Η υποβάθμιση και όχι η αναβάθμιση της παιδείας

Η νέα υποβάθμιση της παιδείας δεν συντελέσθηκε αργά αργά και σταδιακά. Αυτή τη φορά το μεγάλο βήμα έγινε μια και έξω, με ένα νόμο. Με ένα νόμο που κατάργησε μαθήματα και άφησε εκπαιδευτικούς χωρίς αντικείμενο εργασίας, οδηγώντας τους στην απόλυση στον ιδιωτικό τομέα και στη διαθεσιμότητα στο δημόσιο. Άλλά ένας νόμος που μειώνει τα μαθήματα και τους εκπαιδευτικούς μόνο κατ’ ευφημισμό μπορεί να επικαλείται την αναβάθμιση της παιδείας σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Σε μη δημοκρατικό πολίτευμα και λαϊκιστικό περιβάλλον μπορεί βεβαίως να επικαλείται οτιδήποτε. Άλλωστε τα προπαγανδιστικά κανάλια της τηλεόρασης θα αναλάβουν να παρουσιάσουν την υποβάθμιση ως αναβάθμιση.

Όταν πριν από χρόνια εισήχθησαν τα μαθήματα επιλογής στο λύκειο είχα χαρακτηρίσει το μέτρο πολύ άτολμο, γιατί τα μαθήματα που προσφέρονταν ήταν πολύ λίγα και οι διδακτικές ώρες ελάχιστες. Άτολμο και μικρόψυχο ήταν το μέτρο. Τα μαθήματα επιλογής πρέπει να αρχίζουν από τα πρώτα εφηβικά χρόνια και συνεχώς να αυξάνουν. Στις τελευταίες τάξεις πρέπει να υπάρχουν μόνο, και το επαναλαμβάνω, μόνο μαθήματα επιλογής.

Η ελληνική εκπαίδευση έχει υποστεί δύο μεγάλες στρεβλώσεις. Και οι δύο έγιναν από τη δικτατορία του Μεταξά. Ο Μεταξάς κατάργησε τα πολλά και διαφορετικά σχολικά εγχειρίδια και επέβαλε το ένα και μοναδικό, ώστε να μπορεί να ελέγχει απόλυτα το περιεχόμενό του. Το άλλο μέτρο του Μεταξά ήταν η επιβολή των μιλιταριστικών μαθητικών παρελάσεων. Η δικτατορία παρήλθε, αλλά αυτά τα δύο δικτατορικά μέτρα έμειναν και μάλιστα θεωρείται ότι υπηρετούν τη δημοκρατία. Οι εθνικιστικές και μιλιταριστικές παρελάσεις θεωρήθηκαν ότι αποτελούν δημοκρατική απάντηση απέναντι σε φασιστικές κατακτητικές προθέσεις και το ελεγχόμενο σχολικό εγχειρίδιο θεωρείται ότι περιορίζει τις αντιδημοκρατικές ανισότητες. Και έτσι απαγορεύεται, για παράδειγμα οι εκπαιδευτικοί να εισαγάγουν στο μάθημα της Ιστορίας ένα βοήθημα ή μια πηγή που δεν έχει την έγκριση του υπουργείου παιδείας ή να δείξουν ένα πίνακα με συγκριτικά στοιχεία, που έχει εκδώσει το ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ. Κάτι τέτοιο για ένα ιδιωτικό σχολείο μπορεί να αποτελεί και λόγο απόλυσης και στο δημόσιο να επιφέρει διοικητικές κυρώσεις εις βάρος των εκπαιδευτικών. Οι μόνες αποκλίσεις που επιτρέπονται είναι πάντα οι εθνικιστικές. Αυτές μπορεί να είναι και καλοδεχούμενες. Συμβάλλουν δήθεν στην πολυφωνία.

Η αυταρχικότητα και εδώ ονομάζεται δημοκρατικότητα. Όλα τα παιδιά πρέπει να κάνουν ακριβώς τα ίδια. Εάν ένας εκπαιδευτικός παραπέμψει σε κείμενο εκτός του σχολικού εγχειριδίου, τότε δεν διδάσκονται όλα τα παιδιά ακριβώς τα ίδια, οπότε κινδυνεύει η ισοπεδωτική δημοκρατία.

