκα άρθρα σαν να είναι από Θεού, όπως οι δέκα εντολές, αλλά να μη μας περιορίζει ο αριθμός τους. Να φαίνεται ότι είναι μια ανθρώπινη κατασκευή, που στο μέλλον μπορεί να αναθεωρηθεί και να απαιτεί ειδική αναφορά σε τρανς ή non-binary άτομα.

Μετά από δύο δεκαετίες εισακούστηκα. Έκανα τον πρώτο σκελετό και επέμεινα να δοθεί σε όλους τους εκπαιδευτικούς, για να διατυπώσουν τις δικές τους προτάσεις, ώστε να είναι ένα συλλογικό έργο. Μετά την επεξεργασία των δικών τους προτάσεων οι Θέσεις επαναδιατυπώθηκαν, συζητήθηκαν σε μια μεγάλης διάρκειας γενική συνέλευση και συμφωνήθηκε ότι μας εκφράζουν και μας δεσμεύουν όλους μας.

Σε επόμενη συνεδρίαση διευθύνσεως συμφωνήθηκε ότι οι Θέσεις θα διδάσκονται κάθε χρόνο στα παιδιά, ότι τα παιδιά των μεγάλων τάξεων θα υπογράφουν ότι γνωρίζουν και δεσμεύονται από αυτές τις Θέσεις και το ίδιο να ισχύει και για τους γονείς των νέων παιδιών και τους εκπαιδευτικούς που θα προσλαμβάνονται στο μέλλον.

Από αυτά τα τελευταία δεν έγινε τίποτε. Και μετά από πολύ λίγα χρόνια οι Θέσεις διακόσμησαν τον ιστότοπο του Σχολείου, αλλά πλέον δεν έχουν δεκατέσσερα άρθρα όπως είχαν αρχικά αλλά 10 (δέκα!!!). Για να μη μείνει σε κανένα μας αμφιβολία ότι προέρχονται από θεού, ή μάλλον από θεάς, της γενικής διευθύντριας. Στον παλιό «δεκάλογο του μαθητή» ένα άρθρο έλεγε: «Αγαπάμε το ωραίο». Το τι είναι ωραίο το καθορίζει η γενική διευθύντρια. Και το δέκα είναι πιο ωραίο από το δεκατέσσερα. Είναι μέρος της παράδοσης, της συνέχειας και της ακριβοπληρωμένης εκπαίδευσης. Δέκα με τόνο.

Η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη. Η Σχολή Μωραΐτη έχει αυτά τα δύο ξόρκια, τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις. Τα ξόρκια λειτουργούν από μόνα τους, αρκεί μόνο να τα επικαλείσαι και δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτε.

Οι πολύ μεγάλες ευθύνες της Σχολής Μωραΐτη για τη βίαιη συμπεριφορά.

Πολλά ακούστηκαν αυτές τις μέρες για όσα υπέστη ο δεκατριάχρονος μαθητής από συμμαθητή του στη Σχολή Μωραΐτη. Είπαν ότι φταίνε οι γονείς, φταίει η κοινωνία, φταίει το χρήμα. Μπορεί να φταίνε και αυτοί οι παράγοντες, αλλά πρωτίστως η μεγάλη ευθύνη είναι της Σχολής Μωραΐτη, η οποία παίρνει τα παιδιά από την ηλικία του παιδικού σταθμού και τα παραδίδει υπεύθυνους πολίτες στην κοινωνία.
Στην επιστολή της προς τους εκπαιδευτικούς του Σχολείου η Σχολή Μωραΐτη αναφέρεται πρώτιστα στο κυπαρίσσι που έριξε ο αέρας, κατόπιν στο επεισόδιο μπούλινγκ και τέλος στη μετάδοση των ιώσεων. Τρία δεινά της φύσης, ο καταστροφικός αέρας, το μπούλινγκ και οι επικίνδυνοι ιοί. Χειρότερο από όλα ο αέρας. Και πώς να τα βγάλει κανείς πέρα; Για τους ιούς έχουμε μάσκες και αντισηπτικά, για το μπούλινγκ έχουμε δύο ξόρκια κλειδωμένα στο ντουλάπι, τον κανονισμό του 1994 και τις Θέσεις του Σχολείου. Αλλά για τον αέρα που είναι το χειρότερο, ευτυχώς έχουμε την αυτοθυσία του προσωπικού που μάζεψε τα σκουπίδια.
Ντροπή! Με την επιστολή αυτή το Σχολείο αποδεικνύει πόσο μικρή σημασία δίνει στο μπούλινγκ. «Είχαμε και ένα επεισόδιο π στις διακοπές». Και το λέει έξι ημέρες μετά, αφού βούιξε ο κόσμος, ενώ υπολόγιζαν στην επιρροή που έχουν οι ιδιοκτήτες του Σχολείου στον συστημικό δημοσιογραφικό κόσμο με συγγενείς από τον πρώτο ως τον τρίτο βαθμό συγγένειας.
Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους ευθύνεται η Σχολή Μωραΐτη είναι τέσσερις.

