ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΙ. ΠΑΙΔΟΝΟΜΟΙ ΕΙΝΑΙ.

Ποτέ δεν επιδοκίμασα τις εγκωμιαστικές δημοσιεύσεις για τον παπά της Κιβωτού και αντιπαρέρχομαι τα περί εντιμότητας και ηθικής ακεραιότητας, που άλλωστε επί τόσα χρόνια δεν είχαν ποτέ αμφισβητηθεί. Πάντοτε όμως θεωρούσα πως ένας παπάς (ή μια φιλάνθρωπος κυρία) είναι πρόσωπο ακατάλληλο, για να του εμπιστευθεί κανείς τις ζωές παιδιών. Μπορεί ένας φιλόστοργος παπάς να αναλάβει την κηδεμονία τεσσάρων ή πέντε παιδιών και με την αγάπη του να αναπληρώνει τους περιορισμένους ορίζοντες της παιδαγωγικής του, αλλά ως εκεί.

Με απόλυτη επίγνωση των λόγων μου καταγγέλλω ότι είναι αδύνατον να υπάρξει χώρος με πολλά παιδιά, είτε λέγεται ορφανοτροφείο, ή ίδρυμα, ή δομή, χωρίς κακοποίηση των παιδιών. Και, για να το πάω παραπέρα, δεν μπορεί να υπάρξει σχολείο χωρίς σεξουαλική, σωματική, ή ψυχολογική κακοποίηση παιδιών από συνομήλικα, μεγαλύτερα, ή πολύ μεγαλύτερα άτομα. Και όποιος διευθυντής ισχυρίζεται ότι στο σχολείο του δεν υπάρχει κακοποίηση στην πραγματικότητα λέει «δεν θέλω να βλέπω, να ακούω, να ξέρω, θέλω την ησυχία μου». Παρόλο που σε ένα σχολείο μπορεί να υπάρχουν προγράμματα κατά του μπούλιγκ, του ρατσισμού, της ομοφοβίας, της σεξουαλικής και γενικότερα της σωματικής επιθετικότητας, πάντα υπάρχει χώρος για παραβατικότητα που απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση των εκπαιδευτικών. Και δεν ισχυρίζομαι ότι στα σχολεία δεν κακοποιούνται τα παιδιά από τους εκπαιδευτικούς, γιατί και ένα παιδικό κείμενο που επιστρέφει στο παιδί γεμάτο κοκκινίλες από το δάσκαλο είναι μια μορφή ψυχολογικής κακοποίησης που κλονίζει την αυτοπεποίθηση του παιδιού. Όμως σταδιακά η εκπαιδευτική κοινότητα αποδέχεται πως η επιδοκιμασία των θετικών στοιχείων σε ένα κείμενο, σε μια άσκηση, σε μια συμπεριφορά έχει καλύτερα αποτελέσματα από την τιμωρία και την αποδοκιμασία. Στις δομές και στα ιδρύματα όμως, όπου δεν υπάρχουν παιδαγωγικά πρόγραμματα και κανένα είδος πρόληψης της παραβατικότητας δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι δεν θα γίνονται κακοποιήσεις.

Συνεχώς διαβάζω αυτές τις ημέρες για τις κακοποιήσεις των παιδιών της Κιβωτού από τους «παιδαγωγούς» της δομής. Δεν ξέρω ποιος τους βάφτισε παιδαγωγούς, αλλά δεν είναι παιδαγωγοί, παιδονόμοι είναι, που θέτουν σε εφαρμογή τις ιδεοληψίες τους.

Θα φέρω ένα παράδειγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί τελείως ασήμαντο. Κάποτε στο σχολείο είχαμε ένα κορίτσι με μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα που το παρακολουθούσε παιδοψυχίατρος. Πολύ ντροπαλό, θλιμμένο κι αμίλητο κορίτσι, που κάποια στιγμή άρχισε να ντύνεται πιο «κοριτσίστικα» ή έξαλλα κατά την γνώμη κάποιων πολύ συντηρητικών. Χαρήκαμε τότε, γιατί θεωρήσαμε πως το παιδί είναι σε καλό δρόμο και ότι με το ντύσιμό του μας μιλάει. Κάποια στιγμή έρχεται στο γραφείο μου κάποια από τη γραμματεία και μου λέει για τη συγκεκριμένη κοπέλα πως την έδιωξε από το γραφείο και της είπε να μην ξαναπατήσει στα γραφεία έτσι ντυμένη και ότι αυτό το ντύσιμο δεν επιτρέπεται στο σχολείο. Της είπα ότι μίλησε έτσι στο παιδί, επειδή δεν είναι εκπαιδευτικός και ποτέ εκπαιδευτικός δεν θα μιλούσε έτσι σε ένα παιδί. Ψιλά γράμματα θα μου πείτε και πως οι δικαστικές αρχές δεν ερευνούν τις ψυχολογικές κακοποιήσεις και ούτε ξέρουν τι είναι. Σωστά, αλλά το συγκεκριμένο κορίτσι δεν θα ξεχάσει αυτήν την προσβολή ποτέ στη ζωή του κι αν ξέρατε σε ποιο κορίτσι αναφέρομαι θα ανατριχιάζατε. Αλλά αυτό δεν θα το μάθετε.

Για όλους αυτούς τους λόγους επιμένω πως σε όλα τα ιδρύματα και τις δομές παιδιών πρέπει να μπει λουκέτο. Τα παιδιά πρέπει να ανατίθενται σε ανάδοχες οικογένειες, υπό τη συνεχή επίβλεψη κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων. Κι εκεί θα υπάρχουν κακοποιήσεις, αλλά σε περιορισμένη έκταση, γιατί οι ανάδοχες οικογένειες μπορούν να ελέγχονται πιο εύκολα χωρίς τη βιτρίνα ενός παπά, ενός μητροπολίτη ή μιας φιλανθρώπου πλούσιας κυρίας.

Σχολιάστε