Για αυτό δεν επιτρέπονται και τα μαθήματα επιλογής. Και τα ελάχιστα που προσφέρονταν καταργούνται τώρα με τον νόμο Κεραμέως. Στην αυταρχική, ισοπεδωτική δημοκρατία το καλούπι της εκπαιδευτικής παραγωγής πρέπει να είναι ένα. Δεν επιτρέπονται οι αποκλίσεις, δεν επιτρέπονται οι ιδιαίτερες κλίσεις, δεν επιτρέπονται οι ελευθερίες. Και κυρίως δεν επιτρέπεται η ωριμότητα. Γιατί όταν ένα παιδί μαθαίνει από τα πρώτα εφηβικά του χρόνια να επιλέγει, αρχίζει να αποκτά και ευθύνη για τις επιλογές του, για τις ιδιαίτερες κλίσεις και αποκλίσεις του. Και η ανάληψη ευθύνης οδηγεί σταδιακά και σε ωριμότητα. Αλλά η ωριμότητα δεν είναι επιθυμητή στην ιδιόμορφη ελληνική δημοκρατία. Τα παιδιά της τελευταίας τάξης του λυκείου, μπορούν να ψηφίζουν, αλλά δεν μπορούν να επιλέγουν τα μαθήματα που διδάσκονται. Και θα τους επιβάλλουμε και ένα «κόντρα» μάθημα. Κόντρα στη θέλησή τους, κόντρα στις ανάγκες τους, κόντρα στις κλίσεις τους, κόντρα στην ωριμότητά τους. Τους αφήνουμε να επιλέγουν θετική ή θεωρητική κατεύθυνση, να μην τα θέλουν όλα δικά τους. Και τους κόβουμε και την κοινωνιολογία, για να μην ωριμάσουν πριν από την ώρα τους. Ναι θέλουμε την «κριτική σκέψη», την πιπιλάμε συνεχώς αυτήν την καραμέλα, αλλά θα κατευθύνουμε την κριτική σκέψη προς τα εκεί που πρέπει. Θα ρωτήσουμε τα παιδιά για παράδειγμα: «πώς νομίζετε ότι θα είχε εξελιχθεί ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, αν στους περσικούς πολέμους είχαν νικήσει οι Πέρσες;» Αυτή είναι μια ερώτηση που καλλιεργεί την κριτική σκέψη εντός του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Αντίθετα η κοινωνιολογία συσκοτίζει την ελληνική διαύγεια και την ελληνική γελοιότητα ακολούθως.

Δεν είμαι εναντίον των Λατινικών. Δεν είμαι εναντίον κανενός μαθήματος εφόσον δεν είναι υποχρεωτικό και προσφέρεται ως μάθημα επιλογής. Όσο περισσότερα μαθήματα επιλογής προσφέρονται τόσο το καλύτερο.

Συχνά οι γλωσσαμύντορες στην Ελλάδα επικαλούνται το επιχείρημα ότι τα αρχαία Ελληνικά διδάσκονται σε πάρα πολλές χώρες. Παραλείπουν όμως συστηματικά να πουν ότι προσφέρονται ως μάθημα επιλογής μαζί με τα Λατινικά, τα Κινέζικα και τα Ρώσικα.

Η κατάργηση όμως των επιλογών παράλληλα με το έλλειμμα δημοκρατικότητας εξασφαλίζει και περίσσευμα χρημάτων. Στο μυαλό της κυβέρνησης δεν κυριαρχεί η άποψη ότι όσο μικρότερες είναι οι δαπάνες για την παιδεία, τόσο μεγαλύτερη η αναβάθμιση. Ελπίζει όμως ότι τα τηλεοπτικά κανάλια και τα δημοσιογραφικά έντυπα που την υπηρετούν με το αζημίωτο θα πείσουν την «πλέμπα» για το αντίθετο. Για την παιδεία και για την υγεία της «πλέμπας» η κυβέρνηση δεν δίνει δεκάρα τσακιστή. Οι δικοί της άνθρωποι, οι προνομιούχες τάξεις έχουν και ιδιωτική ασφάλιση υγείας και τα ιδιωτικά σχολεία θα συνεχίσουν να προσφέρουν ευκαιρίες που δεν προσφέρουν τα δημόσια. Τα καλλιτεχνικά μαθήματα δεν είναι για την «πλέμπα». Την αισθητική αγωγή της πλέμπας έχει αναλάβει αποκλειστικά η τηλεόραση.

Σχολιάστε