Α. Στον αποκαλούμενο κανονισμό του 1994 και στις Θέσεις του Σχολείου θα αναφερθώ αναλυτικά σε άλλη δημοσίευση. Όμως τώρα πρέπει να διευκρινίσω ότι αυτό που αποκαλείται «κανονισμός» είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσεων για την αντιμετώπιση του μπούλινγκ, ως επί το πλείστον μεταφρασμένο από τα Αγγλικά, από κείμενα του καθηγητή του πανεπιστημίου του Σέφιλντ Peter Smith, ο οποίος έχει εκδώσει 29 βιβλία για το μπούλινγκ και τον οποίο είχα καλέσει το 1994 για να διδάξει τη διεύθυνση, τις ψυχολόγους και τους εκπαιδευτικούς της Σχολής Μωραΐτη, πώς να προλαμβάνουμε τις εκδηλώσεις βίας μεταξύ των παιδιών. Αυτό το ολοκληρωμένο πρόγραμμα από δραστηριότητες, παρεμβάσεις των ψυχολόγων και των εκπαιδευτικών μέσα στην τάξη, ανώνυμα ερωτηματολόγια που συμπληρώνουν τα παιδιά σε τακτά χρονικά διαστήματα, αναγνώσματα και οπτικοακουστικό υλικό απέδωσε πολύ για πολλά χρόνια. Αλλά αυτό το πρόγραμμα σταματάει να αποδίδει, όταν δεν είναι σε λειτουργία και παραμένει καταχωνιασμένο σε συρτάρια, μετονομασμένο σε «κανονισμό» και πλέον χρησιμεύει μόνο ως ξόρκι, για να το επικαλούνται σε ώρα ανάγκης. Για αυτό άλλωστε δεν αναφέρεται τίποτε σχετικό στον ιστότοπο του Σχολείου.

Β. Τα παιδιά δεν κάνουν μπούλινγκ ξαφνικά στη β´ γυμνασίου. Έχουν δώσει δείγματα βίαιης και περιφρονητικής συμπεριφοράς προς άλλα παιδιά ή και ενήλικες πολύ παλιότερα. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτά τα δείγματα παραμελήθηκαν και δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά με παιδαγωγικό τρόπο, ώστε να προληφθούν τα χειρότερα. Και να επισημάνω πως ένα σχολείο δεν έχει ευθύνη μόνο απέναντι στα θύματα, αλλά και προς τους δράστες, οι οποίοι συχνά είναι θύματα άλλης κακοποίησης ή είναι εκτεθειμένοι σε δυσάρεστες καταστάσεις και επιλέγουν τη βία ως διέξοδο από αυτές.

Γ. Και το σημαντικότερο από όλα, για το οποίο επέμενα από παλιά με όλες μου τις δυνάμεις. Τη στιγμή που το Σχολείο έχει τα παιδιά από νηπιακή ηλικία έχει μεγάλη ευθύνη για τη δημιουργία κουλτούρας ισότητας, ανεκτικότητας, προσφοράς, αλληλεγγύης, χωρίς διακρίσεις και παραγκωνισμούς. Τα παιδιά περνάνε στο σχολείο το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής τους, μεγαλύτερο από αυτό που περνούν με τους γονείς τους. Μετά τη δική μου απόλυση έχει κάνει η Σχολή Μωραΐτη κάποια προσπάθεια με συγκεκριμένα και μελετημένα προγράμματα για τη δημιουργία τέτοιας κουλτούρας;
Τα παιδιά που κάνουν μπούλινγκ, που πειράζουν, που κοροϊδεύουν, που δέρνουν αποβλέπουν στον θαυμασμό της ομάδας. Η ομάδα που θαυμάζει, που γελάει με τα καμώματα των νταήδων είναι η ηθική αυτουργός για το μπούλινγκ. Η δουλειά πρέπει να γίνεται αδιάλειπτα με την μεγάλη ομάδα. Η ομάδα πρέπει να αναπτύξει τέτοια κουλτούρα, ώστε να μην ανέχεται καμιά εκδήλωση μπούλινγκ, να μην ανέχεται κάποιο μέλος της να γίνεται θύμα κάποιου άλλου παιδιού. Η ομάδα πρέπει να μάθει να μη θαυμάζει τους νταήδες. Μόνο τότε, όταν δεν εισπράττουν θαυμασμό, αλλά αποδοκιμασία, τα παιδιά δεν καταφεύγουν στο νταηλίκι και στο θα σου δείξω ποιος είμαι εγώ.
Αντί για όλα αυτά οι άνθρωποι της Σχολής Μωραΐτη τώρα πια κοιτάνε από το παράθυρο μήπως φυσήξει αέρας και ρίξει κανένα δέντρο. Και οι διευθυντές μιλάνε στα παιδιά για αθώα, ουδέτερα πράγματα, για τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Και η διοίκηση ασχολείται με θέματα βιτρίνας και εντυπωσιασμού όπως το ironman και το moraitis run.

Δ. Ένα μεγάλο και περιζήτητο σχολείο, όπως το συγκεκριμένο, επιλέγει τους μαθητές και τους γονείς τους. Με πολλών ειδών εξετάσεις, όχι μόνο γνωστικές, και συνεντεύξεις. Όμως πότε σε συνέντευξη γονέων για την εγγραφή νέων μαθητών έγιναν ερωτήσεις για να ανιχνευτεί η ιδεολογία τους σε θέματα ρατσισμού, σεξισμού, ομοφοβίας, εθνικισμού; Ποτέ. Μόνο εγώ έκανα τέτοιες συνεντεύξεις στον περιορισμένο ηλικιακά χώρο του γυμνασίου. Δεν μπορεί όμως το Σχολείο ή κάποιος τρίτος να ισχυρίζεται ότι φταίνε οι γονείς, αφού αυτούς τους γονείς επέλεξε το Σχολείο, για να συνεργαστεί μαζί τους επί δεκαπέντε χρόνια κρίνοντας μόνο από το οικονομικό και κοινωνικό τους στάτους.

Η Σχολή Μωραΐτη και οι διευθυντές της κόπτονται για την αξιολόγηση, ελπίζοντας ότι μέσω αυτής θα χειραγωγούν τους εκπαιδευτικούς.
Με τα πρόσφατα γεγονότα η Σχολή αξιολογήθηκε και βαθμολογήθηκε με μηδέν.
Όσο για τους εκπαιδευτικούς, με την επιστολή που τους έστειλε το Σχολείο, αποδείχθηκε ότι τους θεωρεί ανόητους και οποιαδήποτε αξιολόγηση δεν οδηγεί στο ήδη υιοθετημένο συμπέρασμα η διοίκηση του Σχολείου θα την θεωρεί αναξιόπιστη.